Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Ανθρωπιστική παράδοση και Ανθρωπιστική Παιδεία

ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ
1η σελίδα


Διάλεξη του Κ.Δ.ΣΩΤΗΡΙΟΥ
Η διάλεξη έγινε στις 13 Απρίλη 1965
Η ομιλία δημοσιεύτηκε  στην εφημερίδα «ΑΤΤΙΚΗ ηχώ» τον Μάϊο και τον Ιούνιο του 1965
Στο περιοδικό «Έρευνα» 1965 
Στην «Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» Εκδόσεις :Προοδευτική Παιδεία Αθήνα 1966
Εδώ δημοσιεύεται το χειρόγραφο κείμενο
Ζωηρή συζήτηση άναψε πάλι στη Βουλή και στον τύπο για την Παιδεία. Στόχος η Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που άρχισε να εφαρμόζει από τη φετεινή χρονιά η Κυβέρνηση Παπανδρέου.
Τρείς γλωσσοεκπαιδευτικές παρατάξεις εξακολουθούν να αντιπαλαίουν ακόμη και σήμερα, η αντιδραστική φεουδαρχική παράταξη, η συμβιβαστική, και η ριζοσπαστικά προοδευτική. Και οι τρείς αυτές γλωσσοεκπαιδευτικές παρατάξεις θέλουνε να μορφώσουνε το Έθνος, η καθεμιά βέβαια σύμφωνα με την εκπαιδευτική πολιτική της κοινωνικής τάξης, που εκπροσωπεί.
Και οι πιο αντιδραστικοί, που ως τώρα τελευταία αντιδρούσαν και κατόρθωναν να ματαιώνουνε κάθε προσπάθεια για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, άρχισαν να καταλαβαίνουνε, πως οικονομική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει στη χώρα μας, χωρίς να αναδιοργανωθεί η Παιδεία και ιδιαίτερα η τεχνική και επαγγελματική Εκπαίδευση[1].
Βάση όμως για κάθε μεταρρύθμιση της Παιδείας, τονίζουν οι οπαδοί της αντιδραστικής γλωσσοεκπαιδευτικής παράταξης, πρέπει να εξακολουθήσει να είναι η «ανθρωπιστική παράδοση»[2]. Ποια είναι όμως αυτή η «ανθρωπιστική παράδοση»; Και ποια είναι η σχέση της με την «ανθρωπιστική Παιδεία»; «Ανθρωπιστική παράδοση» δεν είναι παρά μεταμφιεσμένη – και παραπλανητική με το καινούργιο της όνομα – η βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση[3] και γι αυτό διαφέρει ριζικά από τη γνήσια ανθρωπιστική Παιδεία. Τη ριζική αναμεταξύ τους διαφορά θα προσπαθήσω να παρουσιάσω, όσο μπορώ συντομότερα.

Η βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση
Η νεοελληνική Παιδεία είναι διαποτισμένη, από την εποχή της τουρκοκρατίας ως σήμερα ακόμη, από την βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση. Δύο είναι τα ουσιαστικά στοιχεία, που συνθέτουν τη βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση. Το φεουδαρχικό θεοκρατικό πνεύμα, και ο αττικισμός.
α! Το φεουδαρχικό θεοκρατικό πνεύμα: Ο Χριστιανισμός με τα θεόπνευστα δόγματά του, δημιούργησε δική του κοσμοθεωρία, τη θεολογία. Οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεολογία παρουσιάζουνε για πραγματική πηγή για κάθε αληθινή γνώση. Βασίζεται, τονίζουνε, στην αλάθητη και θεόπνευστη Αγία Γραφή.
Το Ιερατείο καταδίκαζε κάθε θεωρία, κάθε διδασκαλία, που απομακρυνόταν και αντιστρατευόταν τα δόγματα. Τη θεωρούσε αιρετική και ανατρεπτική. Άχρηστη, βλαβερή και επικίνδυνη θεωρούσε και την επιστημονική έρευνα, (πίστευε και μη ερεύνα) και ανατρεπτική και την επιστήμη. Η φιλοσοφία και η επιστήμη δεν έπρεπε να έχουνε δική τους, ανεξάρτητη, ύπαρξη. Μοναδικός προορισμός τους να υπηρετούνε τη Θεολογία.
Έτσι η ελευθερία στη σκέψη δεσμεύτηκε, η έρευνα εμποδίστηκε, μπήκε φραγμός στην επιστήμη και την πρόοδο και καθιερώθηκε η πίστη στα δόγματα. Άμεση συνέπεια να επικαθήσει στην πνευματική ζωή και φυσικά και στην Παιδεία το απολυταρχικό, θεοκρατικό, αντιπροοδευτικό πνεύμα, και να μένει ο λαός βυθισμένος στο πνευματικό σκοτάδι.
Παράλληλα με το κήρυγμα για τη «βασιλεία των ουρανών» για τη μεταθανάτια ζωή και την περιφρόνηση στην επίγεια ζωή, προβλήθηκε στο λαό το ασκητικό ιδανικό και θεμελιώθηκε η αδιαμαρτύρητη υπακοή στο Ιερατείο και το μονάρχη. Έτσι όταν ο Χριστιανισμός αναγνωρίστηκε επίσημη Θρησκεία, το Ιερατείο και το Παλάτι έγιναν, όπως γράφει ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος «το κέντρο της θεοκρατικής μοναρχίας».
β! Ο αττικισμός. Ο βυζαντινός είναι διαποτισμένος και από την αρχαία και προπάντων την ελληνιστική παράδοση. Από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς αντλούν ορισμένοι Πατέρες της Εκκλησίας φιλοσοφικά στηρίγματα για τη Θεολογία. Κυριαρχεί όμως ο αττικισμός. Ο αττικισμός είναι «ανασταλτικό, αντιπροοδευτικό φαινόμενο». Δεν αξιοποιεί τα γόνιμα στοιχεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Είναι στείρος. Δε δημιουργεί καινούργιες ιδέες. Φράζει το δρόμο στην πρόοδο. Περιορίζεται στην παθητική μίμηση και το ρομαντικό θαυμασμό. Κύρια γνωρίσματα του αττικισμού, η αττικίζουσα γλώσσα και ο ψευτοκλασικισμός.
Στο Βυζάντιο η κυρίαρχη τάξη περιφρονούσε τη ζωντανή γλώσσα του λαού. τη θεωρούσε χυδαία, όπως χυδαίο θεωρούσε και το λαό. Επίσημη γλώσσα υψώνεται η αττικίζουσα, και το πνευματικό σκοτάδι γίνεται για το λαό πυκνότερο.
Έτσι διαμορφώθηκε η βυζαντινοεκκλησιαστική, η λογία όπως ονομάστηκε, παράδοση, αληθινός βραχνάς για τη νεοελληνική Παιδεία, ως σήμερα ακόμη.


Ανθρωπισμός και Ανθρωπιστικό Ιδανικό
Ανθρωπισμός ή «ουμανισμός» ονομάστηκε το προοδευτικό ιδεολογικό ρεύμα ή καλύτερα η βιοθεωρία, που ανάπτυξε η αστική τάξη από τα πρώτα της βήματα στο 14ο και 15ο αιώνα. Ο ανθρωπισμός ή ουμανισμός είναι το πρώτο ζωντανό και ορμητικό, ιδανικό της. Εκφράζει τους πόθους και τις λαχτάρες της αστικής τάξης.
Το ανθρωπιστικό Ιδανικό μέσα στην πορεία, που βάδισε ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός, και αντίστοιχα με τις κοινωνικές συνθήκες στις διάφορες χώρες πέρασε από διάφορες φάσεις. Άλλοτε πισωδρομίζει και άλλοτε κυλάει ορμητικά. Άλλοτε είναι φορμαλιστικό, λίγο πολύ κούφιο και άβαθο, και άλλοτε γίνεται μεστό και ρωμαλέο κίνητρο για την πρόοδο. Παρ όλες όμως τις διάφορες φάσεις, απ όπου πέρασε, όλο και περισσότερο μεστώνει σήμερα, όλο και περισσότερους λαούς, και ιδιαίτερα τους αποικιακούς ηλεχτρίζει. Ο «Ανθρωπισμός» έχει υψωθεί σήμερα σε πανανθρώπινο ιδανικό και φλογίζει την καρδιά όλων των λαών και όλων των προοδευτικών ανθρώπων, ακοίμητο κίνητρο για την προοδευτική δημιουργική δράση τους.
Τα βασικά γνωρίσματα του ανθρωπισμού
Για να εκτιμήσουμε σωστά τις μορφές που πήρε ως σήμερα, και τις φάσεις, απ όπου πέρασε ο ανθρωπισμός, για να καθορίσουμε το σημερινό περιεχόμενο του γνήσιου ανθρωπισμού, και να κατανοήσουμε την ουσία της ανθρωπιστικής Παιδείας, είναι απαραίτητο να ανασκοπήσουμε τα σπουδαιότερα χαραχτηριστικά του γνωρίσματα. Τέσσερα είναι τα βασικά:
Πρώτο γνώρισμα: Η αναγνώριση, η εχτίμηση και ο πραγματικός σεβασμός στην αξία και στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Κορύφωμα το δικαίωμα της ελευτερίας του. Ο άνθρωπος βρίσκεται στο ανώτατο σκαλοπάτι, όπου έχει φτάσει η ζωή στην εξέλιξή της. Ο άνθρωπος αξίζει για την ανθρώπινη υπόστασή του. Είναι ο άνθρωπος το «πιο πολύτιμο κεφάλαιο» είναι «καθολική αξία». Προικισμένος με πλούσιες πνευματικές ικανότητες και με πανίσχυρο όπλο στα χέρια του την επιστήμη, που ο ίδιος με μόχθο και ιδρώτα δημιούργησε και ολοένα τελειοποιεί, υψώνεται ο άνθρωπος κυρίαρχος μέσα στη φύση, ολοένα και περισσότερο λυτρώνεται και από τις φυσικές δυνάμεις, που τόσο τον δεσμεύανε, και από τις μυστηριακές και φανταστικές δυνάμεις, που τόσο τον τυραννούσαν και τον βασανίζανε. Αξίζει λοιπόν ο άνθρωπος όλη την εχτίμηση και όλο το σεβασμό.
Μα καμιά αναγνώριση και εχτίμηση στην αξία και αξιοπρέπεια του ανθρώπου δεν είναι νοητή, χωρίς το δικαίωμα της ελευτερίας του, χωρίς δηλαδή να αναγνωριστεί ταυτόχρονα το δικαίωμα, μα και το χρέος, να λυτρωθεί από κάθε πολιτικό, οικονομικό και πνευματικό καταναγκασμό, χωρίς λοιπόν την απελευθέρωσή του από κάθε σκλαβιά, από κάθε καταπίεση και ταπείνωση. Μόνο με τον ολοκληρωτικό λυτρωμό του πραγματώνεται η ανθρώπινη υπόστασή του. Αλλιώς ο άνθρωπος δεν είναι «άνθρωπος» δε διαφέρει από τα ζώα, είναι δούλος, ξεπέφτει, και χάνει το καθαυτό ανθρώπινο, που έχει μέσα του. Το συμπέρασμα βγαίνει μόνο του. Ο γνήσιος ανθρωπισμός αναγνωρίζει το δικαίωμα της ελευθερίας σε όλους τους ανθρώπους, και η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία χρέος έχει να καλλιεργήσει την αγάπη στην ελευθερία και τη δημοκρατία.
Δεύτερο γνώρισμα: Η πίστη στον άνθρωπο, η πίστη στις ικανότητες, στην τεράστια ψυχική του δύναμη και ιδιαίτερα στο λογικό του, και η αξιοποίησή τους. Κορύφωμα το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου, μα και το χρέος του να μορφωθεί πολύπλευρα. Η παθητική πίστη στον άνθρωπο και τις ικανότητές του δεν έχει καμιά αξία.
Ο γνήσιος ανθρωπισμός ζητάει να αξιοποιήσει ο άνθρωπος τον εαυτό του, γιατί μόνον τότε θα είναι σε θέση ο άνθρωπος να εκπληρώσει τον προορισμό του μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία. Γι αυτό ο γνήσιος ανθρωπισμός προβάλλει το δικαίωμα – και είναι ιερό το δικαίωμα τούτο – που έχει κάθε άνθρωπος, να καλλιεργεί, και να αναπτύσσει, μ άλλα λόγια να «μορφώνει» αρμονικά όλες του τις ικανότητες, και τις σωματικές και τις ψυχικές, για να ανθίσει το καθαυτό ανθρώπινο μέσα του και να καρποφορήσει πλούσια η προσωπικότητά του. Με τη γνήσια ανθρωπιστική Παιδεία θα ανθίσει η ανθρώπινη υπόσταση θα μεστώσει η ανθρώπινη συνείδηση και θα γεννηθεί στον άνθρωπο ο αυτοσεβασμός και η αυτοεπίγνωση. Ο άνθρωπος τώρα θα είναι πολύ καλύτερα σε θέση να συνειδητοποιήσει τα δικαιώματά του και πρώτα  απ όλα το δικαίωμα της ελευθερίας του, και θα μπορέσει να λυτρωθεί από το θεοκρατικό σκοταδισμό και τις κάθε λογής μυστηριακές δυνάμεις και προλήψεις, που εξακολουθούν ακόμη να διατηρούνται και να τροφοδοτούνται. Ο άνθρωπος θα μπορεί τώρα να γίνει «άνθρωπος». Θα μπορεί πολύπλευρα μορφωμένος, και ολοένα περισσότερο «εξανθρωπισμένος» να υψώνεται ολοένα κυρίαρχος στη φύση και να δαμάζει και να υποτάσσει τις δυνάμεις της. Θα μπορεί, λυτρωμένος από κάθε καταπίεση και από κάθε φόβο, να κρατάει την τύχη στα χέρια του, και να γίνει δημιουργικός συντελεστής στην πρόοδο και στην ευημερία την υλική και πνευματική της κοινωνίας.
Αν δεν αναπτυχτούν πλούσια και αρμονικά όλες οι ικανότητες του ανθρώπου, και δεν αξιοποιηθούν, η αξία του θα πάει χαμένη. Ο άνθρωπος χωρίς την πλούσια και αρμονική ανάπτυξή του, δε θα μπορεί να πραγματοποιήσει την ανθρώπινη υπόστασή του. Βυθισμένος στις προλήψεις και στο σκοτάδι της άγνοιας, θα είναι δούλος μέσα στον περίγυρο και το φυσικό και τον κοινωνικό, όπως είναι οι άγριοι και πρωτόγονοι λαοί, που δεν έχουν ακόμη υψωθεί στον πολιτισμό τους, στον «ανθρωπισμό» τους. Να ανθίσει και να καρπίσει η ανθρώπινη προσωπικότητα, με την πολύπλευρη μόρφωση, το χρέος τούτο της γνήσιας ανθρωπιστικής παιδείας, είναι η δεύτερη προϋπόθεση για να πραγματώνεται η ανθρώπινη υπόσταση.
Το συμπέρασμα βγαίνει μόνο του: Έχει επιταχτική υποχρέωση η κοινωνία – αυτό το αίτημα προβάλλει η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία – να δημιουργεί όλες τις ευνοϊκές συνθήκες και να χορηγεί τα απαραίτητα μέσα σ όλα τα μέλη της, ανεξάρτητα από την οικονομική και κοινωνική θέση τους, για να αναπτύξουν αρμονικά τις ικανότητές τους και να μορφωθούνε πολύπλευρα. Αλλιώς η ζημία θα είναι αφάνταστα μεγάλη. Τεράστιες ανθρώπινες δυνάμεις θα μείνουν αχρησιμοποίητες και θα πάνε χαμένες.
Τρίτο γνώρισμα: Η αναγνώριση και η εχτίμηση στην αξία της ανθρώπινης ζωής. Κορύφωμα το δικαίωμα, μα και το χρέος, που έχει κάθε άνθρωπος, να καταχτήσει την ευτυχία του επάνω στη γη, και να χαρεί πολύπλευρα τη ζωή. Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι τιμωρία, όπως την έχουνε καταντήσει για εκατομμύρια ανθρώπους, δεν είναι σφάλμα της δημιουργίας, ούτε είναι αμάρτημα, που πρέπει να το εξαγοράσει ο άνθρωπος με τον πόνο και τη θλίψη, με τη στέρηση και την εξαθλίωση, όπως κηρύχνει το ασκητικό ιδανικό.
Ο γνήσιος ανθρωπισμός καταδικάζει ακόμη και τα γνωστά απαισιόδοξα κηρύγματα, πως ο κόσμος είναι ανεπανόρθωτα κακός και μάταιος, πως η ζωή δεν έχει νόημα να τη ζήσει κανείς, επειδή στη γη ούτε υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει ευτυχία και χαρά, και γι αυτό η ανυπαρξία, το να μη ζει κανείς είναι προτιμότερο από το να ζει. Ο γνήσιος ανθρωπισμός καταδικάζει όλα αυτά τα απαισιόδοξα κηρύγματα. Τα θεωρεί αντιανθρωπιστικά και αποσυνθετικά. Σπέρνουν την αδιαφορία, αποχαυνώνουν παραλύουν την θέληση και πνίγουνε τον πόθο για την πρόοδο. Έτσι όμως εμποδίζουν να πραγματώνεται η ανθρώπινη υπόσταση και να υψώνεται ο άνθρωπος.
Αντίθετα σ αυτά τα ασκητικά και απαισιόδοξα κηρύγματα, ο γνήσιος ανθρωπισμός κηρύχνει, πως αξίζει να χαρεί ο άνθρωπος πολύπλευρα τη ζωή του, αξίζει να χαρεί τη δημιουργική χαρά και την ομορφιά. Λυτρωμένος ο άνθρωπος από τη σκλαβιά μέσα στη φύση και μέσα στην κοινωνία, με πλούσια αναπτυγμένες όλες του τις ικανότητες, και τις σωματικές και τις ψυχικές, έχει το δικαίωμα, μα και υπέρτατο χρέος, να χτίσει με τη δημιουργική παραγωγική εργασία τον παράδεισο επάνω στη γη. Κρατάει στα χέρια του πολύτιμο όργανο την επιστήμη. Και αυτόν τον προορισμό έχει η αληθινή επιστήμη, να λυτρώσει τον άνθρωπο, να τον κάνει κυρίαρχο στη φύση και πραγματικά ευτυχισμένο επάνω στη γη.
Από την επιστήμη, που εμπνέεται από τον αληθινό βαθύτατα ανθρωπιστικό προορισμό της, αντλεί ο γνήσιος ανθρωπισμός τη θετική και ρεαλιστική αισιοδοξία του. Γιατί, η αληθινή επιστήμη, ξεπερνάει κάθε μέρα και περισσότερο τις δυσκολίες για να καταχτήσει την αντικειμενική αλήθεια, και ανοίγει ολοένα και πλατύτερα το δρόμο για την πρόοδο. Θεμελιωμένη επάνω στην επιστήμη η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία, μακριά από κάθε ψευτορωμαντισμό, χρέος έχει να καλλιεργεί τη ρεαλιστική αισιοδοξία και να υψώνει τον άνθρωπο να καταχτήσει με τη δημιουργική δράση την ευτυχία του επάνω στη γη. Το χρέος τούτο της γνήσιας ανθρωπιστικής παιδείας είναι η Τρίτη προϋπόθεση για να πραγματώνεται ολοένα και πλουσιότερα η ανθρώπινη υπόσταση.
Τέταρτο γνώρισμα: Η ανυπόκριτη, η ανυστερόβουλη αγάπη στον άνθρωπο, η συνεργασία και η αλληλεγγύη ανάμεσα σ όλα τα άτομα και σ όλους τους λαούς. Κορύφωμα η κοινωνική δικαιοσύνη και η πανανθρώπινη ειρήνη.
Η εγωιστική ατομική ευτυχία, η εγωιστική ανάδειξη του ατόμου σε βάρος των άλλων είναι προσπάθειες και ενέργειες αντιανθρωπιστικές. Ο γνήσιος ανθρωπισμός κηρύχνει, πως βασικό κίνητρο στην κοινωνική ζωή, πρέπει να είναι τα ανώτερα και ευγενικά ανθρωπιστικά συναιστήματα, που κλείνει μέσα της η αληθινή αγάπη στον άνθρωπο. Κι αυτά είναι ο αλληλοσεβασμός ανάμεσα σ όλα τα άτομα και σ όλους τους λαούς, μικρούς και μεγάλους, η αλληλεγγύη, η αλληλοβοήθεια, η αδελφοσύνη, η συνεργασία και η ευγενική άμιλλα αναμεταξύ τους για το γενικό καλό. Ο γνήσιος ανθρωπισμός προβάλλει την κοινωνική δικαιοσύνη, το υπέρτατο τούτα ανθρωπιστικό αγαθό, με ανώτατο κοινωνικό λειτούργημα τη δημιουργική παραγωγική εργασία για την ευτυχία της κοινωνίας, και διδάσκει, πως μόνο μέσα στην ευτυχία ολόκληρης της κοινωνίας μπορεί να ριζώσει και να ανθίσει και η ατομική ευτυχία.
Μα για να πραγματώνεται ολοένα και καλύτερα η ανθρώπινη υπόσταση, για να λάμψει το καθαυτό ανθρώπινο και να ανθίσει ο ανθρωπιστικός πολιτισμός, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να επικρατήσει και να βασιλέψει στον κόσμο η ειρήνη. Τότε θα σβύσει το μίσος, τότε θα σταματήσει ο εξοντωτικός ανταγωνισμός και η ανθρωπότητα θα λυτρωθεί από το φόβο του πολέμου, τότε θα απελευτερωθούνε τεράστιες ανθρώπινες δυνάμεις, τότε η παραστρατημένη σε πολλές χώρες επιστήμη θα αφοσιωθεί στον αληθινό προορισμό της, και θα γίνει αληθινή ευλογία για τον άνθρωπο, τότε η πρόοδος θα είναι ανεμπόδιστη, ακατάπαυστη η ανύψωση του ανθρώπου, και αδιάκοπος ο εξευγενισμός και ο «εξανθρωπισμός» του.
Ολοφάνερο, πως η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία χρέος έχει να γαλουχήσει τους νέους και τις νέες με το ιδανικό τούτο του γνήσιου ανθρωπισμού. Χρέος έχει να τους συνειδητοποιήσει, ποιες είναι οι πραγματικές αιτίες που γεννούνε και τροφοδοτούνε τους κοινωνικούς αγώνες και τους πολέμους. Χρέος έχει λοιπόν η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία να καλλιεργήσει μέσα στη ζωή τα κοινωνικά συναιστήματα, να υψώσει τους νέους και τις νέες, για να προστρέξουνε πρόθυμα και συνειδητά κάτω από τη σημαία της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ειρήνης, να στήσουν, όπως γράφει η ποιήτριά μας Ρίτα Μπούμη- Παπά, «το οδόφραγμα της ειρήνης», να ρίξουνε «τα τείχη που χωρίζουν τους λαούς, και ν ανοίξουνε τους δρόμους που θα ενώσουν».
Ο αστικός ανθρωπισμός
«Ανθρωπισμός» όπως είπα, ονομάστηκε το προοδευτικό ιδεολογικό ρεύμα, που ξεπετάχτηκε από τα πρώτα κιόλας βήματα της αστικής τάξης. Είναι το πρώτο ιδανικό της. Παρουσιάζεται την εποχή της Αναγέννησης στη Δυτική Ευρώπη. Το ανθρωπιστικό ιδανικό είναι τότε πραγματικά ζωντανό, ορμητικό και μεστό ιδανικό. Εκφράζει τους πόθους και τις λαχτάρες της αστικής τάξης.
Η αστική τάξη στην προοδευτική ανοδική της πορεία, αγωνίζεται να βγάλει από τη μέση τα εμπόδια, που φράζουνε το δρόμο της και να σπάσει τις βαριές αλυσίδες του φεουδαρχισμού. Θέλει να λυτρωθεί από τη σκοταδιστική κοσμοθεωρία της «σχολαστικής» φιλοσοφίας και να αποτινάξει την τυραννική αυθεντία της Καθολικής Εκκλησίας. Παλαίει ν ανοίξει το δρόμο στην ελεύθερη επιστημονική έρευνα και αναγνωρίζει πολύτιμο όργανο για την αλήθεια, για την αναζήτηση και κατάχτησή της το «λογικό» του ανθρώπου. Λαχταράει η αστική τάξη να καταχτήσει την πολιτική, οικονομική και πνευματική ελευθερία. Ζητάει να αναγνωριστεί η αξιοπρέπεια του ανθρώπου και η αξία της επίγειας ζωής. Θέλει να χαρεί τη ζωή και τις ομορφιές της. Θέλει να χτίσει τον καινούργιο υλικό και πνευματικό πολιτισμό, το δικό της «παράδεισο» στη γη. Πιστεύει η αστική τάξη στη μόρφωση, στη μεγάλη χρησιμότητά της για την πρόοδο, και οικοδομεί με επιμονή και συχνά με αυτοθυσία το ναό της επιστήμης. Και προβάλλει σε αντίθεση προς το θεοκρατικό, μεσαιωνικό σκοταδισμό το φως της επιστήμης και σε αντίθεση προς το ανασταλτικό ασκητικό ιδανικό, το δικό της προοδευτικό ανθρωπιστικό ιδανικό, με περιεχόμενο την πολύπλευρη ελευθερία του ατόμου την ελευθερία στη σκέψη, τη χαρά της ζωής με τη δημιουργική δράση, την πολύπλευρη αρμονική μόρφωση του ανθρώπου και τον εξοπλισμό του με την παιδεία.
Πολύτιμα στηρίγματα για το δικό της – το ανθρωπιστικό – ιδανικό, βρίσκει η αστική τάξη στον αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό, και προπάντων στον πολιτισμό της αρχαίας Αθήνας τον 5ο και 4ο αιώνα. Ο πολιτισμός αυτός με τα πλούσια γόνιμα στοιχεία, που έκλεινε μέσα του, γίνεται τροφοδότρα πηγή στο καινούργιο, το ανθρωπιστικό ιδανικό της αστικής τάξης, δραστικό όπλο στον ιδεολογικό της αγώνα. Εκεί στον αρχαίο κλασικό πολιτισμό βρήκε η αστική τάξη παρορμητικά κίνητρα για την προοδευτική της δράση.
Τέσσερα είναι τα σπουδαιότερα στοιχεία του αρχαίου αθηναϊκού πολιτισμού. Επάνω σ αυτά προπάντων θεμελίωσε η αστική τάξη το «ανθρωπιστικό της ιδανικό».
Πρώτο γόνιμο στοιχείο: Η ελευθερία του Αθηναίου πολίτη, και η πολιτική και η οικονομική, μέσα στο δημοκρατικό πολίτευμα. Στη δημοκρατική αρχαία Αθήνα, ο «δήμος» είναι κυρίαρχος. Ο Αθηναίος πολίτης συμμετέχει στη διοίκηση, συμμετέχει άμεσα στην απονομή της δικαιοσύνης, εκλέγει τους άρχοντες και ψηφίζει τους νόμους. Και παράλληλα η οικονομική δραστηριότητα αναπτύσσεται ελεύτερα και προστατεύεται από το αθηναϊκό κράτος.
Την πολιτική ελευθερία και την ανεμπόδιστη οικονομική δραστηριότητα λαχταράει και οραματίζεται η αστική τάξη στην ανοδική της πορεία. Βλέπει πως τα δυό αυτά οράματά της, οι δυό αυτές λαχτάρες της, είχανε πραγματοποιηθεί στην αρχαία Αθήνα, και αντλεί σημαντική δύναμη στον αγώνα της εναντίον στο φεουδαρχισμό, για να καταχτήσει την πολιτική και οικονομική ελευθερία της.
Δεύτερο γόνιμο στοιχείο: Η ελευθερία στη σκέψη και στην έρευνα και ο λυτρωμός από τη σκοταδιστική αυθεντία. Στις ελληνικές δημοκρατίες και ιδιαίτερα στην αρχαία δημοκρατική Αθήνα έχει ανάψει ο αγώνας να λυτρωθεί ο ελεύθερος πολίτης από τις δεισιδαιμονίες και το πνευματικό σκοτάδι με το φως του «λογικού» και με την ελεύθερη φιλοσοφική αναζήτηση. Στην αρχαία δημοκρατική Αθήνα θεμελιώνεται η επιστήμη και γκρεμίζεται η «αυθεντία». Ο ήλιος της επιστήμης προβάλλει λαμπερός και σκορπάει το σκοτάδι και την καταχνιά, και η σκέψη ελεύτερη από τον καταναγκασμό, βαδίζει νικηφόρα στον αγώνα της να καταχτήσει την αλήθεια.
Την ελευτερία στη σκέψη και στο φρόνημα λαχταράει και η αστική τάξη από τα πρώτα της βήματα. Στον αγώνα της να λυτρωθεί από την αυθεντία και να χτίσει το ναό της επιστήμης, αντλεί δύναμη από τον αρχαίο κλασικό πολιτισμό. Εκεί βρίσκει τη δικαίωσή της.
Τρίτο γόνιμο στοιχείο: Η αξία της ανθρώπινης ζωής. Στην αρχαία Ελλάδα και προπάντων στη δημοκρατική Αθήνα δεν προβάλλεται η ευτυχία στη μεταθανάτια ζωή. Εκείνο που αξίζει είναι η επίγεια ζωή. Η επίγεια ζωή είναι πλούσια και αξίζει να τη ζήσει κανείς και να χαρεί την ομορφιά της. Στη δημοκρατική Αθήνα θαυμαστή η προσπάθεια να πλουτιστεί, να ομορφήνει και  να υψωθεί η ζωή. Χτίζονται υπέροχα μνημεία. Καλλιεργείται δημιουργικά η ποίηση, ο πεζός λόγος, το θέατρο, και δημιουργούνται τα απαράμιλλα καλλιτεχνικά αριστουργήματα, που με την υπέρλαμπρη αχτινοβολία τους ομορφαίνουνε τη ζωή και υψώνουνε τον άνθρωπο στην ανώτερη σφαίρα του «καλού» του ωραίου και της καλλιτεχνικής συγκίνησης.
Αυτή τη δημιουργική χαρά της επίγειας ζωής θέλει να χαρεί και η αστική τάξη και αγωνίζεται να λυτρωθεί από το μεσαιωνικό ασκητικό ιδανικό. Οι καλές τέχνες ακμάζουνε και πάλι, και προβάλλει περίλαμπρη η εποχή της «Αναγέννησης». Στον αγώνα της να χτίσει το δικό της «παράδεισο» επάνω στη γη βρίσκει δικαίωση η αστική τάξη και αντλεί δύναμη από τον αρχαίο κλασικό πολιτισμό.
Τέταρτο γόνιμο στοιχείο: Να αναπτύσσεται αρμονικά το σώμα και η ψυχή, να καλλιεργούνται οι σωματικές και πνευματικές ικανότητες του ατόμου, αυτό είναι το τέταρτο γόνιμο στοιχείο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Στην αρχαία Αθήνα, στα γυμναστήρια και στους αγώνες δυναμώνει και ομορφαίνει με τον αθλητισμό το σώμα. Στις σχολές με τη φιλοσοφική αναζήτηση και την έρευνα ο νους μεστώνει. Στο θέατρο, στους δημόσιους χώρους, στην αγορά με τα υπέροχα μνημεία και τα καλλιτεχνικά αριστουργήματα, ο ψυχικός κόσμος του Αθηναίου πολίτη καλλιεργείται, ομορφαίνει. Στη δημοκρατική Αθήνα ο ελεύθερος πολίτης πρέπει με τη σωματική αγωγή και τη μόρφωση να γίνει «καλός καγαθός» γερός και όμορφος στο σώμα και πλούσια καλλιεργημένος στην ψυχή, για να χαρεί τη ζωή.
Αυτή την ανάπτυξη, αυτή την πολύπλευρη καλλιέργεια και μόρφωση ποθεί και η αστική τάξη, στην ανοδική της πορεία. Στην προσπάθειά της βρίσκει γερό στήριγμα και δικαίωση στην αρχαία Αθήνα.
Οι αρχαίοι Έλληνες και προπάντων οι Ίωνες και οι Αθηναίοι, θεμελίωσαν το δημοκρατικό πολίτευμα, αναπτύξανε και καλλιεργήσανε το επιστημονικό πνεύμα, ζήτησαν να εξηγήσουνε και να κατανοήσουνε τον κόσμο, θεμελίωσαν και ανυψώσανε τη φιλοσοφία, καλλιεργήσανε την ιστορία, τη γεωμετρία, τα μαθηματικά, την αστρονομία  και τόσες άλλες επιστήμες, ανύψωσαν τη γλώσσα και τη ρητορική, έπλασαν τα αθάνατα αριστουργήματα στην ποίηση, στο θέατρο, στην αρχιτεκτονική, στη γλυπτική και στις άλλες τέχνες, λάμπρυναν και ομόρφηναν τη ζωή, για να τη χαρούνε βαθύτερα.
Ο αρχαίος λοιπόν κλασικός πολιτισμός θεμελίωνε το ανθρωπιστικό ιδανικό, που πρόβαλε η αστική τάξη. Εκεί και ιδιαίτερα στον πολιτισμό της αρχαίας Αθήνας στην κλασική εποχή, βρήκε η αστική τάξη πρότυπα γόνιμα στοιχεία, παρορμητικά κίνητρα για την προοδευτική της δράση. Ο Αθηναίος πολίτης υψώνεται στα μάτια της θαυμαστό παράδειγμα. Είναι καλλιεργημένος. Είναι ελεύθερος. Είναι «άνθρωπος».
Πολύτιμη πηγή για τον αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό, και πολύτιμα βοηθήματα για να γνωρίσουνε τον πολιτισμό αυτό, ήσαν οι αρχαίοι κλασικοί συγγραφείς. Έτσι γεννήθηκε την εποχή της Αναγέννησης η ανάγκη, να μελετηθούνε τα έργα των αρχαίων κλασικών, και ξέσπασε ο ενθουσιασμός για τις κλασικές σπουδές[4]. Και επειδή τα έργα των αρχαίων κλασικών έγιναν σπουδαίος συντελεστής για να συνειδητοποιούνται και να καλλιεργούνται οι αρχές του ανθρωπισμού, οι κλασικές σπουδές ονομάστηκαν και «ανθρωπιστικές σπουδές». Και τόσος ήταν ο ζήλος και ο ενθουσιασμός για τις «ανθρωπιστικές» - τις κλασικές σπουδές – ώστε ο «ανθρωπισμός» στη στενότερη σημασία ταυτίστηκε με τις «ανθρωπιστικές» σπουδές, με τη μελέτη δηλαδή και την καλλιέργεια της αρχαίας ελληνικής και λατινικής φιλολογίας.
Οι αρχαίοι κλασικοί συγγραφείς τροφοδοτούνε πλούσια και το ανθρωπιστικό ιδανικό της αστικής τάξης. Οι αρχαίοι κλασικοί φωτίζανε πολλές πλευρές της ζωής, έδιναν απάντηση σε βασικά προβλήματα, δίδασκαν τις «ανθρωπιστικές» αρετές, μαγεύανε με τη χάρη τους και υψώνανε τον άνθρωπο στη σφαίρα της ομορφιάς. Οι αρχαίοι λοιπόν κλασικοί με τα πλούσια διδάγματά τους βοηθούσαν αποτελεσματικά την αστική τάξη στο διαφωτισμό της και στον ιδεολογικό εξοπλισμό της και γίνονται κίνητρο για πρόοδο. Και οι κλασικές – οι ανθρωπιστικές – σπουδές θεωρήθηκαν απαραίτητες για κάθε μορφωμένο και αποτελέσανε τη βάση για τη γενική μόρφωση. Γι αυτό και η γενική μόρφωση ονομάστηκε ανθρωπιστική μόρφωση.
Η πορεία που βάδισε ο αστικός ανθρωπισμός
Ο ανθρωπισμός πρωτοεμφανίστηκε στην Ιταλία την εποχή της Αναγέννησης και σιγά-σιγά απλώθηκε στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Αγγλία, στην Ισπανία, και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από τότε, από την εποχή της Αναγέννησης, ως τον 18ο αιώνα, την εποχή του Διαφωτισμού, που έφτασε σε μεγάλη ακμή ο αστικός ανθρωπισμός, και από την εποχή του Διαφωτισμού ως σήμερα, ανάλογα κάθε φορά με τις κοινωνικές συνθήκες, ανάλογα δηλαδή με την πορεία που βάδισε στις διάφορες χώρες η αστική τάξη, μ άλλα λόγια ανάλογα με τον οικονομικό και κοινωνικό της προσανατολισμό σε κάθε εποχή και σε κάθε χώρα, το αστικό ανθρωπιστικό ιδανικό, πέρασε από διάφορες φάσεις –αντίστοιχα με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις, που ήθελε να πραγματοποιήσει η αστική τάξη στις διάφορες χώρες – πήρε διαφορετικό περιεχόμενο και διαφορετικές μορφές, από την πιο προοδευτική, που μπορούσε να πάρει μέσα στο αστικό κοινωνικό σύστημα, ως την πιο συντηρητική. Όταν η αστική τάξη στις διάφορες χώρες βαδίζει τον προοδευτικό της δρόμο, και το ανθρωπιστικό ιδανικό της κυλάει ορμητικά. Είναι μεστό και γίνεται ρωμαλέο κίνητρο για την πρόοδο. Όταν όμως και όπου η αστική τάξη σταματάει την προοδευτική της πορεία και γίνεται λίγο πολύ συντηρητική, και το ανθρωπιστικό της ιδανικό παραστρατίζει, χάνει το περιεχόμενό του, γίνεται λίγο πολύ κούφιο, φορμαλιστό και ανασταλτικό στην πρόοδο.
Παράλληλα και μαζί με το ανθρωπιστικό ιδανικό πήρανε και οι ανθρωπιστικές – οι κλασικές – σπουδές διαφορετικές μορφές, από την  πιο προοδευτική, με κύριο σκοπό τα γόνιμα στοιχεία του αρχαίου κλασικού πολιτισμού και την ψυχική ανάταση, ως την πιο συντηρητική μορφή, που κορυφώνεται στην άγονη και κούφια τυπολατρεία, στη δουλική μίμηση, στον παθητικό θαυμασμό, στο στείρο ψευτοκλασικισμό.
Σε μας, που η αστική τάξη, και ιδιαίτερα το ανώτερο στρώμα της, από την Επανάσταση του 1821, και προπάντων στα χρόνια της μοναρχίας του Όθωνα, για να κατοχυρώσει τα συμφέροντά της, συμβιβάστηκε με τα φεουδαρχικά στοιχεία, αρνήθηκε τον εαυτό της και δεν προχωρούσε στον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό, το αστικό ανθρωπιστικό ιδανικό, έχασε τη ζωντάνια του, το πραγματικό περιεχόμενο, και παρουσιάστηκε με αντίστοιχη συντηρητική και συχνά ανασταλτική μορφή. Σε αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, σ ολόκληρο σχεδόν το 19ο αιώνα, μα και αργότερα, με αραιά στο μεταξύ διαλείμματα, το ανθρωπιστικό ιδανικό στη χώρα μας, ταυτίστηκε με την προγονοπληξία και ταυτόχρονα έγινε το σπουδαιότερο υποστήριγμα στην πατριδοκαπηλική «Μεγάλη Ιδέα». Αξία έχουμε εμείς οι νεότεροι Έλληνες – ακούμε από πολλές μεριές να διαλαλούν – επειδή είμαστε απόγονοι «ενδόξων» προγόνων. Οι ένδοξοι πρόγονοί μας, αυτοί φωτίσανε και εκπολιτίσανε τους βάρβαρους λαούς της Ευρώπης. Απαράγραφτοι λοιπόν κληρονομικοί τίτλοι «η των προγόνων εύκλεια». Και για να αξιοποιήσουμε τους προγονικούς τίτλους, φώναζαν οι γλωσσαμύντορες, ένα και μόνο χρειάζεται : «Η ανάστασις της αθανάτου των προγόνων γλώσσης». Τότε όταν θα βγούμε στον κόσμο με την αττική γλώσσα στο στόμα μας, όλα θα λάμψουνε και πάλι στον τόπο μας, ο κόσμος που θα μας ακούσει θα μας θαυμάσει, και οι ισχυροί της γης, οι προστάτες μας, θα μας αναθέσουνε να εκπολιτίσουμε όλους τους γείτονες λαούς στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία. Εκεί ξέπεσε το ανθρωπιστικό ιδανικό στον τόπο μας, στον παθητικό θαυμασμό «περασμένων μεγαλείων» και στον κούφιο αυτοθαυμασμό. Παραστράτησε λοιπόν σε σκοπούς καθαρά αντιανθρωπιστικούς, κατάντησε ανασταλτικό και έφραζε το δρόμο στην πρόοδο.
Όμως μέσα σ αυτή την προγονοπληξία, κάθε φορά, που η προοδευτική μερίδα της αστικής τάξης αγωνιζότανε να ανοίξει το δρόμο για τον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό και την πρόοδο, ζωντανό και παρορμητικό για τη δημιουργική της δράση και πολύτιμο ιδεολογικό όπλο στα χέρια της ήτανε το ανθρωπιστικό ιδανικό. Οι πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες κηρύχνανε «τα δικαιώματα του ανθρώπου» και πάλαιαν σκληρά για την πραγματική μέσα στη ζωή αναγνώρισή τους.
Παράλληλα και μαζί με το ανθρωπιστικό Ιδανικό βαδίσανε και οι ανθρωπιστικές - οι κλασικές-  σπουδές στη χώρα μας. πήρανε και αυτές αντίστοιχη και συχνά αντιδραστική μορφή. Μέσα στις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες και μέσα στις γνωστές πολεμικές περιπέτειες, σ ολόκληρο το 19ο αιώνα και, με λιγοστά διαλείμματα, ως σήμερα ακόμη επικράτησε απόλυτα η αντιδραστική – φεουδαρχική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη και καθόριζε τους σκοπούς και το περιεχόμενο των ανθρωπιστικών σπουδών στη χώρα μας. Σκοπός τους σ όλο αυτό το διάστημα η «ανάστασις των εξωτερικών μορφών του αρχαίου κλασικού πολιτισμού» και περιεχόμενό τους ο ψευτοκλασικισμός, η νεκρανάσταση της αρχαίας γραμματικής και του συνταχτικού.
Απόλυτος κυρίαρχος στη μέση εκπαίδευση ο ψευτοκλασικισμός. Κυριαρχικά μαθήματα τα αρχαία Ελληνικά και τα λατινικά. Όμως η ψευτοκλασική παιδεία μας δεν ενδιαφέρεται για το Ελληνικό πνεύμα. Δεν ενδιαφέρεται για τα γόνιμα στοιχεία του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού. Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι η αττική γλώσσα, ο νεκρός τύπος. Καμιά βαθύτερη γνωριμία με τους αρχαίους συγγραφείς. Καμιά αξιολόγησή τους. Νεκρό το περιεχόμενό τους. Παθητικός  θαυμασμός και  κούφια μίμηση. Οι αρχαίοι κλασικοί καταντήσανε στα ψευτοκλασικά γυμνάσια σκιάχτρα της ζωής, σκιάχτρα της χαράς. Καλός μαθητής όποιος ξέρει ορθογραφία και έχει αποθηκέψει στο μυαλό του τη γραμματική και το συνταχτικό της «αττικής διαλέκτου». Η αποκρουστική θεματογραφία το κύριο κριτήριο για την πνευματική υπεροχή και την αξία του μαθητή. Βαρειά αλήθεια, η θυσία στο βωμό του ψευτοκλασικισμού. Ώρες ατέλειωτες βασανίζονται τα παιδιά. Μα δε μορφώνονται, δεν αναφτερώνονται. Μπουκώνονται με κανόνες γραμματικούς και συνταχτικούς, αηδιάζουν, μύρια τεχνάσματα μηχανεύονται για να ξαλαφρώσουν από τον βραχνά αυτόν, βιάζονται μόλις φύγουν ή τελειώσουν το γυμνάσιο, να αποτινάξουν από πάνω τους το άχρηστο για τη ζωή τους ψευτοκλασικό φορτίο, και, εκτός από λιγοστές εξαιρέσεις, δεν ξαναπιάνουνε στα χέρια τους τούς αρχαίους κλασικούς, παρά – κι αυτό σπάνια – μόνο σε μετάφραση.
Κλεισμένη η Παιδεία μας στο ψευτοκλασικό φρούριό της, με το πρόσωπο γυρισμένο στα περασμένα, κρατάει άγρυπνη την προσοχή της να μην μπει στο κάστρο της ούτε ο αντίλαλος από τη γύρω πραγματικότητα και υψώνει σινικά τείχη προς τη ζωή. Παρελθοντισμός και παθητικός θαυμασμός στα περασμένα μεγαλεία! Η μέση εκπαίδευση δεν εξοπλίζει τη νεολαία μας στο αναδημιουργικό της έργο. Και η ιστορία, όπως συχνά παραμορφώνεται κάθε άλλο παρά βοηθάει τα παιδιά να κατανοήσουνε τη σημερινή πραγματικότητα. Δε φωτίζει τα παιδιά, πως γεννηθήκαν και γιατί δε λύθηκαν ως σήμερα τα προβλήματα του Ελληνικού λαού, ούτε ποιες είναι οι πραγματικές αιτίες, που εμποδίζουνε την προοδευτική λύση τους.
Και παράλληλα με την ψευτοκλασική τυπολατρεία και τον παθητικό θαυμασμό κλεισμένες οι πόρτες της μέσης Παιδείας, ολόκληρο το 19ο αιώνα, στη νεότερη Ευρωπαϊκή λογοτεχνία και βαθειά περιφρόνηση στη «χυδαία» νεοελληνική. Ο Ερωτόκριτος χαραχτηρίστηκε από γλωσσαμύντορα καθηγητή στο Πανεπιστήμιο, το Μιστριώτη, κατάλληλο ανάγνωσμα για υπηρέτριες, και ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός ελεεινολογήθηκε για τη χυδαία γλώσσα του. Προτάθηκε μάλιστα να μεταφραστεί ο εθνικός μας ύμνος στην αρχαΐζουσα, για να εξευγενιστεί.
Ανθρωπιστική παράδοση
Ας ανακεφαλαιώσουμε: Στείρο με κάθε άλλο παρά ανθρωπιστικό περιεχόμενο, υποστήριγμα στην προγονοπληξία και στην πατριδοκαπηλεία, έφραζε δεκαετηρίδες ολόκληρες το ανθρωπιστικό Ιδανικό το δρόμο προς την πρόοδο. Παράλληλα και μαζί του οι ανθρωπιστικές ψευτοκλασικές σπουδές, διαποτισμένες μάλιστα με το θεοκρατικό μεσαιωνικό πνεύμα κατάντησαν βραχνάς για τη νεολαία μας, αληθινή κατάρα για την παιδεία μας.
Αυτό το ανασταλτικό, βαθιά αντιδραστικό ανθρωπιστικό ιδανικό προβάλλει ακόμη στο λαό και τη νεολαία η αντιδραστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη. Και αυτή την κούφια τυπολατρεία, αυτή τη νεκρανάσταση «εξωτερικών μορφών» με τον ανασταλτικό περελθοντισμό και τον παθητικό θαυμασμό σε περασμένα μεγαλεία, εκφράζει η «ανθρωπιστική παράδοση». Και επάνω σ αυτή την ανασταλτική « ανθρωπιστική παράδοση» θέλουν οι αντιδραστικοί να βασίσουνε κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Υπενθυμίζω το υπόμνημα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Με πείσμα και φανατισμό κινήθηκαν οι αξιωματούχοι καθηγητές και πολυώνυμα άλλα όργανά τους, για να ματαιώσουνε την αστική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που αγωνίζεται να πραγματοποιήσει η σημερινή Κυβέρνηση Παπανδρέου.
Είναι λοιπόν ανασταλτική και παραπλανητική η «ανθρωπιστική παράδοση». Και βλέπουμε, όπως τόνισα στην αρχή της ομιλίας μου, διαφέρει ριζικά από την προοδευτικά ανθρωπιστική παιδεία.
Η αστική ανθρωπιστική παιδεία
Οι οπαδοί της – και υπάρχουν αρκετοί σήμερα ανάμεσα στους λειτουργούς της Παιδείας, ένας από τους πρωτεργάτες της και ο σημερινός Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο της Παιδείας Ευαγ. Παπανούτσος – οι οπαδοί λοιπόν της αστικής ανθρωπιστικής παιδείας καταδικάζουνε την αντιδραστική ανθρωπιστική παράδοση και ιδιαίτερα το στείρο ψευτοκλασικισμό. Φρονούνε – και πολύ σωστά- πως η αστική ανθρωπιστική παιδεία ούτε ταυτίζεται, ούτε πρέπει να ταυτίζεται με τις κλασικές σπουδές. Έχει, τονίζουν, η αστική ανθρωπιστική παιδεία πολύ πλατύτερο περιεχόμενο. Εμπνέεται από το προοδευτικό ως ένα σημείο αστικό ανθρωπιστικό ιδανικό, και θέλει να μορφώσει τη νέα γενιά σύμφωνα με τις βασικές αρχές του αστικού ανθρωπισμού. Αναγνωρίζει βέβαια η αστική ανθρωπιστική παιδεία τις κλασικές σπουδές, αναγνωρίζει τη μορφωτική τους αξία και χρησιμότητά τους, ενδιαφέρεται όμως όχι τόσο για τη μορφή, όσο για το περιεχόμενο των έργων των κλασικών συγγραφέων, για τα διδάγματά τους και την εξυψωτική τους δύναμη, και πιο πολύ ενδιαφέρεται για τα γόνιμα στοιχεία του αρχαίου κλασικού πολιτισμού. Την αστική ανθρωπιστική παιδεία προσπαθεί να πραγματοποιήσει η σημερινή Κυβέρνηση Παπανδρέου. Ας ευχηθούμε να πετύχει η προσπάθειά της.
Ο γνήσιος ανθρωπισμός  
Ο αστικός όμως ανθρωπισμός δεν ανταποκρίνεται στις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας. Κλείνει τα μάτια του μπροστά στην «ανείπωτη δυστυχία που μας δέρνει» και σωστά θεωρείται από τους ριζοσπαστικά προοδευτικούς ξεπερασμένος. Δυό είναι οι σπουδαιότεροι λόγοι: Πρώτα, γιατί στην καλύτερη περίπτωση ο αστικός ανθρωπισμός είναι «συναιστηματικός». Δεν αρκούν όμως οι οραματισμοί και τα ονειροπολήματα των αστών ανθρωπιστών. Δεν αρκεί η συμπονετική μα απαισιόδοξη για τη μοίρα του ανθρώπου αγάπη, ούτε η φιλάνθρωπη ελεημοσύνη. Εκείνο που χρειάζεται για να πραγματώνει και να εξυψώνει ο άνθρωπος την ανθρώπινη υπόστασή του και να χαρεί τη ζωή και τον πολιτισμό που χτίζει, είναι να καταπολεμηθούν οι πραγματικές αιτίες, που κρατάνε τον άνθρωπο στην εξαθλίωση και το πνευματικό σκοτάδι. Η φιλανθρωπία που προσφέρει ο αστικός ανθρωπισμός, μικρή παρηγοριά, δε θίγει τις αιτίες, που παρατείνουνε τη δυστυχία, και γι αυτό τα αποτελέσματα  κάθε άλλο είναι παρά αξιόλογα.
Έπειτα ο αστικός ανθρωπισμός είναι στην πραγματικότητα ατομικιστικός, και με το νόημα τούτο νοθεύει τον εαυτό του, γιατί παραβιάζει την κοινωνική δικαιοσύνη και τα δικαιώματα του δουλευτή λαού. Ο αστικός ανθρωπισμός εκείνο που προβάλλει ιδιαίτερα σήμερα είναι η ανεμπόδιστη οικονομική ανάπτυξη του ατόμου για να χτίσει έτσι το άτομο την ατομική του ευτυχία. Μα αυτό γίνεται συχνά σε βάρος των άλλων.
Απέναντι στον αστικό ατομικιστικό ανθρωπισμό, ορθώνεται ο «γνήσιος» ανθρωπισμός. Τυπικά και ο ατομικιστικός και ο γνήσιος έχουνε τα ίδια βασικά γνωρίσματα. Διαφέρουν όμως σημαντικά στο περιεχόμενο, που παίρνουνε τα γνωρίσματα αυτά. Διαφέρουν ακόμη και στο πλάτος, και τροφοδοτούνται από διαφορετικές πηγές.
Πραγματική αναγνώριση και εχτίμηση στην αξία  και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, πραγματική αναγνώριση και εχτίμηση στην αξία της ανθρώπινης ζωής δεν υπάρχει ούτε μπορεί να υπάρχει, όπου και όσο υπάρχει εξαθλίωση και η ζωή έχει γίνει ανυπόφορη γεμάτη πίκρες και αγωνία και βάσανα, όπου και όσο υπάρχει καταπίεση και ταπείνωση και πνευματικό σκοτάδι. Εκεί κακοποιείται η ελευθερία του ανθρώπου. Εκεί η παραγωγική εργασία είναι αβάσταχτο βάρος, και νεκρώνεται η δημιουργική χαρά. Εκεί  καταναγκασμός και ψυχικός μαρασμός. Εκεί λείπουν οι πραγματικά ανθρωπιστικοί όροι, για να ανθίσει η προσωπικότητα. Εκεί λοιπόν δεν πραγματώνεται η ανθρώπινη υπόσταση. Ο ατομικιστικός αστικός ανθρωπισμός προβάλλει για θεραπεία, όπως είπα, τη φιλάνθρωπη ελεημοσύνη. Αντίθετα ο γνήσιος ανθρωπισμός προβάλλει το αίτημα να καταπολεμηθούν οι αιτίες που προκαλούνε την κατάσταση αυτή και αγωνίζεται να αναγνωριστούνε και να ικανοποιηθούνε τα καταπατημένα δικαιώματα του ατόμου και του λαού. Ο γνήσιος ανθρωπισμός αγωνίζεται για την υλική ευημερία και την πνευματική εξύψωση όλων. Θέλει τη ζωή χαρούμενη και ευτυχισμένη για όλους. Ένα μόνον όρο θέτει στον καθένα, την παραγωγική δημιουργική εργασία για την ευτυχία του συνόλου.
Ο γνήσιος ανθρωπισμός ζητάει και αγωνίζεται η επιστήμη και η τεχνική να μπει στην υπηρεσία του λαού και με την καθολική και δημοκρατική πολύπλευρη παιδεία να γίνει χτήμα του λαού και όργανο για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Ο γνήσιος ανθρωπισμός αγωνίζεται η επιστήμη με το φως της να σκορπίσει το πνευματικό σκοτάδι, και από φονικό και εξοντωτικό όργανο, που την έχουνε καταντήσει – ο αστικός ανθρωπισμός ανέχεται την κατάσταση αυτή – να γίνει «όργανο ζωής» για να υψώνει ολοένα τον άνθρωπο κυρίαρχο στη φύση και κύριο στην τύχη του.
Ο γνήσιος ανθρωπισμός, αγκαλιάζει όλους τους λαούς της γης, και υψώνει τη σημαία της παγκόσμιας ειρήνης. Και ενώ ο αστικός ανθρωπισμός δικαιολογεί με διάφορα σοφίσματα και ύποπτες θεωρίες τους επιθετικούς και καταχτητικούς πολέμους, ο γνήσιος ανθρωπισμός τους καταδικάζει τελεσίδικα και αγωνίζεται να φράξει το δρόμο τους. Ο γνήσιος ανθρωπισμός αγωνίζεται για την παγκόσμια ειρήνη και κηρύχνει πως η ελευθερία και η ευτυχία είναι και πρέπει να είναι ενιαία επάνω στη γη, δικαίωμα όλων των ατόμων και όλων των λαών. Δεν υπάρχουνε προνομιούχοι ανώτεροι και κατώτεροι λαοί. Υπάρχουνε πολιτισμένοι και απολίτιστοι ακόμη λαοί. Και πρέπει τους απολίτιστους αυτούς λαούς να τους βοηθήσουμε με όλη την αγάπη και χωρίς καμιά υστεροβουλία. Μόνο με τη συνεργασία και την αμοιβαία βοήθεια, με την  αλληλεγγύη και την ευγενική άμιλλα ανάμεσα σ όλα τα άτομα και σ όλους τους λαούς θα ολοκληρώνεται η ανθρώπινη υπόσταση και θα ανθίσει ο νέος πανανθρώπινος πολιτισμός.

Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία
Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία – γι αυτήν αγωνίζεται σήμερα η Τρίτη η ριζοσπαστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη – εμπνέεται από το γνήσιο ανθρωπιστικό Ιδανικό και αυτό υπηρετεί. Σκοπός της να μορφώσει τη νέα γενιά σύμφωνα με τις προοδευτικές και πραγματικά ανθρωπιστικές αρχές του γνήσιου ανθρωπισμού. Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία, και το τονίζω, δεν ταυτίζεται με την αστική ανθρωπιστική παιδεία. Διαφέρει και στα ιδανικά, που προβάλλει και στο περιεχόμενο. Τα ιδανικά της είναι τα ιδανικά του γνήσιου – και όχι του αστικού – ανθρωπισμού και το περιεχόμενό της πολύ πλουσιότερο και πραγματικά ανθρωπιστικό.
Τα ιδανικά: Διαποτισμένη η παιδεία μας ολόκληρες δεκαετηρίδες με τα πιο αντιλαϊκά ιδανικά, με το μεσαιωνικό ασκητικό ιδανικό της «λιτότητας» με το ψευτοκλασικό ιδανικό της προγονοπληξίας, με το πατριδοκαπηλικό ιδανικό της «Μεγάλης Ιδέας» χάλκευε τις αλυσίδες της οικονομικής σκλαβιάς, προετοίμαζε ιδεολογικά το φασισμό και στο τέλος έγινε όργανό του.
Στη θέση αυτών των αντιλαϊκών ιδανικών η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία προβάλλει τα ακόλουθα τέσσερα πραγματικά ανθρωπιστικά ιδανικά:
Πρώτο: Το πατριωτικό ιδανικό της Εθνικής λευτεριάς και ανεξαρτησίας από κάθε υποτέλεια και δουλική εξάρτηση, με οποιοδήποτε παραπλανητικό όνομα κι αν προσφέρεται, είτε με όνομα «βοήθεια» είτε με όνομα «προστασία».
Δεύτερο: Το αντιφεουδαρχικό και αντιφασιστικό Ιδανικό της γνήσιας δημοκρατίας, για να λυτρωθεί ο λαός από την πολύπλευρη σκλαβιά και εκμετάλλευση, και να καταχτήσει και να αξιοποιήσει τα καταπατημένα δικαιώματά του.
Τρίτο: Το αντιεγωιστικό και αντιατομικιστικό ιδανικό της κοινωνικής δικαιοσύνης, με ανώτατο κοινωνικό λειτούργημα τη δημιουργική παραγωγική εργασία από όλα τα άτομα, για την ευτυχία του συνόλου.
Και τέταρτο: Το ιδανικό της πανανθρώπινης ειρήνης με την αμοιβαία συνεργασία, τη φιλία και την ευγενική άμιλλα με όλους τους λαούς.
Τα τέσσερα αυτά ιδανικά εκφράζουνε σήμερα τους πόθους και τις λαχτάρες του Ελληνικού λαού. Και μόνο άμα γαλουχηθεί μ αυτά τα ζωντανά, ανθρωπιστικά Ιδανικά η νεολαία μας, θα μπει με ενθουσιασμό στο δρόμο της προόδου, και θα γίνει με όλη τη νεανική της φλόγα συντελεστής στο χτίσιμο του νεοελληνικού πολιτισμού.
Βασικές θέσεις: Οι σπουδαιότερες θέσεις, όπου επάνω πρέπει να θεμελιωθεί το οικοδόμημα της γνήσιας ανθρωπιστικής παιδείας είναι οι ακόλουθες δώδεκα:
I.  Η παιδεία, για να είναι πραγματικά ανθρωπιστική, όργανο για την υλική ευημερία και την πνευματική εξύψωση του λαού, πρέπει να διαποτιστεί με το γνήσιο δημοκρατικό, προοδευτικό πνεύμα. Η φεουδαρχική, φασιστική παιδεία είναι αντιλαϊκή, και γι αυτό αντιανθρωπιστική.
II. Η μόρφωση είναι βιολογική ανάγκη για το παιδί, όπως η τροφή, ο ύπνος κ.λ., και γι αυτό ιερό δικαίωμά του. Το παιδί από τις πρώτες μέρες της ζωής του αρχίζει την αυτομόρφωσή του. Το δικαίωμα για μόρφωση του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση την κοινωνική θέση του, πρέπει να αναγνωριστεί και να ικανοποιηθεί. Το γνήσιο δημοκρατικό Κράτος έχει πρωταρχική υποχρέωση να δώσει πλούσια τα μέσα σ όλα τα παιδιά να αναπτυχθούνε και να μορφωθούνε πολύπλευρα με μοναδική φιλοδοξία να εξυπηρετήσουνε χαρούμενα με τη δημιουργική παραγωγική τους δράση το κοινωνικό σύνολο. Η παιδεία λοιπόν για να είναι πραγματικά δημοκρατική, πραγματικά ανθρωπιστική πρέπει να ανοίξει διάπλατα τις πόρτες της σ όλες τις βαθμίδες της σ όλα τα ικανά παιδιά. Παιδεία προνόμιο των λίγων είναι αντιλαϊκή και γι αυτό αντιανθρωπιστική.
III. Η παιδεία, για να είναι γνήσια ανθρωπιστική, πρέπει να είναι καθολική, ν αγκαλιάζει δηλαδή ολόκληρη την παιδική και νεανική ηλικία. Χρέος έχει το Κράτος να φροντίσει ιδιαίτερα για την τόσο παραμελημένη βρεφική και νηπιακή ηλικία. Χρέος έχει ακόμη να μεριμνήσει για την εξωσχολική και μετασχολική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας. Παιδεία που παραμελεί το διπλό αυτό χρέος δεν μπορεί να είναι πραγματικά ανθρωπιστική.
IV. Η παιδεία, για να είναι γνήσια ανθρωπιστική, πρέπει να προσαρμοστεί και με την οργάνωσή της και με το περιεχόμενό της ολοκληρωτικά στις υλικές και πνευματικές ανάγκες του Ελληνικού λαού, και αυτές να εξυπηρετεί. Παιδεία διακοσμητική κατάλληλη για αργόσχολους είναι αντιλαϊκή και γι αυτό αντιανθρωπιστική.
V.  Η παιδεία μας, για να γίνει γνήσια ανθρωπιστική, πρέπει να λυτρωθεί από τον ψευτοκλασικισμό και την αντιδραστική «ανθρωπιστική παράδοση» όπως τόνισα και παραπάνω. Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία αναγνωρίζει την αξία των κλασικών συγγραφέων, ενδιαφέρεται όμως προπάντων για το περιεχόμενο των έργων των και για τα γόνιμα διδάγματά τους και θεωρεί, κατάρα την προγονοπληξία και τον ψευτοκλασικισμό.
VI. Η παιδεία, για να γίνει γνήσια ανθρωπιστική, πρέπει να λυτρώσει τη νέα γενιά και τον ελληνικό λαό από το μεσαιωνικό σκοταδιστικό πνεύμα και από κάθε μυστικοπάθεια. Απαραίτητο λοιπόν να θεμελιώσει η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία το περιεχόμενό της από το νηπιαγωγείο ως το Πανεπιστήμιο επάνω στην επιστήμη. Μόνο με το φως της επιστήμης η ανθρωπιστική παιδεία – αλλιώς δε θα είναι γνήσια ανθρωπιστική – θα φωτίσει στη νεολαία το δρόμο για την πρόοδο, για τη δημιουργική της δράση. Με την επιστήμη λυτρώνεται και υψώνεται ο άνθρωπος. Με την επιστήμη θαυματουργεί.
VII. Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία χρέος έχει να λυτρώσει τα παιδιά από τη σημερινή ποσοτική μάθηση, από το μπούκωμα με γνώσεις ασύνδετες αναμεταξύ τους, αχρησιμοποίητες, συχνά άχρηστες και όχι σπάνια αντιεπιστημονικές και γι αυτό βλαβερές. Η παιδεία, για να γίνει γνήσια ανθρωπιστική, σκοπό πρέπει να έχει την ποιοτική μόρφωση, να κάνει δηλαδή τα παιδιά ικανά να κατανοούνε τη φύση και την κοινωνία, όπου μέσα ζούνε, και το σπουδαιότερο, πως οι γνώσεις τότε μόνο έχουν αξία, όταν γίνονται όργανα για να λύνει ο άνθρωπος τα προβλήματα που προβάλλει η ζωή. Ιδιαίτερα η ανώτερη παιδεία, για να εκπληρώσει τον ανθρωπιστικό προορισμό της χρέος έχει να καλλιεργεί το επιστημονικό πνεύμα, με την επιστημονική έρευνα, να μπει στην υπηρεσία του λαού και να δίνει προοδευτική λύση στα προβλήματά του. Η επιστήμη μέσα στη ζωή, για τη ζωή, για το λαό, και ο επιστήμονας, με βαθιά συναίστηση για την κοινωνική του αποστολή στην υπηρεσία του λαού.
VIII. Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία πρέπει να αποκαταστήσει την αμοιβαία συνάρτηση της θεωρίας με την πράξη. Η θεωρία δεν είναι θεόπνευστη, δεν είναι ουρανόπεμπτη. Η θεωρία πηγάζει από την πράξη και υπάρχει, για να φωτίζει και να καθοδηγεί την πράξη. Μα από το άλλο μέρος και η πράξη επαληθεύει τη θεωρία, γίνεται το κριτήριό της και την τροφοδοτεί πλούσια με τα νέα προβλήματα που γεννιούνται στη ζωή. Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία, για να κάνει όλα τα παιδιά – αγόρια και κορίτσια – με τη δημιουργική τους δράση συντελεστές στο χτίσιμο του νέου πολιτισμού, πρέπει να συνδυάσει τη θεωρητική μόρφωση με την πράξη, με την τεχνική. Η τόσο λοιπόν περιφρονημένη από την αριστοκρατική παιδεία μας τεχνική μόρφωση πρέπει να γίνει οργανικό τμήμα της ποιοτικής μόρφωσης. Η γνήσια ανθρωπιστική παιδεία είναι και πρέπει να είναι «πολυτεχνική».
IX. Η παιδεία για να είναι γνήσια ανθρωπιστική, πρέπει να καλλιεργεί τα κοινωνικά συναιστήματα των παιδιών, την αμοιβαία αγάπη, την αλληλεγγύη, την ομαδική εργασία, την ευγενική άμιλλα μέσα στη ζωή, με την πράξη, και όχι με τα λόγια. Επάνω σ αυτά τα ευγενικά ανώτερα συναιστήματα, πρέπει να θεμελιωθεί η γνήσια ανθρωπιστική διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς.
X.   Βασικός συντελεστής στη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας είναι η πειθαρχία. Η  φεουδαρχική φασιστική παιδεία καλλιεργεί την εξωτερική πειθαρχία, την αδιαμαρτύρητη δηλαδή υποταγή στην ξένη βούληση. Μ άλλα λόγια η φεουδαρχική φασιστική παιδεία καλλιεργεί την τυφλή υποταγή, το δουλικό φρόνημα, και γι αυτό είναι πέρα για πέρα αντιανθρωπιστική. Η γνήσια όμως ανθρωπιστική παιδεία καλλιεργεί με τα κατάλληλα παιδαγωγικά μέτρα και μέσα στην καλά οργανωμένη σχολική ζωή την εσωτερική πειθαρχία την ελεύθερη δηλαδή, θεληματική και χαρούμενη πειθαρχία σε ανώτερους κοινωνικούς σκοπούς, στα ζωντανά προοδευτικά ιδανικά. Με την εσωτερική πειθαρχία τα παιδιά υψώνονται ηθικά, και θα γίνουν ελεύτεροι πολίτες, με πλούσιο αναπτυγμένο το συναίστημα της ευθύνης για την προκοπή ολόκληρης της κοινωνίας, πιστοί στο χρέος τους, πρόθυμοι για κάθε θυσία. Θυμηθείτε την αυτοθυσία της νεολαίας στα χρόνια της κατοχής.
XI. Χρέος ακόμη της γνήσιας ανθρωπιστικής παιδείας να δημιουργεί τις ευνοϊκές συνθήκες, να χαρούνε τα παιδιά την πηγαία χαρά. Η χαρά είναι αιθέρια τροφή για την παιδική ζωή, και γίνεται βαθύ κίνητρο για τη δημιουργική δράση του παιδιού. Το παιχνίδι, η ψυχαγωγία είναι σπουδαίος συντελεστής στην πολύπλευρη μόρφωση της νέας γενιάς, και πάνω απ όλα η τέχνη. Καιρός είναι να καθαρίσει  η πνιγηρή ατμόσφαιρα του σχολείου, και να εισορμήσει η δημιουργικά χαρά. Πρέπει και στον τόπο μας να καλλιεργηθεί και από τα παιδιά και από τους λογοτέχνες η παιδική λογοτεχνία διαποτισμένη από τα ζωντανά ανθρωπιστικά ιδανικά. Οι Έλληνες προοδευτικοί λογοτέχνες εμπνευσμένοι από τις βασικές θέσεις της γνήσιας ανθρωπιστικής παιδείας, είμαι βέβαιος, πως θα ανταποκριθούνε πρόθυμα και στο χρέος τούτο.
XII. Συστηματική φροντίδα χρειάζεται για τη σωματική ανάπτυξη για τη σωματική αγωγή της νέας γενιάς. Η ανθρωπιστική παιδεία θέλει τους νέους και τις νέες με γερό το σώμα και ακμαία και χαρούμενη την ψυχή. Μόνον τότε θα αναπτύξουνε πλούσια τη δημιουργική τους δράση, για να ανθίσει ο γνήσιος ανθρωπιστικός πολιτισμός.
Για τη γνήσια ανθρωπιστική παιδεία αγωνίζεται, όπως είπα, σήμερα στη χώρα μας η ριζοσπαστικά προοδευτική εκπαιδευτική παράταξη. Όλοι όσοι πιστεύουμε στο λαό, όλοι όσοι θέλουμε να ιδούμε το λαό και τη νέα γενιά, όλοι γονείς, δασκάλοι, λογοτέχνες πρέπει να τρέξουμε κάτω από τη σημαία της γνήσιας ανθρωπιστικής παιδείας.                 

       
      
          



[1] Η Κυβέρνηση Καραμανλή, αντιδραστική πέρα γι πέρα, μπροστά στη μεγάλη πίεση και από συντηρητικά ακόμα στοιχεία, για να δώσει κάποια διέξοδο , κατάρτισε ειδική επιτροπή με την εντολή να μελετήσει το εκπαιδευτικό πρόβλημα , και να υποδείξει την κατάλληλη λύση. Η σύνθεση της επιτροπής προδίκαζε το αποτέλεσμα. Τα μέλη της επιτροπής εκτός από μια ή δυό εξαιρέσεις, ανήκαν στην αντιδραστική παράταξη, και θα ήταν αδύνατο να προτείνουνε προοδευτική στην ουσία λύση.
Έπειτα από δυό χρόνια συζητήσεις και ζυμώσεις, ο νέος υπουργός της Παιδείας στην Κυβέρνηση Καραμανλή  Γ. Βογιατζής, υπόβαλλε στη Βουλή το Μάϊο του 1959 σειρά από εκπαιδευτικά νομοσχέδιο. Το αντιπροσωπευτικό  για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση , που πρότεινε Νομοσχέδιο, ήτανε το «Περί τεχνικής και επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, οργανώσεως της Μέσης εκπαιδεύσεως κλπ.». πλατειά η συζήτηση στη Βουλή. Πήρανε μέρος και οι βουλευτές, εκπρόσωποι της ριζοσπαστικής γλωσσοεκπαιδευτικής παράταξης, και ανάμεσά τους ο βουλευτής τ. Πρύτανης του Πολυτεχνείου Νίκος Κιτσίκης, ο βουλευτής παιδαγωγός Κώστας Σωτηρίου και άλλοι. Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε με ασήμαντες τροπολογίες. (κοίταξε τα «Επίσημα πρακτικά της Βουλής» 22 Ιουνίου ως το τέλος Ιουλίου 1959 και ιδιαίτερα τις αγορεύσεις Ν. Κιτσίκη και Κ. Σωτηρίου).
[1] Κοίταξε και την Εισηγητική Έκθεση στο Νομοσχέδιο «Περί τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, οργανώσεως της μέσης Εκπαιδεύσεως κ.τ.λ.
[1] Άλλοι της δίνουνε επίσης το παραπλανητικό όνομα «Ελληνοχριστιανική παράδοση»
[1] Πρωτεργάτες στην πλατύτερη και βαθύτερη γνωριμία με τα έργα των αρχαίων κλασικών ήσαν και πολλοί Έλληνες σοφοί, που καταφύγανε στην Ιταλία πριν και έπειτα από το πάρσιμο της Πόλης από τον Μωάμεθ το Β!. Ανάμεσά τους οι πιο γνωστοί είναι ο Μανουήλ Χρυσολωράς, ο Γεώργιος Τραπεζούντιος, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, ο ριζοσπάστης και μεταρρυθμιστής (στην κοινωνική του μεταρρύθμιση ξεκινάει από την κατάργηση της φεουδαρχίας)  Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων, ο Βησσαρίων και ο Θεόδωρος Γαζής. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: