Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ


ΑNATYΠO απο ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΕΧΝΗΣ-pdf










Ομιλία του Κ.Δ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ
στην Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών 9 του Μάη 1963
Στην αίθουσα της Λέσχης των Φιλελευθέρων.
Η ομιλία αυτή νομίζω ότι δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης»
Εδώ δημοσιεύεται το χειρόγραφο κείμενο

Κυρίες και Κύριοι, αγαπητοί φίλοι,
Η αιτία, που με έφερε στο τόσο τιμητικό για μένα βήμα, της Εταιρίας των Ελλήνων Λογοτεχνών, είναι ο πόνος, που νιώθω κι’ εγώ για την αμορφωσιά του ελληνικού λαού, μα και η υποχρέωσή μου, μπροστά στον εθνικό κίνδυνο από την αμορφωσιά του, ν’ αγωνιστώ κι’ εγώ μαζί με όλους τους προοδευτικούς στη χώρα μας για να λυτρωθεί ο λαός μας από το πνευματικό σκοτάδι.
Με τη σημερινή ομιλία θέλω να ξαναθέσω το γλωσσικό πρόβλημα να δείξω τη μεγάλη του σημασία για την παιδεία, και να τονίσω το χρέος που έχουμε όλοι μας να επιταχύνουμε τη σωστή λύση του, απαραίτητη προϋπόθεση, για να προκόψει ο λαός, και να υψωθεί πνευματικά.
Το θέμα μου όμως είναι πολύ πλατύ. Για να μπορέσω να περιοριστώ στο χρονικό όριο μιας ομιλίας, και να μην αφήσω με την αναγκαστική βραχυολογία μου σκοτεινά πολλά σημεία, θεωρώ σκόπιμο να παρουσιάσω τώρα στην αρχή επιγραμματικά τις κεντρικές θέσεις και τις λύσεις, που θα προτείνω.
Μα πρώτα- πρώτα μια σύντομη απαραίτητη παρατήρηση. Τη λέξη, τον όρο «Παιδεία» τον χρησιμοποιώ στη σημερινή ομιλία μου, και στην στενή του σημασία. «Παιδεία» στην πλατιά σημασία είναι ο φωτισμός, η πολύπλευρη μόρφωση του λαού με την Επιστήμη, με την τεχνική και με την Τέχνη. «Παιδεία» στη στενή σημασία είναι η Εκπαίδευση, η μόρφωση δηλαδή που δίνει το σχολείο, από το νηπιαγωγείο ως το Πανεπιστήμιο, στη νέα γενιά.
Και έρχομαι τώρα στις θέσεις .
α’. Το γλωσσικό ζήτημα παρουσιάζεται έντονα μαζί με το νεοελληνικό διαφωτισμό, στην αρχή του 19ου αιώνα, όταν πια έχει αρκετά συγκροτηθεί και η ελληνική αστική τάξη. Από την πρώτη στιγμή που παρουσιάστηκε, το γλωσσικό ζήτημα είναι στενά συνυφασμένο με την «Παιδεία» με την μόρφωση του Λαού.
Από τότε ως σήμερα όλοι οι προοδευτικοί κηρύχνουν, πως ο Λαός μόνο με όργανο τη ζωντανή γλώσσα του μπορεί να μορφωθεί. Αντίθετα όλοι όσοι ξεχωρίζουν τον εαυτό τους από το Λαό και τον περιφρονούν, όλοι οι αριστοκρατικοί με φεουδαρχική νοοτροπία και όλοι οι συντηρητικοί αυτοί περιφρονούνε και τη γλώσσα του λαού και υποστηρίζουν με όλα τα μέσα την αρχαϊκή γλώσσα και σήμερα την καθαρεύουσα στις διάφορες μορφές της.
β’. Μεγάλη η οικονομική εξαθλίωση και ο ψυχικός μαρασμός του λαού από τη σημερινή αμορφωσιά. Δεν υπάρχει ελευθερία ούτε προκοπή χωρίς πραγματική μόρφωση. Καθυστερημένος, όπως είναι, και αμόρφωτος ο λαός μας θα περιφέρεται δούλος στα σκλαβοπάζαρα, για να φυτοζωεί.
Επιταχτική λοιπόν η ανάγκη, να μορφωθεί πολύπλευρα ο Ελληνικός Λαός, να εξοπλιστεί με την επιστήμη και την τεχνική, να αναπτύξει όλες του τις ικανότητες, για να χαρεί με τη δημιουργική του δράση την ευτυχία επάνω στη γη, μαζί με όλους τους άλλους λαούς.
γ’. Απαράγραφτο δικαίωμα κάθε λαού η μόρφωση και θεμελιακή υποχρέωση του Κράτους. Κράτος, που αρνιέται να εκπληρώσει το χρέος του τούτο δεν είναι δημοκρατικό. Είναι Κράτος φεουδαρχικό, αντιλαϊκό. Θέλει την παιδεία προνόμιο για τους λίγους, τους «εκλεχτούς». Βασικό λοιπόν γνώρισμα της γνήσιας Δημοκρατίας, είναι η αναγνώριση και η ικανοποίηση του δικαιώματος του Λαού για την πολύπλευρη μόρφωσή του.
δ’. Μα ο Λαός και η νέα γενιά, όπως μας διδάσκει η ψυχολογία και η παιδαγωγική, μόνο με όργανο τη λαϊκή, τη μητρική γλώσσα, μπορούν να μορφωθούν. Η αναγνώριση λοιπόν και η καθιέρωση της γλώσσας του Λαού είναι κι’ αυτή βασικό γνώρισμα της Δημοκρατίας. Παιδεία χωρίς όργανό της τη λαϊκή γλώσσα είναι εμπαιγμός, απάτη σε βάρος του Λαού. Δημοκρατία, πολύπλευρη μόρφωση του Λαού και της νέας γενιάς και λαϊκή γλώσσα είναι αδιάσπαστα συνυφασμένα. Αν περιφρονηθεί και καταπιεστεί η γλώσσα του Λαού, τότε η Δημοκρατία είναι παραπλανητική και η παιδεία αντιλαϊκή και σκοταδιστική.
ε’. Η καθαρεύουσα φράζει το δρόμο στο Λαό και τη νέα γενιά για την πολύπλευρη μόρφωσή τους. Είναι βραχνάς στο στήθος του λαού, γλωσσοδέτης στη νέα γενιά, στυλοβάτης στο σκοταδισμό. Είναι λοιπόν αντιλαϊκή και αντεθνική η καθαρεύουσα. Και λέω «αντεθνική» γιατί «Έθνος» είναι ουσιαστικά ο δουλευτής Λαός, και όχι οι λίγοι, οι «εκλεχτοί» όπως αυτοονομάζονται.
στ’. Γι’ αυτό όλοι οι γνήσιοι δημοκρατικοί, όλοι οι πραγματικά προοδευτικοί -και όλοι αυτοί θεωρούν την παιδεία αφετηρία, μα και βάση για την προκοπή του Λαού – είναι και πρέπει να είναι ορθόδοξοι δημοτικιστές. Αλλιώς γελούν τον εαυτό τους και τους άλλους, άμα λένε, πως είναι προοδευτικοί, δεν αναγνωρίζουν όμως τη γλώσσα του Λαού.
Αντίθετα, όσοι φοβούνται την πρόοδο, οι συντηρητικοί, οι αντιδραστικοί, αυτοί θέλουνε το Λαό βυθισμένο στην αμορφωσιά και υψώνουν επίσημη γλώσσα την καθαρεύουσα. Οι καθαρευουσιάνοι, που φωνάζουνε, πως ενδιαφέρονται για τη μόρφωση του Λαού, οι καλόπιστοι απ’ αυτούς δεν έχουνε συλλάβει το βαθύτερο νόημα του γλωσσικού ζητήματος, και παρασύρονται, ενώ όλοι οι άλλοι, και δεν είναι λίγοι, εμπαίζουν το Λαό με τις απατηλές υποσχέσεις τους.
ζ’. Κάθε γνήσιος δημοκράτης, χρέος έχει να αγωνιστεί για τη λαϊκή, την εθνική γλώσσα. Και το χρέος τούτο γίνεται επιταχτικότερο μέσα στη σημερινή γλωσσική αναρχία. Μια η λύση: Να γίνει η λαϊκή γλώσσα, η εθνική,  επίσημη και μοναδική γλώσσα και στον προφορικό και στο γραφτό λόγο σ’ όλα του τα είδη.
Τις θέσεις αυτές, αγαπητοί φίλοι, θα προσπαθήσω τώρα, όσο μπορώ συντομότερα, να  τις υποστηρίξω και να δείξω  πως είναι σωστές.

***
Και πρώτα ας συμβουλευτούμε τη γλωσσολογία και τη ψυχολογία. Θα αντλήσουμε πολύτιμα για το θέμα μας διδάγματα.
α’. Η γλώσσα είναι πολύτιμο και ειδικό στον  άνθρωπο όργανο, για να ικανοποιεί μια από τις πιο ζωτικές ανάγκες του, την επικοινωνία του με τους άλλους ανθρώπους. Μα υπάρχει και μια άλλη πλευρά, και αυτή θέλω να τονίσω ιδιαίτερα. Η γλώσσα είναι πολύτιμο όργανο, και για να πραγματοποιήσει ο άνθρωπος την ανθρώπινη υπόστασή του. Με τη βοήθεια της γλώσσας γεννιούνται και αναπτύσσονται οι νοητικές και οι ανώτερες ψυχικές λειτουργίες, που ξεχωρίζουνε τον άνθρωπο από το ζώο.
β’. η γλώσσα είναι μια από τις βασικές λειτουργίες του φλοιού του εγκεφάλου. Είναι σύμφωνα με τις έρευνες του μεγάλου Ρώσου επιστήμονα Παυλώφ  εξαρτημένο αντανακλαστικό ανώτερης ποιότητας, ειδικό μόνο στον άνθρωπο. Οι λέξεις δηλαδή είναι ερεθισμοί, που φτάνουνε στον εγκέφαλο, γίνονται σήματα για τα αντικείμενα, τα φαινόμενα, για τις ιδιότητες και τις αναμεταξύ τους σχέσεις, και προκαλούν αντίστοιχες αντιδράσεις.
Όμως οι λέξεις  είναι μόνο σήματα. Δεν αντικατασταίνουν τα αντικείμενα, τα φαινόμενα. Οι λέξεις π.χ. βροντή, φωτιά είναι σήματα για τη βροντή και τη φωτιά, δεν είναι τα φαινόμενα βροντή, φωτιά. Κι’ αυτό θα ειπεί – και παρακαλώ να το προσέξετε ιδιαίτερα –πως άμα μια λέξη δεν έχει αποχτήσει για μας τη συνάρτησή της με το  αντίστοιχο αντικείμενο, όπως άμα ακούμε μια λέξη από άγνωστη σε μας γλώσσα, η λέξη αυτή δε γίνεται σε μας σήμα, γιατί δεν έχει αποχτήσει σε μας τη συνάρτησή της με το αντίστοιχο αντικείμενο, και γι’ αυτό μένει ακατανόητη και δεν προκαλεί καμιά αντίδραση. ‘Η άμα μια λέξη απόχτησε ελαττωματική και όχι μόνιμη συνάρτηση με το αντίστοιχο αντικείμενο, κι αυτό γίνεται με τη νεκρή αρχαία ελληνική και την καθαρεύουσα, η λέξη αυτή είναι ελαττωματικό και θολό σήμα, και προκαλεί ελαττωματική και θολή άστοχη αντίδραση. Συγκρίνετε τις λέξεις «μάνα –μήτερ» , «φίδι – όφις», «πιέ νερό – λάβε ύδωρ», και θα καταλάβετε, γιατί η καθαρεύουσα δημιουργεί στο Λαό και στο παιδί, θολά νοήματα, παρανοήσεις και ελαττωματικές και άστοχες αντιδράσεις.
γ’. Από τη φυσική συμβίωση -οικογένεια, φυλή- όπου ζούσαν οι πιθηκάνθρωποι, οι προάνθρωποι – παρόμοια συμβίωση βλέπουμε και σε πολλά ανώτερα ζώα – προχώρησαν οι άνθρωποι στην ομαδική εργασία. Μα στην κοινή εργασία, ακόμη και στην πιο πρωτόγονη, είναι ανάγκη να συνδυάζουν και να κατευθύνουν την προσπάθειά τους στον κοινό σκοπό, να ανταλλάσσουν την πείρα τους, όσο κι’ αν τη φανταστούμε φτωχή. Μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία με την κοινή εργασία γεννήθηκε η γλώσσα.
 Η εργασία  στην αρχή και έπειτα μαζί και η γλώσσα, είναι οι δύο βασικοί παράγοντες, που με την επίδρασή τους ο εγκέφαλος του προάνθρωπου εξελίχτηκε, έγινε συνθετότερος, πήρε ανώτερη μορφή και γεννήθηκε ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Ταυτόχρονα με τη γλώσσα γεννήθηκε  στον άνθρωπο η συνείδηση, η γνώση. Και τα ανώτερα ζώα  βλέπουνε, ακούνε, θυμούνται, αναγνωρίζουν. Ο ψυχισμός όμως αυτός ανέβηκε στον άνθρωπο με τη γλώσσα σε μια νέα, ποιοτικά ανώτερη μορφή, τη συνείδηση, τη γνώση. Με τη συνείδηση, τη γνώση, ξεχώρισε ο άνθρωπος από τα ανώτερα ζώα και τον πρόγονό του, τον προάνθρωπο.  Είναι φανερό, πως όταν η γλώσσα που επικοινωνούμε με το παιδί είναι δυσκολονόητη και άψυχη, τότε και η συνείδηση, η γνώση μένει καθυστερημένη, ή είναι θολή και ελαττωματική. Κι’ αυτό γίνεται και στο λαό και στο παιδί με την καθαρεύουσα.
δ’. Η νόηση είναι αξεχώριστα συνυφασμένη με τη γλώσσα. Με τη γλώσσα παίρνει υπόσταση και μορφή η νόηση. Η όποια σκέψη μόνο με τις λέξεις μπορεί να γεννηθεί και να υποστατωθεί. Σκέψεις χωρίς τη γλωσσική μορφή τους, δεν υπάρχουν.
 Δε χρειάζεται να τονίσω, πως η νόηση δουλεύει πάντα με έννοιες. Οι έννοιες όπως π.χ.  «τρίγωνο»  αντικαθρεφτίζουν  τα γενικά και ουσιαστικά γνωρίσματα των αντικειμένων και φαινομένων.  Οι έννοιες παίρνουν  υπόσταση με τη λέξη. Έννοια, χωρίς τη λέξη που την εκφράζει, δεν υπάρχει. Τονίζω ακόμη πως στις έννοιες κρυσταλλώνονται οι γνώσεις μας.
Καταλαβαίνουμε τώρα τη σπουδαιότητα που έχει η γλώσσα για την ψυχική και πνευματική ανάπτυξη του παιδιού, ιδιαίτερα για τη νόηση. Όσο πλουσιότερη, ζωντανότερη, και καλλιεργημένη είναι η γλώσσα, τόσο πλουσιότερη είναι και η δυνατότητα να δουλέψουν και οι νοητικές λειτουργίες. Όσο όμως η γλώσσα μένει ακαλλιέργητη, σε χαμηλό σκαλοπάτι, τόσο θα δυσκολευθούν να δουλέψουν και οι νοητικές λειτουργίες, και έτσι και η νόηση κουτσαίνει και η πνευματική ανάπτυξη δύσκολα περπατάει και μένει καθυστερημένη. Και το κακό γίνεται χειρότερο, όταν η γλώσσα δεν έχει ζωντάνια. Τότε παγώνει, θα έλεγα, και η νόηση.  Σ’ αυτή τη θλιβερή κατάντια φέρνει το Λαό και ιδιαίτερα το παιδί η φτιαχτή και ψυχρή καθαρεύουσα. Βλέπουμε τα χάλια των μαθητών, όταν πάνε να διατυπώσουνε κάτι στην καθαρεύουσα. ‘Η παπαγαλίζουν, ή παθαίνουν μουγγαμάρα. Η νόηση τους δυσκολεύεται τρομερά να λειτουργεί.
ε’. Το παιδί για να μπει στην ανθρώπινη κοινωνία και να αναπτύξει την ανθρώπινη υπόστασή του, πρέπει να καταχτήσει τη γλώσσα. Και πραγματικά την καταχτάει στα πρώτα εφτά χρόνια της ηλικίας του. Μα ποια γλώσσα μαθαίνει;  Τη γλώσσα, που μιλάνε οι μεγάλοι στον περίγυρο του, οι γονείς, και ιδιαίτερα η μητέρα. Στον 7ο χρόνο της ηλικίας του το παιδί χρησιμοποιεί αρκετά καλά τη μητρική γλώσσα. Έχει πλούσιο απόθεμα από λέξεις  - πάνω από 3.500 – προφέρει,  πλέκει και συντάσσει σωστά τις προτάσεις, σχηματίζει παράγωγα, γίνεται συχνά και γλωσσοπλάστης. Έχει λοιπόν αποχτήσει το γλωσσικό αίσθημα.
Η μητρική γλώσσα εδραιώνεται και ριζώνει βαθιά. Το παιδί την κατάχτησε μέσα στη ζωή, την έζησε μέσα στη δράση του. Ζυμώθηκε με τη ζωή του παιδιού η μητρική γλώσσα, έγινε πολύτιμο όργανο για να ικανοποιεί το παιδί τις ανάγκες του. Πλημμυρίζει από ζωντάνια η γλώσσα του παιδιού, όπως πλημμυρίζει και η ζωή του. Και  είναι ψυχοκτόνος, όποιος επιχειρεί να ξεριζώσει τη μητρική γλώσσα του παιδιού, και στη θέση της να βάλει τη φτιαχτή, κακόψυχρη καθαρεύουσα. Όποιος ξεριζώνει τη γλώσσα του παιδιού, ξεριζώνει την ίδια την  ψυχή του.
 Τη μητρική γλώσσα και μόνον αυτή πρέπει να καλλιεργήσει το σχολείο. Αυτό γίνεται σ’ όλα τα πολιτισμένα Έθνη.  Εκατόν πενήντα χρόνια πληρώνει ακριβά ο ελληνικός λαός τη διγλωσσία. Τα παιδιά  αποφοιτούν από το Γυμνάσιο, και δεν μπορούν ούτε μερικές γραμμές να γράψουνε  στην καθαρεύουσα χωρίς ένα σωρό λάθη. Η καθαρεύουσα δυσκολεύει την  πνευματική ανάπτυξη του παιδιού, υψώνει εμπόδια, χαλκεύει τις αλυσίδες της αμορφωσιάς.
«Η γλώσσα του λαού ζωντανή πάντα, όλο και καινούργια λουλούδια βγάζει. Στο θησαυροφυλάκιο της μητρικής γλώσσας καταθέτει ο κάθε λαός, γράφει ένας ξένος παιδαγωγός, τη σοφία του, τις δονήσεις της καρδιάς του, τις λαχτάρες, του καημούς, τα βάσανα, τις χαρές του». Αυτή τη γλώσσα του λαού, την πάντα ζωντανή, την συκοφαντούν οι αρχαϊστές.  Δεν αναγνωρίζουν την αξία της και στήνουνε στη θέση της την παγερή καθαρεύουσα, γλωσσοδέτη για τα παιδιά, βραχνά στο στήθος του λαού.
στ’.  Και ένα τελευταίο, πολύ σπουδαίο και τούτο, δίδαγμα. Η γλώσσα γεννήθηκε μέσα στην κοινή εργασία και αναπτύσσεται μέσα στην ζωή της κοινωνίας. Καμιά γλώσσα, μας λέει η γλωσσολογία, δε μένει στάσιμη. Συμπορεύεται με την κοινωνία και όλο αλλάζει αντίστοιχα με το βαθμό του πολιτισμού.
***

 Και τώρα, αγαπητοί φίλο, ας ρίξουμε μια ματιά και στη μακρόχρονη ιστορία του γλωσσικού ζητήματος. Θα αποκομίσουμε και από την ιστορική διαδρομή πολύτιμα διδάγματα και διαπιστώσεις.
1. Η διγλωσσία γεννήθηκε στη χώρα μας στη ρωμαϊκή εποχή με τον αττικισμό, με τη στροφή δηλαδή από την Πανελλήνια γλώσσα την «κοινή» την ομιλουμένη, στην αττική. Οι αττικιστές ήθελαν να ξαναζωντανέψουν πεθαμένες μορφές. Η διγλωσσία συνεχίζεται και στο Βυζάντιο. Το Παλάτι και το Ιερατείο περιφρονούν τη γλώσσα του χυδαίου λαού. Επίσημη γλώσσα γίνεται η αττικίζουσα, που όσο πάει και νεκρώνεται. Η γλώσσα όμως του λαού πάντα ζωντανή, βαδίζει την πορεία της και αρχίζει από το 10ο αιώνα να παίρνει τη νεοελληνική μορφή της. Την εποχή της Τουρκοκρατίας κυριαρχεί στην πνευματική ζωή το ανώτερο Ιερατείο με τη βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση και την αρχαϊκή γλώσσα.
Το γλωσσικό όμως ζήτημα, ο σκληρός δηλαδή και συνειδητός αγώνας ανάμεσα στην αρχαϊκή και τη λαϊκή γλώσσα παρουσιάζεται μαζί με το νεοελληνικό διαφωτισμό, μεστώνει και εντείνεται στο τέλος του 18ο  αιώνα, όταν πια έχει αρκετά προχωρήσει και η ελληνική αστική τάξη, προπάντων στις ελληνικές παροικίες στο εξωτερικό.
Η Ελληνική αστική τάξη θέλει να μορφώσει το Γένος. Πιστεύει, πως η παιδεία, ο φωτισμός του Γένους θα γίνει η αφετηρία για το ξεσκλάβωμά του από τον τουρκικό ζυγό. Και όπως στη Δύση, έτσι και σε μας η αστική τάξη, για να προκόψει το Γένος, θέλει να καταργήσει τη διγλωσσία, να καθιερώσει τη γλώσσα του λαού και να εφαρμόσει προοδευτικό, αστικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Οι φεουδαρχικοί όμως και το Ιερατείο αντιδρούν. Η πάλη ανάμεσα στις αστικές προοδευτικές ιδέες και το μεσαιωνικό φεουδαρχικό πνεύμα εντείνεται στον τομέα της παιδείας και κορυφώνεται στη γλώσσα. Η γλωσσική διαμάχη συνυφαίνεται με την Παιδεία. Το γλωσσικό ζήτημα παίρνει από την πρώτη στιγμή κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιεχόμενο.
2. Εκατόν πενήντα χρόνια μένει άλυτο το γλωσσικό ζήτημα. Τη μακρόχρονη ιστορία του τη χωρίζουμε για ευκολία μας σε 4 περίοδες. Στην πρώτη περίοδο: 1790 -1830 – αντιπαλαίουν τρείς γλωσσοεκπαιδευτικές παρατάξεις.
Η πρώτη παράταξη ακολουθεί τη βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση. Το εκπαιδευτικό της πρόγραμμα έχει τα ακόλουθα κύρια γνωρίσματα: α’) Γλώσσα η αρχαϊκή. β’) Στα σχολεία διδάσκονται εκκλησιαστικά βιβλία και από τους αρχαίους συγγραφείς τα κείμενα εκείνα που στηρίζουνε το θεοκρατικό πνεύμα. γ’) Οι φυσικές επιστήμες και τα Μαθηματικά αποκλείονται  δ’) Μέθοδοι στη διδασκαλία ο παπαγαλισμός.
Η παράταξη τούτη είναι αντιδραστική. Η ροπή της φεουδαρχική. Στήριγμά της το ανώτερο Ιερατείο και η φαναριώτικη αριστοκρατία.
Η δεύτερη παράταξη είναι προοδευτική και νεωτεριστικό, το εκπαιδευτικό της πρόγραμμα. Τέσσερα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα: α’) Γλώσσα για το γραφτό λόγο και στη διδασκαλία η γλώσσα του λαού.  β’) Να διδάσκονται οι αρχαίοι κλασσικοί στην ουσία. Να τονίζεται το ανθρωπιστικό περιεχόμενο και τα γόνιμα στοιχεία του κλασσικού πολιτισμού.  γ’) Να διδάσκονται οι νεώτερες φυσικές επιστήμες, τα Μαθηματικά και η νεώτερη φιλοσοφία και  δ’) Η παιδεία να γίνει δημοκρατική. Να μορφώνονται δηλαδή όλα τα παιδιά. Η δεύτερη τούτη παράταξη είναι ολοφάνερα προοδευτική. Στήριγμά της η προοδευτική τότε αστική τάξη.
Ο αγώνας ανάμεσα στις δύο παρατάξεις σκληρός. Οι φεουδαρχικοί φοβούνται τις θετικές επιστήμες, βρίζουνε χυδαία τη γλώσσα του λαού, συκοφαντούν τους οπαδούς της. «Τα Μαθηματικά πηγή αθεϊας» γράφουν. «Δεν γράφω δια πακάληδας. Γράφω δι’ ευγενείς» διαλαλεί ο Κοδρικάς.
Αντίπαλοι στους φεουδαρχικούς υψώνουνε το ανάστημά τους οι προοδευτικοί, τα φωτεινά μυαλά του νεοελληνικού διαφωτισμού. Ποτισμένοι με τις νέες τις αστικοδημοκρατικές ιδέες, πάλαιαν με θάρρος. Έγραφαν και μετάφραζαν στη λαϊκή γλώσσα προοδευτικά επιστημονικά και φιλοσοφικά συγγράμματα.
Ο γλωσσοεκπαιδευτικός αγώνας έβραζε στην αρχή του 19ου αιώνα. Μπροστά στη λυσσαλέα αντίδραση η αστική τάξη υποχώρησε. Ένας από τους λόγους η προσπάθειά της να ενώσει όλους τους Έλληνες από το φεουδάρχη ως τον αγρότη για το ξεσκλάβωμα του Γένους. Την υποχώρηση αυτή εκφράζει η τρίτη παράταξη , με τη συμβιβαστική λύση, την καθαρεύουσα του Κοραή με την πρότασή του να «καλλύνωμεν και να καθαρίσωμεν την γλώσσαν, την οποίαν εθηλάσαμεν με το γάλα». Υπενθυμίζω να μη λέμε ψάρι «οψάριον» , «πουλίον», «ομμάτιον».κλπ. Ο Κοραής χτύπησε τους φεουδαρχικούς και το σκοταδιστικό πνεύμα, εμπόδισε όμως με τη «μέση» τη συμβιβαστική λύση, την κίνηση να καθιερωθεί η λαϊκή γλώσσα.
Στην πρώτη λοιπόν περίοδο δημιουργήθηκε η τριγλωσσία. Η τριγλωσσία αυτή εξακολουθεί ως σήμερα.
3. δεύτερη περίοδος 1830-1890. Δέκα περίπου χρόνια κράτησε η επανάσταση του 1821. Καταστροφές πάνω σε καταστροφές. Σωρός τα ερείπια. Ποτάμι το αίμα. Στο νεοϊδρυμένο βασίλειο παίρνει την εξουσία στα χέρια της η ντόπια και ξένη φεουδαρχική ολιγαρχία. Η συντηρητική αντιδραστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη υπερισχύει πέρα για πέρα. Θέλουν να νεκραναστήσουν την αρχαία αττική. Σύνθημα: Πίσω στη γλώσσα του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα. Η λογοτεχνία πέφτει στην ξεραΐλα της αρχαϊκής. Ο καθηγητής Φίλιππος  Ιωάννου μεταφράζει τα δημοτικά τραγούδια στην Ομηρική γλώσσα. Ο ποιητής Π. Σούτσος, φανατικός αρχαϊστής κλίνει σύμφωνα με την αρχαία γραμματική και τα Κύρια ονόματα π.χ. ο Τρικούπης του Τρικούπου και ο Παλάσκας του Παλάσκου. Παράλληλα πυκνό το πνευματικό σκοτάδι. Στα 1889 ύστερα από 60 χρόνια το 80% του Ελληνικού λαού είναι αναλφάβητοι. Και για ιδανικό που θα φωτίζει και θα μαγνητίζει τον Ελληνικό λαό προβάλλει η κυρίαρχη ολιγαρχία, την ανασταλτική προγονοπληξία και την παραπλανητική Μεγάλη Ιδέα. Ξεγελάει το λαό, υποθάλπει  κούφιες ελπίδες, αναφτερώνει ονειροπολήματα, και κρατάει δεμένο το λαό στη στείρα και σκοταδιστική βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση.
Ο στείρος και αντεθνικός αρχαϊσμός κορυφώνεται με τον κοντισμό. Ο καθηγητής Κ. Κόντος με τις γλωσσικές παρατηρήσεις του μαστιγώνει όσους δεν γράφουνε  «δόκιμα». Μας συμβουλεύει λοιπόν να γράφουμε « πεπηνεικώς, δεδιψηκώς, νενομοθετημένος, πεφιλοπονημένος, απεληλαμένος, μεμιμημένος». Αποπνιχτικός, αλήθεια ο αέρας. Τραγικό το κατάντημα της Παιδείας.
Γύρω στα 1870 η αστική τάξη αρχίζει να δυναμώνει. Δημιουργείται κάποια βιομηχανία. Η ναυτιλία ανασυγκροτείται. Ο βασιλιάς Όθων διώχνεται. Κάποιος αστικοδημοκρατικός αέρας φυσάει. Παράλληλα με την οικονομική και πολιτική ανασυγκρότηση βαδίζει και η πάλη ενάντια στο λογιοτατισμό και τον σκοταδισμό. Ο γλωσσοεκπαιδευτικός αγώνας ζωηρεύει. Αντίπαλος στον αττικιστή Κόντο προβάλλει ο σπουδαίος φιλόλογος, ο καθηγητής Δημήτριος Βερναρδάκης. Δέχεται να γίνει η ζωντανή λαϊκή γλώσσα η βάση για το γραφτό λόγο. Για να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στη ζωντανή και την αρχαϊκή γλώσσα, προτείνει «να απλουστεύεται ολοένα η γραφομένη». Σύνθημά του: «Όχι πίσω προς την αρχαία γλώσσα, παρά εμπρός προς τη γλώσσα του λαού».
Έτσι προς το τέλος της δεύτερης περιόδου 1830-1889 έχουμε πάλι τρείς γλωσσικές παρατάξεις. α’) Πρώτη παράταξη η φεουδαρχική. Αυτή κυριαρχεί με τον ψευτοκλασσικισμό και τη βυζαντινοεκλησσιαστική παράδοση.  β’) Η συμβιβαστική  γλωσσική παράταξη. Εκφράζει την συμβιβαστική γλωσσοεκπαιδευτική πολιτική, που θέλει να εφαρμόσει η συντηρητική μερίδα της αστικής τάξης. Από τότε αρχίζει το ξεκίνημα για την απλή καθαρεύουσα με την απλοποίηση που ζητάει. Στην εκπαίδευση είναι λίγο πολύ προοδευτική.  γ’) Τρίτη είναι η προοδευτική παράταξη. Χρόνια πολλά κατατρεγμένη, κρατάει άσβεστη τη φλόγα στα Εφτάνησα. Υποστηρίζει με φανατισμό τη ζωντανή γλώσσα και ζητάει να μορφωθεί το Έθνος.
4. Τρίτη περίοδος 1890-1910  Η πιο πολυτάραχη. Από τη διαδρομή μας στα είκοσι αυτά χρόνια, καταλήγουμε στις ακόλουθες διαπιστώσεις.
α’) Στην περίοδο τούτη η προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική  παράταξη προχωρεί ραγδαία. Παίρνει τώρα το κίνημά της το όνομα «Δημοτικισμός». Το Έθνος, όπως είδαμε, βρίσκεται σε τρομαχτική καθυστέρηση. Η κατάσταση με τη βαθιά οικονομική κρίση γεννάει μεγάλη ανησυχία. Η «Μεγάλη Ιδέα» έχει καταντήσει τυχοδιωχτισμός, με το δίσκο της επαιτείας στο χέρι. Οι γειτονικοί βαλκανικοί λαοί ανασυγκροτούνται. Και η ανησυχία κορυφώνεται έπειτα από τον πόλεμο-παρωδία του 1897.
Μέσα σ’ αυτή την πολιτική και εθνικιστική ανησυχία ακούεται, και απλώνει το κήρυγμα του Γιάννη Ψυχάρη με το πολύκροτο βιβλίο του «Το ταξίδι». Ο Δημοτικισμός ρίχνει βαθιές ρίζες. Η πρόοδός του και ποσοτική και ποιοτική. Οι οπαδοί του πληθαίνουν. Στρατός ολόκληρος. Η αχτινοβολία του απλώνεται στην Αθήνα, στον Πειραιά, στην Κρήτη, στην Πόλη, στη Σμύρνη, στις Ελληνικές παροικίες, στην Αίγυπτο, σ’ όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα. Γιατροί, δικηγόροι, δάσκαλοι, λογοτέχνες, πολιτικοί και τόσοι άλλοι παλαίουν στις επάλξεις του Δημοτικισμού. Καινούργια περιοδικά εκδίδονται. Η «Τέχνη» «Τα Προπύλαια» «Ο Νουμάς» Υψώνουν τη σημαία του δημοτικισμού.
Ο «Νουμάς» γίνεται το επίσημο όργανο του Δημοτικισμού στην περίοδο τούτη. Συγκέντρωσε γύρω του τα πιο φωτεινά μυαλά, τα πρωτοπαλλήκαρα στο γλωσσικό αγώνα. Έπαιξε, όπως γράφει ο Βάρναλης, σημαντικό ρόλο στο ξύπνημα της νεοελληνικής συνείδησης. Στις στήλες του δημοσιεύει εθνικιστικά, μα και σοσιαλιστικά άρθρα και διηγήματα. Κλείνουν φέτος 60 χρόνια από την έκδοσή του. Ο «Νουμάς» θα μείνει φωτεινός σταθμός στο γλωσσοεκπαιδευτικό αγώνα.
Ο Δημοτικισμός δεν άργησε να απλώσει τις ρίζες του και στο κάστρο του πνευματικού φεουδαρχισμού, στο Πανεπιστήμιο. Ιδρύεται στα 1910 η «Φοιτητική Συντροφιά» πρωτοπόρα στον αγώνα.
Μα η πρόοδος του Δημοτικισμού στην περίοδο τούτη είναι και ποιοτική. Η δημοτική γλώσσα καταχτάει οριστικά την ποίηση, το θέατρο, το διήγημα, το μυθιστόρημα, γενικά τη λογοτεχνία. Καλλιεργείται με αγάπη, πλουτίζεται,  και στο λεξιλόγιο και στην εκφραστικότητα, υψώνεται.
Γίνεται όμως και ένα ακόμη σημαντικό βήμα. Η Δημοτική γλώσσα εισχωρεί και στην επιστήμη. Οι ορθόδοξοι δημοτικιστές ούτε φοβούνται τις συκοφαντίες, ούτε δειλιάζουν εμπρός στον κατατρεγμό, ούτε διστάζουνε μπροστά στις δυσκολίες που συναντούνε. Και στις μεταφράσεις, και στις μελέτες και στα δοκίμια, και στα επιστημονικά και φιλοσοφικά τους άρθρα καλλιεργούν με επιμονή και αγάπη τη δημοτική γλώσσα. Βέβαια, οι πιστοί Ψυχαρικοί έπεσαν σε ορισμένες υπερβολές και έφτιαξαν αρκετούς επιστημονικούς όρους, που στάθηκε αδύνατο να πολιτογραφηθούν στο γραφτό επιστημονικό λόγο. Όμως αυτοί άνοιξαν το δρόμο και ήρθαμε εμείς οι άλλοι και παραμερίσαμε τις υπερβολές και καλλιεργήσαμε τη δημοτική, έτσι που σήμερα πολλοί κλάδοι της επιστήμης γράφονται άνετα και ζωντανά από τους δημοτικιστές.
β’ Δεύτερη διαπίστωση . Στην περίοδο τούτη η ανάγκη για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση συνειδητοποιείται βαθύτερα. Και οι τρείς παρατάξεις, και οι φεουδαρχοπαλαιοκομματικοί, και οι αστοί, συντηρητικοί και προοδευτικοί θέλουν να μορφώσουνε το Έθνος, η κάθε μερίδα για το δικό της σκοπό, σύμφωνα με τη γλωσσοεκπαιδευτική πολιτική της. Όλοι οι Υπουργοί διετραγωδούνε το κατάντημα της Παιδείας. Οι αρχαϊστές – αυτοί καθορίζουν την επίσημη εκπαιδευτική πολιτική – θέλουνε κι’ αυτοί να μορφωθεί το Έθνος, για να μπορέσει η Ελληνική φυλή να επικρατήσει στα Βαλκάνια. Ρίχνουν τότε το σύνθημα για τη γλωσσική αφομοίωση της Μακεδονίας. Υποστηρίζουνε, πως η γλωσσική αφομοίωση μόνο με την αρχαϊκή γλώσσα μπορεί και πρέπει να γίνει. Κύριο επιχείρημά τους: Η αρχαϊζουσα είναι ο συνδετικός δεσμός του Γένους. Και κατηγορούν τους δημοτικιστές προδότες και πράκτορες των Σλάβων, γιατί με τη χυδαία γλώσσα, σπάνε τη σχέση προς το «ένδοξον παρελθόν» και διαλύουν την Εθνική ενότητα. Οι δημοτικιστές αποκρούουν με αγανάχτηση την αδιάντροπη αυτή  συκοφαντία και αποδείχνουν πως η γλωσσική αφομοίωση στη Μακεδονία μόνο με τη ζωντανή δημοτική γλώσσα μπορεί να γίνει και όχι με τη νεκρή αρχαΐζουσα.
Ο γλωσσικός λοιπόν αγώνας παίρνει έντονο εθνικιστικό και κομματικό χρωματισμό.
γ’ Τρίτη διαπίστωση. Η σύγκρουση ανάμεσα στη φεουδαρχική αρχαϊκή παράταξη και την προοδευτική, τη δημοτικιστική, είναι σκληρή. Οι αρχαϊστές για να σταματήσουνε το δημοτικισμό, και οι φεουδαρχικοί παλαιοκομματικοί για να υποσκάψουν την πρόοδο χρησιμοποιούν τη συκοφαντία, και το συνειδητό ψέμα, εκμεταλλεύονται τον πατριωτισμό του λαού και προκαλούν ταραχές και συγκρούσεις. Τέσσερεις οχλοκρατικές ταραχές σκηνοθέτησαν μέσα σε δέκα χρόνια.
Πρώτη τα «Ευαγγελικά». Ο λογοτέχνης Αλ. Πάλλης , πρωτοπαλήκαρο του Δημοτικισμού, μετάφρασε στα 1901 την Καινή Διαθήκη. Να τονώσει το θρησκευτικό συναίστημα του λαού ήθελε και η βασίλισσα Όλγα και με έγκριση του Μητροπολίτη, ανάθεσε να μεταφράσουν το Ευαγγέλιο. Η αντίδραση ξέσπασε ασυγκράτητη. Οι δημοτικιστές βεβηλώνουν τη θρησκεία, εκχυδαΐζουν τα ιερά. Λαϊκός αναβρασμός. Οχλοκρατία. Συγκρούσεις. Αιματοχυσία.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1903 – κλείνουν 60 χρόνια φέτος – καινούργιες ταραχές, τα «Ορεστειακά». Οι αρχαϊστές είχανε πιστέψει, πως ο Δημοτικισμός είχε συντριβεί με τα «Ευαγγελικά». Δεν έβλεπαν, πως ο Δημοτικισμός ήταν ζωντανό, ανανεωτικό, πνευματικό, αστικό κίνημα με οδηγητή την πνευματική πρωτοπορεία της αστικής τάξης. Και όταν είδανε πως ο δροσερός αέρας του Δημοτικισμού φύσηξε ορμητικός και στα ανώτερα μορφωτικά ιδρύματα, και πως ο καθηγητής Σωτηριάδης μετάφρασε στη ζωντανή δημοτική την Ορέστεια του Αισχύλου και το βασιλικό θέατρο ήταν έτοιμο να την ανεβάσει στη σκηνή, αναταράχτηκαν, μάνιασαν και οργανώνουν νέες ταραχές. Η συκοφαντία οργιάζει. Οι φοιτητές ξανασηκώνονται. Νέες διαδηλώσεις, νέες μεσαιωνικές βαρβαρότητες. Και ο απολογισμός τρείς νεκροί και εφτά τραυματίες.
Ύστερα από 6 χρόνια, η αντίδραση -σκηνοθετεί νέες οχλοκρατικές ταραχές- αποκορυφώνει την επίθεσή της με τα «Αθεϊκά». Αρχηγός στην επίθεση ο Μητροπολίτης στο Βόλο Γερμανός. Όπλο η συκοφαντία. Θύμα ο παιδαγωγός Δελμούζος. Αυτός ο μασώνος, ο προδότης, διδάσκει την αθεΐα στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο του Βόλου. Ο Εισαγγελέας επεμβαίνει. Κατάσχονται βιβλία γραμμένα στη δημοτική και ανάμεσά τους και τα «Άπαντα» του Εθνικού μας ποιητή Σολωμού.
Έπειτα από κάθε χτύπημα ο δημοτικισμός βγαίνει δυναμωμένος. Η αντίδραση καραδοκεί. Νέες ταραχές στα 1911. Πρωτοστατούνε και πάλι οι παραπλανημένοι φοιτητές. Αναβρασμός, μικροσυγκρούσεις. Η Αθήνα στρατοκρατείται. Οι αρχαϊστές και οι παλαιοκομματικοί πέτυχαν με τις οχλοκρατικές ταραχές να καθιερωθεί με ειδικό άρθρο στο Σύνταγμα επίσημη γλώσσα η αρχαϊκή, η υπερκαθαρεύουσα. Ισχύει ακόμη και σήμερα. Ο πανίσχυρος τότε Πρωθυπουργός ο δημοτικιστής Ελευθ. Βενιζέλος υποχώρησε. Η αστική τάξη που με το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί, είχε πάρει την εξουσία στα χέρια της, αρνήθηκε στην μεγάλη της πλειοψηφία τον εαυτό της, και την προοδευτική της αποστολή και δείχτηκε και πάλι συντηρητική στο γλωσσικό ζήτημα. Δέχτηκε την συμβιβαστική λύση, την απλοποιημένη καθαρεύουσα.
δ) Τέταρτη διαπίστωση. Το ειδικό άρθρο για την υπερκαθαρεύουσα, στο Σύνταγμα, που ψηφίστηκε  από το αστικό βενιζελικό κόμμα, δείχνει καθαρά τις αντιθέσεις μέσα στην αστική τάξη και την αντιφατική της πορεία. Η αστική τάξη δεν προχωρεί με συνέπεια στον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό. Είναι δισταχτική στη γλωσσοεκπαιδευτική της πολιτική. Φοβάται κι αυτή το φωτισμό του λαού. Έτσι εξακολουθεί ως σήμερα ακόμη το μεσαιωνικό πνεύμα και ο σκοταδισμός στην Παιδεία.
ε) Πέμπτη διαπίστωση. Οι αρχαϊστές δε χαίρονται τη νίκη τους με το ειδικό άρθρο για την υπερκαθαρεύουσα στο Σύνταγμα. Με τη συμβιβαστική λύση, που υιοθέτησε η αστική τάξη στην πλειοψηφία της, κερδίζει έδαφος η απλή καθαρεύουσα σιγά-σιγά υπερισχύει και εκτοπίζει την αρχαϊκή. Αντιφατική λοιπόν και η πορεία στη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Μέσα σ’ αυτή την αντιφατικότητα διαφοροποιούνται και οι δημοτικιστές και προετοιμάζεται η διάσπασή τους.
5) Τέταρτη περίοδος. 1910 ως σήμερα. Την καλύπτει ολόκληρη σχεδόν με τη γόνιμη προοδευτική δράση του ο Εκπαιδευτικός Όμιλος. Το Σωματείο τούτο ιδρύθηκε λίγους μήνες έπειτα από το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί. Είναι το σπουδαιότερο παιδαγωγικό και αγωνιστικό κέντρο των δημοτικιστών. Από εκεί μέσα αναβλύζει 30 και πάνω χρόνια η προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική κίνηση στη χώρα μας.
α’)  Στα πρώτα 15 χρόνια της ζωής του Εκπαιδευτικού Ομίλου τέσσερεις φορές έγινε η προσπάθεια να πραγματοποιηθεί η αστικοδημοκρατική μεταρρύθμιση της Παιδείας. Η πρώτη προσπάθεια, με τα εκπαιδευτικά νομοσχέδια του Υπουργού της Παιδείας Τσιριμώκου στα 1913 ναυάγησε. Ο πανίσχυρος Πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος, μπροστά στη λυσσασμένη αντίδραση υποχώρησε για δεύτερη φορά, και ανάβαλε την ψήφισή τους  «δί ευθετώτερον χρόνον».
Η δεύτερη προσπάθεια έγινε στα 1917. Ο Βενιζέλος βρισκόταν τότε στην επαναστατική του ορμή με το κίνημα που οργάνωσε το 1916 στη Θεσσαλονίκη, υιοθέτησε το πρόγραμμα του Εκπαιδευτικού Ομίλου, και πήρε για την εφαρμογή του συνεργάτη του το Δημ. Γληνό. Γίνεται τότε το πρώτο σημαντικό βήμα. Καθιερώνεται η ζωντανή γλώσσα του λαού, η δημοτική, στις 4 τάξεις του Δημοτικού Σχολείου και γράφονται τα καινούργια αναγνωστικά. Καινούργιος ήλιος ανατέλλει για την Παιδεία. Είναι οι πρώτες αχτίνες του. Με τα νέα αναγνωστικά γίνεται στην πράξη το πέρασμα στον εκπαιδευτικό Δημοτικισμό. Η πρώτη τούτη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση όταν έπεσε ο Βενιζέλος με τις εκλογές το Νοέμβριο του 1920, γκρεμίζεται. Η καθαρεύουσα θρονιάζεται θριαμβευτικά πάλι στο Δημοτικό Σχολείο. Και η αντίδραση ζητάει να καούνε τα νέα αναγνωστικά.
Τρίτη προσπάθεια στα 1923 με την επαναστατική Κυβέρνηση του Πλαστήρα. Καινούργια εκπαιδευτικά νομοσχέδια. Οι ελπίδες φουντώνουν. Γρήγορα  όμως φυλλοροούν. Ξαναγύρισε βέβαια η δημοτική μαζί με τα αναγνωστικά της στο Δημοτικό σχολείο. Τίποτε άλλο όμως ουσιαστικό.
Τετάρτη προσπάθεια στα 1924. Πρωθυπουργός στην πρώτη δημοκρατική Κυβέρνηση ο δημοτικιστής Αλ. Παπαναστασίου. Ψηφίζονται από τη Βουλή μερικά προπαρασκευαστικά για τη ριζικότερη μεταρρύθμιση νομοσχέδια, τορπιλίστηκε όμως η εφαρμογή του με την  «Επιτροπή Οικονομικών» γιατί δημιουργούσαν δήθεν αβάσταχτες για τον κρατικό προϋπολογισμό δαπάνες.
β’)  Η συντηρητική αντιδραστική παράταξη με κύριο στήριγμά της τον παλαιοκομματισμό και τα άλλα συντηρητικά στοιχεία, κινητοποιεί σ’ όλα αυτά τα χρόνια, όλες τις δυνάμεις της και ματαιώνει και γκρεμίζει κάθε προοδευτική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Και για να μην αφήσει τίποτε όρθιο, σκηνοθετεί ανάμεσα σε άλλα, και τα «Μαρασλειακά». Η συκοφαντία οργιάζει και πάλι. Δεσποτάδες, μεγαλόσχημοι καθηγητές, και άλλοι προγονόπληχτοι και πατριδοκάπηλοι εκτοξεύουν τις γνωστές κατηγορίες. Διαλαλούν πως εκεί στο «Μαράσλειο» διδάσκεται η αθεΐα, υπονομεύεται η πατρίδα, διαφθείρεται η νεολαία. Επιστρατεύεται μάλιστα και η «Ιερή Σύνοδος» και καλεί το Γληνό, το Βάρναλη, το Καζαντζάκη, το Δελμούζο την παιδαγωγό Κα Ρόζα Ιμβριώτη και άλλους ν’ απολογηθούν ενώπιον της  για τις αθεϊστικές και ανατρεπτικές θεωρίες τους. Ο διχτάτορας Θ. Πάγκαλος διαλύει το Μαράσλειο και γκρεμίζει και το τελευταίο προπύργιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης τη «Μαράσλεια Παιδαγωγική  Ακαδημία».
γ’)  Το νέο όπλο που χρησιμοποιεί τώρα η αντίδραση είναι ο μπαμπούλας του κομμουνισμού. Έπειτα από τη μπολσεβίκικη Επανάσταση στα 1917, και το ξύπνημα της εργατικής τάξης και στη χώρα μας, έπειτα από τη μικρασιατική τραγωδία και το λαϊκό αναβρασμό, οι βασιλικοί παλαιοκομματικοί και οι συντηρητικοί αστοί προβάλλουν το μπαμπούλα του κομμουνισμού, για να ματαιώσουν κάθε προοδευτική κίνηση. Και για να σταματήσουνε και να ανατινάξουν οριστικά την προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση ταυτίσανε το δημοτικισμό με τον κομμουνισμό. Από τότε απειλούν με το όπλο τούτο κάθε προοδευτικό στη χώρα μας.
δ’) Διαπιστώσαμε στη διαδρομή μας, πως την προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση αγωνίστηκε από την πρώτη στιγμή η αστική τάξη να την πραγματοποιήσει. Το ίδιο έγινε άλλωστε και στη Δύση.
Στην αστική τάξη βασίστηκε και ο Εκπαιδευτικός Όμιλος για το γλωσσοεκπαιδευτικό του πρόγραμμα. Πίστεψαν τότε οι δημοτικιστές πως τα αστικά κόμματα, το βενιζελικό και τα παρακλάδια του, θα εφάρμοζαν προοδευτική Εκπαιδευτική πολιτική. Έτσι η προοδευτική Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση συνδέθηκε με τα αστικά κόμματα και το γλωσσικό ζήτημα πήρε έντονο κομματικό χρωματισμό. Και ήτανε φυσικό. Ο παλαιοκομματισμός, τα φεουδαρχικοσυντηρητικά  κόμματα, είχανε δώσει τη λύση, που ικανοποιούσε τα συμφέροντα τους. Είχανε δηλαδή επιβάλλει την αρχαϊκή γλώσσα είχανε διαποτίσει την παιδεία μας με το φεουδαρχικό μεσαιωνικό πνεύμα και κρατούσανε το λαό αμόρφωτο, για να τον σέρνουνε δουλικό όργανο στους αντιλαϊκούς σκοπούς τους.
Οι δημοτικιστές λοιπόν είχανε πιστέψει, πως η αστική τάξη στη νέα της εξόρμηση, και αφού πήρε την εξουσία έπειτα από το κίνημα στο Γουδί, θα πραγματοποιούσε την προοδευτική αστική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Οι ελπίδες όμως διαψεύστηκαν. Η αστική τάξη στη μεγάλη της πλειοψηφία γύρισε προς τα πίσω, και δέχτηκε περίπου την ίδια αντιλαϊκή λύση, που είχαν επιβάλλει τα αντιδραστικά στοιχεία.
 Μέσα σ’ αυτή την αντιφατική πορεία, που βάδισε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και έπειτα από το γκρέμισμά της τρείς φορές, γεννήθηκαν στους Δημοτικιστές διαφωνίες για την πολιτική, που έπρεπε να ακολουθήσει ο Εκπαιδευτικός Όμιλος. Οι διαφωνίες οξύνθηκαν έπειτα από τα «Μαρασλειακά». Η κρίση προχώρησε ραγδαία και ξέσπασε στη Γενική Συνέλευση του Ομίλου στις 27 του Φλεβάρη του 1927. Ξεχώρισαν δύο μερίδες. Η συντηρητική με αρχηγό της το Δελμούζο, και η ριζοσπαστική με αρχηγό το Γληνό. Ο Δελμούζος υποστήριξε, πως ήτανε μεγάλο λάθος, που η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση συνδέθηκε με τα αστικά κόμματα και την αστική τάξη γιατί, τόνισε η παιδεία είναι υπερταξική και υπερκομματική, και ζήτησε να αποχρωματισθεί ο Εκπαιδευτικός Όμιλος, για να αποχτήσει τη γενική εμπιστοσύνη. Ζήτησε δηλαδή να πάρει ο Όμιλος, όπως λέμε σήμερα, πιστοποιητικό «πολιτικών και κοινωνικών φρονημάτων». Η πλειοψηφία στη Γενική Συνέλευση ψήφισε το ριζοσπαστικό πρόγραμμα. Η συντηρητική μερίδα με το Δελμούζο αποχώρησε.  Ο Εκπαιδευτικός Όμιλος διασπάστηκε. Ξαναβρήκε όμως τη ζωτικότητά του. Έγινε τώρα Σωματείο πνευματικής πρωτοπορείας. Με πολύκροτη ιστορική του Διακήρυξη και με το περιοδικό του «Νέος Δρόμος» αναπτύσσει ολοκληρωμένο το πρόγραμμα για τη ριζική, τη γνήσια λαϊκή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
***
Φτάσαμε Κυρίες και Κύριοι στο τέρμα της διαδρομής. Και ποια είναι η κατάσταση σήμερα στην παιδεία και στη γλώσσα;
1.- Αντιδημοκρατική, αντιλαϊκή, αντιοικονομική εξακολουθεί να είναι η παιδεία μας. Τραγική η κατάσταση. Βασιλεύει η αμορφωσιά και ο αναλφαβητισμός. Καμιά φροντίδα για την προσχολική ηλικία. Παραπεταμένο το δημοτικό σχολείο και κακομοιριασμένο, παραπεταμένος ο δάσκαλος και εξαθλιωμένος. Μονόπλευρη, ψευτοκλασσική,  μακριά από τη ζωή, πανάκριβη προνόμιο των λίγων η Μέση παιδεία, με ιδανικά ψευτοαριστοκρατικά, δεν εξοπλίζει την οικονομία μας με τα απαραίτητα στελέχη, για να προκόψει ο τόπος.
Και η ανώτερη παιδεία κλείνει κι’ αυτή τις πόρτες της στα παιδιά του λαού με τα υπέρογκα δίδακτρα και  εξέταστρα και τα πανάκριβα συγγράμματα. Ποσοτική  μάθηση. Μικρή η προσπάθεια να καλλιεργηθεί το επιστημονικό πνεύμα. Καθηγητές οι περισσότεροι, περιχαρακωμένοι στην ξένη σοφία. Και όμως χιλιάδες επιστήμονες, μας λείπουν, χιλιάδες γιατροί, χιλιάδες γεωπόνοι και εκπαιδευτικοί και βουλιάζει η οικονομία μας, και βυθίζεται ο λαός στην εξαθλίωση.
Πονάει η καρδιά κάθε προοδευτικού και πυργώνεται η οργή του. Οι λειτουργοί της παιδείας απεργούν, οι φοιτητές ξεσηκώνονται, οι μαθητές με τον αγώνα τους διεκδικούνε το δικαίωμά τους να μορφωθούν, οι γονείς διαμαρτύρονται, αγαναχτούν.
2.- Τραγική είναι για τη μόρφωση του λαού και η σημερινή κατάσταση στη γλώσσα. Τριγλωσσία με πολυάριθμες διαβαθμίσεις, γλωσσική ασυδοσία και αναρχία και παράλληλα ορθογραφική πολυτυπία, να η θλιβερή εικόνα που μας παρουσιάζει η σημερινή κατάσταση στη γλώσσα.
Είδαμε στη σύντομη διαδρομή μας, πως, σ’ όλο αυτό το διάστημα, τρείς γλωσσικές παρατάξεις αντπάλαιαν. Και σήμερα τρείς πάλι γλωσσοεκπαιδευτικές παρατάξεις αντιπαλαίουν. Η αντιδραστική με την καθαρεύουσα, η προοδευτική δημοτικιστική με τη δημοτική και η μέση – η συμβιβαστική – παράταξη με γλώσσα τη νεοδημοτική.
α’. Η αντιδραστική καθαρευουσιάνικη παράταξη συνεχίζει με φανατισμό την αρχαϊκή, φεουδαρχική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη. Οι οπαδοί της, ταμπουρωμένοι προπάντων στα ανώτερα εκπαιδευτικά και δικαστικά ιδρύματα, αγωνίζονται με πείσμα και συνέπεια, να συγκρατήσουν την κυριαρχία της πολύμορφης καθαρεύουσας.
Τέσσερα είναι τα σπουδαιότερα επιχειρήματά τους. Τα συναντήσαμε πολλές φορές στη σύντομη διαδρομή μας. Είναι και τα τέσσερα αντιεπιστημονικά, πλούσια διαποτισμένα με τις γνωστές συκοφαντίες.
Πρώτο επιχείρημα: Η γλώσσα του λαού, η μαλλιαρή όπως την έχουνε βαφτίσει, είναι βάναυση, βάρβαρη, χυδαία. -Η γλωσσολογία όμως μας διδάσκει, πως δεν υπάρχει γλώσσα χυδαία και βάναυση. Υπάρχουνε βάρβαροι, βάναυσοι και χυδαίοι άνθρωποι. Με την ίδια γλώσσα – δημοτική, καθαρεύουσα, αρχαία – διατυπώνονται οι πιο υψηλές ιδέες, οι πιο λυτρωτικές αλήθειες και τα πιο ευγενικά συναιστήματα, καθώς και οι πιο βάναυσες και παραπλανητικές ιδέες, και οι συκοφαντίες και οι βρισιές και τα πιο χυδαία συναιστήματα.
Δεύτερο επιχείρημα: Η γλώσσα του λαού, η δημοτική είναι φτωχή: - Αβάσιμο και αντιεπιστημονικό είναι και το δεύτερο επιχείρημα. Η δημοτική γλώσσα και πλούσια είναι σήμερα και ζωντανή και λυγερή. Δε θα είχε αλλιώς καταχτήσει ολόκληρη τη λογοτεχνία και τόσους κλάδους της επιστήμης.
Άλλωστε καμιά γλώσσα και στα παλιά χρόνια και σήμερα, καμιά δεν ξεκίνησε πλούσια. Όλες ξεκίνησαν φτωχές και πρωτόγονες και σιγά-σιγά πλουτίστηκαν. Η γλώσσα συμπορεύεται με την κοινωνία και τον πολιτισμό της, και όσο καλλιεργείται, τόσο και πλουτίζεται. Στις  προχωρημένες χώρες, όπου ανθίζει η ζωή και η πνευματική κίνηση, εκεί και η γλώσσα ανθίζει. Στις καθυστερημένες χώρες, καθυστερεί και η γλώσσα. Σε μας, εκτός από την καθυστέρησή μας ιδιαίτερα στην επιστήμη και την τεχνική, έρχεται και η καθαρεύουσα και φράζει σε ορισμένους τομείς το δρόμο στη γλώσσα του λαού, στην ανάπτυξή της. Γι’ αυτό πρέπει να φύγει από τη μέση η καθαρεύουσα για να καλλιεργηθεί και να αναπτυχθεί ανεμπόδιστα η εθνική μας γλώσσα.
Τρίτο επιχείρημα: Η χυδαία λαϊκή γλώσσα σπάει τη σχέση μας προς το «ένδοξο παρελθόν» κλονίζει την εθνική συνείδηση και διαλύει την εθνική ενότητα: - Μίλησα και πάρα πάνω για το επιχείρημα τούτο. Υπενθυμίζω πως αφετηρία του είναι η «Μεγάλη Ιδέα». Κορυφώνεται στη συκοφαντία, πως οι δημοτικιστές είναι πράχτορες  των Σλάβων. «Μίσθαρχα όργανα ξένων προσπαθειών» τους ονόμασε πριν από λίγες μέρες ο αξιόλυπος για την αμάθειά του καθηγητής Κορές.
Όμως όλοι οι γλωσσολόγοι δικοί μας και ξένοι δέχονται πως η εθνική μας γλώσσα η δημοτική είναι η γνήσια απόγονη και  κληρονόμα της αρχαίας. Ίσα-ίσα λοιπόν, τονίζουν, η δημοτική αποδείχνει τη σχέση μας προς το «ένδοξον παρελθόν» και με τη ζωντάνια της εξασφαλίζει την ψυχική ενότητα του λαού. Με τη ζωντανή γλώσσα, τη δημοτική, και όχι με την φτιαχτή καθαρεύουσα, θα αναπτύξουν όλοι οι Έλληνες την εθνική τους συνείδηση. Η καθαρεύουσα δεν ενώνει, σπάει τον Εθνικό δεσμό.
Τέταρτο επιχείρημα: Ο μπαμπούλας του κομμουνισμού. -Το πιο αντιεπιστημονικό  το πιο παραπλανητικό και εκφοβιστικό από όλα.
Ας το τονίσω άλλη μια φορά. Δημοτική γλώσσα και κομμουνισμός δεν ταυτίζονται, ούτε έχουνε καμιά οργανική σχέση αναμεταξύ τους. Η γλωσσολογία μας διδάσκει, πως δεν υπάρχει ξεχωριστή, διαφορετική γλώσσα για κάθε κοινωνική τάξη. Η γλώσσα δεν είναι ταξική, όπως είναι άλλα κοινωνικά φαινόμενα. Η γλώσσα είναι εθνική. Την ίδια γλώσσα μιλάνε και την ίδια γλώσσα γράφουνε σε κάθε χώρα και οι συντηρητικοί, και οι προοδευτικοί και οι φασίστες και οι σοσιαλιστές. Τη γερμανική π.χ. γλώσσα τη μιλάνε σήμερα και τη γράφουνε και οι χιτλερικοί και οι κομμουνιστές γερμανοί. Και σε μας όλοι από τους πιο συντηρητικούς  ως τους κομμουνιστές την ίδια μιλάνε και την ίδια γλώσσα, την εθνική, τη ζωντανή λαϊκή γλώσσα πρέπει να γράφουνε. Ούτε αν γράφονται κομμουνιστικά άρθρα και μελέτες στην καθαρεύουσα, οι μελέτες αυτές αποχρωματίζονται και το περιεχόμενό τους παύει να είναι «κομμουνιστικό» ούτε περνάει από το μυαλό μας να συνδέσουμε την καθαρεύουσα με τον κομμουνισμό. Βέβαια όλοι οι πραγματικά σοσιαλιστές, όλοι οι αριστεροί, δεν μπορεί παρά να είναι δημοτικιστές. Γιατί αναγνωρίζουν στον Ελληνικό λαό το δικαίωμα να καλλιεργεί τη δική του γλώσσα, και δέχονται, πως ο Ελληνικός λαός μόνο με τη ζωντανή γλώσσα του, τη δημοτική θα μπορέσει να μορφωθεί. Σοσιαλισμός και καθαρεύουσα είναι δυό πράγματα που δεν συμβιβάζονται. Μα αυτό δε σημαίνει πως η δημοτική γλώσσα είναι  στη χώρα μας γνώρισμα του κομμουνισμού όπως δεν είναι δε καμιά άλλη χώρα η εθνική της γλώσσα. Τον μπαμπούλα λοιπόν του κομμουνισμού τον χρησιμοποιούν για να πνίξουν κάθε προοδευτική κίνηση.

β’. Δεύτερη είναι σήμερα η δημοτικιστική παράταξη. Συνεχίζει την προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη. Αγωνίζεται να καθιερωθεί μοναδική γλώσσα στο γραφτό λόγο, σε όλα του τα είδη και στις αγορεύσεις στη Βουλή και στα δικαστήρια η εθνική γλώσσα η δημοτική. Η δημοτική έχει γίνει σήμερα πανελλήνια (και στον προφορικό λόγο). Η παλιά διαφωνία ανάμεσα στους ψυχαριστές και στους δημοτικιστές του Εκπαιδευτικού Ομίλου έληξε. Οι σημερινοί δημοτικιστές αναγνωρίζουν, πως η καθαρεύουσα 130 τώρα χρόνια έχει επηρεάσει με το σχολείο, τα δικαστήρια και τις εφημερίδες την δημοτική γλώσσα και στο λεξιλόγιο και στη γραμματική, αποκρούουν τις ψυχαρικές υπερβολές και δέχονται με μεγάλη προσοχή μερικούς καθαρευουσιάνικους όρους και τύπους και φθόγγους, που τους ανέχεται το γλωσσικό μας αίσθημα π.χ. έκδοση αντί έγδοση, οι τάξεις αντί τάξες κ.λ.π. δεν κάνουν όμως και δεν πρέπει να κάνουν καμιά υποχώρηση στη σύνταξη. Γιατί η σύνταξη είναι το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε γλώσσας.
Όμως η σημερινή κατάσταση στη δημοτικιστική γλωσσική παράταξη γεννάει μεγάλη ανησυχία. Οι δημοτικιστές χωρίζονται σήμερα σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη ανήκουν οι ορθόδοξοι δημοτικιστές. Αυτοί εξακολουθούν με πίστη και αισιοδοξία τον αγώνα και στη θεωρία και στην πράξη. Μιλάνε και γράφουνε στη δημοτική. Την καλλιεργούνε συστηματικά στα έργα τους, την πλουτίζουν, την υψώνουν. Είναι δημοτικιστές με πίστη και συνέπεια.
Οι άλλοι της δεύτερης κατηγορίας είναι δημοτικιστές στη θεωρία χωρίς συνέπεια στην πράξη. Στην πράξη πολλοί  επιστήμονες δημοτικιστές είναι καθαρευουσιάνοι και με διάφορα προσχήματα και δικαιολογίες εξακολουθούν να γράφουνε τα έργα τους, τις μελέτες τους στην καθαρεύουσα. Μα και μερικοί λογοτέχνες ξεχνούνε το χρέος τους. Βλέπουμε στα έργα τους φράσεις και τύπους καθαρευουσιάνικους.
Ορθόδοξος κι’ εγώ δημοτικιστής, παλαίμαχος αγωνιστής στο γλωσσοεκπαιδευτικό αγώνα έχω, νομίζω, χρέος μα και δικαίωμα να ειπώ στους δημοτικιστές αυτούς επιστήμονες και λογοτέχνες «Φίλοι ανήκετε στην πρωτοπορεία του Έθνους και αγωνίζεστε για την προκοπή του λαού. Μη βάζετε φραγμό στη μόρφωσή του. Αγωνιστείτε με συνέπεια, καλλιεργείστε την εθνική γλώσσα. Προσέξτε με το κακό σας παράδειγμα πολλοί νέοι λογοτέχνες και επιστήμονες καλύπτονται πίσω σας, γράφουν κι’ αυτοί όπως τους αρέσει και με την ασυδοσία τους νοθεύουνε τη δημοτική». «Η ευθύνη σας απέναντι στο λαό μεγάλη».
« Μη μου ειπείτε, σεις οι επιστήμονες, δημοτικιστές χωρίς συνέπεια στην πράξη, μη μου ειπείτε, πως σας έχει διαποτίσει η καθαρεύουσα, -αυτή διδαχτήκατε στο σχολείο και αυτή λίγο πολύ την ξέρετε, ενώ τη δημοτική δεν τη διδαχτήκατε, δεν την ξέρετε και είναι αργά να την μάθετε».
«Αν η καθαρεύουσα σας έχει διαποτίσει, χρέος σας να αποτοξινωθείτε το γρηγορότερο και να αποκαταστήσετε το γλωσσικό σας αίστημα. Και αν δεν την ξέρετε τη δημοτική, φταίει βέβαια το σχολείο, μα πιο πολύ φταίτε σεις, γιατί δεν την καλλιεργείτε. Βέβαια θα συναντήσετε δυσκολίες. Μα θα τις ξεπεράσετε, όπως τις ξεπεράσανε όλοι οι ορθόδοξοι δημοτικιστές. Έπειτα για σας, ο δρόμος είναι ανοιχτός από την προσπάθεια που έχει γίνει, και οι δυσκολίες θα είναι μικρότερες. Προσπαθήστε λοιπόν. Κάθε προσπάθεια, είναι αφετηρία για νέο ανέβασμα».
«Και σεις, φίλοι λογοτέχνες, χρέος έχετε να πλουτίζετε και να υψώνετε και όχι να χαλάτε την εθνική μας γλώσσα. Αυτό έκαναν όλοι οι άξιοι λογοτέχνες και σε μας και σ’ όλες τις χώρες. Μη σας παρασύρει η κάποια εγωϊστική αδιαφορία σας, η κάποια ολιγοπιστία σας. Χρησιμοποιήστε ελεύθερα το γλωσσικό υλικό, μην το κακομεταχειρίζεστε όμως».
*

  γ’. Τρίτη γλωσσική παράταξη σήμερα είναι η συμβιβαστική – τη λένε και συμφιλιωτική – νεοδημοτικιστική. Οι οπαδοί της – και δεν είναι λίγοι – θέλουνε γλωσσικό όργανο για το γραφτό λόγο τη νεοδημοτική. Και ποια είναι αυτή η νεοδημοτική; Είναι μια γλώσσα με αφάνταστη αναρχία, όπου ανακατεύονται χωρίς κανένα περιορισμό καθαρευουσιάνικα και δημοτικιστικά στοιχεία. Οι διαβαθμίσεις είναι τόσες, όσοι και οι οπαδοί της. Ο κάθε δημοτικιστής κάνει το μείγμα, που του αρέσει κάθε φορά. Οι νεοδημοτικιστές δε σέβονται ούτε το λαό, ούτε τη γλώσσα του. Καλλιεργούνε τη γλωσσική αναρχία με την ασυδοσία τους. Ακούστε μερικές φράσεις από ένα παιδαγωγικό άρθρο: «Συνήντησα το μεγαλύτερον μέρος από τους συμμαθητές μου – Ας την ακούσωμε αυτήν την πρωτότυπον επιστολήν.- Το θέαμα από του ύψους του γηλόφου ήτανε υπέροχον. – Την πρώτην μεταμεσημβρινήν ώραν –και δυό σειρές παρακάτω – την δεύτερη μεταμεσημβρινή ώρα.». (Νέο Σχολείο Φεβρ. 1963 σελ. 279-283).
Καμαρώστε τώρα και μερικές φράσεις από (ένα άλλο έντυπο) μια πρωινή προοδευτική εφημερίδα: « Εγράφη σε πρωινή εφημερίδα, προφανώς……..να απαγορευθεί η άσκησις στους βουλευτές…..Γενικώς οι βουλευταί….αντιτίθενται στη νόθευση.- Η απακάλυψις ότι θέτει ξανά επί τάπητος. -Ζωηρή  συζήτησις για την χορήγησιν. – Οι βουλευτές ετόνισαν την σοβαρότητα….λόγω της αποδεδειγμένης καταρρεύσεως της υγείας. - Αφίκετο στην Θεσσαλονίκη» (Αυγή 7 Απριλίου 1963 σελ. 1,9,10).
Η νεοδημοτική ξεκινάει από τη συμβιβαστική λύση του Καθηγητού Χατζηδάκη, με την πρότασή του για τη «γλώσσα των αιθουσών» των μορφωμένων, και βασίζεται στην ψευτοαριστοκρατική αντίληψη, πως η «καλή κοινωνία» «οι μορφωμένοι» πρέπει να ξεχωρίζουν από τον χυδαίο, τον αμόρφωτο όχλο. Είναι λοιπόν συντηρητική στο βάθος λύση και κάνει μεγάλο κακό. Η νεοδημοτική φράζει το δρόμο στην εθνική γλώσσα στην ομαλή της ανάπτυξη, διευκολύνει τους άτολμους τους υστερόβουλους, τους ολιγόπιστους, και συντελεί πολύπλευρα στη σημερινή γλωσσική αναρχία. Η νεοδημοτική είναι βλαβερό νεόπλασμα. Όσοι καλόπιστα τη χρησιμοποιούν ας συναιστανθούνε τη μεγάλη ευθύνη τους.
Από τα επιχειρήματα, που φέρνουνε οι νεοδημοτικιστές, θα συζητήσω σύντομα μόνο τρία. Αυτά προβάλλουν οι καλόπιστοι. Φαίνονται άλλωστε σοβαρά.
Πρώτο επιχείρημα: η σκοπιμότητα: Τη σκοπιμότητα προβάλλουν ακαταμάχητη οι καλόπιστοι, οι προοδευτικοί νεοδημοτικιστές. «Κάνουμε, και πρέπει να κάνουμε, μας λένε, υποχωρήσεις στην καθαρεύουσα. Έχουμε το σκοπό μας. Θέλουμε να διαβάζουν, τα άρθρα, τις μελέτες μας, τα προγράμματά μας, οι αντίπαλοί μας, να φωτιστούν και αυτοί. Η καθαρή δημοτική τους ερεθίζει, δε μας διαβάζουνε, και έτσι ζημιώνεται ο αγώνας για την προκοπή του λαού».
Ώστε η δημοτική γλώσσα ερεθίζει τους αντίπαλους σας, τους θυμώνει και όχι οι ιδέες σας, το πρόγραμμά σας, οι προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές αντιλήψεις σας; Τότε γιατί δε γράφετε στην απλή καθαρεύουσα; Δε νομίζετε, πως αυτό είναι πιο τίμιο; Με ποιο δικαίωμα νοθεύετε την εθνική γλώσσα τη μασκαρεύετε, και δημιουργείτε γλωσσική αναρχία;
Δεύτερο επιχείρημα: η διευκόλυνση:  « Η νεοδημοτική, μας λένε, οι οπαδοί της, μας διευκολύνει. Γράφουμε, χωρίς να πολυσκοτιζόμαστε για τη γλώσσα, χωρίς να χασομεράμε». «Και γι’ αυτό, για να μη χάνετε καιρό, γράφετε όπως σας καπνίσει, και βεβηλώνετε την εθνική μας γλώσσα; Γιατί δε γράφετε στην απλή καθαρεύουσα; ‘Η δεν την ξέρετε κι’ αυτή; Τι προσπαθείτε λοιπόν να κρύψετε με τη γλωσσική σας ασυδοσία; Την άγνοια, τη δειλία σας, ή την οκνηρία σας; ‘Η όλα μαζί;»
Τρίτο επιχείρημα: Η ανεπάρκεια:  « Η δημοτική δεν έχει τον πλούτο μας λένε, και την ευλυγισία για πολυσύνθετα νοήματα. Δεν επαρκεί για την επιστήμη. Ενώ η καθαρεύουσα τόσα χρόνια πλουτίζεται, έστρωσε, έπιασε στον επιστημονικό γραφτό λόγο».
Το τόνισα πολλές φορές. Καμιά γλώσσα ούτε στις περασμένες εποχές, ούτε σήμερα, δεν ξεπήδησε από την πρώτη στιγμή πλούσια και ευλύγιστη, πάνοπλη, όπως η Αθηνά από το κεφάλι του Δία. Το ίδιο και η εθνική μας γλώσσα δεν μπορούσε να ξεπηδήσει πάνοπλη. Παρουσίαζε και παρουσιάζει ακόμη κάμποσες αδυναμίες και στο λεξιλόγιο - στους επιστημονικούς όρους- και στα εκφραστικά μέσα σχετικά με την επιστήμη, όχι γιατί γεννήθηκε ανάπηρη, παρά επειδή, όπως είδαμε στη διαδρομή μας, δεν καλλιεργήθηκε, όσο χρειάζεται για το γραφτό επιστημονικό λόγο. Δε φταίει λοιπόν η δημοτική, φταίει η παρείσαχτη καθαρεύουσα, που της έφραξε το δρόμο, και φταίνε και οι δημοτικιστές εκείνοι, που ταμπουρώνονται πίσω από σοφιστικές δικαιολογίες και δεν την καλλιεργούνε στα έργα τους.
Μα αν, εδώ και μερικά χρόνια, η ανεπάρκεια είχε φαινομενικά κάποια βασιμότητα, σήμερα το επιχείρημα τούτο δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Η δημοτική γλώσσα έχει κυριαρχήσει πια στη λογοτεχνία, σ’ όλα τα είδη της, έχει καταχτήσει ορισμένους επιστημονικούς και φιλοσοφικούς κλάδους και προχωρεί να εκπορθήσει και δύο ακόμη από τα τελευταία φρούρια της καθαρεύουσας, την ιατρική και τη νομική επιστήμη. Και κατάχτησε τόσους επιστημονικούς κλάδους, γιατί πολλοί επιστήμονες δημοτικιστές και στη θεωρία και στη πράξη, καλλιέργησαν και καλλιεργούν με ενθουσιασμό και θυσίες, στα επιστημονικά τους έργα την εθνική γλώσσα, τη δημοτική, και την πλουτίζουν αδιάκοπα.
Η μεγαλύτερη  δυσκολία είναι οι επιστημονικοί όροι. Και βέβαια πρέπει να πλουτιστεί η δημοτική με τους κατάλληλους όρους σ’ όλους τους κλάδους της επιστήμης και της τεχνικής. Και τη δυσκολία τούτη την αντιμετώπισαν με αρκετή επιτυχία οι δημοτικιστές συγγραφείς. Και όπως λύθηκε ως τώρα για πολλούς επιστημονικούς το πρόβλημα το σχετικό με τους όρους, θα λυθεί και για όλους τους άλλους. Χρειάζεται μόνο προσοχή και επιμονή, δουλειά και κόπος.
Κυρίες και Κύριοι,
Φτάσαμε στο τέρμα. Προσπάθησα να δείξω τη μεγάλη σημασία που έχει για την παιδεία η δημοτική γλώσσα και πόσο επιταχτική είναι η ανάγκη να καθιερωθεί μοναδική γλώσσα και στον προφορικό και στο γραφτό λόγο η ζωντανή γλώσσα του λαού.
Θα κλείσω την ομιλία μου με την ακόλουθη πρόταση. Η Εταιρία Ελλήνων λογοτεχνών, σύμφωνα με την κοινωνική της αποστολή, να αναλάβει να οργανώσει ειδικό τμήμα, ή παράλληλη εταιρία με τον τίτλο «Γλώσσα και Παιδεία». Είμαι βέβαιος, πως όλοι οι προοδευτικοί, που θέλουν να μορφωθεί ο λαός και αγωνίζονται για την προκοπή του, θα πάρουνε μέρος. Θα είναι ο καλύτερος εορτασμός για τα εξήντα χρόνια του «Νουμά». Η ανάγκη να λυθεί το γλωσσικό ζήτημα συνειδητοποιείται ολοένα και βαθύτερα. Οι νέοι και οι νέες στο Δ’ Πανσπουδαστικό Συνέδριο ύψωσαν τη σημαία του δημοτικισμού. Το κάστρο της καθαρεύουσας, το Πανεπιστήμιο, πέφτει. Είναι βαθειά ικανοποίηση για όλους τους δημοτικιστές και ιδιαίτερα για μας τους παλαίμαχους αγωνιστές στη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση.

11. Εφημερίδα «ΑΥΓΗ» 9-5-1963 « ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ» Πρότεινε ο παιδαγωγός Κ. Σωτηρίου στη χθεσινή του διάλεξη 
Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΡΡΙΑ»
 «Η ΧΘΕΣΙΝΗ ΔΙΑΛΕΞΙ ΤΟΥ κ. Κ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ «Για να μορφωθή ο Λαός πρέπει να λυθή το γλωσσικό πρόβλημα» «Ο ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΜΜΙΑΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΣΧΕΣΙΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ» Προτείνεται ίδρυσι ειδικής εταιρίας. Του ΣΠ. ΦΑΝΑΡΙΩΤΗ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ
21/10/1962
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

ΟΠΩΣ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ
Νέοι Πτωχοπρόδρομοι
Ο ΛΑΟΣ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΤΗΝ ΑΤΥΧΙΑ ΝΑ ….ΧΑΣΗ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΑ
Άρχισε να ανησυχή ο δημοσιογραφικός, πολιτικός και επιστημονικός κόσμος της χώρας μας
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ: ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ
Ας πρωτοστατήσουν οι κυβερνητικοί οπαδοί της Δημοτικής
ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Του συνεργάτου μας κ. Π. ΧΑΛΚΕΝΤΕΡΟΥ
15/11/1962
ΑΥΓΗ



ΟΙ ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ
Ελευθερία και γλώσσα
Του ΝΙΚΟΥ ΚΑΤΗΦΟΡΗ
18/11/1962
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ


ΕΝΩ ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΦΘΑΣΕ ΣΤΟ ΑΠΡΟΧΩΡΗΤΟ
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟ ΑΠΟΡΘΗΤΟ Και το …..αυγό του Κολόμβου!
ΑΝΑΨΙΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟΣ
Τα ασυγχώρητα λάθη των δημοτικιστών
ΓΙΑΤΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Ο ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΣ ΚΥΚΕΩΝ
Του συνεργάτου μας κ. Π. ΧΑΛΚΕΝΤΕΡΟΥ
9/12/1962
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ


Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι
ή η γλωσσική αναρχία του υπουργού της Παιδείας

27/1/1963
ΑΥΓΗ
ΕΞΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ
«ΝΟΥΜΑΣ»: Η έπαλξη του μαχόμενου δημοτικισμού
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΒΟΥΡΝΑ
10/3/1963
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ ΔΕΝ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΤΟΥΣ ΓΛΩΣΣΑ
Η ΛΙΠΟΤΑΞΙΑ ΤΩΝ ΛΟΓΙΩΝ
Γιατροσόφια και κομπογιαννίτες
Η «ΕΝΙΑΙΑ» ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
 Θα περιπλέξη πιο πολύ το χάος της εκπαιδεύσεως
ΝΑ ΓΙΝΗ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ
 Η ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΣΤΑ ΓΡΑΠΤΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥΣ
Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω…Η καθαρεύουσα δεν είναι βιώσιμη
ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ Η ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ
Του συνεργάτου μας κ. Π. ΧΑΛΚΕΝΤΕΡΟΥ


Δεν υπάρχουν σχόλια: