Του
Παιδαγωγού Κ. Δ. Σωτηρίου
Ομιλία μου
στα είκοσι χρόνια έπειτα από το θάνατό του
22 Μαρτίου
1964 – στο θέατρο «Κεντρικόν»*
*Η ομιλία αυτή
δημοσιεύτηκε απ’ ότι γνωρίζω
στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης»
Εδώ δημοσιεύεται το χειρόγραφο κείμενο
![]() |
ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ-pdf |
"ΑΥΓΗ" 22/3/1964 |
![]() |
"ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ" 22-3-1964 |
Κυρίες και Κύριοι
Το
Δημήτρη Γληνό, το μεγάλο του Έθνους δάσκαλο, τον πρωτογνώρισα στα 1912
Διευθυντή στο Διδασκαλείο της Μέσης Παιδείας. Βαθιά χαραγμένη μέσα μου και
πάντα ζωντανή η πρώτη μου εντύπωση. Ένιωσα, μαθητής τότε κι εγώ μαζί με τόσους άλλους
μαθητές του, να μας μαγνητίζει, να μας υψώνει, να μας δείχνει, φωτισμένο με το
αχτιδοβόλο πολυεδρικό μυαλό του, το δρόμο προς την αλήθεια και την πρόοδο, και
να μας σπρώχνει στη γόνιμη δημιουργική δράση.
Και θεωρούσε γόνιμη δημιουργική δράση μια
μόνο: την ανυστερόβουλη σ’ όλους τους τομείς δράση για το καλό του λαού. Και
αληθινή πρόοδο, την πρόοδο, που ανοίγει το δρόμο για την υλική και πνευματική
ανύψωση του λαού, για την ευτυχία του. «Το λαό πρέπει ν’ ανεβάσουμε» δίδασκε σ’
όλη του τη ζωή «γι’ αυτόν πρέπει να δουλεύουμε». Όπλο στο σκληρό αυτό αγώνα η
επιστήμη. Με την επιστήμη σκίζει ο άνθρωπος τα σκοτάδια, με το φως της
ξεδιαλύνει τα μυστήρια και γίνεται κυρίαρχος επάνω στη γη.
Ο Δημήτρης Γληνός δεν ήταν ρομαντικός
οραματιστής. Ήταν ο βαθυστόχαστος της ζωής και της κοινωνίας ερευνητής. Έσκυβε
συμπονετικά ν’ ακούσει τον πόνο, την αγωνία και τις λαχτάρες του λαού, και
αγωνιζόταν, ακατάβλητος αγωνιστής, ιεροφάντης της αλήθειας, για το λυτρωμό του
λαού. Βαθιά η πίστη του στην αξία της ζωής και του ανθρώπου. Ακλόνητη η
ρεαλιστική του αισιοδοξία. Ιδανικό του η ευτυχία των λαών επάνω στη γη. Ηρωική
η προσπάθειά του να υψώνεται και να υψώνει και τους άλλους στο γνήσιο
ανθρωπισμό. Έγινε ο φωτεινός του λαού και της νεολαίας ο οδηγητής, ο αναμορφωτής, ο μεγάλος του
Έθνους δάσκαλος.
Άξιο παιδί του λαού αγάπησε με πάθος το
λαό, και αγαπήθηκε βαθιά. Μα και άλλο τόσο μισήθηκε από τους εχθρούς του λαού.
Καυτηρίαζε και χτυπούσε τους εκμεταλλευτές, και τους πολύμορφους στον
πνευματικό τομέα υποταχτικούς των καθώς και τα αργυρώνητα όργανά τους. Τίποτε
δεν τον φόβιζε. Ούτε η συκοφαντία, ούτε ο διωγμός, ούτε η φυλάκιση, ούτε η
εξορία. Ήξερε, μας το λέει ο ίδιος, πως «ο δρόμος της αλήθειας είναι ο δρόμος
του Γολγοθά»[1].
Μ’ ολύμπια γαλήνη τα αντιμετώπιζε όλα, πιστός στην εσωτερική φωνή του χρέους.
Καμιά λιγοψυχία. «Ευτυχισμένος ο άνθρωπος, που ζει και πεθαίνει για ένα μεγάλο
ιδανικό»[2] δίδασκε, δεσμώτης, στην
Ακροναυπλία. Και σ’ ένα γράμμα του από την Ανάφη, εξόριστος, γράφει : «Για ένα
υψηλό σκοπό ο αγώνας είναι η χαρά, και ο θάνατος για τέτοιον αγώνα, μεθύσι και
χαρά»[3]. Και όταν πλάκωσε η μαύρη
σκλαβιά, και ο βάρβαρος φασίστας μόλυνε τα ιερά χώματα της πατρίδας μας, πρώτος
ανάμεσα στους πρώτους μπήκε μπροστά στον πονεμένο λαό. Αγωνίστηκε παλικαρίσια
μαζί του, και έπεσε στις 24 του Δεκέμβρη 1943, στις επάλξεις του λαολυτρωτικού
αγώνα με το νικητήριο παιάνα στο στόμα του και με μεγαλόπρεπο όραμα επάνω στην
επιθανάτια κλίνη του, την τελική νίκη του λαού.