Η «Επιθεώρηση Τέχνης» στο εξώφυλλό της έχει
δύο «φιγούρες»: τον «Ορφέα» του Ζάτκιν και την «Όρθια φιγούρα» του Μουρ. Ο
Σωτηρίου στέλνει ένα γράμμα στο «Λαϊκό Λόγο» με το ψευδώνυμο «Χαρίδημος
Γιατρέας» και κάνει κριτική στην «καλλιτεχνικότητα» του εξώφυλλου. Η
«Επιθεώρηση Τέχνης» απαντάει στο τεύχος του Γενάρη –Φλεβάρη 1966 και του ασκεί
σκληρή κριτική. Ο Σωτηρίου απαντάει μέσω
του «Λαϊκού Λόγου» πάλι με το ψευδώνυμο Χαρίδημος Γιατρέας και η απάντησή του
δημοσιεύεται στο φύλλο Φλεβάρης –Μάρτης 1966. Στο ίδιο τεύχος στην τελευταία
σελίδα (αρ.σελ.48) υπάρχει και η αναγγελία του θανάτου του Κώστα Σωτηρίου, κι
αυτό γιατί άργησε να κυκλοφορήσει το περιοδικό, τυπώθηκε στις αρχές του Μάη.
Στην ίδια σελίδα αναφέρεται και ο λόγος
που άργησε να κυκλοφορήσει.
Στο pdf: Λ.ΛΟΓΟΣ - ΕΠΙΘ. ΤΕΧΝΗΣ
1.)Το εξώφυλλο
της «Επιθεώρησης Τέχνης» Αρ. Τεύχους 128
Σεπτέμβριος 1965
2) «Λαϊκός
Λόγος» Δεκέμβρης 1965 αρ. φύλλου 5 σελ. 31
3-4)
«Επιθεώρησης Τέχνης» Αρ.Τεύχους 133-134 Γενάρης–Φλεβάρης 1966 σελ 119-120
5-6-7) «Λαϊκός
Λόγος» Αρ. φύλλου 7-8 Φλεβάρης – Μάρτης 1966 σελ. 36-37, Σελίδα 48
Η χειρόγραφες επιστολές: Χειρόγραφο
Η χειρόγραφες επιστολές: Χειρόγραφο
Κ. Δ. Σωτηρίου: Ένα
γράμμα στον Β. Ρώτα και απάντηση
Φίλε και δάσκαλέ μου Βασίλη Ρώτα
Διαβάζω με προσοχή και αγάπη το «Λαϊκό λόγο». Ευχαριστώ και εσένα και την άξια συνεργάτιδά σου Κα Βούλα Δαμιανάκου. Το
περιοδικό σας μου ανοίγει τα μάτια σε πολλά ζητήματα, με κάνει να
προβληματίζομαι, με μορφώνει.
Είμαι ένας απλός συνταξιούχος δάσκαλος. Καταφεύγω σε σας και
ζητάω τη βοήθειά σας. Τα κότσια μου δεν κρατάνε παραπάνω.
Διαβάζω, για να μορφώνομαι, το περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης». Βλέπω και διαβάζω
πολλά παράξενα στο περιοδικό αυτό. Ένα από τα ποιο παράξενα για μένα το φτωχό
δάσκαλο, είναι οι εικόνες – οι φιγούρες – που βάζει στο εξώφυλλο. Πολλές δεν
καταλαβαίνω γιατί τις βάζει. Για να μορφώσει αισθητικά τους αναγνώστες της;
Θέλει τάχα να προπαγαντίσει την «αφηρημένη», όπως τη λένε, τέχνη; Αυτό το
ερώτημα μένει χωρίς απάντηση μέσα μου. Μα ας είναι.
Όμως πάει να κρεπάρει το κεφάλι μου, με το εξώφυλλο του
τεύχους 128, Σεπτέμβρης 1965. Οι δυό φιγούρες που μας παρουσιάζει η «Επιθεώρηση
Τέχνης» στο εξώφυλλο αυτό, είναι, όπως μας λέει η ίδια, ο «Ορφέας» του Ζάτκιν
και η «Όρθια φιγούρα» του Μουρ (από τη Διεθνή της Γλυπτικής).
Ψάχνω να βρω, στο εξώφυλλο φυσικά, τον «Ορφέα» μα δεν τον
βρίσκω: Εκείνο που βλέπω, είναι ένας κορμός ακέφαλος (εκτός αν είναι κομμένο το
κεφάλι, ή έλιωσε από την πίκρα του και τα δάκρυά του για την Ευριδίκη) σαν κι
αυτούς που βλέπουμε στους ραφτάδες ή στις μοδίστρες.
Ψάχνω να βρω και την «Όρθια φιγούρα» του Μουρ, και βλέπω ένα
ψηλό, που φαίνεται να παρασταίνει ανθρώπινο πλάσμα – με κεφάλι μικρούτσικο
(κεφάλι, λέω, θα είναι αυτό που στέκει στην κορυφή) με το ένα χέρι σε ορθή
γωνία προς τα πάνω, με παραφουσκωμένα μούσκουλα και με τα δάχτυλα ανοιχτά, και
χωρίς παΐδια, εκτός αν ο καλλιτέχνης τα έχει παραστήσει με κάτι σαν άρπα.
Σε ρωτάω δάσκαλέ μου: Η «Επιθεώρηση Τέχνης» έβαλε τις δυό
αυτές φιγούρες στο εξώφυλλο γιατί τις θεωρεί πραγματικά καλλιτεχνήματα – τότε
ας κάνει και μάς να αιστανθούμε την καλλιτεχνικότητά τους – ή για σπαζοκεφαλιές
για τους ανίδεους αναγνώστες της; Μπορείς να με φωτίσεις; Η απάντησή σου καλό
θα είναι να δημοσιευθεί στο «Λαϊκό Λόγο» για να φωτιστούνε και πολλοί άλλοι,
ανίδεοι σαν και μένα
10-12-1965
Με σεβασμό και αγάπη
ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΓΙΑΤΡΕΑΣ
ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΧΑΡΗΔΗΜΟΥ
ΓΙΑΤΡΕΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ Ε.Τ.
«Λαϊκός Λόγος» Φλεβάρης
–Μάρτης 1966
Αριθ. φύλλου 7-8 σελ.
36-37
Φίλε και δάσκαλέ μου Βασίλη Ρώτα
Η καλή Επιθεώρηση Τέχνης (Ε.Τ.) καταδέχτηκε (τεύχος
133-134,6. 119) να απαντήσει στο γράμμα μου, που δημοσίεψες στο τσουχτερό
περιοδικό σας, το Λαϊκό Λόγο (φύλλο 5 σ. 31). Μεγάλη μου τιμή.
Μου τα έψαλε από την καλή. Με κορόϊδεψε, μ’ εύρισε. Με είπε
εξυπνάκια, πονηρό, αυτοδιαψευδόμενο και με κατώτερο «σόϊ ήθους». Ξέρω τα
τρεχάματά σου και τις αρώστειες σας και λέω να απαντήσω εγώ. Ελπίζω να τα
καταφέρω. Να η απάντησή της:
Δάσκαλε που δίδασκες
Στο καλό περιοδικό «Λαϊκός Λόγος» δημοσιεύεται γράμμα αναγνώστου του,
που ισχυρίζεται ότι είναι και αναγνώστης της «Ε.Τ.(«τη διαβάζει» λέει ,«για να
μορφώνεται» ) μ’ όλο που βρίσκει στις σελίδες της πολλά παράξενα κι ακατανόητα
για έναν φτωχό συνταξιούχο δάσκαλο σαν κι αυτόν. Και για τα άλλα μεν «παράξενα»
δε λέει τίποτα. Εκθέτει όμως με απόλυτη σαφήνεια την τρομερή σπαζοκεφαλιά που
του δημιούργησε το εξώφυλλό μας στο τεύχος του Σεπτέμβρη με τα δύο γλυπτά από
τη Διεθνή Έκθεση γλυπτικής, την «Όρθια φιγούρα» του Χένρυ Μουρ και το «Ορφέα»
του Ζάτκιν. Πάσκισε λέει, να βρη τον
«Ορφέα» και το μόνο που βρήκε ήταν ένας ακέφαλος κορμός. Έψαχνε να βρει και την
«όρθια φιγούρα» και βρήκε έναν «ψηλό» που αντί για παΐδια είχε κάτι σαν άρπα».(Δηλαδή
βλέπει ο δάσκαλος, άλλο που καμώνεται
πως δεν καταλαβαίνει τι βλέπει, και κάνει το λάθος να μπερδεύει τα
πράγματα εξεπίτηδες εκλαμβάνοντας το ένα για το άλλο). Και επιμένει πως δεν
καταλαβαίνει γιατί, μαθές, «η Ε.Τ.» έβαλε τις δυό αυτές φιγούρες εξώφυλλο,
γιατί τις θεωρεί πραγματικά καλλιτεχνήματα – τότε ας μας κάνει κι εμάς να
αιστανθούμε την καλλιτεχνικότητα τους- ή για να σπαζοκεφαλιάζουν οι ανίδεοι
αναγνώστες της;».
Είναι πασίγνωστος αυτός ο τρόπος της κριτικής, σε στυλ κάπως
εξυπνάκικης δήθεν αφέλειας, που με πολλή ελαφρή συνείδηση απορρίπτει όλη τη
μοντέρνα τέχνη επιχειρηματολογόντας…
καφενειακά. Εμείς δεν την
απορρίπτουμε, δεν νομίζουμε ότι σταμάτησε η γλυπτική στο Μιχαήλ Άγγελο ούτε στο
Ροντέν. Αλλά το θέμα δεν είναι αυτό, είναι η αξίωση πολλών ανθρώπων - και καλοπροαίρετων – να συμμορφώνεται
ένα περιοδικό αποκλειστικά με τα δικά
τους αισθητικά γούστα και μάλιστα όταν είναι γνωστό πόσο καθυστερημένη είναι η
αισθητική παιδεία και πόσο ανύπαρχτη – κάτι χειρότερο – στρεβλωτική είναι η καλαισθητική
αγωγή στην εκπαίδευσή μας και στην κοινωνία μας γενικά. Ο αισθητικός φανατισμός (και είναι φανατισμός το να επικρίνει κανείς
ένα περιοδικό γιατί δεν αγνοεί μισό – τουλάχιστον αιώνα τέχνης ή έστω, κάποιες
ισχυρότατες τάσεις στον αιώνα αυτό) έχει και κάποια αμαρτωλή καταγωγή σε μια
στείρα και καθηλωτική αντίληψη του ρεαλισμού που επικράτησε σαν δόγμα, στο
όνομα μάλιστα της προοδευτικότητας.
Αυτά γενικά. Στο «δάσκαλο» όμως χρωστάμε και μερικές ακόμα ειδικές
απαντήσεις. Πρώτα –πρώτα ότι αυτοδιαψεύδεται, αφού συνδυάζει την «έξυπνη» αυτή
κριτική με τη διαβεβαίωση –την εξυπνότερη – ότι διαβάζει την «Ε.Τ.» για να
μορφώνεται. Γιατί αν έλεγε αλήθεια, θα είχε διαβάσει στις σελ. 134 και επί του τεύχους την «Επιστολή προς
Αγρινιώτη» που κάνει ειδικά λόγο για τα έργα αυτά, όπως και για πολλά άλλα,
γλαφυρότατα γραμμένη από εξαιρετικά αρμόδιο πρόσωπο, το Γιάννη Μηλιάδη. Αυτό
ακριβώς το κείμενο προσφέρει στο «δάσκαλο» τα στοιχεία για να αισθανθεί –αν
θέλει- «την καλλιτεχνικότητα» καθώς επίσης και τις αρνητικές πλευρές αυτής της
τέχνης. Θα έβλεπε επίσης ο φιλομαθής ότι αυτό που τάχα το πέρασε για Ορφέα
είναι η «όρθια φιγούρα» του Μουρ.
Να συνεχίσουμε τώρα, ρωτώντας το «δάσκαλο» τι σόϊ ήθος είναι αυτό όταν
για απορίες που του γεννάει η «Ε.Τ.» απευθύνεται αλλού για να πάρει απάντηση;
(Ε.Τ. 133, 134, 6, 119)
Καλή μου Ε.Τ. σοφή η απάντησή σου. Βάζεις για τίτλο στην
απάντησή σου «Δάσκαλε που δίδασκες» . Μα για όνομα του Θεού, πως το έκανες αυτό
το λάθος; Εγώ ο φτωχός συνταξιούχος δάσκαλος το τόνισα μεγαλόφωνα, πως προσπαθώ
να μορφώνομαι και όχι να διδάξω. Το ομολογείς και συ η ίδια στην απάντησή σου.
Έπειτα μου λες, πως «καμώνουμαι πως δεν καταλαβαίνω τι
βλέπω» και μπερδεύω «τα πράγματα εξεπίτηδες». Δηλαδή, σα να λέμε, είμαι
κακόβουλος. Λοιπόν καλή μου Ε.Τ., ήμαρτον, συνχώρεσέ με. Η σπαζοκεφαλιά με ζάλισε και πήρα για «Ορφέα» την όρθια
φιγούρα του Μουρ και για όρθια φιγούρα τον Ορφέα του Ζάτκιν. Μα παρ’ όλο το
λάθος μου η ουσία δεν αλλάζει. Μιλάς καλή μου Ε.Τ., σοβαρά πως η όρθια φιγούρα
του Μουρ είναι καλλιτέχνημα; Δε βλέπεις και συ πως η όρθια αυτή φιγούρα είναι
ένας κορμός ακέφαλος σαν κι αυτούς που βλέπουμε στους ραφτάδες και στις
μοδίστρες; Δε χόρτασε και σένα το μάτι σου από τέτοια ακαλαίσθητα
ανουσιουργήματα; Και τι σου λέει ο Ορφέας του Ζάτκιν, ο ψηλός αυτός χωρίς
παΐδια, και για αντηχείο το κούφιο κουφάρι; Τι θέλει να εκφράσει ο Ζάτκιν μ’
αυτό το έξω από κάθε πραγματικότητα και έξω, θα έλεγα, από κάθε τι και την ποιο
τολμηρή – φυσιολογική όμως – φαντασία;
Και σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, μου γράφεις καλή μου Ε.Τ.,
πως «αυτοδιαψεύδομαι» γιατί, το τονίζεις, δε διάβασα τη γλαφυρότατη «επιστολή
του εξαιρετικά αρμόδιου Γιάννη Μηλιάδη». Και εδώ κάνεις πάλι λάθος. Τη διάβασα
και τη καλοδιάβασα. Τιμώ τον αρχαιολόγο Γιάννη Μηλιάδη. Μα η «επιστολή» δεν με
έπεισε, δε με φώτισε. Και ίσα ίσα γι αυτό ζήτησα να με φωτίσει ο δάσκαλός μου
Βασίλης Ρώτας.
Καλή μου Ε.Τ., το γεροντικό μυαλό μου δουλεύει ακόμη. Σε
βεβαιώνω, δεν είμαι ανάπηρος διανοητικά, ούτε κακόβουλος, ούτε «εξυπνάκιας»,
ούτε «έξυπνος». Αυτά τα κοσμητικά σου τα χαρίζω και συ χάρισέ τα στον συντάχτη
σου, που έγραψε την απάντηση. Και πες του ακόμη να μη βιάζεται να χαρακτηρίζει
τα επιχειρήματά μου «καφενειακά». Και πες του ακόμη πως δεν κατάλαβε το βασικό
θέμα που θέτω. Το ξαναλέω άλλη μια φορά.
Θεωρεί τις δυό φιγούρες – την όρθια φιγούρα και τον Ορφέα – «πραγματικά
καλλιτεχνήματα»; Και πιστεύει πως η αφηρημένη τέχνη είναι πραγματικά τέχνη ή
ακαταλαβίστικη σουρεαλιστική σπαζοκεφαλιά;
Ο μακαρίτης ο διευθυντής μου στο διδασκαλείο Παπασωτηρίου
έλεγε: «Να συζητάτε παιδιά, ελεύθερα χωρίς βρισιές. Γιατί όποιος βρίζει, δεν
έχει επιχειρήματα». Τα σοφά αυτά λόγια τα έχω βαθιά χαράξει στη μνήμη μου.
Χάραξέ τα και συ, καλή μου Ε.Τ. και πες στο συντάχτη σου να τα χαράξει κι αυτός
βαθιά στο μυαλό του. Γιατί όποιος βρίζει ντροπιάζει τον εαυτό του.
Λοιπόν η αφηρημένη τέχνη είναι τέχνη; Και τα αφηρημένα έργα
είναι πραγματικά καλλιτεχνήματα; Ομολογώ πως δεν κρατάνε τα κότσια μου ν’
απαντήσω. Πήγα να συμβουλευθώ έναν άλλο πραγματικά σοφό. Και να τι μου είπε.
Αντιγράφω την απάντησή του. Μελέτησέ την και συ, καλή μου Ε.Τ. Κάτι θα ωφεληθείς.
ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
«Μόνον όταν ο καλλιτέχνης μας δίνει την αλήθεια με κατανοητή
καλλιτεχνική μορφή ή το αντίστροφο, όταν η καλλιτεχνική μορφή εκφράζει αλήθειες
προοδευτικές –επαναστατικές για την εποχή τους – με άλλα λόγια: μόνον όταν
υπάρχει η ενότητα: ωραίο –αλήθεια ή αλήθεια –ωραίο, μόνο τότε έχουμε πραγματικά
υψηλή και βαθιά αληθινή – και κατά συνέπεια προοδευτική επαναστατική-τέχνη.
Στην πραγματική τέχνη η ολοφάνερη, η μαστορική μορφή και το
προοδευτικό – ιδεολογικό περιεχόμενο είναι πάντοτε ενότητα διαλεχτική».
ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ
«Είναι μια από τις βασικές κατευθύνσεις στη σύγχρονη αστική
τέχνη και δείχνει σαφέστερα από κάθε τι άλλο τον ξεπεσμό του πολιτισμού στο
κεφαλαιοκρατικό καθεστώς. Τη λένε ακόμη και τέχνης δίχως περιεχόμενο. Οι
θεωρητικοί της, ο Μ. Σέφοο, λογουχάρη χαρακτηρίζει αφηρημένο το έργο τέχνης που
«δεν κλείνει μέσα του καμιά υπόμνηση, καμιά αντανάκλαση από την αισθητή
πραγματικότητα». Η αφηρημένη τέχνη είναι το κατάντημα όπου έφτασε με λογική συνέπεια ο κυβισμός, ο
φουτουρισμός και τα άλλα φορμαλιστικά ρεύματα στην τέχνη.
Πρωτοφανερώνεται στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας.
Εκπρόσωποί της σε πολλές χώρες: στη Ρωσία ο Κ. Μάλεβιτς, στη Γαλλία ο Ρ.
Ντελονέ, στην Ολλανδία η ομάδα του «Στυλ». Ύστερα από το δεύτερο Παγκόσμιο
Πόλεμο η αφηρημένη τέχνη ανθίζει σε πολλές αστικές χώρες και ιδιαίτερα στις
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής: Τζ.
Πόλλακ, Μ. Ρότκο κ.α.
Γνωσιολογικές ρίζες από όπου βλασταίνει η αφηρημένη τέχνη
είναι ο υποκειμενισμός και ο ιδεαλισμός. Είναι φυσικό να βρίσκεται μακριά από
τη ζωή. Στην αφηρημένη τέχνη δεν υπάρχει η ενότητα ανάμεσα στη μορφή και στο
περιεχόμενο. Ο καλλιτέχνης ορθώνει το ενορατικό στοιχείο αντιμέτωπο στο λογικό,
την καλλιτεχνική φόρμα αντιμέτωπη στο ιδεολογικό περιεχόμενο. Αρνείται και δε
θέλει να απεικονίσει στην τέχνη τις τυπικές μορφές που βλέπουμε στους
ανθρώπους, τα πραγματικά γεγονότα που ξετυλίγονται στο περιβάλλον τους. Έτσι
όμως καταντάει ανίκανη να εκφράσει στα καλλιτεχνήματά της το νόημα και τους
σκοπούς που έχει η ζωή του ανθρώπου. Στοιχεία σύμφυτα στην πραγματική τέχνη
είναι η ενσάρκωση του ωραίου και τα δραματικά στοιχεία που υπάρχουν στη ζωή.
Αντί γι αυτά, η αφηρημένη τέχνη εκφράζει λέει, κάποια μυστική «πνευματική
πραγματικότητα», την «ενορατική ενέργεια», τους «κραδασμούς» που συμβαίνουν στο
υποσυνείδητο του ανθρώπου.
Με δυό λόγια, γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν την αφηρημένη
τέχνη είναι τα ακόλουθα:
1ο) Διαστρεβλώνει, ως το μη παρέκει τις
πραγματικές μορφές κι έτσι διαλύει πέρα για πέρα την καλλιτεχνική φόρμα και
2ο) μετατρέπει τις μορφές σε ένα χάος από
μουντζαλιές, κουκίδες, επιφάνειες και όγκους που δεν έχουν κανένα νόημα»
26-4-1966
ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΓΙΑΤΡΕΑΣ
Υ.Γ.
α) Με ρωτάς καλή μου Ε.Τ., ποια είναι τα πολλά παράξενα και
γιατί δεν τα αναφέρω. Από τα πολλά αναφέρω μόνο ένα: Το αντιμυθιστόρημα του
Βασιλικού με το χυδαίο πορνογραφικό περιεχόμενο, καθώς και στο διήγημά του σε
κάποιο άλλο τεύχος σου. Αν εσύ καλή μου Ε.Τ., δεν τα βρίσκεις παράξενα, τι φταίω
εγώ;
β) Ο συντάχτης σου με ρωτάει «τι σόϊ ήθος είναι» το δικό
μου, που δεν έστειλα το γράμμα μου σε σένα καλή μου Ε.Τ., για να λύσεις τις
απορίες μου. Και άλλη μια βρισιά ακόμη. Μα λησμονάει ο συντάχτης σου τι τράβηξε
ο κορυφαίος κριτικός Μάρκος Αυγέρης; Και πόσους μήνες βασανίστηκε για να
καταδεχτείς να δημοσιέψεις την απάντησή του στον ευνοούμενό σου συγγραφέα;
ο ίδιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου