Το άρθρο αυτό του Κώστα Σωτηρίου γράφτηκε στις
13
Οχτώβρη 1947 και ο Σωτηρίου το υπογράφει σαν Κώστας Σιδερίτης.
Δεν
αναφέρεται που έχει δημοσιευθεί.
Στο
αρχείο του υπάρχει το χειρόγραφο και το δακτυλογραφημένο
κείμενο.
Εδώ μπορείτε να κατεβάσετε το χειρόγραφο σε pdf: Το χειρόγραφο
Το νεοφασιστικό ελληνικό κράτος
παίρνει συστηματικά όλα τα μέτρα, για να κρατάει το λαό στην αμορφωσιά και στο
πνευματικό σκοτάδι και να υποτάξει την ηρωική νεολαία μας στους αντεθνικούς
σκοπούς του. Χιλιάδες σχολεία μένουν κλειστά, τα καμένα σχολικά χτίρια μένουν
ακόμη ερειπωμένα. Χιλιάδες σχολεία εξακολουθούν να είναι επιταγμένα. Μέσα στην
ίδια την πρωτεύουσα τα καλύτερα σχολικά χτίρια είναι στρατώνες, αποθήκες, και
στρατιωτικά νοσοκομεία. Και κάθε μέρα επιτάσσονται σ’ όλες τις πόλεις και άλλα
σχολεία, για να στεγαστούν οι χιλιάδες πρόσφυγες που ξεσπιτώνει ο
αγγλοαμερικανικός ιμπεριαλισμός , με τον εμφύλιο πόλεμο, που αυτός τον άναψε
και τον τροφοδοτεί. Πολλαπλασιάζονται τα δίδαχτρα, τα εκπαιδευτικά τέλη, τα
εξέταστρα και οι ποικιλόμορφες εκπαιδευτικές φορολογίες σ’ όλα τα σχολεία από
το δημοτικό ως το πανεπιστήμιο. Στο γυμνάσιο η εγγραφή μόνο ανέβηκε στις
τριάντα χιλιάδες και έφτασαν τα δίδαχτρα τις τριακόσιες χιλιάδες δραχμές το
χρόνο στο πολυτεχνείο. Περιορίζεται ολοένα και περισσότερο ο αριθμός των «εισακτέων»
στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τη στιγμή που η Ελλάδα χρειάζεται στρατό
επιστήμονες για την ανασυγκρότηση και
την ανοικοδόμηση. Κλείνουν οι
μισόκλειστες πόρτες της μέσης και ανώτερης παιδείας για τα παιδιά του λαού, και
η παιδεία γίνεται όλο και περισσότερο προνόμιο των λίγων. «Όσοι είναι φτωχοί,
να μη σπουδάζουν» να ποια είναι η μια πλευρά της εκπαιδευτικής πολιτικής, που
εφαρμόζουν οι μεταδεκεμβριανές φασιστικές κυβερνήσεις.
Οι διωγμοί, η «εξυγίανση» και οι
εκτοπισμοί των εκπαιδευτικών συνεχίζονται. Το υπουργείο της παιδείας αποδιώχνει
κάθε προοδευτικό κρατικό λειτουργό της παιδείας. Μαθητές αποβάλλονται για τα
πατριωτικά τους φρονήματα, πολλοί σπουδαστές μένουν στα ξερονήσια του θανάτου
εκτοπισμένοι, και άλλοι αποκλείονται, γιατί δεν προσκομίζουν από την «ειδική
ασφάλεια» πιστοποιητικά για τα κοινωνικά τους φρονήματα μαζί με τα δαχτυλικά
αποτυπώματα. Το δοσιλογικό αντιλαϊκό πνεύμα στρογγυλοκάθεται στην παιδεία
και η καθαρεύουσα ξαναμπαίνει στο
δημοτικό σχολείο, θριαμβευτικά στις ανώτερες τάξεις και μασκαρεμένη στις τρεις
κατώτερες.
Και ενώ εδώ η φασιστική ξενόδουλη
κυβέρνηση εγκαθιδρύει το αστυνομικό κράτος μέσα στα σχολεία και κάνει ότι
μπορεί για να στεριώσει τη φασιστική παιδεία, επάνω εκεί στις απελευτερωμένες
από το δημοκρατικό στρατό περιοχές ανοίγουν τα σχολεία σ’ όλα τα χωριά,
αναγνωρίζεται στα παιδιά του λαού το δικαίωμα να μορφωθούν, η εκπαιδευτική
μεταρύθμιση οργανώνεται μεθοδικά, και το Γενικό Αρχηγείο του Δημοκρατικού
Στρατού της Ελλάδας με την πράξη αρ. 5 (δημοσιεύτηκε στην ΚΟΜΕΠ – Οχτώβρης 1947
σελ. 467) αρχίζει να χτίζει μέσα στη Λαϊκή Δημοκρατία και το οικοδόμημα της
γνήσιας δημοκρατικής παιδείας.
Δυό είναι τα σπουδαιότερα μέτρα
που παίρνει το Γενικό Αρχηγείο με την πέμπτη πράξη «για την οργάνωση της λαϊκής
εκπαίδευσης». Δεν μπορούσε άλλωστε μέσα στις σημερινές συνθήκες να απλώσει
περισσότερο την εκπαιδευτική μεταρύθμιση. Με τα δυό όμως αυτά μέτρα χτίζει τα
πρώτα θεμέλια της δημοκρατικής παιδείας. Και τα μέτρα αυτά είναι:
α! Επίσημη γλώσσα είναι η δημοτική. Σ’ αυτήν γίνεται η
διδασκαλία σ’ όλες τις τάξεις (άρθρο 4) και β! «Για τα παιδιά που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες
ιδρύονται ιδιαίτερα σχολεία από τα Λαϊκά Συμβούλια. Η διδασκαλία γίνεται στη
γλώσσα της μειονότητας» (άρθρο 5).
α! Το Γενικό Αρχηγείο χτίζει μεθοδικά τη Λαϊκή Δημοκρατία.
Και όπως η Π.Ε.Ε.Α. και το «Εθνικό Συμβούλιο» με το ιστορικό του ψήφισμα στους
Κορυσχάδες της Ευρυτανίας το Μάη του 1944, έτσι και το Γενικό Αρχηγείο, εκτός από τα άλλα, λύνει με την πέμπτη
«πράξη» του ριζικά και χωρίς κανένα συμβιβασμό και το άλυτο ως τώρα γλωσσικό
πρόβλημα. Η επίσημη καθιέρωση της εθνικής μας γλώσσας, της δημοτικής, έχει
διπλή σημασία, παιδαγωγική και εθνική.
Είναι αξίωμα της παιδαγωγικής
επιστήμης, πως βάση για την πρώτη διδασκαλία πρέπει να είναι η μητρική γλώσσα.
Το μικρό παιδί, όταν πρωτομπεί στο σχολείο, δεν είναι άγλωσσο. Έχει αναπτύξει
σε μεγάλο βαθμό το γλωσσικό του όργανο. Το έχει καλλιεργήσει μέσα στη ζωή, και
το χρησιμοποιεί ολοένα και καλύτερα για τη ζωή του. Μ’ αυτό έχει γνωρίσει τη
γύρω του φύση, μ’ αυτό επικοινωνεί με τους γύρω του ανθρώπους και προάγει την
αυτομόρφωσή του, μ’ αυτό εκφράζει τον εσωτερικό του κόσμο και ικανοποιεί τις
δικές του ανάγκες. Το γλωσσικό όργανο του παιδιού είναι η μητρική του γλώσσα.
Δουλειά του σχολείου είναι να καλλιεργήσει συστηματικά το γλωσσικό τούτο
όργανο, να το πλουτίσει, να το αναπτύξει. Μόνον έτσι θα βοηθήσει το παιδί να μορφωθεί
πραγματικά.
Το νεοελληνικό όμως κράτος,
αντιδραστικό και αντιλαϊκό από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκε, πέταξε έξω από
το σχολείο τη μητρική γλώσσα, τη γλώσσα του ελληνικού λαού – τη θεωρούσε χυδαία
και βάρβαρη! – και στη θέση της έβαλε την καθαρεύουσα, μια γλώσσα φτιαχτή και
νεκρή, που κανένας δεν μιλούσε ούτε μέσα
ούτε έξω από το σχολείο. Έτσι το σχολείο
αντί να οικοδομούσε, γκρέμιζε, και αντί να μορφώνει, αποβαρβάρωνε. Το παιδί
πάθαινε γλωσσική παράλυση, γινόταν άγλωσσο, και αγωνιζόταν όχι να μορφώνεται,
όχι να μαθαίνει τα πράγματα, παρά να παπαγαλίζει τα καινούργια άψυχα ονόματά
τους και να χορταίνει με τις λέξεις. Και τα παιδιά του λαού έβγαιναν από το
δημοτικό σχολείο αμόρφωτα, απροσανατόλιστα στη ζωή, και ανίκανα να ζήσουν. Από
το γλωσσικό τούτο εφιάλτη, την καθαρεύουσα, λυτρώνονται τα παιδιά του λαού με
την καθιέρωση της δημοτικής, και γκρεμίζεται ένας από τους μεγαλύτερους φραγμούς
στην πρόοδό τους.
Μα πέφτει και ένας από τους πιο
γερούς προμαχώνες της αντίδρασης, φραγμός στην πρόοδο του λαού. Ξέρουμε, πως η
αστική τάξη σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες στην προοδευτική της εξόρμηση έλυσε
εδώ και δυό τρεις αιώνες το γλωσσικό πρόβλημα, καθιέρωσε την εθνική γλώσσα, και
άνοιξε το δρόμο για να καλλιεργήσει κάθε έθνος τις πνευματικές του ικανότητες
και να δημιουργήσει τον πολιτισμό του.
Σε μας όμως η αστική τάξη πρόδωσε
τον ιστορικό της ρόλο συμβιβάστηκε με τα νεοελληνικά φεουδαρχικά στοιχεία,
πέρασε από τα πρώτα της βήματα στην αντίδραση, πρόβαλε στον ελληνικό λαό το
πλανερό αντιλαϊκό ιδανικό της «Μεγάλης Ιδέας» και άφησε άλυτα όλα τα
αστικοδημοκρατικά προβλήματα και μαζί τους και το γλωσσικό πρόβλημα. Δεν άκουσε
τη φωνή των φωτισμένων δημοτικιστών μεγάλων του Έθνους δασκάλων. Δεν άκουσε τις
διαμαρτυρίες των προοδευτικών παιδαγωγών. Αγνόησε τις μορφωτικές ανάγκες του
λαού. Δεν έκανε την παιδεία συντελεστή στην προκοπή του Έθνους. Αντιδραστική όπως ήταν, διαπότισε την παιδεία
με το αντιδραστικό θεοκρατικό πνεύμα, με στυλοβάτη την αρχαϊζουσα στην αρχή,
την καθαρεύουσα έπειτα. Το δημοτικισμό, που στην εξέλιξή του συμπύκνωσε όλα τα
δημοκρατικά προβλήματα, τον κυνήγησε η αστική τάξη με όλα τα μέσα έχοντας
συμπαραστάτη της την Εκκλησία και το Πατριαρχείο. Και συκοφάντησε αδιάντροπα
τους δημοτικιστές τους παρουσίαζε πουλημένους στην τσαρική Ρωσία και όργανα των
πανσλαβιστών για να αντικόψει κάθε προοδευτική κίνηση. Θέλησε να κρατήσει το
λαό βυθισμένο στην αμορφωσιά και το
πνευματικό σκοτάδι, για να τον αποκοιμίζει με περσμένα μεγαλεία, για να τον
παραπλανά με ψεύτικα όνειρα και να τον εκμεταλλεύεται, για να τον έχει πειθήνιο
όργανο και να τον σέρνει θύμα στο άπιαστο πουλί της «Μεγάλης Ιδέας». Διόλου
λοιπόν περίεργο, που το σημερινό φασιστικό κράτος αποδιώχνει τη δημοτική από τα
δημοτικά σχολεία, όπου είχε κρυφομπεί τα τελευταία χρόνια έπειτα από τόσους
αγώνες. Τον προμαχώνα τούτον της αντίδρασης, την καθαρεύουσα, την γκρεμίζει το
Γενικό Αρχηγείο με την ιστορική πέμπτη
πράξη του, και ανοίγει το δρόμο για την πρόοδο και την ανάπτυξη του
νεοελληνικού πολιτισμού.
β! Μα και έναν άλλον προμαχώνα της φασιστικής αντίδρασης
γκρεμίζει το Γενικό Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού, τον ιμπεριαλιστικό
προμαχώνα του «σλαβικού κιντύνου». Με την πέμπτη «πράξη» αναγνωρίζει το Γενικό
Αρχηγείο στις εθνικές μειονότητες τα δικαιώματά τους. Ιδρύει ξεχωριστά σχολεία
«για τα παιδιά που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες» και ορίζει «η διδασκαλία να
γίνεται στη γλώσσα της μειονότητας» στη μητρική δηλαδή γλώσσα των παιδιών. Έδειξα
παραπάνω τη μεγάλη παιδαγωγική σημασία που έχει η μητρική γλώσσα για την
ανάπτυξη και το άνθισμα του παιδικού οργανισμού. Η απόφαση όμως του Γενικού
Αρχηγείου έχει ακόμη και τεράστια πολιτική και εθνική σημασία.
Ο ελληνικός λαός αιώνες είχε
ζήσει ειρηνικά και συνεργαζόταν με τους άλλους βαλκανικούς λαούς. Όλοι τους
είχαν ένα κοινό εχθρό τον τούρκο καταχτητή. Την ειρηνική συμβίωση και
συνεργασία την πολέμησε με όλα τα μέσα η πλουτοκρατική ολιγαρχία όταν πήρε την
εξουσία στα χέρια της με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Ύψωσε τη σημαία
της «Μεγάλης Ιδέας» καλλιέργησε το φυλετικό μίσος και την εχθρότητα, για να
υποδουλώσει και να εκμεταλλεύεται τους γειτονικούς βαλκανικούς λαούς. Και το
ελληνικό κράτος, ενώ έχει αναγνωρίσει τα δικαιώματα στην τουρκική μειονότητα στη
Δυτική Θράκη, χρόνια τώρα καταδυναστεύει και καταπιέζει τη μικρή
σλαβομακεδονική μειονότητα. Ήθελε να πνίξει τον εθνισμό της, με πρόσχημα την
αυτονομιστική της διάθεση και τον βαλκανικό ανταγωνισμό, που ίσα - ίσα το ίδιο
το κράτος τα καλλιεργούσε με τα βάρβαρα αντεθνικά μέτρα του. Οι νεοφασιστικές
ξενόδουλες μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις προχώρησαν ακόμη περισσότερο. Με το
σύνθημα του «σλαβικού κιντύνου»[1] κήρυξαν
τη σλαβομακεδονική μειονότητα σε εξοντωτικό διωγμό, μολονότι οι σλαβόφωνοι της
Μακεδονίας – έλληνες πολίτες – πολέμησαν μαζί με τον ελληνικό λαό τον ιταλό
φασίστα στα αλβανικά βουνά και πήρανε μέρος στον αγώνα της Εθνικής Αντίστασης.
Ξέρουμε ποιοι είναι εκείνοι, που
προβάλλουν το φάντασμα του σλαβικού κιντύνου. Είναι η δοσιλογική πλουτοκρατία
και οι ξένοι προστάτες της, οι Άγγλοι και Αμερικανοί, οι καινούργιοι καταχτητές
της χώρας μας, οι τροφοδότες του εμφυλίου πολέμου, οι εμπρηστές της ειρήνης.
Βλέπουμε καθαρά ποιοι είναι οι
σκοποί τους. Με την ψευτιά του «σλαβικού κιντύνου» η σημερινή νεοφασιστική
πλουτοκρατία εκμεταλλεύεται το πατριωτικό αίστημα του ελληνικού λαού και
ολοκληρώνει την αντεθνική πολιτική της. Θέλει να αναστηλώσει το γκρεμισμένο
λάβαρο της «Μεγάλης Ιδέας» , μολονότι πρόδωσε και θυσίασε τις πραγματικές
εθνικές διεκδικήσεις. Θέλει να αποτραβήξει την προσοχή του ελληνικού λαού από
την τραγική πραγματικότητα, που η ίδια δημιούργησε. Θέλει να κρύψει την προδοσία και το
δοσιλογισμό της, και την καινούργια προδοσία της, το ξεπούλημα της Ελλάδας στον
αγγλοσαξωνικό ιμπεριαλισμό. Θέλει να παρουσιάσει προδοτικό τον αγώνα του
ελληνικού λαού και του Δημοκρατικού Στρατού για την ανεξαρτησία της πατρίδας
και το χτίσιμο της Λαϊκής Δημοκρατίας και στη χώρα μας.
Το «σλαβικό κίντυνο» τον
αναζωπύρωσε και τον καλλιεργεί με όλα τα μέσα και ο αγγλοσαξωνικός
ιμπεριαλισμός. Φανεροί οι σκοποί του. Με το πρόσχημα να μας προστατέψει από
τους βόρειους γείτονες εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και την έκανε νεοφασιστικό
αντιβαλκανικό προγεφύρωμα. Τροφοδοτεί τον εμφύλιο πόλεμο, που άναψε, για να
διαιωνίσει την αναταραχή στα Βαλκάνια, για να δημιουργήσει καινούργιες
συγκρούσεις, για να χτυπήσει τις γειτονικές λαϊκές δημοκρατίες, για να
προκαλέσει ξενική επέμβαση, για να αναστηλώσει την ερειπωμένη οικονομική και
πολιτική κυριαρχία του στη νοτιοανατολική και κεντρική Ευρώπη. Ο σλαβικός
λοιπόν κίντυνος κρύβει ιμπεριαλιστικά, αντιβαλκανικά, και αντεθνικά συμφέροντα.
Βλέπουμε που μας οδηγεί η
αντεθνική τούτη πολιτική, που τόσο δουλικά εφαρμόζει η σημερινή Κυβέρνηση. Και
ξέρουμε πως ο μόνος σωστός δρόμος – και αυτόν βαδίζει με αυτοθυσία και ηρωισμό
ο Ελληνικός λαός – είναι να αποχτήσουμε την ανεξαρτησία, να χτίσουμε τη Λαϊκή
Δημοκρατία και να συνεργαστούμε φιλικά και ισότιμα με τους γειτονικούς λαούς.
Μας συνδέουν οι κοινοί αγώνες κατά του τούρκου καταχτητή. Μας συνδέουν κοινά οικονομικά
συμφέροντα.
Ένα πρώτο βήμα για την ειρηνική
συμβίωση και τη φιλική συνεργασία με τις γειτονικές λαϊκές δημοκρατίες είναι να
αναγνωρίσουμε κι εμείς στις εθνικές μειονότητες τα δικαιώματά τους. Το Γενικό
Αρχηγείο με την ιστορική πέμπτη «πράξη» του χτυπάει τις ιμπεριαλιστικές
μηχανοραφίες, και βάζει το πρώτο θεμέλιο για τη συνεργασία και τη φιλία με τους
βαλκανικούς λαούς. Δεν είναι λοιπόν μόνον ανθρωπιστική, είναι κόμη και βαθιά
δημοκρατική και εθνική η απόφασή του.
Με την πέμπτη «πράξη» το Γενικό Αρχηγείο χτίζει τα πρώτα
θεμέλια της δημοκρατικής παιδείας. Και όσο απλώνει τη νικηφόρα δράση του, όσο
χτίζει τη Λαϊκή Δημοκρατία και στη χώρα μας, τόσο θα οργανώνει και θα απλώνει
και τη ριζική εκπαιδευτική μεταρύθμιση, τόσο το φως θα νικάει το νεοφασιστικό
σκοταδισμό.
13- Οχτώβρη -1947
[1] Γιάννη Ζεύγου «Ο σλαβικός κίνδυνος» Αθήνα 1947 –
Εκδόσεις της κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. αριθ. 18
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου