Άρθρο
του Κ. Δ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ
Δημοσιεύθηκε
στην εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα»
ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ
ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ
ΤΟΥ ΕΑΜ
στη
στήλη «Η επιστήμη για το λαό»
Στις
26-27-28 Νοεμβρίου 1946 σαν «Μαθήματα Αγωγής"
Είδαμε στα δύο προηγούμενα μαθήματα («Ελεύθερη Ελλάδα» 11-17 του
Οκτώβρη), ποια είναι η ουσία της μόρφωσης και ποιοι οι βασικοί παράγοντες για
τη λειτουργία της. Καιρός τώρα να εξετάσουμε τα συστατικά της στοιχεία και να
εξακριβώσουμε ποια είναι τα κριτήρια, για να κρίνουμε αν πραγματικά μορφώνεται
το παιδί.
Δυό είναι οι βασικές ανάγκες της ζωής, οι βιολογικές, όπως τις λέμε
ανάγκες και στον άνθρωπο και σ’ όλα τα ζωντανά πλάσματα, η αυτοσυντήρηση και η
αναπαραγωγή. Από τις δύο αυτές ανάγκες πηγάζουν όλες οι άλλες, και οι υλικές –
η ανάγκη για τροφή, πείνα, δίψα, η ανάγκη για ξεκούρασμα, ύπνος, η ανάγκη για
προφύλαξη από κιντύνους, η σεξουαλική ανάγκη κτλ- και οι πνευματικές, όπως η
ανάγκη για χαρά, η απόλαυση της ομορφιάς, της τέχνης και τόσες άλλες. Το κάθε
ζωντανό πλάσμα από το κατώτερο ως το ανώτερο, τον άνθρωπο, έχει τα κατάλληλα
όργανα, για να μπορεί να ικανοποιεί με το δικό του τρόπο τις δικές του ανάγκες.
Ας θυμηθούμε τώρα, πως και στα ανώτερα ζώα και πιο πολύ στον άνθρωπο, τα όργανά
τους δεν είναι ώριμα, όταν γεννιέται το άτομο, και πως αναπτύσσονται και
μορφώνονται στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Και γι’ αυτό, είπαμε, πως
σοβαρότατη ανάγκη στην παιδική ηλικία, που όχι σπάνια ξεπερνάει κι’ αυτή την
ανάγκη της αυτοσυντήρησης, είναι η ανάγκη για ανάπτυξη, η ανάγκη δηλαδή να εξοπλισθεί το άτομο για τη ζωή.
Τι έχει λοιπόν ν’ αναπτύξει το παιδί με την αυτομόρφωσή του, για να
εξοπλισθεί για τη ζωή ; Το παιδί πρέπει πρώτα ν’ αναπτύξει το σώμα του
–ανάστημα, βάρος – και όλα τα εσωτερικά και εξωτερικά του όργανα. Ταυτόχρονα πρέπει να καλλιεργήσει και τις ικανότητες τις
λειτουργίες αυτών των οργάνων, τις σωματικές δηλαδή λειτουργίες, το περπάτημα,
το πιάσιμο, την όραση, την αφή κτλ και να τις μορφώσει, όπως είδαμε στο
προηγούμενο μάθημα, μέσα στη ζωή και με την πράξη, με τη χρησιμοποίησή τους
επάνω στα προβλήματα, που του προβάλλει κάθε φορά η δική του ζωή. Ώστε το πρώτο
συστατικό στοιχείο της μόρφωσης είναι η καλλιέργεια των σωματικών λειτουργιών
μέσα στη ζωή.
Ταυτόχρονα πρέπει το παιδί να καλλιεργήσει και να μορφώσει και τις
πνευματικές του λειτουργίες, την προσοχή, τη μνήμη, τη φαντασία, τη νόηση. Ώστε
το δεύτερο συστατικό στοιχείο της μόρφωσης είναι η καλλιέργεια των πνευματικών
λειτουργιών. Είπαμε, πως και οι πνευματικές λειτουργίες, όπως και όλες οι
άλλες, μορφώνονται και τελειοποιούνται μέσα στη ζωή και με την πράξη. Το παιδί,
ας το καταλάβουμε καλά, μορφώνει
πραγματικά τις πνευματικές του λειτουργίες, μόνο άμα τις χρησιμοποιεί
για να ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες, και να λύνει τα προβλήματα, που σε
κάθε βήμα του προβάλλει η δική του η ζωή.
Τι κάνει όμως η επίσημη παιδεία μας; Αγνοεί με πείσμα τα διδάγματα της
σύγχρονης ψυχολογίας και εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να παραδέχεται – άλλο
ζήτημα για ποιο λόγο – πως οι πνευματικές λειτουργίες του ανθρώπου είναι
δυνάμεις της άϋλης και αθάνατης ψυχής και όχι όργανα για την πραχτική
εξυπηρέτηση της ζωής, και γι’ αυτό πως η κατάλληλη ατμόσφαιρα για την μόρφωσή
τους είναι έξω από την πρακτική ζωή. Σύμφωνα με την ριζικά λαθεμένη αυτή
αντίληψή της, η επίσημη παιδεία μας αναγκάζει τα παιδιά να μορφώσουν τις
πνευματικές λειτουργίες τους με τον πιο αφύσικο, με τον πιο αντιεπιστημονικό
τρόπο, με ανούσιες ασκήσεις και γυμνάσματα έξω από τη ζωή, έξω από τις
πραγματικές ανάγκες των ίδιων των παιδιών. Πιστεύει πως μορφώνει τη μνήμη των
παιδιών, με τον παπαγαλισμό, την προσοχή, με τα προστάγματα και τις τιμωρίες
και τις φωνές του δασκάλου, και την κρίση με τους γραμματικούς και συντακτικούς
κανόνες. Έτσι όμως, αντί να βοηθεί, τα εμποδίζει τα παιδιά να μορφώσουν τις πνευματικές
τους λειτουργίες. Άμα όμως εμποδίζουμε το παιδί να χρησιμοποιεί τα όργανά του,
τις πνευματικές του λειτουργίες, για να λύνει τα δικά του προβλήματα, και το
αναγκάζουμε να καταγίνεται με πράγματα που δεν το ενδιαφέρουν, μ’ άλλα λόγια
που δεν εκφράζουν τις δικές του ανάγκες, τότε το εμποδίζουμε ταυτόχρονα να
μορφώσει τις πνευματικές του λειτουργίες, το αφήνουμε αμόρφωτο.
Μπορούμε τώρα να βγάλουμε το πρώτο μας συμπέρασμα. Για να ειπούμε πως
πραγματικά μορφώνεται το παιδί, πρέπει να προσέξουμε να ιδούμε, αν χρησιμοποιεί
τις ικανότητές του, για να ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες, τα δικά του
ενδιαφέροντα. Ώστε το πρώτο κριτήριο για την αληθινή μόρφωση, είναι η
χρησιμοποίηση των ικανοτήτων μέσα στη ζωή και για τη ζωή.
Παράλληλα και ταυτόχρονα με τις σωματικές και πνευματικές λειτουργίες,
πρέπει το παιδί να καλλιεργήσει και να μορφώσει και τον ψυχικό του πλούτο, τις
ψυχικές του λειτουργίες και ικανότητες, τη θέληση, την πρωτοβουλία, τα διάφορα
συναιστήματα και προπάντων το συναίστημα της ελευτερίας και τα κοινωνικά
συναιστήματα. Το τρίτο λοιπόν συστατικό στοιχείο της αληθινής μόρφωσης είναι η
καλλιέργεια και ο εμπλουτισμός των ψυχικών λειτουργιών μέσα στη ζωή και με την
πράξη. Εδώ που φτάσαμε, σωστό νομίζω, να
σταματήσουμε λίγο και να προσέξουμε ιδιαίτερα δύο σημεία:
α’) Και τις ψυχικές λειτουργίες δεν τις φέρνει το παιδί όταν έρχεται
στον κόσμο ώριμες και πάγιες. Ούτε η καλοσύνη ούτε η κακοσύνη, ούτε η ελευτερία
ούτε η δουλικότητα, ούτε η πειθαρχία ούτε η ανυπακοή και η επαναστατικότητα,
ούτε ο ηρωϊσμός ούτε η δειλία, ούτε το πατριωτικό ούτε το θρησκευτικό συναίστημα
είναι ώριμα στον άνθρωπο και έμφυτα, όπως παραδέχονται ακόμη και σήμερα πολλοί
γονείς και δασκάλοι. Το παιδί, όταν έρχεται στον κόσμο, φέρνει μαζί του τα
σπέρματα για πολύ λίγα συναιστήματα, για τα βασικότερα. Αυτά πρωτοφυτρώνουν με
την κανονισμένη σειρά, αναπτύσσονται σιγά- σιγά και παίρνουν, όπως είδαμε , το
περιεχόμενό τους από τη γύρω φύση, και προπάντων από την κοινωνία. Στην πορεία
που βαδίζει η ανάπτυξή τους, ξεφυτρώνουν απ’ αυτά τα βασικότερα όλα τα άλλα
συναιστήματα, διακλαδίζονται και παίρνουν δική τους υπόσταση.
β’) Δεν είναι λοιπόν τα συναιστήματα πάγια, στάσιμα. Βρίσκονται σε
αδιάκοπη κίνηση, αλλάζουν και παίρνουν διαφορετικό χρωματισμό και διαφορετικές
μορφές. Η κίνησή τους είναι διπλή: προοδευτική, εξυψωτική ή πισωδρομική. Μα τι
θα ειπεί προοδευτική κίνηση στα συναιστήματα και ποιο είναι το κριτήριο για να
ειπούμε, πως η κίνησή τους είναι προοδευτική;
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, την αγάπη. Η αγάπη φυτρώνει από τις δύο
βασικές βιολογικές ανάγκες, από την ανάγκη της αυτοσυντήρησης και από την
ανάγκη της αναπαραγωγής. Είναι πολύτιμο όργανο για την ικανοποίησή τους,
σπουδαίο κίνητρο για την εξυπηρέτησή τους. Η αγάπη πρωτοφανερώνεται με ολότελα
εγωϊστική μορφή. Το βλέπουμε καθαρά στο νήπιο. Η αγάπη του απλώνεται στην αρχή
σε πάρα πολύ στενό κύκλο, σ’ ένα δύο πρόσωπα που το περιποιούνται, προ πάντων
στη μητέρα, και είναι εγωϊστική. Είναι αγάπη για τον εαυτό του, τα πρόσωπα που
το περιποιούνται τα θέλει δικά του. Σιγά- σιγά όμως μεγαλώνει ο κύκλος, η αγάπη
του απλώνεται σε ολοένα και περισσότερα πρόσωπα, και στα γύρω του αντικείμενα.
Το νήπιο αγαπάει τώρα τα πράγματα που παίζει, τα θέλει όμως κι’ αυτά δικά του.
Παράλληλα αγαπάει τα αδέλφια του, τους σπιτικούς του και απλώνει την αγάπη του
στους συγγενείς και φίλους. Έτσι η αγάπη του παίρνει διαφορετικό χρωματισμό,
περνάει σε καινούργια μορφή και γίνεται αδελφική και συγγενική αγάπη και φιλία,
δυό καινούργια δηλαδή συναιστήματα, που τραβούν κι’ αυτά τη δική τους ανάπτυξη.
Όσο μεγαλώνει το παιδί, απλώνεται η αγάπη του, άμα βαδίζει κανονικά στην
ανάπτυξή της, πρώτα στους συντοπίτες και την ιδιαίτερη, τη στενή πατρίδα, και σιγά-σιγά στο βαθμό που αφομοιώνει, που
μαθαίνει τις νέες αυτές έννοιες και την ωφελιμότητά τους, γι’ αυτό στους
ομοεθνείς του και σ’ ολόκληρη την πατρίδα. Παίρνει τότε διαφορετικό χρωματισμό
και γεννιέται η αγάπη στην πατρίδα, ένα άλλο πλατύτερο συναίσθημα, το
πατριωτικό, που κι’ αυτό τραβάει τη δική του ανάπτυξη και παίρνει τη δική του
υπόσταση. Δε σταματάει όμως εδώ η κίνηση. Η αγάπη απλώνεται ακόμη περισσότερο,
και αγκαλιάζει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Παίρνει τότε ανώτερη μορφή, γίνεται
διεθνιστική αγάπη, αγάπη γενικά για τον άνθρωπο.
Όσο λοιπόν απλώνεται η αγάπη, όσο παίρνει μεγαλύτερο πλάτος, τόσο
αλλάζει και το περιεχόμενο και η μορφή της και γεννιούνται καινούργια συναιστήματα.
Τούτο όμως παράλληλα, από εγωιστική που είναι στην αρχή, γίνεται ολοένα και πιο
αλτρουϊστική, πιο κοινωνική, τόσο δηλαδή από αγάπη των άλλων σε μένα για την
εξασφάλισή μου, από αγάπη χτήμα μου οι άλλοι, προοδεύει και γίνεται αγάπη για
τον άλλο, φτάνει ως την αλληλεγγύη και υψώνεται ως την αυτοθυσία για την
πατρίδα, για την ανθρωπότητα, για ένα ευγενικό ιδανικό. Η κίνησή της αυτή είναι
προοδευτική, εξυψωτική, οι μορφές της ανώτερες, το περιεχόμενό της πλουσιότερο
και ολοένα κοινωνικότερο.
Στην πορεία της όμως αυτή όχι σπάνια συναντάει δυσκολοπέραστα εμπόδια.
Και αυτά είναι πρώτα απ’ όλα οι δυσμενείς κοινωνικές συνθήκες και η αντίστοιχή
τους κακή διαπαιδαγώγηση. Διπλό είναι το αποτέλεσμα. Άλλοτε η αγάπη δεν μπορεί
να ξεπεράσει τα εμπόδια και σταματάει στη μορφή όπου έχει φτάσει, και τότε δε
γεννιούνται τα ανώτερα, τα κοινωνικά συναιστήματα ή αν έχουν γεννηθεί δεν
αναπτύσσονται κανονικά. Άλλοτε πάλι – και τούτη είναι η χειρότερη περίπτωση,
τραγική για το άτομο και την κοινωνία – κατρακυλάει η αγάπη σε παλαιότερες
κατώτερες, πρωτόγονες μορφές και αποβαρβαρώνεται. Το τραγικό τούτο φαινόμενο το
ζήσαμε και το ζούμε μέσα στο φασισμό. Η αγάπη ξέπεσε στη θηριωδία. Ο φασισμός
έκανε το φασίστα δήμιο της ανθρωπότητας.
Καταλαβαίνουμε τώρα, πως το κριτήριο για την προοδευτική κίνηση των
συναιστημάτων, για την αληθινή, την ποιοτική τους μόρφωση, είναι η
κοινωνικοποίησή τους, ο εμπλουτισμός τους με κοινωνικότητα, η διοχέτεψη της
δύναμης που κλείνουν μέσα τους σε ανώτερους κοινωνικούς σκοπούς.
Από τη σύντομη έρευνά μας βγαίνουν δύο σπουδαία πορίσματα:
Πρώτο: Ύστερα από όσα είπαμε, είναι φανερό, πως το παιδί δε γεννιέται
καλό ή κακό, ηθικό ή ανήθικο. Το παιδί φέρνει μαζί του, όπως τόνισα, όταν
έρχεται στον κόσμο, τα σπέρματα για τα βασικότερα συναιστήματα και ένστιχτα,
από κει ξεκινάει και γίνεται καλό ή κακό, ηθικό ή ανήθικο, τολμηρό ή δειλό,
πειθαρχικό ή ανυπάκουο, με την αδιάκοπη επικοινωνία και αλληλεπίδραση με τον
γύρω του κόσμο, μ’ άλλα λόγια από την ανατροφή και την κοινωνική διαπαιδαγώγησή
του. Γι’ αυτό και η ευθύνη εμάς των ενήλικων είναι τεράστια.
Δεύτερο πόρισμα: Είναι επίσης φανερό, πως στο σημείο όπου έχει φτάσει η
εξέλιξη της κοινωνίας, τη στιγμή δηλαδή που χτίζεται μπροστά στα μάτια μας ο
καινούργιος κόσμος, που στηρίζεται στην αλληλεγγύη και στη συνεργασία για το
χτίσιμο της ευτυχίας επάνω στη γη, χωρίς καμιά εκμετάλλεψη ανθρώπου από
άνθρωπο, ο καινούργιος κόσμος, όπου το άτομο βρίσκει την ευτυχία του όχι στην
ατομική αναρρίχηση σε βάρος των άλλων, παρά στην ευτυχία του συνόλου και στην ατομική του πρόοδο σε
συνάρτηση με το σύνολο είναι φανερό πως το σπουδαιότερο κριτήριο για την
αληθινή, την ποιοτική μόρφωση, είναι η καλλιέργεια των συναιστημάτων επάνω στην
προοδευτική τους κίνηση, ο εμπλουτισμός τους με κοινωνικότητα, η κινητοποίησή
τους για το γενικό καλό. Μόνον ο άνθρωπος που έχει καλλιεργήσει όλες τις
ικανότητές του και τις βάζει πρόθυμα στην υπηρεσία του συνόλου για το γενικό
καλό, μόνον αυτός και μόνον τότε είναι αληθινά μορφωμένος. Ο ατομιστής που
φροντίζει για τη δική του ανάδειξη και καλοπέραση σε βάρος των άλλων, ή όποιος
γίνεται θεληματικά όργανο στα χέρια άλλων εκμεταλλευτών, αυτός όσο κι’ αν είναι
πολύμαθος είναι στο βάθος αμόρφωτος και αποβαρβαρωμένος και κατασπιλώνει την
ανθρώπινη υπόστασή του.
Αν από αυτή την άποψη κρίνουμε τη σημερινή παιδεία μας, πρέπει να
ομολογήσουμε, πως είναι εγκληματική για το παιδί και για το λαό. Η επίσημη
παιδεία μας καλλιεργεί συστηματικά τα εγωϊστικά συναιστήματα του παιδιού – οι
περίφημες ηθικοδιδασκαλίες στα σχολεία είναι κούφια λόγια και μόνο λόγια – και
εμποδίζει την προοδευτική, εξυψωτική κίνησή τους. Μα για το σπουδαίο τούτο
ζήτημα θα μιλήσουμε πλατειά σε άλλο μάθημα.
Και τώρα ας δώσουμε την απάντηση στα δύο ερωτήματα, που θέσαμε στην
αρχή του σημερινού μας μαθήματος.
1. Τρία είναι τα συστατικά
στοιχεία της αληθινής μόρφωσης. Πρώτο: Η αντίστοιχη με τη δυναμικότητα του
οργανισμού ανάπτυξη των σωματικών ικανοτήτων. Δεύτερο: Η όσο γίνεται
πλουσιότερη καλλιέργεια των πνευματικών λειτουργιών. Και τρίτο: Η καλλιέργεια
ως το ανώτερο σημείο, η τελειοποίηση των ψυχικών λειτουργιών, των συναιστημάτων.
2. Τρία είναι και τα κριτήρια: Το πρώτο είναι η αρμονική και παράλληλη
ανάπτυξη ολόκληρου του οργανισμού, όλων των λειτουργιών του. Τότε μόνο θα
ανθίσει η προσωπικότητα του παιδιού. Τότε μόνο θα βγει πάνοπλο στη ζωή.
Το δεύτερο κριτήριο είναι η χρησιμοποίηση των ικανοτήτων μέσα στη ζωή
και με την πράξη για τη ζωή. Το παιδί μορφώνεται πραγματικά μόνο άμα
χρησιμοποιεί τις ικανότητές του, στην πορεία της ανάπτυξής του, για να
ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες. Κάθε αναγκαστική άσκηση έξω από τη ζωή, έξω από
τις ανάγκες του παιδιού, είναι βλαβερή.
Και το τρίτο κριτήριο, το σπουδαιότερο, για την αληθινή μόρφωση, είναι
η κοινωνικοποίηση των ψυχικών λειτουργιών, η διοχέτευση της ενέργειάς τους σε
ολοένα ανώτερους κοινωνικούς σκοπούς.
ΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗ
Μένει ακόμη να εξετάσουμε το ζήτημα: Ποια σχέση έχουν αναμεταξύ τους η
μόρφωση και η μάθηση ; Ποια θέση παίρνουν
οι γνώσεις μέσα στη μόρφωση ;
Το μικρό παιδί χρησιμοποιεί,
είπαμε, τα χέρια του, τα πόδια του, τα αιστητήρια όργανα, το μυαλό του, όλες
του λοιπόν τις ικανότητες, για να ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες και να λύνει
δικά του προβλήματα. Χρησιμοποιώντας τις μέσα στη ζωή και για τη ζωή, τις
μορφώνει. Παράλληλα όμως μαθαίνει δυό σπουδαία πράγματα. Πρώτα ενώ τις
χρησιμοποιεί, μαθαίνει να τις χρησιμοποιεί ολοένα καλύτερα και να τις
προσαρμόζει ολοένα πιο επιδέξια στα προβλήματα, που θέλει κάθε φορά να λύσει.
Ταυτόχρονα, ενώ τις χρησιμοποιεί, κάνει την πρώτη γνωριμία με τη γύρω του φύση
και τα γύρω του πρόσωπα, μαθαίνει με τον πιο αβίαστο και φυσικό τρόπο τις ιδιότητες των
αντικειμένων και πλουτίζει την προσωπική του πείρα, αποχτάει δηλαδή ολοένα και
περισσότερες ατομικές γνώσεις. Έτσι , με το συχνό μεταχείρισμα, που κάνει το
μικρό παιδί στα διάφορα αντικείμενα πιάνοντάς τα, μαθαίνει να τα πιάνει ολοένα
καλύτερα και ταυτόχρονα μαθαίνει και τις ιδιότητες του κάθε αντικειμένου. Με
τον ίδιο τρόπο χρησιμοποιώντας τα πόδια του για να ικανοποιεί τις δικές του
επιθυμίες, μαθαίνει να περπατάει. Ταυτόχρονα, μαζί με το περπάτημα και με το
περπάτημα συμπληρώνει τη μάθησή του, αποχτάει κι’ άλλες ατομικές γνώσεις. Το
ίδιο, καλλιεργώντας τη γλωσσική λειτουργία, καταχτάει σιγά-σιγά τους φθόγγους,
μαθαίνει να προφέρει και να αρθρώνει καλύτερα και καταλήγει να μάθει τη μητρική
του γλώσσα. Βλέπουμε λοιπόν καθαρά, πως η μάθηση παρακολουθεί αδιάκοπα τη
μόρφωση. Η μάθηση είναι το παρακολούθημα και το τέρμα κάθε φορά της μόρφωσης.
Ο άνθρωπος όμως έζησε πάντοτε και ζει με άλλους ανθρώπους σε μικρές ή
μεγάλες ομάδες, μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία. Και η πρωτόγονη και η πολιτισμένη
κοινωνία κίνητρο για τη δράση τους έχουν, τις βιολογικές ανάγκες. Οι
πολυποίκιλες αυτές ανάγκες δημιουργούσαν και δημιουργούν πολλά προβλήματα.
Έπρεπε λοιπόν οι άνθρωποι μέσα στη συμβίωσή τους, διαφορετικά δεν θα μπορούσαν
να ζήσουν, να ξεπερνούν τις δυσκολίες και τα εμπόδια και να λύσουν τα προβλήματα, που τους πρόβαλλε καθημερινά η
ζωή. Φυσικά μόνοι τους έπρεπε να τα λύνουν. Και ο μόνος τρόπος ήταν να
χρησιμοποιούν όλα τα όργανά τους. Έτσι ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΧΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΔΡΑΣΗ, για να ικανοποιούν τις ανάγκες
τους, εξακολουθούσαν να αναπτύσσουν τις ικανότητές τους και να τελειοποιούν το
φυσικό εξοπλισμό τους , τα όργανά τους.
Μα ο άνθρωπος δεν σταμάτησε στον εξοπλισμό αυτό, στην αυτομόρφωση των
οργάνων του. Δημιούργησε ο ίδιος και ένα δεύτερο εξοπλισμό, αφάνταστα ισχυρό. Και
σε τούτο διαφέρει και υπερέχει από τα άλλα ανώτερα ζώα. Προικισμένος ο άνθρωπος
με το μυαλό, κατόρθωσε μα κόπο και ιδρώτα
ΝΑ ΦΤΙΑΞΕΙ Ι ΙΔΙΟΣ και πολλά καινούργια όπλα, πολλά καινούργια όργανα
και μ’ αυτά να λύνει καλύτερα τα προβλήματά του. Τα καινούργια αυτά όργανα
μπορούμε, μόνο για ευκολία μας, να τα ξεχωρίσουμε σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη
κατηγορία είναι τα ΕΡΓΑΛΕΙΑ , από την πέτρα, το λιθάρι, το σφυρί, το πελέκι ως
τα μηχανήματα, ως τις μεγάλες μηχανές, το αεροπλάνο, το ραδιόφωνο και την
ατομική ενέργεια. Η δεύτερη κατηγορία , πολύ σπουδαιότερη είναι ΟΙ
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ.
Διπλός λοιπόν είναι ο εξοπλισμός
, διπλή και η μόρφωση του παιδιού και
του ενήλικου, εξοπλισμός με τα όργανα, που γεννήθηκαν μέσα στη εξέλιξη της ζωής,
και που μ’ αυτά είναι προικισμένος ο άνθρωπος, και ταυτόχρονα εξοπλισμός και
μόρφωση με τα όργανα που έφτιαξε ο ίδιος ο άνθρωπος στην ανηφορική και προοδευτική
πορεία του εκπολιτισμού του, και ιδιαίτερα με τα πιο πολύτιμα, τις
επιστημονικές γνώσεις.
Ο πρώτος εξοπλισμός, η καλλιέργεια των ικανοτήτων του οργανισμού,
αρχίζει όπως είδαμε, από την πρώτη στιγμή που γεννιέται ο άνθρωπος, και
προχωρεί εντατικά σ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Εξακολουθεί όμως να
αναπτύσσεται και να τελειοποιείται με την πραχτική δράση και άμα ενηλικιωθεί ο
άνθρωπος. Και εξακολουθεί, γιατί όσο κι’ αν ωρίμασε ο ανθρώπινος οργανισμός στο
τέλος της παιδικής ηλικίας, τα όργανα δεν παγιοποιούνται, κρατούν τη
ζωτικότητα, διατηρούν την ελαστικότητά τους. Εξακολουθεί ακόμη γιατί με την
πρόοδο της ανθρώπινης κοινωνίας, παρουσιάζονται ολοένα καινούργια προβλήματα,
και ο άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να προσαρμόσει τα όργανά του στα καινούργια
προβλήματα. Έτσι αναπτύσσει τις ικανότητές του και εξοπλίζεται καλύτερα και
αφού ενηλικιωθεί.
Και ο δεύτερος εξοπλισμός αρχίζει κι’ αυτός από τα πρώτα χρόνια της
παιδικής ηλικίας, αφού το παιδί ζει μέσα στη βαθμίδα του πολιτισμού, όπου έχει
φτάσει κάθε φορά η κοινωνία και έρχεται αδιάκοπα σε επαφή και χρησιμοποιεί λίγο
πολύ τα καινούργια όργανα – εργαλεία και γνώσεις – που δημιούργησε ο άνθρωπος.
Για να είναι γόνιμος κι’ αυτός , πρέπει μέσα στην πολιτισμένη κοινωνία να
οργανώνεται συστηματικά ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ.
Δε σταματάει, φυσικά, ούτε ο δεύτερος εξοπλισμός στο τέλος της παιδικής
ηλικίας. Εξακολουθεί και πρέπει να εξακολουθεί σ’ όλη τη ζωή του ανθρώπου, με
τη συστηματική ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗ ΜΟΡΦΩΣΗ , γιατί ο άνθρωπος ολοένα προάγει την
τεχνική και επιστήμη, και ολοένα εξοπλίζεται καλύτερα για τη ζωή.
Το πιο πολύτιμο στοιχείο του δεύτερου εξοπλισμού είναι, είπαμε, οι επιστημονικές
γνώσεις. Για πιο λόγο υπάρχουν οι επιστημονικές γνώσεις ; Ο υπαρχτικός τους
λόγος και ο ρόλος τους στη ζωή είναι να βοηθούν τον άνθρωπο να ικανοποιεί και
τις υλικές και τις πνευματικές ανάγκες, να τον καθοδηγούν και να τον φωτίζουν
στην πραχτική του δράση. Η επιστήμη γεννήθηκε μέσα στη ζωή και υπάρχει για τη
ζωή και η θεωρία για την πράξη. Δεν είναι λοιπόν οι γνώσεις ξεκρέμαστες έξω και
πέρα από τη ζωή, ούτε έχουν δική τους εσωκείμενη αξία έξω και πέρα από τη χρησιμοποίησή τους,
όπως πολλοί παραδέχονται ακόμη και σήμερα.
Και τώρα μπορούμε ν’ απαντήσουμε στο ερώτημα : Ποια θέση παίρνουν οι
γνώσεις μέσα στη μόρφωση ; Οι επιστημονικές γνώσεις είναι πολύτιμο στοιχείο για
τη μόρφωση, και πρέπει να τις αποχτήσει ο άνθρωπος, για να εξοπλιστεί καλύτερα
για τη ζωή. Και γι’ αυτό και μόνο γι’ αυτό το λόγο, μόνο για να τις
χρησιμοποιεί στην πραχτική του δράση, πρέπει να τις καταχτήσει και να τις
μάθει. Χωρίς τις επιστημονικές γνώσεις, δεν μπορεί ο σημερινός άνθρωπος να
είναι εξοπλισμένος για τη ζωή, δεν μπορεί να είναι άρτια μορφωμένος. Ώστε η
κατάχτηση των επιστημονικών γνώσεων είναι απαραίτητο συμπλήρωμα, απαραίτητο
συστατικό στοιχείο της μόρφωσης.
Δεν έχουν λοιπόν καμιά αξία οι γνώσεις για όποιον τις αποκτήσει, άμα
δεν τις χρησιμοποιεί για τη ζωή, για την πρόοδο της κοινωνίας. Δεν είναι
μορφωμένος ο φορτωμένος με γνώσεις, που δεν τις χρησιμοποιεί για κοινωνικούς
σκοπούς. Είναι παράσιτος και στείρος πολύμαθος. Ούτε είναι οι γνώσεις στολίδια,
που τα φοράει όποιος τις απόκτησε, για να υψωθεί κοινωνικά, για να ξεχωρίζει
από τον βασανισμένο άνθρωπο της σκληρής σωματικής δουλειάς και να ζει μακριά
από την πάλη της ζωής. Ούτε πρέπει να είναι προνόμιο των λίγων. Το συμφέρο της
κοινωνίας απαιτεί όλα τα μέλη της , παιδιά και ενήλικοι, να μορφωθούν και να
καταχτήσουν τις γνώσεις, για την προκοπή ολόκληρης της κοινωνίας. Κι’ αυτό
γίνεται, μπροστά στα μάτια μας στη Σοβιετική Ρωσία, όπου σταθερά και
αποφασιστικά ανεβαίνει μέρα με τη μέρα το μορφωτικό επίπεδο όλων των λαών της.
Και τώρα ας ανακεφαλαιώσουμε ολόκληρη την έρευνά μας για την μόρφωση.
1. Μορφώνομαι θα ειπεί εξοπλίζομαι για τη ζωή. Και εξοπλίζομαι πρώτα,
άμα καλλιεργώ και μορφώνω όλες τις ικανότητές μου μέσα στη ζωή και με την
πράξη, και δεύτερο άμα εφοδιάζομαι, πάλι με την πραχτική δράση, με τα όργανα
που δημιούργησε ο ίδιος ο άνθρωπος για να ικανοποιεί τις ανάγκες του, και
προπάντων με τα πιο πολύτιμα, τις επιστημονικές γνώσεις. Η ουσία λοιπόν της
μόρφωσης είναι ο διπλός εξοπλισμός.
2. Βασική μορφή της μόρφωσης είναι η αυτομόρφωση.
3. Η μόρφωση είναι καθολικό φαινόμενο. Απλώνεται από τον πολιτισμένο ως
τον πρωτόγονο άνθρωπο, αρχίζει αυτόματα από την πρώτη στιγμή που γεννιέται το
άτομο, βαδίζει από εσωτερική ώθηση, και εξακολουθεί και πρέπει να εξακολουθεί
σ’ όλη τη ζωή του ανθρώπου.
4. Η μόρφωση είναι αντίστοιχη με τη γύρω ζωή και προπάντων με το
επίπεδο του πολιτισμού απ’ όπου τροφοδοτείται.
5. Τέσσερα είναι τα κριτήρια για την αληθινή μόρφωση. Τα τρία τα είδαμε
στο χθεσινό μάθημα. Τέταρτο είναι η χρησιμοποίηση του δεύτερου εξοπλισμού και
ιδιαίτερα των επιστημονικών γνώσεων για κοινωνικούς σκοπούς, για την προκοπή
του λαού.
6. Η μάθηση δεν ταυτίζεται με τη μόρφωση. Η μάθηση είναι το αναγκαίο
παρακολούθημα και το τέρμα κάθε φορά της μόρφωσης. Είναι ακόμη και το
συμπλήρωμά της. Γιατί με τη μάθηση εξοπλίζεται ο άνθρωπος με τα πιο πολύτιμα
εφόδια, με τις επιστημονικές γνώσεις. Ο σωστός δρόμος για τη μάθηση είναι η
πραχτική δράση μέσα στη ζωή και για τη ζωή.
7. Χρέος και συμφέρο της λαοκρατικά οργανωμένης κοινωνίας να
δημιουργήσει με την αγωγή και την παιδεία όλες τις ευνοϊκές συνθήκες και να
δώσει όλα τα μέσα σ’ όλα τα μέλη της, παιδιά και ενήλικους, να μορφωθούν όσο
γίνεται καλύτερα για την προκοπή και το καλό ολόκληρης της κοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου