ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ |
Ομιλία του Κ.Δ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ
στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο των
Νέων στην αίθουσα του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου
οδός Σόλωνος 46 στις 19 του Σεπτέμβρη 1946
Η ομιλία αυτή δημοσιεύθηκε στο
Περιοδικό «ΑΝΤΑΙΟΣ» στο τεύχος ΑΠΡΙΛΙΟΣ-ΜΑΪΟΣ 1947
Ο ΤΑΣΟΣ ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ[1]
αναφέρει : «Η μελέτη αυτή
αναδημοσιεύτηκε το φθινόπωρο του 1948 στο Μαρξιστικό περιοδικό του Λονδίνου «THE MODERN QUARTERLY» (τεύχος 4 του Γ τόμου )
μεταφρασμένη από το μαρξιστή καθηγητή της κλασικής φιλολογίας G. THOMSON . Στο προλογικό του σημείωμα ο THOMSON υπογραμίζει πως «είναι μελέτη που
τοποθετεί σωστά και με σαφήνεια τη μαρξιστική άποψη για τον ανθρωπισμό»».
Η μελέτη αυτή είναι μέρος της
μελέτης του για τον «ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΟΜΙΛΟ» η οποία έχει ήδη αναρτηθεί.
ΑΝΤΑΙΟΣ |
Βασικό
πρόβλημα για ολόκληρη την παιδεία και ιδιαίτερα για τη μέση παιδεία είναι το
πρόβλημα: Ποια αξία έχουν οι ανθρωπιστικές σπουδές μέσα στο νέο κόσμο «που
ακούμε το μήνυμα και τις λαχτάρες του». Αποτελούν τη βάση για τη γενική
μόρφωση, είναι αναπόσπαστο τμήμα της αγωγής; Και το πρόβλημα τούτο γίνεται
οξύτερο μέσα στον πολυκλαδισμό, που ζητάμε όλοι, της μέσης παιδείας. Στους διάφορους
τύπους των σχολείων στο γεωργικό, βιομηχανικό, τεχνικό, ναυτικό κλπ γυμνάσιο,
όπου παράλληλα με την ειδική μόρφωση πρέπει να καλλιεργείται και η γενική
μόρφωση, ποια θέση θα πάρουν οι ανθρωπιστικές σπουδές; Όσοι τελειώσουν τα
Γυμνάσια αυτά και γνωρίζουν επιστημονικά το φυσικό κόσμο και κατανοούν σωστά
την πορεία και τη σύνθεση της κοινωνίας, δεν έχουν όμως διδαχθεί τους αρχαίους
συγγραφείς ακόμη και σε μετάφραση – φυσικά θα έχουν πάρει γνώση του αρχαίου
πολιτισμού, όπως και κάθε πολιτισμού με τη μελέτη της ιστορίας και της
κοινωνίας – αυτοί δε θα θεωρούνται μορφωμένοι και δε θα μπορούν ν’ αναπτύξουν
τη δημιουργική τους δράση; - Και ακόμη μέσα στον πολυκλαδισμό της μέσης
παιδείας είναι απαραίτητο και για πόσο καιρό το κλασικό Γυμνάσιο, όχι βέβαια με
τη σημερινή μορφή του;
Είναι
αλήθεια, πολλοί τονίζουν, πως «οι δυό κυριώτατες μορφές της σημερινής ζωής
είναι ο γεωργικός και ο τεχνικός πολιτισμός»- και γι αυτό ζητάνε τον
πολυκλαδισμό στη μέση παιδεία. Παράλληλα όμως δίνουν μεγάλη σημασία και στις
ανθρωπιστικές σπουδές και σα να δέχονται εκτός από την καθαρή επιστημονική
αντίληψη του αρχαίου κόσμου και το «συγχρονισμένο νεοκλασικισμό».
Η σωστή
απάντηση στο πρόβλημά μας εξαρτιέται από το τι εννοούμε και τι πρέπει, να
εννοούμε, άμα λέμε «ανθρωπισμό και ανθρωπιστικό ιδανικό».
Τι πρέπει
λοιπόν να εννοούμε σήμερα, άμα λέμε «ανθρωπισμός»; Δύο είναι τα κύρια
χαραχτηριστικά γνωρίσματα:
α)
Η αναγνώριση της αξίας και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Κορύφωμα το δικαίωμα
της ελευτερίας του. Ο άνθρωπος αξίζει σαν άνθρωπος. Βρίσκεται στο ανώτερο
σκαλοπάτι της εξέλιξης της ζωής. Είναι πολύτιμος συντελεστής, το πιο πολύτιμο
κεφάλαιο. Μα καμιά αναγνώριση της αξίας του δεν είναι νοητή, χωρίς το σεβασμό
στην αξιοπρέπειά του, χωρίς το δικαίωμα της ελευτερίας του, χωρίς το λυτρωμό
του από κάθε οικονομικό, κοινωνικό και πνευματικό καταναγκασμό. Μόνον τότε
πραγματώνεται η ανθρώπινη υπόστασή του.
β)
Η αναγνώριση της αξίας της ανθρώπινης ζωής. Κορύφωμα η κατάχτηση της ευτυχίας
επάνω στη γη. Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι τιμωρία, δεν είναι σφάλμα της
δημιουργίας, που πρέπει να εξαγοραστεί με τον πόνο και τη στέρηση, όπως
κηρύχνει, το ασκητικό ιδανικό. Ο άνθρωπος αξίζει να χαρεί πολύπλευρα τη ζωή
του, να χαρεί τη δημιουργική χαρά και την ομορφιά, να καταχτήσει την ευτυχία
του, να δημιουργήσει με τη δημιουργική του εργασία τον παράδεισο στη γη.
Το
ανθρωπιστικό ιδανικό φανερώνεται για πρώτη φορά με μορφή προοδευτική την εποχή
της Αναγέννησης στη Δυτική Ευρώπη. Είναι τότε πραγματικά ζωντανό ιδανικό.
Εκφράζει τους πόθους και τις λαχτάρες της αστικής τάξης, που ανεβαίνει. Η
αστική τάξη λαχταράει να σπάσει τις αλυσίδες του φεουδαρχισμού, λαχταράει να
καταχτήσει την οικονομική και πολιτική ελευτερία της και να απολάψει τη ζωή, τα
υλικά και πνευματικά αγαθά, που συγκεντρώνει στα χέρια της. Θέλει να χτίσει το
δικό της παράδεισο. Ζητάει ν’ αναγνωριστεί η αξία του ανθρώπου και η αξία της
ανθρώπινης ζωής και προβάλλει σε αντίθεση με το ανασταλτικό και πιεστικό
μεσαιωνικό ασκητικό ιδανικό, το δικό της, το προοδευτικό ανθρωπιστικό ιδανικό
με τα δυό κύρια γνωρίσματά του, την ελευτερία του ατόμου και τη χαρά της ζωής. Πολύτιμο
στήριγμα για το ιδανικό της βρίσκει στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και
προπάντων στον πολιτισμό της αρχαίας Αθήνας του Ε’ και Δ’ αιώνα. Ο πολιτισμός
αυτός, δημιούργημα και εποικοδόμημα των οικονομικών συνθηκών της εποχής
εκείνης, έκλεινε μέσα του πλούσια γόνιμα στοιχεία. Έδινε λοιπόν πολύτιμα όπλα
στην αστική τάξη για τον ιδεολογικό της αγώνα. Τέσσερα είναι τα σπουδαιότερα: Η
ελευτερία του ατόμου – του αθηναίου πολίτη- και η πολιτική και η οικονομική
μέσα στο δημοκρατικό πολίτευμα. Δεύτερο: Το γκρέμισμα της αυθεντίας, ο λυτρωμός
του ατόμου από τις δεισιδαιμονίες και το πνευματικό σκοτάδι, η πνευματική του
ελευτερία με όπλο το φως του λογικού, με τη φιλοσοφία και την ελεύτερη
επιστημονική έρευνα. Τρίτο: Η χαρά της ζωής και η χαρά της ομορφιάς με τα
υπέροχα έργα του λόγου και της τέχνης. Και τέταρτο η αρμονική καλλιέργεια του
σώματος και της ψυχής, των σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων του για να
γίνει το άτομο ικανό να χαρεί βαθειά τη ζωή.
Πολύτιμη
πηγή για τη μελέτη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ήσαν τότε οι αρχαίοι
κλασικοί συγγραφείς. Έτσι γεννήθηκε η ανάγκη και ο ενθουσιασμός για την
κατανόηση και τη μελέτη των έργων τους, για τις «κλασικές» σπουδές, ή αλλιώς
για τις ανθρωπιστικές σπουδές. Οι αρχαίοι κλασικοί πηγή, όπως είπα, για τον
αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τροφοδοτούσαν πλούσια και το ανθρωπιστικό ιδανικό.
Οι ανθρωπιστικές σπουδές γίνονται απαραίτητες και αποτελούν τη βάση για τη
γενική «την ανθρωπιστική» μόρφωση. Η μελέτη των αρχαίων κλασικών φώτιζε τα
βασικά προβλήματα της ζωής. Βοηθούσε αποτελεσματικά στο διαφωτισμό και τον
ιδεολογικό εξοπλισμό της αστικής τάξης, και γι αυτό είναι την εποχή εκείνη
σπουδή της ουσίας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, αφετηρία για πρόοδο και όχι
άγονη, προσπάθεια για εξωτερική μίμηση
ιδιαίτερα της αρχαίας γλώσσας.
Το
ανθρωπιστικό ιδανικό και οι ανθρωπιστικές σπουδές, αντίστοιχα με την πορεία που
βάδισε η αστική τάξη στις διάφορες χώρες, πήρανε από τότε πολλές μορφές, από
την πιο προοδευτική που σύντομα ανάλυσα παραπάνω, ως την πιο συντηρητική μορφή,
που κορυφώνεται στην κούφια τυπολατρεία, στη δουλική μίμηση, στο ξερό
γλωσσογραμματικό ψευτοκλασικό ιδανικό. Σε μας, που η αστική τάξη με το
συμβιβασμό της με τα φεουδαρχικά στοιχεία και τη δουλική υποταγή της στο ξένο
κεφάλαιο, έμεινε καρφωμένη στην αντίδραση, το ανθρωπιστικό ιδανικό
παρουσιάστηκε, προπάντων έπειτα από την επανάσταση του 1821, με την πιο
συντηρητική μορφή, ταυτίστηκε με την «ανάσταση των εξωτερικών μορφών του
αρχαίου ελληνικού πολιτισμού», με την ανάσταση της αρχαίας γραμματικής, και του
συνταχτικού, και έγινε μια από τις πιο σπουδαίες ανασταλτικές δυνάμεις στην
πρόοδο της χώρας. Παράλληλα πήρε και έναν ιδιαίτερο χρωματισμό. Έγινε το
σπουδαιότερο υποστήριγμα στο πατριδοκαπηλικό ιδανικό της «Μεγάλης Ιδέας». Η
κυρίαρχη τάξη, προβάλλοντας για ιδανικό στον ελληνικό λαό την ανασύσταση της
Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, παρουσίαζε για απαράγραφτους κληρονομικούς μας
τίτλους «την προγονικήν εύκλεια». Οι ένδοξοι πρόγονοί μας εκπολίτισαν όλα
εκείνα τα μέρη. Είναι και δικαίωμά μας να διώξουμε τους βαρβάρους επιδρομείς,
και να τα ξαναπάρουμε πίσω. Μα και χρέος μας να τα εκπολιτίσουμε και πάλι. Και
αυτό θα το πετύχουμε με την ανάσταση «της αθανάτου των προγόνων γλώσσης». Είναι
η πεμπτουσία του άφταστου, του
ανυπέρβλητου αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Κάθε φορά
λοιπόν που αγωνιζόταν η αστική τάξη να πάρει την εξουσία και βρισκόταν στην
προοδευτική της εξόρμηση, το ανθρωπιστικό ιδανικό ήταν σπουδαίο ιδεολογικό όπλο
στα χέρια της. Άμα όμως και όπου πέρασε η αστική τάξη στην αντίδραση, το
ανθρωπιστικό ιδανικό ξέπεφτε σε παραπλανητικό για το λαό ιδανικό, σε
ανασταλτική δύναμη για την πρόοδο και το ανέβασμα του λαού. Μα και στην πιο
προοδευτική μορφή, το ανθρωπιστικό ιδανικό αντικαθρέφτιζε τα συμφέροντα της
κυρίαρχης τάξης και έκρυβε κάτω από την ελευτερία του ατόμου και την κατάχτηση
της ευτυχίας, το αίτημα της αστικής τάξης για την αδέσμευτη οικονομική
ελευτερία του αστού πολίτη, το αίτημα δηλαδή για την αχαλίνωτη ανάδειξη του
ατόμου σε βάρος και με την εκμετάλλεψη των άλλων, και την καλοπέρασή του.
Ο
«ανθρωπισμός» της αστικής τάξης και στην πιο προοδευτική του μορφή ήταν και είναι
ατομιστικός, και οι ρίζες του
ιδεαλιστικές και αντιλαϊκές. Με το νόημα όμως αυτό είναι πια ξεπερασμένος. Και
το λάθος των δημοτικιστών ήταν, που πρόβαλαν καθυστερημένα στον Ελληνικό λαό
για ιδανικό αυτόν τον ξεπερασμένο ατομιστικό αστικό ανθρωπισμό. Κι αυτό είναι
μια από τις αιτίες που δε βρήκανε απήχηση στα λαϊκά στρώματα. Γιατί ο αστικός
ανθρωπισμός δε μπορεί να εκφράζει τις λαχτάρες του δουλευτή λαού, τον πόθο του
να λυτρωθεί από την οικονομική εκμετάλλεψη και από κάθε κοινωνικό και
πνευματικό καταναγκασμό.
«Οι καθυστερημένοι στην Ελλάδα ονειροπόλοι του
ουμανισμού (του αστικού ανθρωπισμού) επηρεασμένοι από το φιλοσοφικό ιδεαλισμό,
δε βλέπαν ότι το γλωσσικό και πιο γενικά το πνευματικό πρόβλημα ήταν παράγωγο,
είτε ένα κομμάτι μονάχα απ’ το όλο κοινωνικό νεοελληνικό ζήτημα…. δε βλέπαν ότι
στην εποχή μας της πάλης για το δημοκρατικό συγχρονισμό και το σοσιαλισμό……ο
ουμανισμός αυτός, με το ιδεολογικό οπλοστάσιό του στην καλύτερη περίπτωση, δε
μπορούσε παρά να είναι ένα φρένο για τα λαϊκά κινήματα, φρένο που δούλευε για
τις κυρίαρχες τάξεις και τους εκμεταλλευτές του λαού» (Ν. Ζαχαριάδη ΚΟΜΕΠ
Γενάρης 1946 σελ. 2 και 3).
Απέναντι
στον αστικό ατομιστικό ανθρωπισμό ορθώνεται σήμερα ο νέος ο αληθινός , ο
κοινωνικός ανθρωπισμός. Βγαλμένος από την πάλη των «αδικημένων κοινωνικών
τάξεων, εκφράζει ο κοινωνικός ανθρωπισμός τους πόθους και τις λαχτάρες όλων
εκείνων που μέσα στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα καταπιέζονται από τις κυρίαρχες
τάξεις, και αγωνίζονται να αποτινάξουν την οικονομική, κοινωνική και πνευματική
σκλαβιά.
Τυπικά
και ο ατομιστικός και ο κοινωνικός ανθρωπισμός έχουν τα ίδια βασικά γνωρίσματα.
Διαφέρουν όμως στο περιεχόμενο που δίνουν στα δυό αυτά γνωρίσματα. Διαφέρουν
ακόμη στο πλάτος και τροφοδοτούνται από διαφορετικές πηγές.
Πραγματική
αναγνώριση της αξίας του ανθρώπου και της ελευτερίας του, πραγματική αναγνώριση
της αξίας της ανθρώπινης ζωής και χτίσιμο της ευτυχίας επάνω στη γη, δεν μπορεί
να υπάρχουν, όπου και όσο υπάρχει εκμετάλλεψη ανθρώπου από άνθρωπο. Όπου
εκμετάλλεψη, εκεί πνίγεται, όπως είπα, η πρωτοβουλία, δεσμεύεται η εσωτερική
ελευτερία, νεκρώνεται η δημιουργική χαρά, εκεί σκλαβιά και καταναγκασμός και
ψυχικός μαρασμός. Εκεί δεν πραγματώνεται η ανθρώπινη υπόσταση. Ο άνθρωπος
ξεπέφτει στη θέση του ζώου. Και όπου εκμετάλλεψη, εκεί εξαθλίωση υλική και
πνευματική. Ο ατομιστικός ανθρωπισμός, ιδεολογικό όπλο της αστικής τάξης και
παραπλανητικό για το λαό σύνθημα κρύβει κάτω από την ελευτερία την αχαλίνωτη
ανάδειξη του ατόμου σε βάρος των άλλων, και κάτω από την κατάχτηση της ευτυχίας
την καλοπέραση του εκμεταλλευτή, και την εξαθλίωση των πολλών, των αμέτρητων,
που παράγουν τα υλικά και πνευματικά αγαθά. Αντίθετα ο κοινωνικός ανθρωπισμός
ζητάει την κατάργηση της εκμετάλλεψης, ζητάει την υλική και πνευματική εξύψωση
όλων, όσοι με την παραγωγική τους εργασία χτίζουν τον παράδεισο στη γη.
Κηρύχνει πως η ελευτερία και η ευτυχία δεν επιτρέπεται να είναι προνόμιο των
λίγων σε βάρος των πολλών, και ζητάει από τον καθένα ν’ αφοσιώσει ελεύτερα
ολόκληρη τη δημιουργική του δράση στην ευτυχία του συνόλου. Μόνον τότε ο
άνθρωπος υψώνεται στην αληθινή, στην εσωτερική ελευτερία. Μόνον τότε με την
ελεύτερη δημιουργική εργασία ολοκληρώνεται και ανθίζει η προσωπικότητά του. Και
μόνο μέσα στην ευτυχία του συνόλου θα βρει και το άτομο και τη δική του ευτυχία
και χαρά.
Και ενώ ο
ατομιστικός ανθρωπισμός, μπλεγμένος μέσα στις δικές του αντιθέσεις και στους
ανταγωνισμούς του καπιταλισμού, γίνεται στήριγμα στους καταχτητικούς στους
ιμπεριαλιστικούς πολέμους, με το πρόσχημα «του εκπολιτισμού, του εξανθρωπισμού
των κατώτερων λαών» και έθρεψε από τα σπλάχνα του στις ημέρες μας τα φασιστικό
ιδανικό, αντίθετα ο κοινωνικός ανθρωπισμός απλώνεται και αγκαλιάζει όλους τους
λαούς, ολόκληρη την ανθρωπότητα. Κηρύχνει, πως η ελευτερία και η ευτυχία δεν
επιτρέπεται να είναι προνόμιο ορισμένων «περιούσιων» λαών. Είναι δικαίωμα όλων
των λαών. Και η υποχρέωση των πολιτισμένων σήμερα λαών είναι να βοηθήσουν με
όλα τα μέσα να υψωθούν και οι άλλοι λαοί υλικά και πνευματικά. Κηρύχνει πως η
ελευτερία και η ευτυχία είναι ενιαία
επάνω στη γη. Και το χρέος κάθε γνήσιου ανθρωπιστή είναι να αγωνίζεται να
κατοχυρωθούν τα δικαιώματα της ανθρωπότητας και «να ξεριζώνει κάθε τι που
εναντιώνεται στην ιδέα του πραγματικού ουμανισμού».
Μα και
μια τρίτη ακόμη σημαντική διαφορά, που μας εξηγεί και τις άλλες διαφορές. Ο
αστικός ανθρωπισμός είναι, φυσικά, διαποτισμένος από την αστική ιδεαλιστική
φιλοσοφία. Και γι αυτό και στην καλύτερη περίπτωση δε μπορεί παρά να είναι
ουτοπιστικός και παραπλανητικός, που θα ειπεί ανασταλτικός στα λαϊκά κινήματα.
Γιατί και στην καλύτερη περίπτωση ζητάει να ηθικοποιήσει, να εξυψώσει τον
άνθρωπο με τη μόρφωση, χωρίς πρώτα να τον λυτρώσει από την εκμετάλλεψη, από την
οικονομική και κοινωνική σκλαβιά. Αντίθετα ο κοινωνικός ανθρωπισμός γεννήθηκε
και τρέφεται από τη διαλεχτική υλιστική φιλοσοφία, από τον διαλεχτικό υλισμό.
Και γι αυτό είναι ρεαλιστικός, ριζοσπαστικά προοδευτικός. Γίνεται πολύτιμο όπλο
στα λαϊκά κινήματα. Κηρύχνει, πως μόνο μέσα στη σοσιαλιστικά οργανωμένη
κοινωνία υπάρχουν οι απαραίτητες συνθήκες για να γίνει ο άνθρωπος αληθινός
άνθρωπος.
Ο αστικός
ανθρωπισμός είναι πια ξεπερασμένος. Γεννήθηκε
σε ξεπερασμένες σήμερα οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Οι κήρυκές
του είναι συνειδητά ή παραπλανημένα όργανα της αντίδρασης. Στη θέση του πρέπει
να μπει ο κοινωνικός ανθρωπισμός. Ο άνθρωπος από άτομο να γίνει «κοινωνικός
άνθρωπος». Τότε θα υψωθεί στην αληθινή ελευτερία και τη δημιουργική χαρά.
Τι πρέπει
λοιπόν να εννοούμε σήμερα όταν μιλάμε για ανθρωπισμό; Τον κοινωνικό ανθρωπισμό.
Αγκαλιάζει ολόκληρη την ανθρωπότητα και αγωνίζεται για την υλική και πνευματική
ευημερία του ανθρώπου με βάση τη δημιουργική εργασία. Με το νόημα αυτό πρέπει
να προβληθεί ιδανικό στην παιδεία μας ο κοινωνικός ανθρωπισμός. Θα είναι
πολύτιμο κίνητρο στη δημιουργική δράση της νεολαίας μας. Κλείνει μέσα του σπέρματα
ζωής, τους πόθους και τις λαχτάρες του νέου κόσμου, που άρχισε να χτίζεται.
Οι
ανθρωπιστικές, οι κλασικές, σπουδές τροφοδοτούσαν, όπως είπα, πλούσια το
ιδανικό του αστικού ανθρωπισμού, σ’ όλες τις μορφές που πήρε από την πιο
προοδευτική ως την πιο συντηρητική, αλλάζοντας κι αυτός αντίστοιχα μορφή και
περιεχόμενο, από τη σπουδή της ουσίας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, ως την
κούφια τυπολατρεία και τη δουλική μίμηση, και αποτέλεσαν ως σήμερα, ιδιαίτερα
στη χώρα μας, τη βάση για τη γενική μόρφωση. Κυριαρχούν απόλυτα ακόμη και
σήμερα στην ψευτοκλασική μέση παιδεία, την κράτησαν μονοκόμματη και μονόπλευρη,
και ο αντίχτυπός τους φτάνει και σ’ αυτό το δημοτικό σχολείο με την καθαρεύουσα
και την αρχαία γραμματική της. Μπορεί όμως να τροφοδοτούν και τον κοινωνικό
ανθρωπισμό, και θα αποτελέσουν και πάλι μέσα «στο νέο κόσμο που ακούμε το
μήνυμά του» τη βάση για τη γενική μόρφωση; Πριν ν’ απαντήσουμε, ανάγκη να
συνεννοηθούμε ακόμη σε δυό τρία σημεία. Και πρώτα, να μη λησμονήσουμε, πως άμα λέμε ανθρωπιστικές,
κλασικές σπουδές, εννοούμε τη μελέτη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στα
σχολεία μας με πηγή τους αρχαίους κλασικούς συγγραφείς στο πρωτότυπο, μα ακόμη
και σ μετάφραση.
Δεύτερο: Πρέπει να ξεχωρίσουμε την «καθαρή επιστημονική αντίληψη του αρχαίου
κόσμου» την επιστημονική έρευνα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από τη μελέτη
στα σχολεία των αρχαίων κλασικών. Άλλο το ένα άλλο το άλλο. Βέβαια για τη σωστή
θεώρηση του αρχαίου κόσμου είναι απαραίτητη και η βαθειά μελέτη και κατανόηση
των αρχαίων κλασικών. Είναι μια, η σπουδαιότερη, από τις πηγές. Όμως η
επιστημονική έρευνα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού δεν είναι δουλειά του
σχολείου της παιδείας. Είναι έργο της επιστήμης γενικά, και ορισμένων κλάδων της ιδιαίτερα, της φιλοσοφίας, της
κοινωνιολογίας, της βιολογίας, της ιστορίας. Και δίχως αμφιβολία, είναι εθνική
ανάγκη να ιδρυθεί το γρηγορότερο στη
χώρα μας, και να προικιστεί με όλα τα μέσα το «ινστιτούτο» για την πολύπλευρη
έρευνα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, όπως ζητούσε και ο μεγάλος του Έθνους
δάσκαλος Δημήτρης Γληνός. Είμαστε εμείς οι Έλληνες οι πιο αρμόδιοι, μα, και οι
πιο υπεύθυνοι να αναλάβουμε την έρευνα αυτή, και να προσφέρουμε με την πολύτιμη
αυτή συμβολή στο χτίσιμο του Πανανθρώπινου πολιτισμού. Στα σχολεία θα
μεταφέρουμε με τα αντίστοιχα μαθήματα τα κατάλληλα πορίσματα από την πολύπλευρη
συστηματική έρευνα, για να γνωρίσουν οι μαθητές μας τον αρχαίο Ελληνικό
πολιτισμό, την πραγματική του αξία, και τη συνεισφορά του στην πρόοδο της
ανθρωπότητας.
Τρίτο: Η επιστημονική έρευνα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού θα έχει ακόμη
σκοπό, εκτός από τη σωστή θεώρηση και τη διαλεχτική του κατανόηση, να βρει και
να προσδιορίσει όλα τα γόνιμα στοιχεία του. Αυτό μόνο θ’ αξιοποιήσουμε στο
χτίσιμο του νέου πολιτισμού. Ο παθητικός θαυμασμός, η ελληνοκεντρική αντίληψη,
πως ότι δημιούργησαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας είναι υπέροχο και ανυπέρβλητο και
γι αυτό μιμήσιμο από μέρος μας, είναι ένα από τα ιδεολογικά όπλα της κυρίαρχης
τάξης, για να ρίξει το λαό στην αδράνεια, να στρέψει την προσοχή του προς τα
πίσω και ν’ αντικόψει την πρόοδό του. Είναι εθνική συμφορά μέσα στη σημερινή
κοσμογονία να μένουμε στρειδοκολλημένοι στα περασμένα, όσο κι αν είναι ένδοξα.
Ό,τι είναι ξεπερασμένο, ό,τι είναι πεθαμένο, όσο κι αν θέλγει τη ρωμαντική
φαντασία των αρχαιόπληχτων, δε μας χρειάζεται. «Τρανοί κιάν είναι οι τάφοι,
τάφοι θάναι». Η ζωή ξανοίγεται μπροστά μας με καινούργιες μορφές, με ολοένα
καινούργια προβλήματα. Για να χτίσουμε τον καινούργιο πολιτισμό μας, πρέπει και
θα αξιοποιήσουμε την πολύτιμη κληρονομιά μας. Θα τρυγήσουμε από ολόκληρο τον
εθνικό πολιτισμό μας – όχι μόνο από τον αρχαίο- όπως και από κάθε άλλο
πολιτισμό, ό,τι είναι χρήσιμο, ό,τι φέρνει μέσα του σπέρματα ζωής, ό,τι λοιπόν
είναι γόνιμο, και θα το αφομοιώσουμε, για να βαδίσουμε έτσι καλύτερα
οπλισμένοι, μπροστά. Τότε τιμούμε πραγματικά τους προγόνους μας.
Γι αυτό
είναι απαραίτητο να καθορίσουμε από τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό με την
επιστημονική έρευνα τα γόνιμα στοιχεία του για το νέο κόσμο που θέλουμε να
χτίσουμε, και με ιδιαίτερη προσοχή τα γόνιμα στοιχεία που θ’ αξιοποιήσουμε μέσα
στον καινούργιο κοινωνικό ανθρωπισμό. Αυτά έχουν ξεχωριστή παιδαγωγική αξία για
την παιδεία. Και η έρευνα αυτή δεν έχει γίνει ως σήμερα στο βάθος και πλάτος
που χρειάζεται. Τώρα μόλις αρχίζει. Και θα δείξει, πως ορισμένα στοιχεία του
αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού γόνιμα για τον αστικό ανθρωπισμό – και γι αυτό
ιδεολογικά όπλα της αστικής τάξης- είναι πια ξεπερασμένα και γίνονται εμπόδιο
στην πρόοδο και γι αυτό είναι άχρηστα και βλαβερά για τον κοινωνικό ανθρωπισμό.
Θα δείξει ακόμη πως άλλα στοιχεία, για να γίνουν γόνιμα, πρέπει να τα
χρησιμοποιήσουμε με πολύ διαφορετικό τρόπο. Μα και η έρευνα αυτή είναι δουλειά
της επιστήμης, του Ινστιτούτου της Ελληνικής αρχαιογνωσίας, που όπως είπα,
πρέπει να ιδρυθεί, και όχι της παιδείας. Τα γόνιμα στοιχεία από τον Εθνικό μας
πολιτισμό θα δοθούν ξεκαθαρισμένα στα σχολεία, θα τα πάρει η παιδεία και θα τα
χρησιμοποιήσει για το μορφωτικό και παιδαγωγικό σκοπό της.
Η μελέτη
λοιπόν των αρχαίων κλασικών στα σχολεία μας είτε στο πρωτότυπο είτε και σε
μετάφραση, ποια θέση θα πάρει μέσα στη λαοκρατικά και σοσιαλιστικά
μεταρρυθμισμένη παιδεία μας; Θ’ αποτελέσει και πάλι τη βάση για τη γενική
μόρφωση; Η απάντηση είναι τώρα, μου φαίνεται εύκολη.
Ξεχωρίζουμε
τη γενική από την ειδική μόρφωση. Γενική λέμε τη μόρφωση, που πρέπει να πάρουν
στα σχολεία όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από την οικονομική τους κατάσταση και την
κοινωνική τους θέση. Είναι η απαραίτητη προϋπόθεση, η βάση για κάθε ειδική
επαγγελματική εκπαίδευση. Διπλό είναι το περιεχόμενο της γενικής μόρφωσης: Ο
εξοπλισμός των παιδιών με τις βασικές για τη ζωή επιστημονικές γνώσεις, και η
αρμονική ανάπτυξη των σωματικών και ψυχικών ικανοτήτων τους.
Όλα τα
παιδιά αγόρια και κορίτσια, πρέπει να κάνουν χτήμα τους, με τη χρησιμοποίηση,
με την εφαρμογή στην πράξη, τις απαραίτητες για τη ζωή επιστημονικές γνώσεις,
που δημιούργησε η ανθρώπινη κοινωνία με σκληρό αγώνα στην ανηφορική πορεία της,
χτίζοντας τον πολιτισμό, για να μπορούν ν’ αναπτύξουν όσο γίνεται
αποτελεσματικότερα και κατά την παιδική και νεανική τους ηλικία και αργότερα
στη ζωή τη δημιουργική τους δράση. Τρείς είναι οι επιστημονικοί κύκλοι, απ’
όπου θα διαλέξουμε τις απαραίτητες αυτές γνώσεις.
Πρώτο είναι ο φυσικός κύκλος: Ο άνθρωπος ζει και κινιέται μέσα στη φύση, μέσα στο
φυσικό περίγυρο. Δέχεται την επίδρασή του αδιάκοπα, και αδιάκοπα επενεργεί
επάνω του. Από εκεί αντλεί τις τροφές και όλα τα υλικά μέσα για τη ζωή, εκεί
αντιπαλαίει με τόσους εχτρούς, με τόσες τυφλές δυνάμεις. Πρέπει λοιπόν ο κάθε άνθρωπος να γνωρίσει καλά τη φύση και
τους νόμους της. Μόνον τότε θα λυτρωθεί από την ανάγκη και θα κυριαρχήσει. Ώστε
το πρώτο βασικό στοιχείο της γενικής μόρφωσης είναι η αντίστοιχη κάθε φορά με
την πρόοδο της επιστημονικής έρευνας γνώσης της φύσης και των νόμων της.
Δεύτερο είναι ο κοινωνικός κύκλος: Ο άνθρωπος ζει μέσα στον κοινωνικό περίκοσμο. Είναι
αναπόσπαστο άτομο της κοινωνίας. Απαραίτητο λοιπόν να γνωρίσει και την
κοινωνία, την εσωπορεία στην εξέλιξή της, να μάθει ποιες είναι οι αιτίες και οι
κινητήριες δυνάμεις, ποιοι είναι οι νόμοι, που κυβερνούν τη ζωή της. Μόνον τότε
θα κατανοήσει τα κοινωνικά προβλήματα, τη γέννησή τους και την εξέλιξή τους
κάθε φορά, το πραγματικό περιεχόμενο και τη μορφή τους. Και μόνον τότε θα
προβλέψει την εξέλιξη τους, και θα γίνει και ο ίδιος, ξετυλίγοντας τη
δημιουργική του δράση, συντελεστής στη σωστή, προοδευτική τους λύση. Ώστε το
δεύτερο βασικό στοιχείο της γενικής μόρφωσης είναι η γνώση της κοινωνίας και
των νόμων της.
Τρίτος είναι ο ανθρωπολογικός κύκλος: Ο άνθρωπος χρειάζεται ακόμη να γνωρίσει και τον ίδιο
τον εαυτό του. Πρέπει να μάθει τι είναι ο ίδιος, πως αναπτύσσεται και
λειτουργεί ο ανθρώπινος οργανισμός, ποιοι είναι οι νόμοι της ζωής του. Μόνον
τότε θα είναι σε θέση να ρυθμίζει τη ζωή του, να διατηρεί τη σωματική και ψυχική
υγεία του. Και μόνον τότε θα είναι
πλούσια και γόνιμη η δημιουργική του δράση. Ώστε τρίτο βασικό στοιχείο της
γενικής μόρφωσης είναι η αντίστοιχη κάθε φορά με την πρόοδο της επιστημονικής
έρευνας γνώση του ανθρώπινου οργανισμού.
Οι
επιστήμες, απ’ όπου θα αντλούμε τις απαραίτητες για τη γενική μόρφωση γνώσεις
είναι η φιλοσοφία, οι φυσικές επιστήμες, η κοινωνιολογία και η πολιτική
οικονομία, η ιστορία, η βιολογία και η ψυχολογία. Είναι ολοφάνερο, πως για όλες
αυτές τις επιστήμες, που στον περασμένο αιώνα και ιδιαίτερα σήμερα με την
εφαρμογή της διαλεχτικής μεθόδου στην έρευνά τους, τόσο ραγδαία και
καταπληχτική, θα έλεγα, πρόοδο μας παρουσιάζουν, δε μπορεί να χρησιμέψουν για
πηγή, όπως στο μεσαίωνα, οι αρχαίοι κλασικοί, και επόμενα, όχι μόνο δε
χρειάζεται η μελέτη των αρχαίων κλασικών στα σχολεία για το σκοπό τούτο παρά
είναι και βλαβερή, γιατί, εκτός από τα άλλα, και το συγχρονισμό της παιδείας
παρεμποδίζει και αποροφάει πολύτιμο καιρό - το βλέπουμε καθαρά στη σημερινή
μονοκόμματη και αντιοικονομική μέση παιδεία μας – σε βάρος της γενικής μόρφωσης
των παιδιών μας. Ό,τι πρόσφερε ο αρχαίος
Ελληνικός πολιτισμός στο ξεκίνημα της επιστημονικής έρευνας, τη φωτεινή αχτίνα,
τη σπίθα της μεγαλοφυΐας που έριξαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας στις επιστήμες
αυτές, όλα αυτά, όπως είπα, θα τα πάρει έτοιμα και ξεκαθαρισμένα η παιδεία. Οι
δάσκαλοι και οι καθηγητές, που θα διδάξουν τα αντίστοιχα μαθήματα, θα τα
αναπτύξουν και θα τα τονίζουν κάθε φορά, άμα χρειάζεται. Ιδιαίτερη προσοχή θα
δώσει η ιστορία. Στο μάθημα της ιστορίας, η διδασκαλία για τον αρχαίο Ελληνικό
πολιτισμό θα πάρει το πλάτος, που του αξίζει. Τα παιδιά θα παρακολουθήσουν σε
αδρές γραμμές τη γέννηση, την ακμή και την παρακμή του, και θα κατανοήσουν την
αξία του, με τη σωστή την επιστημονική θεώρησή του, με την επιστημονική ανάλυση
και σύνθεση σε όλα τα φανερώματά του.
Το τέταρτο
βασικό στοιχείο της γενικής μόρφωσης είναι η αρμονική ανάπτυξη των σωματικών
και ψυχικών ικανοτήτων του παιδιού. Μόνο με γερό το σώμα και χαρούμενη και
ακμαία την ψυχή, θα μπορέσουν τα παιδιά να γίνουν δημιουργικοί συντελεστές στο
χτίσιμο του πολιτισμού. Επιταχτικό το χρέος της παιδείας να βοηθήσει με όλα τα
υλικά και επιστημονικά μέσα να αποχτήσουν τα παιδιά γερό σώμα. Δε φαντάζομαι να
θελήσει κανείς να υποστηρίξει σοβαρά, πως πρέπει τα παιδιά να μελετήσουν τους
αρχαίους κλασικούς για να βρούνε τα κατάλληλα μέσα για τη σωματική αγωγή. Τα
λίγα ή πολλά γόνιμα για το σκοπό τούτο στοιχεία από τον αρχαίο Ελληνικό
πολιτισμό, θα τα δώσει, όπως είπα, η συγχρονισμένη επιστημονική έρευνα στην
παιδεία, και η παιδεία θα τα χρησιμοποιήσει σύμφωνα μα τα διδάγματα της
σύγχρονης παιδαγωγικής.
Χρέος
επίσης της παιδείας, ν’ αναλάβει την πνευματική αγωγή των παιδιών, να τα
βοηθήσει δηλαδή με όλα τα κατάλληλα μέσα ν’ αναπτύξουν αρμονικά και το πνεύμα,
τις νοητικές τους ικανότητες. Πολύτιμοι οδηγητές της παιδείας για την
πνευματική αγωγή των παιδιών είναι η σύγχρονη παιδική ψυχολογία και η
κοινωνιολογία. Και όμως ακούμε και σήμερα τους ψευτοκλασικιστές να φωνάζουν,
πως για την πνευματική αγωγή είναι απαραίτητη η μελέτη των αρχαίων κλασικών στα
σχολεία, γιατί η περίτεχνη γραμματική και το πολύπλοκο, μα θαυμάσια
αρχιτεχτονημένο συνταχτικό της αρχαίας ελληνικής οξύνουν, τη διάνοια και
ακονίζουν την κρίση. Άκαρπη η προσπάθεια να στηρίξουν την αρχαοπληξία τους.
Βρίσκονται έναν αιώνα πίσω. Δέχονται την παλιά αντίληψη της μεταφυσικής
ψυχολογίας, πως οι νοητικές λειτουργίες είναι
ξεχωριστές δυνάμεις της αθάνατης ψυχής αυθύπαρχτες μεταφυσικές οντότητες
κι αυτές και ανεξάρτητες η μία από την
άλλη , και πως μπορούν να γυμναστούν με ανούσιες ασκήσεις και γυμνάσματα έξω
από τη ζωή, έξω από τις πραγματικές ανάγκες του ανθρώπου. Δε θέλουν να
καταλάβουν την απλή αλήθεια, πως το μυαλό του ανθρώπου, η διάνοια, είναι το
πολυτιμότερο υλικό όργανο, το σπουδαιότερο όπλο που έδωσε η φύση στον άνθρωπο,
και πως τότε μόνο λειτουργεί κανονικά και αναπτύσσεται, και τότε μόνο
ακονίζεται πραγματικά, άμα το χρησιμοποιεί το παιδί και γενικά ο άνθρωπος για
το σκοπό που του το έδωσε η φύση, για να λύνει δηλαδή τα ζωντανά προβλήματα,
όποια κι αν είναι, που αντιμετωπίζει και να ικανοποιεί τις ανάγκες του. Βαρειά
η θυσία που προσφέρει η νεολαία στο βωμό του ψευτοκλασικισμού. Ώρες ατέλειωτες
βασανίζονται τα παιδιά. Ο λογιοτατισμός μαραίνει την πνευματική φρεσκάδα τους,
αποξεραίνει την εσωτερική πηγή τους.
Μα ο
άνθρωπος, εκτός από τις πνευματικές ικανότητες έχει μέσα του και συναιστήματα
και ένστιχτα. Τα συναιστήματα και τα ένστιχτα δεν είναι πάγια, δε μένουν
στάσιμα. Βρίσκονται και αυτά σε κίνηση, αλλάζουν και άλλοτε κατρακυλούν, άλλοτε
παίρνουν ανώτερες μορφές. Η παιδεία πρέπει και αυτά να τα μορφώσει, να τα
καλλιεργήσει, να τα εξυψώσει σε ανώτερες μορφές, για να γίνουν κίνητρα σε
πλουσιότερη κοινωφέλιμη δράση. Για την καλλιέργεια των κοινωνικών
συναιστημάτων, -της αγάπης, της αλληλεγγύης, της ομαδικής εργασίας, της ευθύνης
για την ευτυχία του συνόλου, της πανανθρώπινης συνεργασίας στο χτίσιμο του νέου
πολιτισμού – για την κοινωνική λοιπόν διαπαιδαγώγηση της νεολαίας μέσα στα
πλαίσια του καινούργιου κοινωνικού ανθρωπισμού, είναι ολοφάνερο πως δεν χρειάζεται
η μελέτη των αρχαίων κλασικών στο σχολείο. Ό,τι γόνιμο στοιχείο έχουν να
προσφέρουν, θα το πάρει έτοιμο η παιδεία και θα το χρησιμοποιήσει κατάλληλα.
Δε μένει
παρά η καλλαισθητική αγωγή, η καλλιέργεια του συναιστήματος της ομορφιάς. Στο
σημείο τούτο είναι αξιολογότατη η βοήθεια που προσφέρουν οι αρχαίοι κλασικοί με
τα υπέροχα έργα τους και τα πεζά και προπάντων τα ποιητικά. Για τη λογοτεχνική
λοιπόν μόρφωση είναι απαραίτητη η μελέτη τους. Και γι αυτό στο μάθημα της
λογοτεχνίας πρέπει να πάρουν ξεχωριστή θέση οι αρχαίοι κλασικοί συγγραφείς
δίπλα στα έργα της νεοελληνικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φυσικά όχι στο
πρωτότυπο –θα ήταν, αλήθεια, παιδαγωγικό έγκλημα να θυσιάσουμε άλλα
σπουδαιότερα στοιχεία της γενικής μόρφωσης, για να βασανιστούν τα παιδιά να
μάθουν τη νεκρή αρχαία Ελληνική γλώσσα, μόνο και μόνο για να έχουν βαθύτερη
αισθητική απόλαυση από τη μελέτη των αρχαίων κλασικών στο πρωτότυπο – παρά σε
διαλεχτές λογοτεχνικές μεταφράσεις. Και υπάρχουν αρκετές και το Λαϊκό Κράτος θα
φροντίσει να γίνουν και άλλες το ίδιο καλές και ακόμη καλύτερες. Με καλά
οργανωμένη τη γενική μόρφωση σ’ όλες τις βαθμίδες της παιδείας τα παιδιά μας θα
λυτρωθούν από τα πλοκάμια του ψευτοκλασικισμού και της αρχαιοπληξίας και θα
οπλιστούν με όλα τα εφόδια για να χαρούν τη ζωή και την ομορφιά, και να
ξετυλίξουν τη δημιουργική τους δράση, για την υλική και πνευματική ευημερία της
κοινωνίας.
Ας ανακεφαλαιώσουμε: Τα συμπεράσματά
μας είναι:
1.
Στη θέση του ξεπερασμένου αστικού ανθρωπισμού, θα προβάλλουμε για ιδανικό της παιδείας τον κοινωνικό
ανθρωπισμό. Θα γίνει πολύτιμο κίνητρο για τη δημιουργική δράση της νεολαίας.
Εκφράζει τους πόθους και τις λαχτάρες του νέου κόσμου που άρχισε να χτίζεται.
2.
Τροφοδότρα πηγή για τον αστικό ανθρωπισμό, σ’ όλες τις μορφές που πήρε, ο αρχαίος
Ελληνικός πολιτισμός. Οι ανθρωπιστικές σπουδές γίνονται απαραίτητες και
αποτελούν τη βάση για τη γενική μόρφωση. Ο αρχαίος όμως Ελληνικός πολιτισμός,
παρ’ όλη την αξία του, δεν μπορεί πια να τροφοδοτεί τον κοινωνικό ανθρωπισμό.
Φυσικά τα όποια γόνιμα στοιχεία του, που πρέπει πρώτα να τα καθορίσει η
συγχρονισμένη επιστημονική έρευνα, θ’ αξιοποιηθούν μέσα στα πλαίσια του
κοινωνικού ανθρωπισμού.
3.
Οι κλασικές σπουδές δε μπορεί πια ν’ αποτελούν τη βάση για τη γενική μόρφωση
μέσα στη σοσιαλιστικά μεταρρυθμισμένη παιδεία μας. Η μελέτη στα σχολεία των
αρχαίων κλασικών σε μετάφραση και όχι στο πρωτότυπο είναι απαραίτητη μόνο για
τη λογοτεχνική μόρφωση των παιδιών.
4.
Θα αξιοποιήσουμε στο χτίσιμο του νέου πολιτισμού όλα τα γόνιμα στοιχεία από
ολόκληρο τον Εθνικό πολιτισμό. Ιδιαίτερα στο μάθημα της ιστορίας η διδασκαλία
για τον αρχαίο πολιτισμό θα πάρει αντίστοιχο με την αξία του πλάτος. Με τη
σωστή τοποθέτησή του, με τη διαλεχτική θεώρησή του τα παιδιά θα κατανοήσουν τις
αιτίες, τις κινητήριες δυνάμεις της ακμής και παρακμής του.
5.
Και το κλασικό γυμνάσιο; Το κλασικό γυμνάσιο γεννήθηκε μέσα στον αστικό
ανθρωπισμό, και αυτόν μόνο εξυπηρετούσε. Είναι πια ξεπερασμένος τύπος σχολείου.
Θα ζήσει όμως, λυτρωμένο από τον ψυχοχτόνο ψευτοκλασικισμό, ωσότου το Λαϊκό Κράτος
ετοιμάσει και εφαρμόσει τη ριζική αναγέννηση της παιδείας, και θα σβύνει όσο θα
απλώνεται ο πολυκλαδισμός της παιδείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου