Η
φιλία των Κώστα Σωτηρίου και Μιχάλη Παπαμαύρου είναι γνωστή.
Εδώ
δημοσιεύεται ο Επικήδειος λόγος του Σωτηρίου
στην κηδεία του Μιχάλη Παπαμαύρου τον Απρίλη
του 1963.
Το
χειρόγραφο του Σωτηρίου σε pdf: Χειρ. Σωτηρίου
Επίσης
δημοσιεύεται ένα άρθρο του Μιχάλη Παπαμαύρου με τίτλο
«Η
πνευματική ζωή των συναγωνιστών μέσα στις φυλακές»
Ο
Παπαμαύρος στέλνει ένα γράμμα στον Σωτηρίου στις 7/12/1946 από τη φυλακή
της
Αίγινας στο οποίο περιγράφει την «πνευματική» δραστηριότητα των φυλακισμένων «συναγωνιστών»
με τρόπο καταπληχτικό. Περιγράφει τη ζωή τους στη φυλακή της Καλλιθέας,
μετά στη φυλακή Χατζηκώστα και στο τέλος στη
φυλακή της Αίγινας.
Το
γράμμα αυτό στέλνεται στον Σωτηρίου προκειμένου να δημοσιευθεί στο περιοδικό
που θα εξέδιδε ο «Εκπαιδευτικός Όμιλος» με την ανασύστασή του το 1946.
Το άρθρο
αυτό μάλλον δεν δημοσιεύθηκε.
Το
χειρόγραφο γράμμα του Μιχάλη Παπαμαύρου σε pdf: Το γράμμα Παπαμαύρου
Στο αρχείο του ο Σωτηρίου έχει επίσης την
δημοσίευση της εφημερίδας «Αυγή» 29/1/1963 (σε pdf: Αυγή ) για την βράβευση του Παπαμαύρου στη Μόσχα και
το «κλητήριο Θέσπισμα» του Εφέτη Εισαγγελέα της Πάτρας να εμφανισθεί ενώπιον
του Πενταμελούς Εφετείου της Πάτρας στις 29 Νοεμβρίου 1961 για να δικασθεί «ως συγγραφεύς
του υπό τον τίτλον «Σύστημα νέας Παιδαγωγικής» βιβλίον» .
Μπορείτε
να το κατεβάσετε σε pdf:
Το κλητήριο θέσπισμα
Ο Επικήδειος λόγος του Κώστα
Σωτηρίου
Σεμνός, ταπεινός, βαθιά
ανθρωπιστής, υπέροχος εμπνευσμένος Δάσκαλος, φλογερός αγωνιστής στον
εκπαιδευτικό και κοινωνικό αγώνα στάθηκες αλησμόνητε φίλε και πολύτιμε
συνεργάτη, Μιχάλη Παπαμαύρο.
Ξεκίνησες απλός δάσκαλος στην
πατρίδα σου στη Χίο και υψώθηκες άξιος στην κορυφή της δασκαλικής ιεραρχίας.
Προοδευτικός φιλελεύθερος και δημοκράτης, από τα πρώτα σου βήματα, πρωτεργάτης
μαζί με τόσους άλλους διαλεχτούς στον Εκπαιδευτικό Όμιλο, βάδισες γνήσιο παιδί
του Λαού, σιγά – σιγά μα σταθερά και ολοένα αριστερά, τον ανηφορικό και γεμάτο
εμπόδια δρόμο, και έφτασες με πίστη και αυτοθυσία στον επιστημονικό σοσιαλισμό.
Μέσα στη λυτρωτική αυτή κοσμοθεωρία ωρίμασε η παιδαγωγική σου θεωρία και πράξη,
και θεμελιώθηκε ο σοσιαλιστικός ανθρωπισμός σου.
Από τα πρώτα χρόνια της
παιδαγωγικής σου δράσης, καταδιώχτηκες, συκοφαντήθηκες. Η αρχαιόπληχτη,
μεσαιωνική και πατριδοκάπηλη αντίδραση σε πέταξε οριστικά το 1933 στο δρόμο και
με σοφιστικούς δικολαβισμούς σου στέρησε τη μικρή σύνταξη, που δικαιωματικά
έπρεπε να πάρεις. Δεν λύγισες όμως. Θαρραλέος και αισιόδοξος μαχητής πάλεψες
σκληρά. Κάθε χτύπημα από την αντίδραση, σκαλοπάτι για το ανέβασμά σου, με
χαλυβδωμένη τη θέλησή σου στην παιδαγωγική και αγωνιστική σου δράση. Η ηθική
σου προσωπικότητα έλαμπε κάθε φορά με καινούργιο φωτοστέφανο.
Πήρες μέρος στον αγώνα της
Εθνικής Αντίστασης. Σπουδαία η πνευματική σου συμβολή. Πλούσια η αγωνιστική σου
εισφορά. Συστήσαμε και διευθύναμε μαζί το Παιδαγωγικό Φροντιστήριο επάνω στην
Ελεύθερη Ελλάδα στο Καρπενήσι και στο Τροβάτο στα Άγραφα. Ξεχείλισε εκεί η
αγάπη σου στη νεολαία και πλημμύρισες την ψυχή των μαθητών μας με την πίστη σου
στο ανυψωτικό και αναγεννητικό έργο του λαϊκού δασκάλου.
Οραματίστηκες αλησμόνητε φίλε,
μια Ελλάδα λεύτερη, με ευτυχισμένο τον Ελληνικό Λαό και πρωτοπόρα τη νέα γενιά
στο χτίσιμο του νεοελληνικού πολιτισμού, και αγωνίστηκες με ενθουσιασμό και αυτοθυσία
κάτω από τη σημαία του ευγενικού και γνήσια ανθρωπιστικού τούτου ιδανικού. Για
την φλογερή πατριωτική σου δράση συκοφαντήθηκες και φυλακίστηκες έπειτα από το
διώξιμο του βάρβαρου καταχτητή 6 ολόκληρα χρόνια.
Πάντα αλύγιστος με το χαμόγελο
στα χείλη, στάθηκες ως την τελευταία σου πνοή ιεροφάντης της επιστήμης,
αλύγιστος αγωνιστής στο πλευρό του Ελληνικού Λαού, θαρραλέος οδηγητής της
νεολαίας στο δρόμο της τιμής και της δημιουργικής δράσης, πιστός στρατιώτης
στον αγώνα της ειρήνης.
Μέσα στον πολύπλευρο κατατρεγμό
και τη σκληρή βιοπάλη, πλούσιο το συγγραφικό σου έργο. Κορύφωμα το τελευταίο
σύγγραμμά σου «Σύστημα Νέας Παιδαγωγικής» το κύκνειο άσμα σου, όπως ειπώθηκε
στη δίκη σου στο Εφετείο της Πάτρας.
Οι κακουχίες, οι στερήσεις, ο
σκληρός αγώνας και η τελευταία σου εξάμηνη προφυλάκιση μέσα σε απάνθρωπες
συνθήκες, συγκλόνισαν την υγεία σου και δεν άνθεξε ο οργανισμός σου στην
τελευταία σου αρρώστεια. Με το ένα πόδι στον τάφο, δε δέχτηκες να μείνεις στην
εγκαταστημένη στη Γερμανία κόρη σου. Το θεώρησες λιποταξία. Γύρισες ήρεμος στην
αγαπημένη μας πατρίδα. Ήθελες να σταθείς πάλι στις επάλξεις του αγώνα για την
πνευματική αναγέννηση της χώρας μας και την ειρήνη.
Θα μείνεις αλησμόνητος στη μνήμη
των φίλων και θαυμαστών σου φωτεινό αστέρι στους νέους δασκάλους. Το όνομά σου
γράφτηκε με το αίμα της καρδιάς σου στην ιστορία των λαϊκών αγωνιστών και των
δασκάλων του Γένους.
Το γράμμα του Μιχάλη Παπαμαύρου στο Κώστα Σωτηρίου στις 7-12-1946
Αγαπητέ Κωστάκη
Σου ευχαριστώ για τα καλά και ενθαρρυντικά σου λόγια.
Ωστόσο εμείς οι φυλακισμένοι δεν
έχουμε ανάγκη από ενθάρρυνση. Έχουμε κατανόηση και το φρόνημά μας είναι ακμαίο.
Αν Κωστάκη μου παραβάλω τον εαυτό μου με τότε που ήμαστε στο βουνό, βρίσκω πως
τότε ήμουνα ένα μηδέν.
Σου στέλνω τα χειρόγραφα τούτα
σαν πρώτη συνεργασία στο περιοδικό του Ομίλου. Λυπούμαι που δεν μπορώ να
συνεργαστώ πλατύτερα. Αν κρίνεις αναγκαίο, προτάσεις ένα μικρό πρόλογο της
σύνταξης του περιοδικού.
Ευχαριστώ για τους κόπους Σου για
μένα.
Με
αγάπη
Μιχάλης
Παπαμαύρος
7/12/1946
Το άρθρο του Μιχάλη Παπαμαύρου
Η πνευματική ζωή των συναγωνιστών μέσα
στις φυλακές
Μέσα στα μπουντρούμια της Αίγινας
όπου μας έκλεισαν οι μεταδεκεμβριανοί
«εθνικόφροννες», στέλνω στα μέλη του Εκπαιδευτικού Ομίλου και στους
αγωνιστές του περιοδικού ένα θερμό δημοκρατικό χαιρετισμό. Μια που δεν μπορώ
άμεσα να πάρω μέρος στη δεύτερη αυτή εξόρμηση του μοναδικού για τον τόπο μας
Σωματείου, αρκούμαι να παρακολουθώ, μαζί με άλλους, τη δράση του από τις
εφημερίδες.
Οι συναγωνιστές εκπαιδευτικοί
πρέπει να ξέρουν πως κι εμείς οι φυλακισμένοι δεν μείναμε με σταυρωμένα χέρια
μπροστά στο μεγάλο πρόβλημα της πνευματικής καλλιέργειας και αναμόρφωσης του λαού
μας. Βέβαια οι μεταδεκεμβριανοί
Κυβερνήτες του τόπου μας μάς έριξαν στις φυλακές με την κρυφή ελπίδα να
μας εξοντώσουν πνευματικά και σωματικά. Ήθελαν να μας φέρουν σε
συγχρωνισμό με τους λογής-λογής
κακοποιούς, να μάθουμε κι εμείς τις συνήθειές τους και έτσι να εκφυλιστούμε και να γίνουμε
ανίκανοι και ανάξιοι για το μεγάλο αγώνα του λαού μας. Μα εμείς από την πρώτη
στιγμή, που περάσαμε το κατώφλι της φυλακής, πήραμε την απόφαση, όχι μόνο να
βγούμε γεροί σωματικά, μα και ακμαίοι ψυχικά και προπάντων μορφωμένοι
εγκυκλοπαιδικά και κοινωνικά και έτσι να φανούμε αντάξιοι του λαού μας και των
συναγωνιστών μας. Και αντίς οι ποινικοί να αφομοιώσουν εμάς, κατορθώσαμε εμείς
να διαφωτίσουμε, να σώσουμε τους περισσότερους ποινικούς από τις κακές τους
συνήθειες στις οποίες του εξωθούσαν οι
ίδιες οι φυλακές και να τους κάνουμε συνειδητούς οπαδούς και εργάτες του αγώνα
μας.
Κάποτε θα περιγραφεί διεξοδικά η
ζωή των συναγωνιστών στις φυλακές. Εγώ εδώ θα θίξω μερικά κύρια σημεία από τον
πνευματικό μόνο τομέα της ζωής τους. Τούτο το κάνω με το σκοπό και να γνωρίσουν
οι συναγωνιστές την πλευρά αυτή της ζωής μας και να δείξω τι μπορεί να
κατορθώσει ο λαός μας, όταν γίνει κύριος του εαυτού του και αφέντης στον τόπο
του:
Όταν το μεγάλο λεωφορείο μας
ξεφόρτωσε στη φυλακή της Καλλιθέας,
βρεθήκαμε ανάμεσα σε δοσίλογους και ποινικούς. Αυτό όμως δεν μας μπόδισε καθόλου ν’ αρχίσουμε από
την άλλη μέρα τα μαθήματά μας και τη διαφώτισή μας. Αμέσως βάλαμε μπρός την
πρωινή Γυμναστική και την Πολιτική Οικονομία του Σεγκάλ. Αρχίσαμε να γράφουμε
και την Εφημερίδα μας του τοίχου. Κάθε πρωί στη μεγάλη αυλή της φυλακής ο
συναγωνιστής Νίκος διαμερισματάρχης της Πολιτοφυλακής γύμναζε τους Επονίτες μας
και τους άλλους συναγωνιστές μας. Οι δοσίλογοι μας έβλεπαν με περιέργεια και
φαίνονταν πως απορούσαν, πως ήταν δυνατό οι «εγκληματίες» κουκουέδες να ξέρουν
τόσο ωραία γυμναστικά προστάγματα και να γυμνάζονται με τόση τάξη και ακρίβεια.
Ανάμεσά τους ξεχώριζαν ο Παρθενίου, ο Πουλής, ο Λάμπου και άλλα μεγάλα
προσώπατα της «εθνικόφρονας» Ελλάδας. Όταν τα βράδυα, την ώρα της ψυχαγωγίας
μας, παίζαμε τα τραγούδια μας με τα προχειρότερα μέσα, με κουτάλια, με άδειες
κονσέρβες και με τενεκέδες και παίζαμε
τα απλά σκετς μας μαζεύονταν και κείνοι στην αντικρυνή κιγκλίδα και μας
παρακολουθούσαν σαν ξεχασμένοι.
Μα ούτε ο χώρος της φυλακής ούτε
η παρουσία των δοσιλόγων μας επέτρεπαν να αναπτύξουμε πλατειά πνευματική
κίνηση. Γι αυτό χαρήκαμε υπερβολικά όταν μια μέρα, την άνοιξη του 45, μας
μετέφεραν στη φυλακή Χατζηκώστα.