Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

Κώστα Σωτηρίου : "Πως πρέπει να διαβάζουμε","Πως πρέπει να μιλάμε","Πως πρέπει να γράφουμε"

Στις αρχές του 1946 η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ «ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ»» ΤΟΥ Κ.Κ.Ε. στο πρόγραμμα μαθημάτων περιέλαβε και τέσσερα μαθήματα «Διδαχτικής»: «Πως πρέπει να μελετάμε»- «Πως πρέπει να μιλάμε»- «Πως πρέπει να γράφουμε»- «Πως πρέπει να διαβάζουμε» . Τις τέσσερεις αυτές διαλέξεις τις ανέθεσε στον Κώστα Σωτηρίου και την Ρόζα Ιμβριώτη. Σχετικό έγγραφο Λήψη σε pdf :Πρόγραμμα
Ο Κώστας Σωτηρίου έγραψε: 1. Μάθημα πρώτο «Πως πρέπει να διαβάζουμε». Στο αρχείο του υπάρχει το σχέδιο της ομιλίας (χειρόγραφο) και ολόκληρη η ομιλία (χειρόγραφο). 2. Μάθημα δεύτερο 19-2-1946 «Πώς πρέπει να μιλάμε». Στο αρχείο του υπάρχει ολόκληρη η  ομιλία (χειρόγραφο) . 3. Ομιλία Τρίτη 26-2-1946 «Πως πρέπει να γράφουμε». Στο αρχείο του υπάρχει μόνο το σχέδιο της ομιλίας (χειρόγραφο).
Από την «Κομματική Σχολή «Δημήτρης Γληνός»» κυκλοφόρησαν τότε δακτυλογραφημένα: 1. Περίληψη των δυό πρώτων διαλέξεων του Κώστα Σωτηρίου, με κάποιες προσθήκες.  Λήψη σε pdf:: Η ΠΕΡΙΛΗΨΗ  και 2. Ολόκληρη η διάλεξη «Πως πρέπει να διαβάζουμε». Λήψη σε pdf:: Η ΔΙΑΛΕΞΗ
Επίσης στο αρχείο του υπάρχει δακτυλογραφημένες οι τρείς ομιλίες (διαγράμματα) που έκανε ο Γληνός το 1937 στην Ακροναυπλία με γενικό τίτλο «Οδηγός στη Μόρφωση». Λήψη σε pdf:   Δ. ΓΛΗΝΟΣ "ΟΔΗΓΟΣ ΣΤΗ ΜΟΡΦΩΣΗ" 1937
Και τις τρείς ομιλίες του Κώστα Σωτηρίου (χειρόγραφα) μπορείτε να τις διαβάσετε παρακάτω :


Μάθημα πρώτο
"Πως πρέπει να διαβάζουμε"
(Το σχέδιο)
Λήψη σε pdf:: ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ

«Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά
 τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή»
Δ. Γληνός

Πρόλογος: Τα τρία θέματα που θα πραγματευθώ. Πως πρέπει  α)να διαβάζουμε β) να μιλάμε γ) να γράφουμε, είναι στενά συνδεμένα το ένα μα το άλλο, αποτελούν έναν κύκλο, έναν οδηγό για την αυτομόρφωση. Σήμερα θα μιλήσω για το πρώτο «Πως πρέπει να διαβάζουμε».
Ας σκαφτούμε μαζί το θέμα. Μας παρουσιάζει τα ακόλουθα τρία προβλήματα.
1. Χρειάζεται το διάβασμα; Ποιο είναι το λειτούργημά του; Γιατί λοιπόν πρέπει να διαβάζουμε;
2. Αν ναι, τότε τι πρέπει να διαβάζουμε;
3. Πως πρέπει να διαβάζουμε;

Α! Χρειάζεται και σε τι το διάβασμα. Γιατί πρέπει να διαβάζουμε;
α. Τι γίνεται σήμερα
- Όλος ο κόσμος διαβάζει.(ο αναλφαβητισμός κατάρα πληγή).
Πως διαβάζει όμως; Τέσσερα είδη διαβάσματος ανάλογα με το σκοπό.
1.   Πολλοί μα παραπολλοί διαβάζουν για να περάσουν την ώρα. Διαβάζουν εφημερίδες (ακόμη και ενοικιαστήρια) περιοδικά, ελαφρά, μυθιστορήματα, διηγήματα ακόμη και βιβλία διάφορα, για να ξεφύγουν από την πλήξη, από την ανία και όχι για να μορφωθούν. Όλοι αυτοί, αξιολύπητοι στο βάθος ή είναι α) αυτοϊκανοποιημένοι, δεν έχουν προβλήματα, κανένα σκοπό στη ζωή ή β) δεν έχουν βρει το δρόμο τους ή δεν μπορούν να τον βαδίσουν  από εσωτερικά προπάντων εμπόδια και σέρνουν άπραγοι τα βήματά τους, και ξεγελούν τον εαυτό τους. Γι αυτό το διάβασμα τούτο είναι παθητικό, ναρκωτικό, ξεγέλασμα του εαυτού τους, επιπόλαιο, άρα άκαρπο και βλαβερό με αποτέλεσμα τη ψευτομόρφωση.
2.   Πάρα πολλοί διαβάζουν για τέρψη, προπάντων περιοδικά ελαφρά και μυθιστορήματα. Είναι οι πελάτες του Μπουκέτου κ.τ.λ. , των πορνογραφικών και περιπετειακών μυθιστορημάτων. Αυτοί είναι α) ανικανοποίητοι και ζητούν φανταστική ικανοποίηση γι αυτό η τέρψη και β) δούλοι στα ακαλλιέργητα πρωτόγονα ένστιχτα, ιδιαίτερα στο σεξουαλικό και ζητούν ερεθισμούς, εντρυφούν. Και το διάβασμα αυτό παθητικό, ξεγέλασμα ή διεγερτικό, βλαβερό, γιατί ή φυγή, ή εμποδίζει την εξύψωση.
3.   Διάβασμα για καλλιτεχνική συγκίνηση: Αληθινά έργα τέχνης; Μεγάλων ποιητών και λογοτεχνών π.χ. Αντιγόνη του Σοφοκλή, Προμηθέας Αισχύλου, Ιφιγένεια, Φάουστ, Γκόρκι, Παλαμάς κ.τ.λ. Το διάβασμα αυτό άμα γίνει όπως πρέπει, είναι εξυψωτικό, ενεργητικό, μορφωτικό, ψυχοκινητικό, λυτρωτικό, τέρπει βαθύτατα, μας υψώνει στη σφαίρα του ωραίου και μας ανυψώνει.
4.   Διάβασμα για μόρφωση γενική και ειδική. Το διάβασμα τούτο είναι βαθιά μορφωτικό.

β! Τι θα πει μόρφωση
1.   Από ψυχολογική άποψη =γνώση του γύρω κόσμου, εξοπλισμός με γνώσεις, άρα γνώση όργανο για λύση προβλημάτων. Ποσοτική- ποιοτική μόρφωση.
2.    Από κοινωνιολογική άποψη= πλουτισμός με πείρα επαληθεμένη, δικαιωμένη στην πράξη.

γ! Γενική και ειδική μόρφωση
Γενική μόρφωση: Ο άνθρωπος , - η φύση – η κοινωνία –Παραδείγματα
Άρα γενική μόρφωση βάση για ειδική. Παραδείγματα: Ο επιστήμονας, ο υπάλληλος, ο αγρότης ,ο εργάτης.

δ! Γιατί πρέπει να διαβάζουμε;= Για να μορφωθούμε: Η μόρφωση απαραίτητη όσο και η υλική τροφή.
Θα εξοπλιστούμε , και θα πλουτιστούμε  με την πείρα των συνανθρώπων μας. χωρίς την πείρα αυτή, - επιστημονικές γνώσεις – δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη λειτουργία και τους νόμους της ζωής. Με την μόρφωση θα γίνουμε χρήσιμοι, δημιουργικοί πολίτες στο χτίσιμο της ευτυχίας. Και ακόμη καλοί αγωνιστές.
Β! Τι πρέπει να διαβάζουμε
Χρήσιμο , σκόπιμο το τρίτο είδος διαβάσματος
α) Τα αριστουργήματα, (κλασικά) έργα της αρχαίας, της σημερινής δικής μας και ξένης λογοτεχνίας
β) Έργα επιστημονικά: φυσιογνωστικά, ιστορικά, κοινωνιολογικά, φιλοσοφικά, βιολογία, υγιεινή, ψυχολογία.
γ) Έργα επιστημονικά για ειδική μόρφωση: Όλα τα επαγγέλματα έχουν ανάγκη το διάβασμα – μελέτη – ειδικών έργων.
Άρα η βιβλιοθήκη καθενός από έργα των τριών ειδών.
Γ! Πως πρέπει να διαβάζουμε
α. Γενικές παρατηρήσεις.
1.   Ν’ αναπτύξουμε το α! και ιδιαίτερα το β! είδος διαβάσματος.
2.   Όχι παθητικό , όχι επιπόλαιο. Το διάβασμα να είναι ενεργητικό δούλεμα, αδιάκοπη συνομιλία και συζήτηση με το συγγραφέα
3.   Όχι δογματικό. Να είναι κριτικό το διάβασμα. Μόνον τότε ενεργητικό.
4.   Να αφομοιώνουμε και να συγκρατούμε  ό,τι διαβάζουμε.
5.   Όχι ξεθεωτικό καταπονητικό. Πάντα με κέφι. Άμα κουραστούμε ή είμαστε κουρασμένοι, κάτι πιο ανάλαφρο.
6.   Πότε να διαβάζουμε; Ανάλογα με ιδιοσυγκρασία. Ποτέ με γεμάτο στομάχι.
7.   Όχι γρήγορα, λαχανιασμένα. Αργά, προσεχτικά, δημιουργικά. (εδιάβασα ένα βιβλίο σε τρείς ώρες μέσα!!)
8.   Δυνατά ή από μέσα; Οπτικός και ακουστικός τύπος
β. Πως πρέπει να διαβάζουμε
1.   Στάδιο:  Ψυχολογική προετοιμασία
2.   Στάδιο : Πρώτη μελέτη με σημειώσεις στο περιθώριο και σημάδια
3.   Στάδιο : Δημιουργικό, κριτικό διάβασμα α! Η κατανόηση :(γλώσσα, ύφος, άγνωστοι όροι, λέξεις ,κ.τ.λ.) – ο ειρμός. β) Η αφομοίωση: ανάπλαση, σύνθεση. γ) Δημιουργική επεξεργασία- κεντρικό νόημα, επιχειρήματα, παρατηρήσεις, συζήτηση με συγγραφέα. δ) Απομνημόνεψη και συγκράτηση. Αποδελτίωση : 1. Βιβλιογραφική 2. Αποσπασματική 3. περιληπτική κριτική. ε) Κεντρικός πυρήνας, κεντρική ιδέα, -Κριτική του έργου
γ! Ατομικό- συλλογικό διάβασμα-μελέτη

Επίλογος: Αξία του διαβάσματος για την αυτομόρφωση και την πρόοδο. Οι αυτοδίδαχτοι. Αξία του ακόμη για να μιλάμε και να γράφουμε καλά. (γλώσσα, ύφος, αρχιτεχτονική)


 Μάθημα πρώτο
"Πως πρέπει να διαβάζουμε"
(Περίληψη)
Λήψη σε pdf:: ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ

Τα τρία θέματα , που θα διαπραγματευθώ «α)Πως πρέπει να διαβάζουμε β) Πως πρέπει να μιλάμε και γ) Πως πρέπει να γράφουμε» είναι στενά συνδεδεμένα αναμεταξύ τους, βρίσκονται σε στενή συνάρτηση το β! και το γ! θέμα μπορεί να ειπεί κανείς είναι προέχταση του πρώτου. Αποτελούν λοιπόν τα τρία μαζί έναν κύκλο, έναν «οδηγό για υη μόρφωση, για την αυτομόρφωση».
Ας σκεφτούμε λίγο το πρώτο θέμα: Μας παρουσιάζει τα τρία ακόλουθα προβλήματα:
1. Χρειάζεται το διάβασμα; Γατί πρέπει να διαβάζουμε; Αν ναι τότε
2. Τι πρέπει να διαβάζουμε;
3. Πως πρέπει να διαβάζουμε, για να είναι τα αποτελέσματα από τον κόπο μας, όσο μπορεί καλύτερα, για να ωφεληθούμε, όσο μπορεί περισσότερο, από το διάβασμα;

Α! Γιατί πρέπει να διαβάζουμε;
Χρειάζεται λοιπόν το διάβασμα; Η ερώτηση φαίνεται απλοϊκή. Όλος ο κόσμος διαβάζει και όλοι μας θεωρούμε τον αναλφαβητισμό τη μεγαλύτερη κατάρα για το σημερινό άνθρωπο. Κανείς δεν αμφιβάλλει αν χρειάζεται ή όχι το διάβασμα.
α! Τι γίνεται σήμερα:
Όλοι μας διαβάζουμε. Μα γιατί; Το επιδιώκουμε; Αν ρίξουμε μια ματιά ολόγυρά μας, θα ιδούμε, πως ούτε όλοι οι άνθρωποι που διαβάζουν επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό, ούτε ο ίδιος άνθρωπος κάθε φορά που διαβάζει, επιδιώκει τον ίδιο σκοπό. Μπορούμε λοιπόν ανάλογα  με το σκοπό, να ξεχωρίσουμε πέντε είδη διάβασμα:
1. Διάβασμα για να περνάει η ώρα: Πολλοί, παραπολλοί διαβάζουν, για να περάσουν την ώρα, ή καλύτερα για να σκοτώσουν την ώρα. Διαβάζουν εφημερίδες, ελαφρά περιοδικά, - τα λένε συχνά «λαϊκά περιοδικά» σωστότερα να τα λέμε «υπεραριστοκρατικά»! – μυθιστορήματα και άλλα γνωστά βιβλία.
Οι άνθρωποι που καταγίνονται με το διάβασμα τούτο, είναι τριών ειδών.
Πρώτη κατηγορία: Οι αυτοϊκανοποιημένοι, οι άνθρωποι που δεν έχουν προβλήματα, ανησυχίες μέσα τους, που είναι ευχαριστημένοι από τον εαυτό τους, και δε θέλουν τίποτε ν’ αλλάξει. Αυτοί δε νοιώθουν την ανάγκη να μορφωθούν. Διαβάζουν έτσι όπως και καπνίζουν για να περάσουν την ώρα τους.
Δεύτερη κατηγορία: Οι βυθισμένοι στη ρουτίνα, οι σκλάβοι της ρουτίνας. Κι αυτοί δεν έχουν προβλήματα μέσα τους. Είναι κούφιοι. Βαδίζουν μηχανικά το δρόμο τους χωρίς να κοιτάνε δεξιά, αριστερά. Όλα τα προβλήματα είναι λυμένα γι αυτούς. Κι αυτοί δε νοιώθουν την ανάγκη να μορφωθούν. Διαβάζουν από συνήθεια, από ρουτίνα, την εφημερίδα, ακόμη και τα ενοικιαστήρια, για να τους πάρει ο ύπνος ή κάποιο μυθιστόρημα για παρόμοιο λόγο, σα ναρκωτικό.
Τρίτη κατηγορία: Πολλοί διαβάζουν για να σκοτώσουν την ώρα, για να ξεφύγουν την ανία, για να γλυτώσουν από την πλήξη. Το διάβασμα είναι μια διέξοδος. Δεν ξέρουν τι να κάνουν, γυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους, δεν μπορούν να ξεπεράσουν κάποιο εμπόδιο, που τους φράζει το δρόμο, σέρνουν άπραγα τα βήματά τους και ξεγελούν με το διάβασμα τον εαυτό τους, χωρίς καλά-καλά να προσέχουν τι διαβάζουν.
Το διάβασμα τούτο του πρώτου είδους «για να περνάει η ώρα» είναι επιπόλαιο, παθητικό, ναρκωτικό, και γι’ αυτό άκαρπο, με αποτέλεσμα την ψευτομόρφωση.
Είναι επιπόλαιο και παθητικό, γιατί η ενέργεια αυτή, το διάβασμα δηλαδή, δε γίνεται μ’ όλη τη δύναμή μου την πνευματική. Διαβάζω μόνο με τα μάτια, όχι όμως και με τα μάτια της ψυχής μου. Δεν έχω δώσει ολόκληρο τον εαυτό μου. Καταβροχθίζω την εφημερίδα, ένα βιβλίο, και στο τέλος δεν έχω τίποτε, ή περίπου τίποτε, δεν έχω καταλάβει (άμα έχω διαβάσει κάτι, και έχω δώσει, έχω συγκεντρώσει  όλο τον εαυτό μου, όλη την προσοχή, την κρίση, όλη την πνευματική μου δύναμη, το διάβασμα αυτό είναι ενεργητικό). Είναι λοιπόν επιπόλαιο διάβασμα, και παθητικό. Είναι ακόμη ναρκωτικό, όπως το χαραχτηρίζει ο μεγάλος μας δάσκαλος Δημήτρης Γληνός[1] ένα είδος ξεγέλασμα του εαυτού μας.
2. Διάβασμα για τέρψη: Πολλοί πάλι διαβάζουν για να ευχαριστηθούν. Ο σκοπός τους είναι η ευχαρίστηση, η τέρψη και όχι η μόρφωσή τους. Τι διαβάζουν αυτοί; Κι αυτοί διαβάζουν εφημερίδες, μα προπάντων ελαφρά περιοδικά μεγάλης κυκλοφορίας, και μυθιστορήματα. Είναι οι πελάτες του «Μπουκέτου» κ.τ.λ. των πορνογραφικών και αστυνομικών μυθιστορημάτων. Το είδος τούτο του διαβάσματος βρίσκεται σε μεγάλη ακμή και σήμερα ακόμη ιδιαίτερα στην αστική τάξη, και προπάντων στις γυναίκες αστές και στις νέες. Δύο ειδών είναι οι άνθρωποι, που καταγίνονται με το διάβασμα τούτο.
Πρώτη κατηγορία: Είναι οι ανικανοποίητοι, οι άνθρωποι που δεν είναι σε θέση, από φυσικά ή κοινωνικά εμπόδια, να ικανοποιήσουν βασικές βιολογικές ανάγκες. Δεν τους το επιτρέπει η σκληρή πραγματικότητα. Και καταφεύγουν στο διάβασμα (μυθιστορήματα) για να τις ικανοποιήσουν με τον πιο εύκολο τρόπο, φανταστικά, όπως ο πεινασμένος, που τρώει ένα καλό γεύμα στο όνειρό του. Το κεντρικό ελατήριο, που σπρώχνει αυτούς να διαβάζουν για «τέρψη» είναι το σεξουαλικό ένστιχτο. Γι αυτό συναντάμε το διάβασμα αυτό πολύ συχνά στους νέους, και σε ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Ένα δεύτερο ελατήριο, επίσης σημαντικό, είναι το συναίστημα της κατωτερότητας. Αυτό προπάντων μας σπρώχνει να διαβάζουμε μυθιστορήματα γεμάτα περιπέτειες, και ιδιαίτερα τα αστυνομικά.
Δεύτερη κατηγορία: Ακόμη χειρότερη. Είναι οι άνθρωποι που τα ένστιχτά τους ιδιαίτερα το σεξουαλικό, δεν είναι εξυψωμένο, βρίσκονται σε πρωτόγονη κατάσταση. Αυτοί λοιπόν, που τα πρωτόγονα ένστιχτά τους είναι ακαλλιέργητα, τέρπονται με το διάβασμα, γιατί στο διάβασμά τους επάνω και με το διάβασμα, αυτοερεθίζονται, νιώθουν δηλαδή να ερεθίζονται τα ένστιχτά τους, και γι αυτό ευχαριστούνται, τέρπονται. (Φυσικά κάποια παρόμοια τέρψη νιώθουν και όσοι διαβάζουν «για να περνάει η ώρα» και οι ανικανοποίητοι της πρώτης κατηγορίας, μα σε μικρότερο βαθμό).
Αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι εκδότες και οι πουλημένοι σ’ αυτούς συγγραφείς και εκδίδουν τα «Μπουκέτα» και τα πορνογραφικά μυθιστορήματα. Σκοπός τους το εύκολο κέρδος, αδιάφορο αν έτσι διαφθείρουν τους αναγνώστες.
Και το διάβασμα τούτο του δεύτερου είδους είναι επιπόλαιο και παθητικό- όπως του πρώτου είδους. Δεν παίρνουμε κριτική στάση. Μας τραβάει η περιπέτεια, ο αυτοερεθισμός και τρέχουμε να φτάσουμε στο κρίσιμο σημείο. Μα είναι ακόμη και άκαρπο, και βλαβερό, και ναρκωτικό.
Είναι άκαρπο και βλαβερό γιατί η φανταστική ικανοποίηση δεν είναι τίποτε άλλο, παρά φυγή από την πραγματικότητα. Μας ρίχνει στην αδράνεια. Μας ευνουχίζει, μας απομακρύνει από τη δράση για την αλλαγή της πραγματικότητας. Είναι ακόμη βλαβερό, γιατί παρεμποδίζει την «εξύψωση» τη διοχέτεψη δηλαδή της ψυχικής δύναμης που κλείνει μέσα του το ένστιχτο, και προπάντων το σεξουαλικό, στην πραγματοποίηση άλλων ανώτερων, κοινωφέλιμων σκοπών. Με την φανταστική ικανοποίηση και τον αυτοερεθισμό δεν υψωνόμαστε σε ανώτερη δράση, μένουμε μοιρολατρικά δεμένοι ή στην αδράνεια, ή στην πρόστυχη απόλαυση. Τα ένστιχτά μας δεν παίρνουν ανώτερες μορφές, χρήσιμες στον αγώνα για την αλλαγή της πραγματικότητας. Και είναι ακόμη το διάβασμα τούτο του δεύτερου είδους κατεξοχήν ναρκωτικό. Μας αποκοιμίζει. Γι αυτό είναι και επικίντυνο.
3. Το αγγαρευτικό διάβασμα: Όλοι μας το ξέρουμε. Όλοι μας περάσαμε από το σχολείο και το ζήσαμε. Το διάβασμα- αγγαρεία  είναι ο πιο συνηθισμένος, αν όχι ο μοναδικός τρόπος που διαβάζουν οι μαθητές τα μαθήματά τους. Διαβάζουν  χωρίς να νοιώθουν καμιά όρεξη να διαβάσουν. Όπως π.χ. το μικρό παιδάκι που το αναγκάζει η μητέρα του να διαβάσει και αυτό την ίδια στιγμή σκέφτεται τα παιχνίδια του. Το  αγγαρευτικό διάβασμα το συναντάμε συχνά και στους μεγάλους, τους ενήλικους. Όλοι μας το έχουμε ζήσει και το ζούμε.
Το διάβασμα τούτο είναι κουραστικό, παθητικό, πολύ κακής ποιότητας. Μας κουράζει, γιατί δε νοιώθουμε καμιά όρεξη, καμιά ευχαρίστηση. Τίποτε από μέσα μας, κανένα λοιπόν εσωτερικό ελατήριο, δε μας σπρώχνει να διαβάσουμε. Σερνόμαστε με το στανιό. Είναι παθητικό, γιατί ούτε κριτική στάση παίρνουμε σ’ αυτό που διαβάζουμε, και ακόμη γιατί γίνεται με όσο μπορεί μικρότερη συμμετοχή του εαυτού μας.
4. Διάβασμα για καλλιτεχνική συγκίνηση: Το διάβασμα τούτο το ζούμε ολοκληρωτικά, αληθινά έργα τέχνης, τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ας ρίξουμε μια ματιά μέσα μας, άμα διαβάζουμε την Αντιγόνη του Σοφοκλή, τον Προμηθέα του Αισχύλου, τον Όμηρο, τον Φάουστ κ.τ.λ. Είμαστε  βαθειά  αφοσιωμένοι, ο ποιητής, μας έχει αρπάξει με τα γερά χέρια του, μας έχει σηκώσει ψηλά, μας έχει ανεβάσει στη σφαίρα του ωραίου, και νιώθουμε βαθειά συγκίνηση, βαθειά ευχαρίστηση. Μα η ευχαρίστηση αυτή, η τέρψη αυτή δεν είναι η πρόστυχη, η κατώτερη, είναι βαθειά, διαπερνάει όλο τον εαυτό μας, είναι ανώτερη, είναι η καλλιτεχνική συγκίνηση. Ζούμε την ώρα που διαβάζουμε στιγμές αληθινής ευτυχίας. Θυμηθείτε  τώρα τι γίνεται μέσα μας, άμα διαβάζουμε ένα πορνογράφημα, ένα ερεθιστικό διήγημα π.χ. του «Μπουκέτου» και των παρόμοιων περιοδικών , και θα νιώσετε αμέσως τη τεράστια διαφορά. Το δεύτερο διάβασμα μας ερεθίζει, μας κατεβάζει. Το άλλο, το πρώτο, μας εξυψώνει. Το ένα μας κυλάει στη λάσπη, το άλλο μας ανεβάζει στην αιθέρια ομορφιά. Το ένα είναι πρόστυχη ευχαρίστηση, το άλλο αληθινή καλλιτεχνική συγκίνηση.
Το διάβασμα λοιπόν για καλλιτεχνική συγκίνηση, άμα γίνει όπως πρέπει, είναι εξυψωτικό, λυτρωτικό, ενεργητικό, ψυχοκινητικό, αληθινά μορφωτικό.
5. Διάβασμα για μόρφωση: Πολύς κόσμος διαβάζει για να μορφωθεί. Και όλοι μας πρέπει να διαβάζουμε, να μελετάμε, για να μορφωθούμε. Το διάβασμα τούτο, άμα γίνεται καλά, μας μορφώνει. Μα τι θα ειπεί μας μορφώνει; Τι είναι η μόρφωση; Να, ένα καινούργιο πρόβλημα μπροστά μας.
β! Τι είναι η μόρφωση:
Από δυό πλευρές πρέπει να εξετάσουμε το σπουδαίο τούτο πρόβλημα. Από την  ψυχολογική και την κοινωνιολογική άποψη:
Ψυχολογική άποψη: Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο, σαν το πιο αδύναμο πλάσμα. Το βρέφος δεν μπορεί ούτε να κουνηθεί, ούτε την τροφή του να βρει. Συγκρίνετε το βρέφος με τα νεογνά των άλλων ζώων, το κατσικάκι, το αρνάκι, το γατάκι κ.τ.λ. Η διαφορά μας ολοφάνερη. Αυτά είναι πολύ πιο ώριμα. Ακόμη ο άνθρωπος – και τούτη είναι η δεύτερη διαφορά – δεν είναι εξοπλισμένος όπως τα άλλα ζώα (δόντια, νύχια, μυϊκή δύναμη, τρεχάλα κ.τ.λ.). Και όμως ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο οπλισμένος με το πολυτιμότερο όργανο, που δημιούργησε η ζωή στην εξέλιξή της του, με το κεντρικό νευρικό σύστημα και ιδιαίτερα με τον εγκέφαλο,, το μυαλό. Μα και το όργανο αυτό, το μυαλό, δεν είναι ώριμο, άμα ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο. Χρειάζεται ολόκληρη η παιδική ηλικία, για να ωριμάσει, για να φτάσει στην ανώτερη διάπλασή του, στην ανώτερη διαμόρφωσή του. Και το ωρίμασμά του, η διαμόρφωσή του τότε πετυχαίνει, άμα γίνεται μέσα στη ζωή, μέσα στην πράξη, μέσα στη χρησιμοποίηση που του κάνει το παιδί (και ο άνθρωπος) για να λύνει τα προβλήματα, που του παρουσιάζει κάθε φορά η ζωή. Ώστε μορφώνομαι θα ειπεί, ωριμάζω μέσα στη ζωή και με την πράξη (με τη χρησιμοποίηση) το μυαλό μου, τις πνευματικές μου ικανότητες όπως συνήθως λέμε.
Μα ο άνθρωπος εκτός από τις πνευματικές του ικανότητες (τη μνήμη, την προσοχή, την κρίση, την ανάλυση, κ.τ.λ.) έχει και συναιστήματα και ένστιχτα (δεν εξετάζω τώρα τι είναι αυτά και πως γεννήθηκαν μέσα στην πορεία της εξέλιξης της ζωής). Τα συναιστήματα και τα ένστιχτα (βασικά ένστιχτα είναι δυό : το σεξουαλικό και το ένστιχτο της αυτοσυντήρησης) δε μένουν στάσιμα. Βρίσκονται κι αυτά σε κίνηση, σε προοδευτική κίνηση, αλλάζουν και παίρνουν ανώτερες μορφές. Μορφώνομαι λοιπόν θα ειπεί δεύτερο, καλλιεργώ τα συναιστήματα και τα ένστιχτα, τα εμπλουτίζω, τα κάνω λεπτότερα, τα εξυψώνω σε ανώτερες μορφές, τα διοχετεύω σε κοινωφέλιμη δράση, γίνονται δηλαδή εσωτερικά κίνητρα για πλουσιότερη κοινωφέλιμη δράση.
Παράλληλα έχω χρέος και το σώμα μου, τις σωματικές μου ικανότητες να καλλιεργήσω, να τις γυμνάσω, κι αυτές μέσα στη ζωή και με την πράξη για να λύνω τα αντίστοιχα προβλήματα, που μου παρουσιάζει η ζωή.
Ώστε από ψυχολογική άποψη μορφώνομαι θα ειπεί, καλλιεργώ μέσα στη ζωή και για τη ζωή, με την πράξη και τις σωματικές  και τις ψυχικές και τις πνευματικές μου ικανότητες, για να είμαι έτσι ολοένα πιο καλύτερα οπλισμένος για τη ζωή. Μ’ άλλα λόγια μορφώνομαι θα ειπεί, εξοπλίζομαι ολοένα καλύτερα για τη ζωή και με την πράξη.  Ώστε μόρφωση είναι ο εξοπλισμός του ανθρώπου. Αυτή είναι η πρώτη μορφή της ποιοτικής μόρφωσης.
Κοινωνιολογική άποψη: Μα πως γίνεται ο εξοπλισμός αυτός; Πως καλλιεργούνται πραγματικά οι σωματικές και πνευματικές ικανότητες, και πως εξελίσσεται ο ψυχικός πλούτος;
Ο άνθρωπος ούτε έζησε ποτέ, ούτε ζει μόνος του. έζησε και ζει μαζί με άλλους ανθρώπους, σε μικρές ή μεγάλες ομάδες, μέσα λοιπόν στην ανθρώπινη κοινωνία. Και η πρωτόγονη και η πολιτισμένη κοινωνία κίνητρο για τη δράση τους έχουν τις βιολογικές ανάγκες, η πρωτόγονη τις υλικές βιολογικές ανάγκες,(τροφή, ντύσιμο, κατοικία, προφύλαξη από τους εχτρούς κ.τ.λ.) και η πολιτισμένη και τις υλικές και τις πνευματικές ανάγκες ( τις ανάγκες του πολιτισμού). Οι βιολογικές αυτές ανάγκες για να ικανοποιηθούν δημιουργούσαν και δημιουργούν πολλά προβλήματα. Τα προβλήματα αυτά έπρεπε οι άνθρωποι μέσα στη συμβίωσή τους να τα λύσουν κάθε φορά. Αλλιώς δε θα μπορούσαν να ζήσουν. Έπρεπε λοιπόν να αντιμετωπίσουν νικηφόρα τα προβλήματα και να ξεπερνούν κάθε φορά τις δυσκολίες που τους παρουσίαζε η ζωή τους σε κάθε βήμα. Φυσικά μόνοι τους έπρεπε να τα λύσουν. Και ο μόνος τρόπος για να τα λύνουν, ήταν να χρησιμοποιήσουν τα όργανα που τους είχε δώσει η φύση, τις σωματικές δηλαδή και ψυχικές ικανότητες. Έτσι μέσα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων καλλιεργούσαν με τη χρησιμοποίηση τα όργανά τους, τα όπλα τις σωματικές και πνευματικές ικανότητες. Έτσι λοιπόν μορφωνόντουσαν.
Μέσα στην ανηφορική αυτή πορεία ο άνθρωπος χρησιμοποιώντας τις ικανότητές του, δημιούργησε και πολλά καινούργια όπλα, καινούργια όργανα, εξυπηρετικά στην αντιμετώπιση και τη λύση των προβλημάτων του. Και τα  όργανα αυτά είναι δυό ειδών:  Είναι πρώτα υλικά όργανα, υλικά όπλα, από την πέτρα, το λιθάρι, το σφυρί, το πελέκι, ως τα διάφορα εργαλεία, και μηχανήματα, ως τις μεγάλες μηχανές και το αεροπλάνο, το ραδιόφωνο, την ατομική βόμβα. Είναι ακόμη και μια δεύτερη σειρά όργανα: Αυτά τα λέμε πνευματικά όργανα, πνευματικά όπλα, οι γνώσεις, ή καλύτερα οι επιστημονικές γνώσεις. (Τα ξεχωρίζουμε έτσι για την ευκολία μας. Γιατί και τα υλικά όργανα κι αυτά είναι δημιούργημα της επιστήμης, που με κόπο και ιδρώτα δημιούργησε ο άνθρωπος για να λύνει καλύτερα τα προβλήματα, για να λυτρωθεί από το βαρύ κόπο, από τη σκληρή ανάγκη να κυριαρχήσει στη φύση).
Τι είναι λοιπόν οι γνώσεις; Ας σταθούμε μια στιγμή. Ο άνθρωπος ξεκινώντας από την ικανοποίηση των βιολογικών του αναγκών κατόρθωνε με κόπο κάθε φορά να βρει μια λύση για το πρόβλημα που αντιμετώπιζε. Η λύση αυτή ήταν πραγματικά λυτρωτική. Την κρατούσε και τη χρησιμοποιούσε αντίστοιχα. Έτσι πλούτιζε την πείρα. Και την πείρα αυτή την πολύτιμη τη μετέδιδε και στους άλλους και στις ερχόμενες γενιές. Αν αναλύσουμε αυτή την πείρα, θα ιδούμε πως είναι οι γνώσεις. Όσο οι γνώσεις αυτές βοηθούσαν τους άλλους ανθρώπους να λύνουν τα προβλήματά τους, όσο δηλαδή επαληθευόντουσαν στην πράξη, ήσαν γνώσεις σωστές. Όταν όμως δεν πετύχαιναν, τότε έπαυαν να είναι σωστές. Μα η ζωή μέσα στην πορεία της παρουσίαζε όλο και καινούργια προβλήματα.  Ο άνθρωπος έπρεπε λοιπόν να βρίσκει ευκολότερες τελειότερος και καλύτερες λύσεις για τα παλιά προβλήματα, και καινούργιες για τα καινούργια προβλήματα. Έτσι πλούτιζε ολοένα την πείρα, έτσι πλήθαιναν οι γνώσεις, που για να έχουν αξία έπρεπε κάθε φορά να επαληθεύονται με τη χρησιμοποίησή τους, με την εφαρμογή τους στην πράξη. Τι είναι λοιπόν οι γνώσεις; Είναι πνευματικά όπλα, πνευματικά όργανα. Και ο λόγος της ύπαρξής τους, είναι να βοηθούν τον άνθρωπο να ικανοποιεί τις υλικές και πνευματικές ανάγκες του, να λύνει δηλαδή τα προβλήματα που του παρουσιάζει κάθε φορά η ζωή.
(Δεν είναι λοιπόν οι γνώσεις ξεκρέμαστες από τη ζωή, αυθύπαρχτες, ούτε έχουν δική τους εσωκείμενη αξία, έξω και πάνω από τη χρησιμοποίησή τους, όπως πολλοί φωνάζουν. Γι αυτό μαθαίνουμε τις γνώσεις, όχι για να τις αποθηκέψουμε μέσα μας, παρά για να τις χρησιμοποιήσουμε. Γι αυτό η ποσοτική μάθηση, το μπούκωμα του μυαλού με γνώσεις, που καλλιεργεί η σημερινή παιδεία μας, είναι βλαβερή, άχρηστο βάρος). Ώστε κριτήριο για την αξία μιας γνώσης είναι η χρησιμοποίησή της, η βοήθεια που μας δίνει να λύσουμε τα προβλήματά μας.
Ας ξαναγυρίσουμε στο ερώτημα: Πως εξελίσσονται, πως μορφώνονται οι σωματικές και πνευματικές ικανότητες του ανθρώπου; Η απάντηση είναι τώρα εύκολη: Οι σωματικές και πνευματικές ικανότητες καλλιεργούνται και μορφώνονται μέσα στη ζωή, μέσα στην πράξη, με τα υλικά όργανα (εργαλεία κ.τ.λ.) και με τα πνευματικά όπλα με τις γνώσεις, που δημιούργησε η ανθρώπινη κοινωνία. Αυτή είναι η σωστή, η αληθινή ποιοτική μόρφωση: Ώστε μορφώνομαι θα ειπεί: καλλιεργώ τις σωματικές και πνευματικές μου ικανότητες με τα κατάλληλα όργανα και έτσι εξοπλίζομαι για να λύνω κάθε φορά καλύτερα τα προβλήματα, που μου παρουσιάζει η ζωή.
γ! Γενική και ειδική μόρφωση
Γενική είναι η μόρφωση, άμα μας εξοπλίζει με γνώσεις που μας καθοδηγούν γενικά στη ζωή. Ειδική, άμα οι γνώσεις μας καθοδηγούν ειδικά για ένα ορισμένο λειτούργημα στη ζωή, για ένα ορισμένο επάγγελμα.
1. Γενική μόρφωση:
Ο άνθρωπος ζει μέσα στη φύση, μέσα στο φυσικό περίγυρο. Μέσα εκεί κινιέται, μέσα εκεί θα δράσει. Απαραίτητο λοιπόν τμήμα της γενικής μόρφωσης είναι η όσο γίνεται καλύτερη γνώση του γύρω μας φυσικού κόσμου. Πως μπορώ να δράσω μέσα στον κόσμο αυτό, άμα δεν τον ξέρω; Από κει αντλώ τις τροφές, και όλα τα υλικά μέσα, μέσα εκεί έχω τόσους εχτρούς, διατρέχω κιντύνους. Εκεί πρέπει να κυριαρχήσω. Μα για να κυριαρχήσω , για να λυτρωθώ από την «τυφλή ανάγκη» και να κινιέμαι ελεύτερος, πρέπει να ερευνήσω την φύση, να μάθω τους νόμους που κανονίζουν τη ζωή της.  Άμα ξέρω τους νόμους της φύσης, μόνον τότε μπορώ να κυριαρχήσω. ( άμα ξέρω τι είναι ο κεραυνός, ποια η αιτία του, πότε πέφτει, μόνον τότε μπορώ να φτάσω ν’ ανακαλύψω το αλεξικέραυνο).
Ο άνθρωπος ζει μέσα στην κοινωνία. Πρέπει λοιπόν να ξέρω πως λειτουργεί η κοινωνική ζωή, ποια είναι η πορεία στην εξέλιξή της, ποιες οι αιτίες, ποιοι είναι οι νόμοι της. Μόνον τότε θα μπορέσω να ξέρω πως γεννήθηκε ένα κοινωνικό φαινόμενο, να προβλέψω την εξέλιξή του, να βρω τη σωστή λύση και να ξετυλίξω στο σωστό δρόμο τη δημιουργική μου δράση. Το δεύτερο λοιπόν τμήμα της γενικής μόρφωσης είναι ο κοινωνικός κύκλος.
Ένας τρίτος κύκλος είναι το άτομο, ό ίδιος ο άνθρωπος. Πρέπει να ξέρω τι είναι ο άνθρωπος, πως αναπτύσσεται, ποιοι είναι οι νόμοι της ζωής του. Μόνον τότε θα μπορεί να είναι πλούσια και γόνιμη η δημιουργική δράση.
Οι επιστήμες που μας δίνουν την δοκιμασμένη στην πράξη ανθρώπινη πείρα, τις γνώσεις δηλαδή, για τους τρεις αυτούς κύκλους είναι: Η φιλοσοφία, οι φυσικές επιστήμες, η χημεία, η κοινωνιολογία, οι οικονομικές επιστήμες, η ιστορία, η βιολογία και η ψυχολογία.
2. Ειδική μόρφωση:
Ο κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει μια ορισμένη δουλειά, ένα ορισμένο επάγγελμα (γιατρός, δικηγόρος, δάσκαλος, υπάλληλος, εργάτης κ.τ.λ.). Παράλληλα λοιπόν πρέπει ο καθένας ν’ αποχτήσει τα ιδιαίτερα όργανα, τις ειδικές γνώσεις για τον κλάδο, για το επάγγελμα, όπου έχει αφιερωθεί. Ώστε η ειδική μόρφωση είναι απαραίτητη. Προσοχή όμως: Χρειάζεται πρώτα η γενική μόρφωση. Η γενική μόρφωση είναι η βάση. Μόνον η ειδική μόρφωση μπορεί να μας κάνει καλύτερους στο επάγγελμα, μα όχι και ικανούς πολίτες. Μόνο με την ειδική μόρφωση γινόμαστε κοντόθωροι, δε βλέπουμε πέρα από τη μύτη μας.
δ! Γιατί πρέπει να διαβάζουμε;
Ύστερα απ όσα είπαμε, είναι εύκολο να απαντήσουμε στο ερώτημά μας: Πρέπει να διαβάζουμε, για να μορφώνουμε τον εαυτό μας. πρέπει δηλαδή να διαβάζουμε, για να εξοπλιζόμαστε ολοένα και καλύτερα για τη ζωή, για να πλουτιστούμε με την ανθρώπινη πείρα, με τις γνώσεις, που έχει ως σήμερα επαληθέψει ο άνθρωπος στην πράξη. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε  σκόπιμα  και αποτελεσματικά τη δημιουργική μας δράση, μόνον έτσι θα αντιμετωπίζουμε ολοένα και καλύτερα τα προβλήματα, που μας παρουσιάζει η ζωή.
Και πρέπει ακόμη να διαβάζουμε και να μορφωνόμαστε ιδιαίτερα εμείς οι πρωτοπόροι στο λαϊκό κίνημα για το λυτρωμό του λαού από την πολύπλευρη σκλαβιά. Μόνον έτσι θα γίνουμε άξιοι, δραστήριοι πολίτες, άξιοι αγωνιστές.

Β! Τι πρέπει να διαβάζουμε:
Διαπιστώσαμε πέντε ειδών διάβασμα. Τα τρία πρώτα είδη – το διάβασμα για να περάσει η ώρα, το διάβασμα για απλή τέρψη, και το διάβασμα –αγγαρεία- τα απορρίψαμε. Είναι βλαβερά. Τα δυό όμως τελευταία είδη, το διάβασμα για καλλιτεχνική συγκίνηση και το διάβασμα για γενική και ειδική μόρφωση, αυτά τα δυό μόνο έχουν αξία για τη ζωή. Είναι και τα δυό είδη, ενεργητικά εξυψωτικά, αληθινά μορφωτικά. Ολοφάνερο λοιπόν τι πρέπει να διαβάζουμε.
α! Απαραίτητο να διαβάζουμε αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, της ποίησης και της πεζογραφίας. Απαραίτητο να γνωριστούμε με τους κλασικούς όχι μόνο τους δικούς μας, παρά και όλων των άλλων λαών. Μας εξυψώνουν, καλλιεργούν τον ψυχικό μας κόσμο, και δίνουν αντίστοιχη λύση σε μεγάλα ανθρώπινα προβλήματα. Ζούμε μαζί τους στιγμές βαθιάς  συγκίνησης, στιγμές ανώτερης τέρψης, και ταυτόχρονα μορφωνόμαστε.
β! Δεύτερο πρέπει να καταχτήσουμε με το διάβασμα, με τη μελέτη τη γενική μόρφωση και αδιάκοπα να τη συμπληρώνουμε, ανάλογα με τις καινούργιες καταχτήσεις της επιστήμης. Κάθε κατάχτηση και καινούργιο όπλο στα χέρια μας. πρέπει λοιπόν να διαβάζουμε βασικά (τα καλύτερα που έχουν γραφτεί) επιστημονικά βιβλία από τις επιστήμες, που ανάφερα παραπάνω, από τη φιλοσοφία, τις φυσιογνωστικές επιστήμες, τη χημεία, τη γεωγραφία, την κοινωνιολογία, την πολιτική οικονομία, την ιστορία (και την παγκόσμια και ιδιαίτερα την ελληνική) τη βιολογία και την ψυχολογία.
Ιδιαίτερα πρέπει να αφοσιωθούμε στη μελέτη του διαλεχτικού και ιστορικού υλισμού, και όχι μόνο να καταχτήσουμε, παρά και να είμαστε σε θέση να χρησιμοποιούμε τη διαλεχτική μέθοδο. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να ξεδιαλέγουμε τις χρήσιμες γνώσεις από τις επιστήμες.
γ! Τρίτο πρέπει με το διάβασμα, να αποχτήσουμε την ειδική μόρφωση για το επάγγελμα, για το έργο, όπου έχουμε ταχθεί, και να τη συμπληρώνουμε ολοένα. Πρέπει λοιπόν να διαβάζουμε τα καλύτερα βιβλία από την ειδική επιστήμη, από τον ειδικό κλάδο της δουλειάς μας.
δ! Απαραίτητο είναι ακόμη να διαβάζουμε και το δικό μας και τον ξένο τύπο, για να κατατοπιζόμαστε στην πορεία, που παίρνουν, προπάντων σήμερα, τα διάφορα πολιτικά, και οικονομικά ζητήματα, για να είμαστε σε θέση να χαράζουμε τη σωστή πολιτική.
Απ’ όσα είπα, καταλαβαίνουμε τώρα και πως πρέπει ο καθένας μας να καταρτίζει την ατομική βιβλιοθήκη. Η βιβλιοθήκη μας –όσο μικρή κι αν είναι- πρέπει να περιλάβει και λογοτεχνικά έργα –τα καλύτερα- και επιστημονικά έργα και για τη γενική και για την ειδική μόρφωση.
Το διάβασμα λοιπόν, η μόρφωση, είναι απαραίτητο σήμερα σε όλους μας τόσο, όσο και η υλική τροφή. Τώρα καταλαβαίνουμε γιατί από τον πρώτο κιόλας χρόνο της οχτωβριανής επανάστασης και μέσα στη φωτιά του εμφυλίου πολέμου η σοβιετική Κυβέρνηση έδωσε τόση σημασία στη μόρφωση όλων των λαών της Σοβιετικής Ένωσης. Αφάνταστη είναι η πρόοδος που έχει κάνει η Σοβιετική Ρωσία στο μορφωτικό και επιστημονικό τομέα. Στην τσαρική Ρωσία ο αναλφαβητισμός έφτανε στα 81% (σε πολλούς λαούς ανέβαινε στα 97%) και σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν κανένας αναλφάβητος.

Γ! Πως πρέπει να διαβάζουμε
Γενικές παρατηρήσεις: Απ όσα είπα μπορούμε να βγάλουμε πρώτα μερικά πορίσματα για το «πως δεν πρέπει να διαβάζουμε».  
  1. Θα αποφεύγουμε συστηματικά το πρώτο, δεύτερο και τρίτο είδος διάβασμα. Όχι διάβασμα για να σκοτώνουμε την ώρα μας, όχι για τέρψη, όχι αγγαρευτικό διάβασμα. Και όταν βρίσκομαι σε στιγμές που δεν έχω τι να κάνω, (π.χ. στο σιδηρόδρομο για να κατεβώ στον Πειραιά, στον προθάλαμο ενός γιατρού και περιμένω) δεν υπάρχει λόγος να χρησιμοποιήσω το διάβασμα για να σκοτώσω την ώρα, για να μην πλήξω, για να μην πέσω στην ανία. Και στις στιγμές αυτές, υπάρχει μέσα μου ολόκληρη αλυσίδα προβλήματα. Χρέος μου να στοχάζομαι τη λύση τους, να τα μελετώ. Έτσι θα έχω γόνιμη εργασία και θα περάσει γόνιμα η ώρα μου. Ολοφάνερο τώρα ένα το καθήκον μας. Έχουμε χρέος, σαν αγωνιστές που είμαστε, να χτυπήσουμε την εκμετάλλεψη που ασύστολα κάνουν οι εκδότες και οι αντιλαϊκοί συγγραφείς με τα ελαφρά και πορνογραφικά περιοδικά και τα ερεθιστικά μυθιστορήματα. Η κυκλοφορία τους τεράστια και αντίστοιχη η διαφθορά των αναγνωστών. Πολλοί νέοι και νέες παρασύρονται. Ο κάθε αγωνιστής να γίνει διαφωτιστής και στο σημείο τούτο, για να σταματήσουμε τον ψυχικό ξεπεσμό που συνειδητά προκαλούν οι εκδότες και οι συγγραφείς.
2. Όχι διάβασμα επιπόλαιο, ούτε παθητικό. Το διάβασμά μας να είναι ενεργητικό δούλεμα, αδιάκοπη, θα έλεγα συζήτηση, αδιάκοπος διάλογος του αναγνώστη με τον συγγραφέα. Έτσι θα ξεκαθαρίζει το θέμα, και τα επιχειρήματα.
3. Όχι δογματικό, το διάβασμα, όχι μ’ ανοιχτό το στόμα σ’ ότι λέει ο συγγραφέας, όσο μεγάλος κι αν είναι. Το διάβασμά μας πρέπει να είναι κριτικό. Μόνον τότε θα είναι ενεργητικό (Πρέπει, όπως είπα, να συζητήσουμε με τον συγγραφέα να πειστούμε πρώτα και έπειτα να συμφωνήσουμε ή να απορρίψουμε τη γνώμη του).
4. Όχι γρήγορο, όχι τρέχοντας, γιατί το γρήγορο διάβασμα αναγκαστικά θα είναι επιπόλαιο. Το διάβασμα πρέπει να είναι αργό, προσεχτικό, θετικό, κριτικό μ’ όλη τη συζήτηση με το συγγραφέα, και όχι, όπως καμαρώνουν πολλοί, γιατί διάβασαν π.χ. την ιστορία του Κομμουνιστικού κόμματος της Ρωσίας μέσα σ’  ένα απόγεμα. Από το γρήγορο διάβασμα δε μένει τίποτε σχεδόν. Είναι ξεγέλασμα του εαυτού μας.
5. Αργό, κριτικό, ενεργητικό, ψυχοκινητικό, πρέπει να είναι το διάβασμα. Όχι όμως ξεθεωτικό. Για να είναι καρποφόρο το διάβασμα, πρέπει ο καθένας να το κανονίσει ανάλογα με την πνευματική δύναμη, χωρίς να ξεθεώνεται. Γιατί άμα αρχίσεις να κουράζεσαι, αδύνατο να κάνεις καλής ποιότητας διάβασμα.
6. Το σοβαρό, θετικό, κριτικό διάβασμα πρέπει να γίνεται τις ώρες της πνευματικής ευρωστίας. Ο καθένας μας ξέρει τον εαυτό του. Αν είσαι πρωινός τύπος, το σοβαρό διάβασμα πρέπει να το κάνεις τις πρωινές ώρες.
7. Δυνατά ή από μέσα μας να διαβάζουμε; Πρέπει να προτιμήσουμε το σιγανό διάβασμα. Το φωναχτό διάβασμα μας κουράζει πολύ. Μόνο άμα ένα χωρίο μου αρέσει εξαιρετικά, μπορώ να το διαβάσω ένα δυό φορές δυνατά, για να το αποτυπώσω καλύτερα.
Ύστερα από τις γενικές αυτές παρατηρήσεις ας ιδούμε τώρα ποια είναι η τεχνική στο διάβασμα.

Η τεχνική
(Για την τεχνική στο διάβασμα, συσταίνω θερμά το «διάγραμμα» της ομιλίας του μεγάλου μας δάσκαλου Δημήτρη Γληνού για το θέμα «πως πρέπει να διαβάζουμε» και την τεχνική της μελέτης, που ανάπτυξε ο Γληνός στους σπουδαστές και φοιτητές. Και τα δυό βρίσκονται στον τόμο: «Στη μνήμη του Δημήτρη Γληνού» το πρώτο σελ. 157 και το β! σελίδες 86-93)
α! Το προπαρασκευαστικό στάδιο – ψυχολογική προετοιμασία για το διάβασμα ενός βιβλίου
Είναι πολύ σκόπιμο, απαραίτητο, θα έλεγα, να προετοιμάσω τον εαυτό μου για την κριτική μελέτη ενός βιβλίου. Είναι απαραίτητο δηλαδή να ξυπνήσω και να κρατώ ζωντανό το ενδιαφέρο μου, να βοηθήσω τον εαυτό μου να συγκεντρώσει την προσοχή, και να προετοιμάσω τον εαυτό μου να κατανοήσει το περιεχόμενο του βιβλίου, και να προετοιμαστώ για την κριτική, για το ενεργητικό δούλεμα, για τη συζήτηση, όπως είπα, με τον συγγραφέα. για να προετοιμάσω λοιπόν ψυχολογικά τον εαυτό μου:
1. Πρέπει να μ’ απασχολήσει ο συγγραφέας και ο τίτλος του βιβλίου, πριν ακόμη ανοίξω το βιβλίο. Πρέπει πρώτα να φέρω στο μυαλό μου, τι ξέρω (τι έχω διαβάσει) για το συγγραφέα (αν είναι σοβαρός επιστήμονας, αν είναι προοδευτικός ή όχι κ.τ.λ.). Πρέπει έπειτα να σκεφτώ επάνω στο θέμα που πραγματεύεται ο συγγραφέας (στον τίτλο του βιβλίου). Να φέρω στο μυαλό μου τι ξέρω εγώ για το θέμα αυτό, και να σκεφτώ τι θα έγραφα εγώ, πως θα το ανέπτυσσα.
Μ’ αυτό τον τρόπο κινώ το ενδιαφέρο μου, και έχω πρόχειρες «προσλαμβάνουσες» όπως τις λένε, παραστάσεις.
Αφού τα καλοσκεφτώ αυτά,
2. Ανοίγω το βιβλίο: και πηγαίνω κατευθείαν στον πίνακα των περιεχομένων. Έχω έτσι την πρώτη συνάντηση με τον συγγραφέα, και αρχίζω μαζί του την πρώτη γενική συζήτηση: Δηλαδή: Βλέπω και κρίνω, αν με ικανοποιεί η αρχιτεχτονική του βιβλίου, «η διάρθρωση της ύλης». Βλέπω και κρίνω, αν παραλείπει άλλα σημεία (ενότητες), αν είναι καλά (με ειρμό, με συνακολουθία) βαλμένα, αν και ποια ελαττώματα, κατά την κρίση μου, παρουσιάζει. Με την μελέτη του πίνακα των περιεχομένων, προετοιμάζομαι ακόμη καλύτερα για το κριτικό διάβασμα του βιβλίου.
3. Προχωρώ ακόμη ένα βήμα στην προετοιμασία μου. διαβάζω τώρα πολύ προσεχτικά τον πρόλογο και την εισαγωγή (αν υπάρχει). Ο πρόλογος και η εισαγωγή θα με κατατοπίσουν ακόμη περισσότερο. Εκεί θα ιδώ καλύτερα το θέμα που πραγματεύεται, ο συγγραφέας, θα ιδώ γιατί το διάλεξε, τι σκοπούς επιδιώκει, τι δυσκολίες βρήκε, ποια είναι η γενική κατευθυντήρια γραμμή του, και μέσα σε ποιες συνθήκες, το έγραψε. Στη δεύτερη τούτη συνάντησή μου με το συγγραφέα, θα συζητήσω για όλα αυτά μαζί του, και θα κρίνω, θα βγάλω τα συμπεράσματα και τις παρατηρήσεις μου. Πατώ λοιπόν έτσι σε σταθερότερο έδαφος, γιατί στον πρόλογο και εισαγωγή, ο συγγραφέας, πρέπει να μας ειπεί και την κατευθυντήρια γραμμή, και την κεντρική ιδέα του βιβλίου.
β! Πρώτο διάβασμα του βιβλίου
Αφού έτσι προετοιμαστώ προχωρώ στο πρώτο διάβασμα του βιβλίου: Στο δεύτερο τούτο στάδιο μ’ ενδιαφέρουν κυρίως δυό πράματα: η κατανόηση του περιεχομένου, και η πρώτη αντίδραση (οι πρώτοι ερεθισμοί) που μου γεννάει το βιβλίο.
1. Η κατανόηση: Θα διαβάζω όχι τρέχοντας, αργά, προσεχτικά γι να καταλάβω τι λέει το βιβλίο. Απαραίτητο είναι για την κατανόηση: πρώτα να καταλάβω καλά τη σημασία κάθε λέξης, κάθε όρου επιστημονικού. Επομένως έχω την υποχρέωση για κάθε άγνωστη ή δυσκολονόητη λέξη να ανοίγω το αρμόδιο λεξικό. Και αν έναν όρο δεν τον καλοκατάλαβα θα προστρέξω στα αντίστοιχα ειδικά λεξικά (φιλοσοφικό, ιατρικό κ.τ.λ.) και θα ρωτήσω ειδικούς επιστήμονες προσωπικά ή με επιστολή, να μου τον εξηγήσουν (ποτέ να μη προσπερνούμε έναν επιστημονικό όρο χωρίς να τον έχουμε καταλάβει καλά. Αδύνατο τότε να κατανοήσουμε το περιεχόμενο).
Δεύτερο: Πρέπει να καταλάβω καλά και τα νοήματα του συγγραφέα, (όχι μόνο τη γλώσσα). Όταν ο συγγραφέας είναι καλός, και γράφει καθαρά, με σαφήνεια (απαραίτητο για κάθε συγγραφέα) το πράμα είναι εύκολο. Υπάρχουν όμως και πολλοί συγγραφείς σκοτεινοί. Χρειάζεται τότε κόπος για να συλλάβουμε τα νοήματά του. Μα δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Γιατί αν δεν καταλάβουμε τα νοήματα,(περιττό και να διαβάσουμε το βιβλίο) θα γίνει σωστή σαλάτα μέσα μας.
2. Είναι φυσικό, την ώρα που διαβάζω το βιβλίο, και όπως το διαβάζω, να γεννηθούν μέσα μου λίγοι ή πολλοί ερεθισμοί. Πάντα κρατώ στο χέρι μου ένα μολύβι, και τους σημειώνω τους ερεθισμούς αυτούς στο περιθώριο του βιβλίου –(φυσικά αν είναι δικό μου. Αν είναι ξένο, τους σημειώνω πολύ ελαφρά με μαύρο μαλακό μολύβι, και στο δεύτερο διάβασμα, που θα κάνω την αποδελτίωση, τους σβύνω). Σημειώνω λοιπόν στο περιθώριο με ορισμένα σημάδια: Αν μ’ αρέσει κάτι, βάζω ένα σταυρό. Αν μ’ αρέσει πολύ βάζω δυό σταυρούς. Αν μου γεννάει κάποια απορία βάζω ένα ερωτηματικό. Αν το επιχείρημα του συγγραφέα, ή κάποια θεωρία του ή  κάποια ερμηνεία του δεν τα βρίσκω σωστά, βάζω ένα θαυμαστικό και γράφω δίπλα με πολύ λίγα λόγια τις αντιρρήσεις μου. και ακόμη, όπως το διαβάζω το βιβλίο, τις φράσεις που μου αρέσουν πάρα πολύ γιατί είναι ομορφογραμμένες, και ιδιαίτερα τις φράσεις που περικλείουν την ουσία του επιχειρήματος, της ερμηνείας κ.τ.λ. τις υπογραμμίζω  με κόκκινο μολύβι. (Φυσικά ο καθένα μπορεί να χρησιμοποιήσει όποια σημεία θέλει. Πάντα όμως πρέπει να χρησιμοποιεί τα ίδια σημάδια με την ίδια κάθε φορά σημασία). Το πρώτο διάβασμα λοιπόν πρέπει να γίνει κριτικά. Όλα αυτά τα σημάδια, θα μου χρησιμεύσουν πολύ στο δεύτερο διάβασμα, στη δημιουργική επεξεργασία του βιβλίου.
γ! Τρίτο στάδιο: Το συστηματικό, δημιουργικό διάβασμα:
Μετά το πρώτο διάβασμα, το αφήνω το βιβλίο λίγο καιρό, για λίγες ώρες ή μέρες. Για μένα είναι απαραίτητο το μικρό αυτό χρονικό διάστημα. Είναι το στάδιο της ωρίμανσης. Προετοιμάζεται έτσι μέσα στο διάλειμμα αυτό καλύτερα η αφομοίωση και η κριτική επεξεργασία.
Με το δεύτερο, το συστηματικό, δημιουργικό διάβασμα θέλω να κρίνω βαθύτερα και οριστικά, να αφομοιώσω ό,τι αξίζει, και να συγκρατήσω και το περιεχόμενο και την κριτική μου εργασία (την τελειωτική συζήτηση με το συγγραφέα).
Να πως πρέπει να εργαστώ, για να τα πετύχω όλα αυτά.
- Ας πάρουμε για παράδειγμα το βιβλίο του Γληνού «Η τριλογία του πολέμου». Διαβάζω προσεχτικά το πρώτο κεφάλαιο «Το χρέος του σημερινού ανθρώπου να καθορίσει τις ιδέες του για τον πόλεμο». Όπως το διαβάζω, προσέχω στα διάφορα σημεία, που έχω βάλει στο περιθώριο κατά το πρώτο διάβασμα. Τα ελέγχω τα σημάδια αυτά (σταυρούς, ερωτηματικά κ.τ.λ.) αν σωστά τα έβαλα, ή μήπως έκανα κανένα λάθος, αν συμφωνώ δηλαδή. Ό,τι βρίσκω πως δεν είναι σωστά βαλμένο, το διορθώνω (ή το σβύνω). Ξανακάνω λοιπόν την κριτική. ξαναδουλεύω κριτικά το πρώτο κεφάλαιο. Όλη αυτή την εργασία που θα την εμπιστευτώ; Στη μνήμη μου; Όσο καλή κι αν είναι, αδύνατο η μνήμη μου να συγκρατήσει όλα όσα διαβάζω. Γι αυτό είναι ανάγκη να σημειώσω περιληπτικά και το περιεχόμενο και τις κριτικές μου παρατηρήσεις. Ώστε απαραίτητη η αποδελτίωση.
Με τον ίδιο τρόπο δουλεύω το δεύτερο, το τρίτο….κεφάλαιο, ολόκληρο το βιβλίο. Όταν το τελειώσω ολόκληρο το βιβλίο, κάνω τώρα την τελειωτική δημιουργική επεξεργασία: Έχω μπροστά μου όλα τα δελτία που κράτησα τις σημειώσεις μου. καθορίζω τώρα την κεντρική ιδέα του βιβλίου, τον πυρήνα της ουσίας του περιεχομένου, και τα σπουδαιότερα επιχειρήματα (ή το σπουδαιότερο υλικό που χτίζει την κεντρική ιδέα) και κάνω την τελειωτική κρίση για την αξία του βιβλίου. Αυτό το τελειωτικό ξεκαθάρισμα (κεντρική ιδέα-επιχειρήματα (υλικό) τελειωτική κριτική) το σημειώνω σε ξεχωριστό (ένα ή περισσότερα) δελτίο. Έτσι τέλειωσα το διάβασμα του βιβλίου.
Μπορεί να ειπεί κανείς, πως μ’ όλη αυτή τη διαδικασία θα χρειάζεται πολύς καιρός για να διαβάσει κανείς ένα βιβλίο. Μα πρώτα μόνον έτσι θα είναι το διάβασμα θετικό, κριτικό, καρποφόρο και αφομοιώσιμο. Και είναι προτιμότερο να διαβάσει κανείς λιγότερα βιβλία και καλά, παρά τρέχοντας πολλά (τότε μόνο μπέρδεμα στο μυαλό, σαλάτα αχώνευτη). Έπειτα, εφαρμόζοντας κανείς το συστηματικό διάβασμα, σιγά-σιγά θα συνηθίσει, θα ξεπεράσει τις πρώτες δυσκολίες, και η δουλειά θα πηγαίνει  με ολοένα και κανονικότερο (γρηγορότερο) ρυθμό.
Αποδελτίωση
Όπως είπα και παραπάνω η αποδελτίωση είναι απαραίτητη: Και είναι απαραίτητη α) αδύνατο να συγκρατήσω με τη μνήμη μου και το περιεχόμενο και την κριτική επεξεργασία που πρέπει να κάνω σε κάθε βιβλίο που διαβάζω β) με την αποδελτίωση έχω όποια στιγμή θέλω όλη την εργασία που έκανα, χωρίς να πρέπει να ξαναδιαβάσω το βιβλίο. Έχω μπροστά μου το περιεχόμενο του βιβλίου σε περίληψη και τις κριτικές παρατηρήσεις μου. Έτσι κερδίζω χρόνο, έχω σοβαρή οικονομία. γ) Με την αποδελτίωση έχω πρόχειρο και ευκολοσύνοπτο και αφομοιώσιμο το υλικό που μαζεύω με τις μελέτες μου και μπορώ πολύ εύκολα να το χρησιμοποιήσω σε μια μελέτη μου, σε μια διάλεξή μου. Κερδίζω λοιπόν καιρό.
Μα για να τα πετύχω αυτά τα προτερήματα, πρέπει να κάνω συστηματικά την αποδελτίωση: μα ποια είναι η τεχνική της.
1. Η αποδελτίωση πρέπει να είναι συστηματική, επιστημονική. Οι συνειθισμένοι παλαιότεροι τρόποι, να κρατάμε τις σημειώσεις σε τετράδια, ή σε ανόμοια φύλλα χαρτιού, ή στο περιθώριο του βιβλίου, οι τρόποι αυτοί είναι πια ξεπερασμένοι, γιατί δεν εκπληρώνουν το σκοπό της αποδελτίωσης. Οι σημειώσεις σε τετράδια δυσκολεύουν πολύ. Θα χάσω πολύ καιρό να ψάχνω να βρω και δεν μπορώ να κάνω ταχτοποίηση σωστή. Οι σημειώσεις σε λεπτά ανόμοια φύλλα χαρτιού, ταχτοποιούνται δύσκολα, τσαλακώνονται, και φθείρονται εύκολα. Οι σημειώσεις στο περιθώριο του βιβλίου με μολύβι και σβύνουν εύκολα και θα μου φάνε πολύ καιρό για να βρω μια πληροφορία, κάτι που μου χρειάζεται. Γι αυτό χρειάζεται συστηματική, επιστημονική, αποδελτίωση.
Η συστηματική αποδελτίωση πρέπει να γίνεται σε ξεχωριστά δελτία. Τα δελτία αυτά είναι ορθογώνια κομμάτια σκληρό, χοντρό χαρτί (μπριστόλ) σταχτί ή και άσπρο, με διαστάσεις 10x12,5 ή 11x15. Τα δελτία, που θα χρησιμοποιούμε, πρέπει να είναι ομοιόμορφα, πάντοτε με τις ίδιες διαστάσεις. Θα γράφουμε τις σημειώσεις μας στα δελτία πάντοτε με (ποτέ με μολύβι, γιατί σβύνουν με τον καιρό τα γράμματα) μελάνι καλό, και πάντοτε (όχι βιαστικά) με καθαρογραμμένα και ευκολοδιάβαστα γράμματα, για να μπορεί και όποιος άλλος να τα διαβάσει.
Το κάθε δελτίο πρέπει έτσι να το γράφουμε, που να μπορούμε εύκολα να το τακτοποιήσουμε. Γι αυτό είναι απαραίτητο να γράψουμε απάνω στη μέση α) Το γενικότερο κλάδο της επιστήμης, όπου αναφέρεται το βιβλίο (π.χ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ή ΙΣΤΟΡΙΑ, ή ΧΗΜΕΙΑ, ή ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ κ.τ.λ.) β) Κάτω από το γενικό τίτλο σε ιδιαίτερη γραμμή πρέπει να γράψουμε τον ειδικό κλάδο της επιστήμης, ή το ειδικό θέμα, καθώς και την χρονική περίοδο (την εποχή) και τον τόπο, όπου αναφέρεται το βιβλίο που διαβάζουμε.  γ) Και από κάτω σε Τρίτη σειρά το όνομα του συγγραφέα, τον τίτλο του έργου, τον εκδότη, τον αριθμό και το χρόνο έκδοσης. Π.χ.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Ιστορία της φιλοσοφίας-νεότεροι χρόνοι-γερμανική φιλοσοφία –Χέγγελ
Δ. Γληνού: Η φιλοσοφία του Χέγγελ (διάλεξη) Περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι»
τεύχη 2,3 και 4, Γενάρης, Φλεβάρης, Μάρτης 1932 σελ. 63-66,100-107,140-144
ή
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Πόλεμος – ειρήνη- (Οι διάφορες ερμηνείες και ιδεολογίες)
Δ. Γληνού: Η τριλογία του πολέμου. Εκδ. Εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» Αθήνα 1945

δ) Και από κάτω αμέσως αρχίζω να γράφω την περίληψη, (τις σημειώσεις μου και κριτικές παρατηρήσεις). (Κοίταξε παραδείγματα στο : «Στη μνήμη του Δημήτρη Γληνού» σελ.89) π.χ.


ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Πόλεμος – ειρήνη (οι διάφορες ερμηνείες και ιδεολογίες)
Δ. Γληνού: « Η τριλογία του πολέμου»
Εκδ. Εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» Αθήνα 1945

Μέρος πρώτο (σελ. 15-18): Από παντού σκορπίζεται το φριχτό μήνυμα: Έρχεται ο πόλεμος: Απαριθμούνται τα τρομερά όπλα της καταστροφής. Η καταστροφή και η εξαθλίωση θα είναι τεράστια. Αναρωτιούνται οι λαοί γιατί η σκοτεινή τούτη μοίρα; Γιατί έγιναν καπνός όλα τα όνειρα για την ειρήνη; Οι πνευματικοί οδηγοί των λαών, οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί, θέλουν να δικαιολογήσουν τον πόλεμο που έρχεται, μα τα λόγια τους υπαγορεύονται από χίλιους κρυφούς υπολογισμούς και σκοτεινά συμφέροντα. Γι αυτό ο καθένας έχει χρέος να καθορίσει τις ιδέες του για τον πόλεμο που ετοιμάζεται: Ποια είναι λοιπόν τα αληθινά αίτια, που οδηγούνε τους λαούς σ’ έναν παγκόσμιο αλληλοσπαραγμό; Στην απάντηση στο ερώτημα τούτο επικρατεί μεγάλη σύγχιση. Πρέπει να την ξεκαθαρίσουμε.
Κριτική : Μας βάζει στο θέμα αριστοτεχνικά. Η περιγραφή της μελλούμενης καταστροφής περίφημη, λογοτεχνική. Η αγωνία όλων μας ζωντανή.

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Πόλεμος – ειρήνη (οι διάφορες ερμηνείες και ιδεολογίες)
Δ. Γληνού: « Η τριλογία του πολέμου»
Εκδ. Εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» Αθήνα 1945
Μέρος πρώτο: Η άποψη του παραλογισμού. Σελ. 18-21.
Ο πόλεμος είναι κάτι παράλογο, δεν έχει πραγματική αιτία. Πηγάζει από φανταστικά αίτια, που επιτήδειοι αρχηγοί καρφώνουνε στην ψυχή των λαών, με μια ομαδική υποβολή. Φτάνει ένα ξεϋπνωτιστής, για να διώξει το βραχνά και τα φαντάσματα.
Αντίκρουση της θεωρίας: α) Γιατί δεν βρέθηκε ως τώρα ο ξεϋπνωτιστής; Γιατί δε σταμάτησαν οι πόλεμοι με τον απλό διαφωτισμό; β) Η θεωρία αυτή δε δίνει καμιά πραγματική εξήγηση, δε βοηθάει στην υπερνίκηση των πραγματικών αιτίων. Άρα είναι άχρηστη, και γι αυτό ψεύτικη. γ) Συγχέει τα συνθήματα, τις ιδεολογίες με τις πραγματικές αιτίες. Και ούτε καν εξηγεί αυτά τα συνθήματα. δ) Είναι άρνηση της επιστήμης και όσοι την υποστηρίζουν δέχονται να βασιλεύει η αυθαιρεσία στην κοινωνιολογία.
Κριτική : Η ανάπτυξη της θεωρία πολύ καθαρή και η αντίκρουσή της πολύ πειστική.  

2. Τα είδη αποδελτίωσης: Έχουμε τρία είδη:
α) Η βιβλιογραφική αποδελτίωση: Σημειώνω σε ένα ξεχωριστό δελτίο κάτω από τη γενική επιγραφή, και τον ειδικό κλάδο ή το ειδικό θέμα, μόνο τον τίτλο του βιβλίου και τίποτε άλλο. (Κοίταξε παραπάνω σελ. 8) π.χ.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Ιστορία της φιλοσοφίας-  νεότεροι χρόνοι – Χέγγελ
Δ. Γληνού: Η φιλοσοφία του Χέγγελ. Περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι» τεύχη Γενάρη- Φλεβάρη-Μάρτη 1932 σελ. 63-66,100-107,140-144

Με το δελτίο αυτό βιβλιογράφησα ολόκληρο το βιβλίο. Μα είναι σκόπιμο πολλές φορές να βιβλιογραφήσω και ορισμένα θέματα που εξετάζονται στο βιβλίο που διαβάζω. Π.χ.

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Φασισμός- φασιστική ιδεολογία
Δ. Γληνού: «Η τριλογία του πολέμου» Εκδοτ. Εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» Αθήνα 1945
Σελ. 141-175
Ή
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Η οικογένεια και ο φασισμός
Δ. Γληνού: «Η τριλογία του πολέμου»Εκδοτ. Εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» Αθήνα 1945
Σελ. 161-165

Η βιβλιογραφική αποδελτίωση είναι σκόπιμη: Μας βοηθάει πολύ να συγκεντρώσουμε ό,τι έχουμε διαβάσει για ένα θέμα και εύκολα να το βρούμε.
β) Η αποσπασματική αποδελτίωση:  Αποδελτιώνω ένα ολόκληρο χωρίο που μου άρεσε πολύ, ή μια γνώμη, ένα επίγραμμα κ.τ.λ. φυσικά πρέπει να σημειώσω καθαρά την παραπομπή – σελίδα του βιβλίου απ’ όπου το παίρνω π.χ.

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Φασισμός – φασιστική ιδεολογία
Δ. Γληνού: «Η τριλογία του πολέμου» Εκδοτ. Εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» Αθήνα 1945
«ο φασισμός διαιωνίζει το βασίλειο του καταναγκασμού, ο σοσιαλισμός οδηγεί τον άνθρωπο από το βασίλειο της ανάγκης στο θείο χώρο της λεφτεριάς» σελ. 156
«Η φασιστική ιδεολογία είναι επαναστατική στη μορφή, αντιδραστική στο περιεχόμενο, άρα δημιούργημα της αστικής αντεπανάστασης» σελ. 175

γ) Η περιληπτική αποδελτίωση: Μας δίνει σε σύντομη περίληψη το περιεχόμενο του βιβλίου ή ενός μέρους του με τις αντίστοιχες κριτικές παρατηρήσεις. Για την περιληπτική αποδελτίωση μίλησα παραπάνω σελ. 8-9) και περιέγραψα πως πρέπει να γίνεται. Η περιληπτική αποδελτίωση είναι η σπουδαιότερη και η πιο αποδοτική.
3. Ταχτοποίηση των δελτίων: Αφού τελειώσω το διάβασμα του βιβλίου και μαζί και την αποδελτίωση πρέπει να ταχτοποιήσω τα δελτία. Μαζεύω όλα τα «περιληπτικά δελτία» (π.χ. της «τριλογίας του πολέμου» τα βάζω στη σειρά και τα βάζω στο κουτί της ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ. Έπειτα ταχτοποιώ τα βιβλιογραφικά δελτία. Καθένα αλφαβητικά στη θέση του (π.χ. το παραπάνω : Φασισμός κ.τ.λ. στο φάκελο Φασισμός ,το «Η οικογένεια» στον αντίστοιχο φάκελο). 



                                                              ΜΑΘΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ
"Πως πρέπει να μιλάμε"
19 Φλεβάρη 1946
Λήψη σε pdf::ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ


Πρόλογος: Το θέμα φαίνεται άδειο και παράξενο, αφού δα όλοι μάθαμε και ξέρουμε να  μιλάμε. Αν ρίξουμε μια ματιά ολόγυρά μας, θα πειστούμε, πως ενώ όλοι ξέρουμε να μιλάμε, πολύ λίγοι όμως μιλάνε όπως πρέπει. Ακόμη και άνθρωποι που τους λέμε σοφούς, δεν τα καταφέρνουν. (Παραδείγματα: άλλοι πολύλογοι και βαρετοί, άλλοι νυσταχτεροί, άλλοι δυσκολονόητοι και κουραστικοί, άλλοι κούφιοι και φαφλατάδες κ.τ.λ.)
Έτσι πολύ νωρίς αναπτύχτηκε ιδιαίτερη τέχνη: η ρητορική (ο ρόλος της ρητορικής ιδιαίτερα στην αρχαιότητα) και έγινε ιδιαίτερο μάθημα και διδάσκεται ακόμη και σήμερα (π.χ. έδρα ρητορικής στη Θεολογική σχολή κ.τ.λ.)
Ας σκεφτούμε το θέμα: Μας παρουσιάζει τα ακόλουθα προβλήματα:
1. Γιατί μιλάμε; Σε τι μας χρειάζεται η ομιλία, ο λόγος; Ποιο είναι το λειτούργημα της ομιλίας, του λόγου, μέσα στη σημερινή κοινωνία, και ιδιαίτερα μέσα στις ιστορικές στιγμές που περνάμε; Τι όπλο είναι η ομιλία, ο λόγος σε σας τα στελέχη στον αγώνα;
2. Ποιες μορφές παίρνει ο λόγος; Ποια είναι τα διάφορα είδη του λόγου;
3.  Ποιος είναι ο σωστός τρόπος για κάθε είδος λόγου; Μ’ άλλα λόγια πως πρέπει να μιλάμε;
Α! Γιατί μιλάμε; Ποιο είναι το λειτούργημα του λόγου;
α! Πως γεννήθηκε η ομιλία ο λόγος
Ο προφορικός λόγος γεννήθηκε πολύ πριν από το γραφτό. Είναι κοινωνικό φαινόμενο, γέννημα της εξέλιξης της ζωής. Τα πρώτα στοιχεία του,- οι εκφραστικές κινήσεις, οι άναρθροι φθόγγοι – στα ζώα. Παραδείγματα……
Γεννήθηκε μέσα στη συμβίωση για την επικοινωνία και συνεννόηση. Αιτίες: ο κίντυνος, η εργασία, ο έρωτας.(παραδείγματα από ζώα)
Ο λόγος όμως ο έναρθρος κύριο χαραχτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπου. Στήριγμα και φορέας της νόησης, όργανο πολύτιμο για τη συνεννόηση.
β! Ποιο είναι το λειτούργημά του στην πολιτισμένη κοινωνία;
1. Μέσο για συνεννόηση ανάμεσα στους ανθρώπους. Καθημερινή ομιλία, κουβέντα,- πληροφορίες-οδηγίες-εντολές-παράκληση κ.τ.λ.
2. Μέσο για να εκφράζουμε, να διατυπώνουμε (να μορφοποιούμε) τις εντυπώσεις, τις σκέψεις, του; στοχασμούς, τα συναιστήματά μας.
Παραδείγματα: Περιγράφω ένα περιστατικό, μια εκδρομή, κάτι που άκουσα, μια μάχη, κ.τ.λ.(Ιλιάδα, Οδύσσεια). Εκθέτω την κρίση μου για κάτι, λέω τους στοχασμούς μου, τις σκέψεις μου επάνω σε ένα πρόβλημα π.χ. ηια την πολιτική κατάσταση κ.τ.λ. Εκφράζω  τη φιλία, τον έρωτα, τον πόνο.
3. Μέσο για να δημιουργήσουμε στους άλλους ανθρώπους συναισστήματα και στοχασμούς που εμείς θέλουμε, μέσο λοιπόν για να τους πείσουμε.
Παραδείγματα: δικανικοί λόγοι – διαφωτισμός σήμερα στα ζητήματα
4. Μέσο για να μεταδώσουμε την πείρα, γνώσεις.
Παραδείγματα: διδασκαλία- ανακοίνωση για επιστημονικό θέμα.
5. Μέσο για να δημιουργήσουμε στους άλλους ανθρώπους αποφάσεις και να τους ωθήσουμε σε πράξεις. Μέσο λοιπόν για να καθοδηγήσουμε και να καθορίσουμε τη βούλησή τους.
Παραδείγματα: συμβουλές, ορμήνειες, πολιτικοί λόγοι, λόγοι αρχηγού πριν από τη μάχη.
γ! Ο λόγος πολύτιμο όπλο στα στελέχη , στον αγώνα
ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα 3, το 4 και το 5

Β! Τα διάφορα είδη του λόγου
α! Ο προφορικός λόγος μπορεί να απευθύνεται σε έναν ή σε πολλούς (με το ραδιόφωνο σ’ όλο τον κόσμο)
β! μπορεί ν’ απευθύνεται άμεσα ή έμμεσα (φωνογράφος)
γ!  Ανάλογα με τον τρόπο διεξαγωγής, αν δηλαδή ο λόγος γίνεται μονοκόματα ή κοματιαστά διακρίνουμε δύο είδη: το διάλογο (συζήτηση) και το μονόλογο.
1. Ο διάλογος
Τα είδη του: διάλογος απλός συνηθισμένος για συνεννόηση.
Διάλογος δραματικός (σύγκρουση γνωμών, συναιστημάτων)
Διάλογος φιλοσοφικός (αντίφαση αλήθεια) Σωκράτης-Σωκρατική μέθοδος. Πλατωνικός διάλογος.
Συζήτηση (πολιτική, επιστημονική κ.τ.λ.) η συνηθισμένη σήμερα μορφή του διαλόγου.
2. Ο Μονόλογος
α! Διήγηση β! Διδασκαλία γ! ρητορικός λόγος δ! λογοδοσία και απολογισμός
α! Η διήγηση: Εντυπώσεις – Παραμύθι – ιστορική διήγηση – δραματικός μονόλογος (διήγηση)
β! Η διδασκαλία: Το μάθημα – Η διάλεξη – επιστημονική ανακοίνωση
γ! Ο ρητορικός λόγος: Πανηγυρικός – παραδείγματα :( 25 Μαρτίου τρίχρονα ΕΑΜ) Επιτάφιος- επικήδειος (επιτάφιος Περικλή) δικανικός (Λυσίας, Δημοσθένης) Πολιτικός ( Δημοσθένης, Κοινοβούλιο)
δ! Λογοδοσία, απολογισμός δουλιάς
θα μας απασχολήσουν ο διάλογος και ο μονόλογος που έχουν γενικότερο σκοπό, πέρα από την απλή συνεννόηση, την απλή κουβέντα.

Γ! Πως πρέπει να μιλάμε 
Ι. Ο Διάλογος – Συζήτηση
α! Κανόνες για την καλή συζήτηση
1. Αυστηρά καθορισμένο το θέμα. Ο κάθε συζητητής πρέπει να το συλλάβει στην ουσία του, να το έχει σκεφτεί καλά, να το έχει ιδεί από όλες τις πλευρές. Όχι λοιπόν επιπόλαια, ούτε μονόπλευρα.
2. Καθαρά καθορισμένος ο σκοπός. Που αποβλέπει η συζήτηση για ποιο λόγο γίνεται. Παραδείγματα (Γίνεται για να πείσουμε; Για να πάρουμε απόφαση; Για να συμβουλέψουμε;)
3. Να μην ξεφεύγουμε από το θέμα, ούτε από το σκοπό, καμιά παρέκκλιση – αλλιώς μπέρδεμα, σαλάτα.
4. Προσαρμογή στο συζητητή. (αν είναι παιδί, νέος, μορφωμένος, αμόρφωτος) στην ηλικία, στη μόρφωση, στο χαραχτήρα του, πάντα ανάλογα με το σκοπό , άρα όχι αυθεντία.
5. Όχι φωνές, όχι θυμοί, όχι τσακώματα, όχι προσβολές, όχι διακοπές του συζητητή σου – άρα ψυχραιμία, ευγένεια, γλυκός τρόπος, λεπτότητα, αλληλοσεβασμός.
6. Όχι πολυλογία. Μέσα στην ουσία. Συντομία. Όχι παπαρδέλες. Όχι επαναλήψεις. Όχι κούφιες φράσεις.
7. Καθαρή ευκολονόητη διατύπωση. Όχι να φαινόμαστε σπουδαίοι, με το να μη μας καταλάβει ο άλλος. Όχι λοιπόν σκοτεινά νοήματα. Όχι δυσκολονόητες λέξεις.
8. Τα επιχειρήματα σοβαρά, θετικά, μέσα στο θέμα, με απόλυτο ειρμό.
9. Τα συμπεράσματα καθαρά (όπως στα μαθηματικά όπερ έδει δείξαι) απόλυτα δικαιολογημένα, βγαλμένα μόνα τους, όχι τραβηγμένα, όχι σοφίσματα.
β! Οργάνωση της συζήτησης
Μερικοί απαραίτητοι κανόνες
1.Να καταρτιστεί η ημερήσια διάταξη. Να οριστεί καθαρά, ξάστερα το θέμα ή τα θέματα και ο σκοπός της συζήτησης.
2.  Να μοιραστεί έγκαιρα η ημερήσια διάταξη.
3. Κάθε συζητητής να μελετήσει το θέμα. Ποτέ απροετοίμαστος. Όχι προχειρολογία – αλλιώς η συζήτηση δεν είναι γόνιμη – ξεπέφτει σε υποβολή.
4. Να διευθύνεται η συζήτηση από έναν – τον πρόεδρο
5. Όχι διακοπές, όχι διαλογική συζήτηση.
6. Το κλείσιμο της συζήτησης να είναι αντικειμενικό. Όχι εγωιστικό, ούτε προσβλητικό.
7. Ψυχολογία του προέδρου και των μελών (Ιδιαίτερο να γίνει μάθημα)
ΙΙ. Ο μονόλογος
α! Ο μονόλογος γενικά (σε όλα τα είδη του)
Ο λόγος είναι ένα έργο τέχνης. Χρειάζεται ιδιαίτερη τέχνη, αξιοσύνη, να εκθέσουμε εκείνο που θέλουμε, για να αιχμαλωτίσουμε τον ακροατή.
Τα συστατικά του προφορικού λόγου.
1. Το περιεχόμενο 2. Η μορφή 3. Ο ομιλητής, ο ρήτορας 4. Ο ακροατής. (ο ζωντανός λόγος άμεση επαφή ψυχών)
1. Ο ομιλητής, ο ρήτορας. Τα προσόντα και τα καθήκοντά του.
Το παράστημα: προσωπική γοητεία του ρήτορα (όχι επιδειχτικά, ούτε φοβισμένα) όχι προσποίηση.
Η φωνή του: η βαθύτερη φωνή στον άνδρα προσελκύει. Η υψίτονη λίγο ή πολύ αποκρουστική
Η άρθρωση των λέξεων: καθαρή προφορά, όχι να τρώμε συλλαβές, όχι να τραυλίζουμε (παράδειγμα: Δημοσθένης)
Ο τόνος: Να τονίζουμε καλά τις λέξεις, τις φράσεις. Να τονίζουμε φυσικά.
Το ήθος του λόγου: Να χρωματίζουμε καλά (πολύ σπουδαίο) (όχι προσποίηση και φυσικά όπως μιλάμε)
Ο χρόνος –το τέμπο: Ούτε να πολυτρέχουμε, ούτε να σιγοπερπατάμε, άμα μιλάμε. Ο χρόνος όχι μονότονος. Άλλοτε γρήγορα, άλλοτε σιγότερα για να τονίσουμε, και να εξάρουμε αυτό που θέλουμε.
Οι χειρονομίες: πολύ μετρημένες και μόνο ενισχυτικές, και προσαρμοσμένες στο περιεχόμενο και το σκοπό. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή (όχι κατάχρηση, όχι θεατρινισμοί) . χρειάζεται ακόμη προετοιμασία και άσκηση: (πολλοί ηθοποιοί μπροστά στον καθρέφτη)
2. Ο ακροατής
Ο ομιλητής να βρίσκεται σε αδιάκοπη επαφή με τον ακροατή, με το ακροατήριό του, να παρακολουθεί τη στάση του, το ενδιαφέρο του, και να τον προσελκύει. Απαραίτητα βέβαια τα προσόντα, που τόνισα παραπάνω. Χρειάζονται όμως και άλλα, τα παρακάτω.
Ν απαγγέλνει το λόγο του και όχι να τον διαβάζει. Με το διάβασμα χάνεται η ψυχική επαφή, η παρακολούθηση. Από το άλλο μέρος όμως να μην έχει αποστηθίσει το λόγο του, γιατί τότε είναι ομιλητής φωνογράφος, δούλος στο κείμενο του λόγου του, δεμένος κοιτάζει να μην του ξεφύγει κάτι, είναι ανήσυχος και τα χάνει. Αν πρόκειται ν’ αποστηθίσει το λόγο του, προτιμότερο να τον διαβάσει. Γι αυτό
Ν’ αναπτύσσει το θέμα του με ελευτερία (θα έχει σημειωμένα μόνο τα κύρια σημεία)
Να προσαρμόζεται ο ομιλητής στο μορφωτικό επίπεδο των ακροατών. Μόνον τότε θα συγκρατήσει το ενδιαφέρο και την προσοχή τους.
Να προσαρμόζεται και στην ηλικία τους.
Να παρακολουθεί αδιάκοπα το ακροατήριο, το αν κουράστηκε να διακόψει με τρόπο για ν’ ανασάνουν, αν δεν κατάλαβαν κάτι, να το αναπτύξει πάλι, να το επεξηγήσει με κάποιο παράδειγμα, ν’ αναλύσει έναν όρο, κ.τ.λ. μ’ άλλα λόγια Να δείχνει σε κάθε στιγμή πως το σέβεται το ακροατήριο
 Ν’ ανακεφαλαιώνει , να δίνει το συμπέρασμα κάθε φορά.
Αυτά όλα όμως δε φτάνουν. Η επιτυχία, η καλή ομιλία εξαρτιέται από τα εσωτερικά προσόντα, από το περιεχόμενο και τη μορφή. Μ’ αυτά προπάντων θα συγκρατήσει, θα αιχμαλωτίσει το ακροατήριό του.
3. Τα εσωτερικά προσόντα. Περιεχόμενο – μορφή.
Το περιεχόμενο
α! Το θέμα (παραδείγματα)
 1. Πρέπει να το συλλάβουμε καλά και βαθιά, να το κατανοήσουμε, να το ιδούμε απ όλες τις πλευρές,  να το τοποθετήσουμε έπειτα σταθερά. Μα για να το συλλάβουμε και να το κατανοήσουμε χρειάζεται
Πρώτα να το σκεφτούμε καλά, βαθιά. Σ αυτό θα μας βοηθήσει πολύ να μελετήσουμε τι έχουν γράψει  οι άλλοι, ή εμείς οι ίδιοι (Δελτία μελέτης μας)
Δεύτερο Ν αφήσουμε να ξεπηδήσουν οι στοχασμοί μας, και τα συναιστήματα που μας γεννιούνται. Επομένως χρειάζεται να το ζήσουμε μέσα μας, ολοένα να το φέρνουμε στο μυαλό μας, να το δουλέψουμε, να το ωριμάσουμε, και να ρίχνουμε στο χαρτί τους στοχασμούς, τα συναιστήματα κ.τ.λ.
2. Να το περιορίσουμε στα χρονικά όρια, που έχουμε για την ομιλία μας. απαραίτητο γι αυτό να το προσαρμόσουμε στο σκοπό της ομιλίας. Ο σκοπός θα μας οδηγήσει τι θα παραλείψουμε, τι θα συνοψίσουμε, τι θ αναπτύξουμε πλατύτερα.
β! Η αρχιτεχτονική (το σχέδιο, le plan)
 Το σπουδαιότερο μέσο για την επιτυχία της ομιλίας, είναι η αρχιτεχτονική του, η διάρθρωσή του.( οι ίδιες ιδέες, το ίδιο υλικό ανάλογα με την τοποθέτησή του δημιουργούν κάτι διαφορετικό, όπως οι ίδιες λέξεις ανάλογα με την τοποθέτησή τους φτιάχνουν διαφορετικό νόημα. Pascal ch.IX,9)
Ο λόγος είναι έργο τέχνης, αποτελεί ολότητα, ενιαίο οικοδόμημα πρέπει να έχει ενότητα στο σκοπό και τα μέσα. (αντιστοιχία περιεχομένων και μέσων με το σκοπό).
Γι αυτό χρειάζεται συμμετρία και σφιχτοδέσιμο.
Το  σχέδιο λοιπόν είναι απαραίτητο
1. Το σχέδιο αντίστοιχο με το σκοπό.
2. Το σχέδιο βγαίνει από το θέμα: Πρέπει να το καλοσκεφτούμε το θέμα, για να ιδούμε καθαρά πως θα κατατάξουμε τα μέρη του, από πού θ’ αρχίσουμε, πως θα προχωρήσουμε, που θα τελειώσουμε. Πρέπει η ομιλία να έχει ενότητα όπως μια αλυσίδα.
3. Πρέπει την κεντρική ιδέα, τον πυρήνα, να την υποδιαιρέσουμε (decomposer) στις κύριες ιδέες, κι αυτές στις δευτερεύουσες ιδέες (idees secondaires). Και να συγκεντρώσουμε γύρω από αυτές τις δευτερεύουσες ιδέες (τα λεπτομερειακά συστατικά) το υλικό για την ανάπτυξή τους ( τα επιχειρήματα κ.τ.λ.)
4. Να κρατάμε ισορροπία και συμμετρική αρμονία στην ανάπτυξη της κάθε ιδέας, του κάθε στοιχείου. Αλλιώς θα έχουμε γελοιογραφία (μεγάλο κεφάλι, υπέρμετρα χέρια, σώμα και πόδια νάνου).
5. Να βγάλουμε από τη μέση κάθε ξένη με το θέμα μας ιδέα.
6. Το σχέδιο είναι έτσι αρμονικό και ολοκληρωμένο, ώστε ούτε να λέει κάτι, που θα το αποδείξει παρακάτω (συχνά ακούμε, όπως θα ιδούμε παρακάτω) ούτε να ξαναγυρίζει σε κάτι που ανάπτυξε παραπάνω.
7. Το σχέδιο να κυριαρχιέται από το νόμο της κίνησης. Να ταχτοποιήσουμε έτσι ώστε από κάθε στάδιο, η κεντρική ιδέα να γίνεται πιο ανάγλυφη, και να ζωηρεύει το ενδιαφέρο των ακροατών.
α! Πρόλογος
Είναι απαραίτητο: Μπάζουμε τον ακροατή στο θέμα μας: και αρκετά δύσκολος: εξηγούμε τη σπουδαιότητα του θέματος. Έτσι προετοιμάζουμε τον ακροατή, κινούμε το ενδιαφέρο του, τον αιχμαλωτίζουμε: Ο καλός πρόλογος είναι το μισό της επιτυχίας. Είναι η πρώτη εντύπωση που επηρεάζει τον ακροατή. Γι αυτό προσοχή.
Ο πρόλογος πρέπει να είναι: σύντομος και γοργός, φροντισμένος, ευγενικός, χαριτωμένος, όχι ξερός, όχι banal, όχι inutile
Πολλοί ετοιμάζουν τελευταία τον πρόλογο (ανέκδοτο για Βαλαωρίτη – ομιλία για Γληνό) (μελέτη αρχαίων ρητόρων)
β! Η ανάπτυξη του θέματος
(Κοίταξε παραπάνω το 3,4,5 και 7)
Κίνηση, τάξη, αρμονία ειρμός.
Να βαδίζουμε προοδευτικά μα να μη πολυτρέχουμε για να μη λαχανιάσει και μας αφήσει. Η προοδευτική γραμμή.
Οι transitions: χρήσιμες : χρειάζεται προσοχή.
Τα επιχειρήματα: Αναίρεση αντίπαλων ιδεών. Έκθεση των δικών μας.  Θεμελίωση
Τα συμπεράσματα:
γ! Ο επίλογος (ανάλογος με το είδος του λόγου)
Όχι  ξερός, όχι banal. Ν ανοίγει προοπτική. Κορύφωση στο γενικό σκοπό, στο αποτέλεσμα που θέλουμε να πετύχουμε. Δημιουργία ορισμένης βουλητικής διάθεσης.
β! Η μορφή
α! Η γλώσσα: Δημοτική, μεγάλη προσοχή. Κυριολεξία (όχι ξένοι όροι). Καλή, απλή σύνταξη. Όχι κούφιες φράσεις, παπαρδέλες. Όχι πολυλογία. Όχι σκοτεινές και ακατάλυπτες λέξεις, και φράσεις.
β! το ύφος. Ανάλογο με το θέμα και το σκοπό. Απλό, λιτό, καθαρό, πραγματολογικό ύφος, σφιχτοδεμένο κλασικό ύφος. Ζωηρό, ανάλαφρο, χρωματιστό, ανθηρό ύφος. Βαρύ, σοβαρό, σπουδαίο ύφος. Μεγαλόπρεπο, πανηγυρικό ειρωνικό ύφος. – Φλύαρο, χαλαρό, χλιαρό ύφος. Χυδαίο – φουσκωμένο – παραστολισμένο, επιτηδευμένο, ψεύτικο ύφος. Στρυφνό, σκοτεινό, ακατανόητο.
Να διαβάζουμε ωραίου λόγους.
Το καλύτερο είναι το απλό, λιτό, καθαρό, ρεαλιστικό και σφιχτοδεμένο ύφος.
 Επίλογος: Κάθε άνθρωπος θα έχει την ευκαιρία ή την ανάγκη στη ζωή του να χρησιμοποιήσει τον έντεχνο προφορικό λόγο. Ο λόγος του ανθρώπου είναι σπαθί. (Δ. Γληνός)
γ! Εφαρμογή (στα διάφορα)σε μερικά είδη του λόγου
Για το διάλογο- συζήτηση μιλήσαμε (σελ 2 και 3)
1.Διήγηση –εντυπώσεις
Πρόλογος – Θέμα – Επίλογος
Κύρια χαραχτηριστικά (πινελιές για ολοκλήρωση εικόνας). Γλώσσα απλή κ.τ.λ. ύφος ανάλογο με το θέμα, ζωντανό, λιτό.
2.Διδασκαλία
Μάθημα : σκοπός κ.τ.λ.
Διάλεξη:
Επιστημονική ανακοίνωση :
Ύφος εκλαϊκευτικό- όχι σοβαρόφανο
3.Ρητορικός λόγος : όσα είπαμε παραπάνω
4.Λογοδοσία, απολογισμός δουλιάς:
Καλή ταχτοποίηση, επεξεργασία
Κίνηση, τάξη, προοδευτικό βάδισμα
αλληλουχία, αλληλοεξάρτηση.
Ειλικρίνεια- κριτική- αυτοκριτική.
Όχι υπερεχτίμηση, ούτε υποτίμηση. 


     Ομιλία Τρίτη
"Πως πρέπει να γράφουμε"
16-2-1946
 Λήψη σε pdf:ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ

Α! Τι είναι ο γραπτός λόγος
Ψυχική επικοινωνία ανάμεσα σε ανθρώπους που απέχουνε τοπικά ή χρονικά
Βασική ομοιότητά του με προφορικό λόγο ( δεν είναι όμως παρών ο ομιλητής, ο συγγραφέας0. Γι αυτό το γραφτό μνημείο πρέπει να μιλήσει μόνο του.
Β! Πως πρέπει να γράφουμε
Ισχύουν όσα είπαμε και για τον προφορικό λόγο
Γ! Εφαρμογή
α! Η επιστολή
Καθαρότητα, λιτότητα, συντομία, απλότητα, ανάλογο ύφος.
β! Η περιγραφή
Κύρια χαραχτηριστικά, - όχι επιφανειακά, την ουσία.
Ζωντάνια, απλότητα, ανάλογο ύφος
γ! Η λογοδοσία  
Όπως στον προφορικό. Όχι ξερή, ζωντανή
δ! Τρικς
Συντομία- Κύριο θέμα – επιχειρήματα- επίλογος
ε! Προκήρυξη
στ! Άρθρο εφημερίδας
ρεπορτάζ
συνέντευξη
ζ! Επιστημονικό άρθρο  



[1] «Στη μνήμη του Δημήτρη Γληνού» σελ. 157

Δεν υπάρχουν σχόλια: