Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Μετάφραση του Κ. Σωτηρίου: «Georges Politzer: Μαθήματα Φιλοσοφίας – Πρώτη σειρά –Βασικές Αρχές» Δεύτερο και Τρίτο Μέρος

Περιεχόμενα 
Το χειρόγραφο σε pdf: ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ


Το δακτυλογραφημένο κείμενο μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ σε pdf: ΔΕΥΤΕΡΟ-ΤΡΙΤΟ

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ο ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Η ΥΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΥΛΙΣΤΕΣ
1. Τι είναι η ύλη;
2. Διαδοχικές θεωρίες για την ύλη.
3. Τι είναι η ύλη για τους υλιστές.
4. Ο χώρος, ο χρόνος, η κίνηση και η ύλη.
5. Συμπέρασμα.

Στα προηγούμενα μαθήματα καθορίσαμε τις κοινές ιδέες σ’ όλους τους υλιστές, έπειτα τα επιχειρήματα, που αντιτάσσουν όλοι οι υλιστές στις ιδεαλιστικές φιλοσοφίες, και αποδείξαμε τα λάθη, που κάνει ο αγνωστικισμός. Τώρα θα βγάλουμε τα συμπεράσματα από τα μαθήματά μας και θα ενισχύσουμε τα υλιστικά επιχειρήματα με την απάντηση που θα δώσουμε στα δυό ακόλουθα ερωτήματα:
α! Τι είναι η ύλη;
β! Τι θα πει: είμαι υλιστής.

1. Τι είναι η ύλη;
Το πρόβλημά μας είναι σπουδαίο
Κάθε φορά που έχουμε να λύσουμε ένα πρόβλημα, πρέπει τα σχετικά ερωτήματα να τα θέτουμε πολύ καθαρά. Και είναι τούτο απόλυτα απαραίτητο, για το πρόβλημά μας, γιατί, πραγματικά δεν είναι τόσο απλό να δώσουμε ικανοποιητική απάντηση. Για να το κατορθώσουμε, χρειάζεται να στήσουμε ολόκληρη θεωρία για την ύλη.
Γενικά οι άνθρωποι φρονούν, πως η ύλη είναι εκείνο που μπορούμε να πιάσουμε, κάτι, που είναι σκληρό στερεό και προβάλλει αντίσταση. Στην αρχαία Ελλάδα έτσι όριζαν την ύλη. Ξέρουμε όμως σήμερα, χάρη στις επιστήμες, πως αυτό δεν είναι σωστό.

2. Διαδοχικές θεωρίες για την ύλη.
( Ο σκοπός μας είναι να ρίξουμε μια γοργή ματιά και όσο γίνεται πιο απλά, στις διάφορες θεωρίες για την ύλη, χωρίς να μπούμε στην επιστημονική συζήτησή τους).
Στην αρχαία Ελλάδα φρονούσαν, πως η ύλη ήταν κάτι το σκληρό που δεν μπορούσε να διαιρείται επ’  άπειρον. Έρχεται η στιγμή, έλεγαν, που τα μόρια της ύλης δεν είναι πια διαιρετά, και ονόμασαν τα μόρια αυτά άτομα (δηλαδή άτμητα, αδιαίρετα). Το τραπέζι λοιπόν είναι ένα συσπείρωμα από άτομα. Φρονούσαν ακόμη πως τα άτομα ήσαν διαφορετικά αναμεταξύ τους. Υπάρχουν, έλεγαν, άτομα λεία και στρογγυλά, τέτοια είναι π.χ. τα άτομα του λαδιού, και άλλα που είναι τραχειά και αγκυλωτά, όπως τα άτομα του ξυδιού.
Ο Δημόκριτος, ένας από τους πιο μεγάλους υλιστές φιλόσοφους στην αρχαιότητα, είναι εκείνος που έστησε τη θεωρία τούτη. Πρώτος αυτό επιχείρησε να εξηγήσει υλιστικά, τον κόσμο. Δίδασκε π.χ. πως το ανθρώπινο σώμα απαρτίζεται (είναι συγκροτημένο) από άτομα χοντροκομμένα, η ψυχή όμως από λεπτότερα άτομα, και επειδή παραδεχόταν πως υπάρχουν Θεοί, ήθελε όμως να εξηγήσει όλα τα πράματα με υλιστικό τρόπο, βεβαίωνε, πως και οι Θεοί ήσαν κι αυτοί ακόμη, συγκροτημένοι από άτομα εξαιρετικά λεπτά.
Από την αρχαία λοιπόν εποχή, δοκίμασαν οι άνθρωποι να εξηγήσουν τι είναι η ύλη.
Ο μεσαίωνας δεν πρόστεσε τίποτε αληθινά καινούργιο στη θεωρία των αρχαίων Ελλήνων για τα άτομα. Και μόλις το 19ο αιώνα τροποποιήθηκε ριζικά η θεωρία τούτη.
Εξακολουθούσαν πάντοτε να φρονούν, πως η ύλη απαρτίζεται από άτομα, και πως τα άτομα τούτα ήσαν μικρότατα μόρια πάρα πολύ σκληρά με αμοιβαία έλξη συναμεταξύ τους. Είχαν παρατήσει τη θεωρία των αρχαίων Ελλήνων, και τα άτομα δεν ήσαν πια λεία ή αγκυλωτά, εξακολουθούσαν όμως να υποστηρίζουν, πως ήσαν σκληρά, αδιαίρετα, και σπρωχνόντουσαν με αμοιβαία έλξη το ένα προς το άλλο.(;)[1]
Αργότερα η πρόοδος επέτρεψε στις επιστήμες[2] να φωτίζουν ολοένα καλύτερα το ζήτημα με τα καινούργια πορίσματα, και να προχωρούν ολοένα στην ερμηνεία της ύλης. Σήμερα δέχονται πως το άτομο είναι κατά προσέγγιση  ένα κέντρο, ένας πυρήνας, και ολόγυρά του γυρίζει ένα μικρό σύστημα από πλανήτες, που είναι φορτωμένοι με μικρό ηλεχτρικό φορτίο ο καθένας τους.[3] Μα και ο πυρήνας, το κέντρο του ατόμου, είναι κι αυτός πολύπλοκος με πολυποίκιλη διάρθρωση! Η ύλη λοιπόν είναι συσπείρωμα από τα άτομα αυτά. Και αν το χέρι μου, όπως το έχω ακουμπήσει επάνω στο τραπέζι, νιώθει κάποια αντίσταση, αυτό συμβαίνει, επειδή το χέρι μου δέχεται σε ανυπολόγιστο  αριθμό μικρότατα χτυπήματα (chocs) που πηγάζουν (διοχετεύονται) από τα μικρά αυτά συστήματα, τα άτομα του τραπεζιού.
Στην καινούργια τούτη σύγχρονη θεωρία για την ερμηνεία της ύλης, θεωρία που επικυρώθηκε από επιστημονικά πειράματα, απαντούν οι ιδεαλιστές με το χαμόγελο στα χείλη: «Δεν υπάρχει πιά σκληρή και αδιαίρετη ύλη! Τι μένει λοιπόν από την ύλη; Τίποτε! Και οι υλιστές που βασίζουν τη φιλοσοφία τους  στην ύπαρξη της ύλης, δεν έχουν πια καμιά απόδειξη για την  ύπαρξή της. Η ύλη έγινε άφαντη!»
Πρέπει να ομολογήσουμε, πως η τέτοια επιχειρηματολογία είχε κάποια  επιτυχία, αφού ακόμη και μερικοί  μαρξιστές, λοιπόν υλιστές, κλονίστηκαν στις πεποιθήσεις τους. Όμως δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά συσκοτίζουν και θολώνουν το πρόβλημα, άμα λένε πως καταργήθηκε, έγινε άφαντη η ύλη, τη στιγμή που η επιστήμη με τα καινούργια της πορίσματα φωτίζει καλύτερα τη σύστασή της. Γι αυτό σπουδαίο είναι, απαραίτητο μάλιστα να ιδούμε:

3. Τι είναι η ύλη για τους υλιστές.
Το θέμα μας κλείνει μέσα του δυό ζητήματα
α! Τι είναι η ύλη;
β! Πως είναι η ύλη; [4]
Απαραίτητο να ξεχωρίσουμε τα δυό τούτα ζητήματα, και να απαντήσουμε πρώτα στο πρώτο και έπειτα στο δεύτερο ερώτημα.
Η απάντηση που δίνουν οι υλιστές στο πρώτο ερώτημα είναι τούτη: Η ύλη είναι μια αντικειμενική πραγματικότητα, μια πραγματικότητα που υπάρχει έξω από μας, που είναι ανεξάρτητη από τη νόησή μας, το πνεύμα μας, και δεν έχει ανάγκη το πνεύμα μας  για να υπάρχει.
«Η έννοια «ύλη»- λέει ο Λένιν- δεν εκφράζει τίποτε άλλο, παρά την αντικειμενική πραγματικότητα, που είναι δοσμένη στον άνθρωπο, από τις αιστήσεις του».[5]
Στο δεύτερο ερώτημα: «Πως είναι η ύλη, οι υλιστές απαντούν: Δεν είναι δική μας δουλειά να απαντήσουμε. Την απάντηση την δίνει η επιστήμη».
Η απάντηση που δώσαμε στο πρώτο ερώτημα είναι πάντα η ίδια από την αρχαία εποχή ως σήμερα. Δεν άλλαξε καμιά φορά. Η απάντηση όμως στο δεύτερο ερώτημα έχει πολλές φορές αλλάξει και πρέπει να αλλάζει, γιατί βρίσκεται σε συνάρτηση με τις επιστήμες, με το σημείο, όπου κάθε φορά έχουν προχωρήσει οι γνώσεις μας. Δεν είναι λοιπόν οριστική απάντηση.
Βλέπουμε τώρα, πόσο είναι απαραίτητο να θέσουμε καλά το πρόβλημα, και να μην αφήνουμε τους ιδεαλιστές να μπερδεύουν τα δυό ερωτήματα. Πρέπει καλά να τα ξεχωρίσουμε, να τους δείχνουμε πως το πρώτο ερώτημα είναι το κυριότερο, και πως η απάντηση που δίνουν οι υλιστές στο ερώτημα τούτο έχει μείνει αμετάβλητη.
«Γιατί η μοναδική «ιδιότητα» της ύλης, που η παραδοχή της καθορίζει το φιλοσοφικό υλισμό είναι, το ότι είναι μια αντικειμενική πραγματικότητα, το ότι υπάρχει έξω από τη συνείδησή μας»[6]

4. Ο χώρος, ο χρόνος, η κίνηση και η ύλη
Τη στιγμή που βεβαιώνουμε, επειδή το διαπιστώνουμε, πως η ύλη υπάρχει έξω από μας καθορίζουμε επίσης πως:
α! Η ύλη υπάρχει μέσα στο χώρο και μέσα στο χρόνο, και
β! Η ύλη βρίσκεται σε κίνηση
Οι ιδεαλιστές φρονούν, πως ο χώρος και ο χρόνος είναι ιδέες μέσα στο σώμα μας, άρα δεν υπάρχουν αντικειμενικά (πρώτος ο Καντ διατύπωσε τη θεωρία τούτη)[7]. Για τους ιδεαλιστές ο χώρος είναι μια μορφή, που δίνουμε εμείς στα πράματα, μ’ άλλα λόγια, ο χώρος γεννιέται από το ανθρώπινο πνεύμα. Το ίδιο και ο χρόνος.
Οι υλιστές αντίθετα βεβαιώνουν, πως εμείς είμαστε μέσα στο χώρο, και όχι ο χώρος μέσα σε μας. Βεβαιώνουν επίσης, πως ο χρόνος είναι απαραίτητος όρος στο ξετύλιγμα της ζωής μας. Ώστε εκείνο που υπάρχει έξω από τη νόησή μας – δηλαδή η ύλη – υπάρχει μέσα στο χώρο και μέσα στο χρόνο.[8]
«Οι ουσιαστικές μορφές του κάθε τι που υπάρχει είναι ο χώρος και ο χρόνος, και κάτι που υπάρχει έξω από το χρόνο είναι τόσο πολύ παράλογο, όσο και κάτι που υπάρχει έξω από το χώρο»[9]
Εμείς οι υλιστές δεχόμαστε λοιπόν, πως υπάρχει μια πραγματικότητα αντικειμενική, ανεξάρτητη από τη συνείδησή μας. Όλοι μας πιστεύουμε, πως ο κόσμος έχει υπάρξει πριν από μας, και πως θα εξακολουθήσει να υπάρχει και έπειτα από μας. Πιστεύουμε, πως ο κόσμος δε μας έχει ανάγκη για να υπάρχει. Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία, πως το Παρίσι έχει υπάρξει πριν να γεννηθούμε και θα υπάρχει και έπειτα από το θάνατό μας, εχτός αν σύριζα καταστραφεί.  Είμαστε βέβαιοι,  πως το Παρίσι υπάρχει, ακόμη και όταν εμείς δεν το σκεπτόμαστε. Είμαστε βέβαιοι, πως υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες πόλεις, που ποτέ δεν τις επισκεφτήκαμε, που ούτε τα ονόματά τους δεν ξέρουμε, και όμως υπάρχουν. Αυτή είναι η γενική πεποίθηση της ανθρωπότητας. Οι επιστήμες μας δίνουν το δικαίωμα να δώσουμε στο επιχείρημα τούτο τέτοια καθαρότητα και τέτοια βασιμότητα, που γκρεμίζονται μπροστά του όλα τα κουτοπόνηρα κατασκευάσματα των ιδεαλιστών.
«Οι φυσικές επιστήμες βεβαιώνουν με τον πιο θετικό τρόπο, πως η γη πέρασε από τέτοιες καταστάσεις, που ούτε ο άνθρωπος ούτε κανένα άλλο ζωντανό πλάσμα, δε την κατοικούσαν, ούτε μπορούσαν να την κατοικήσουν. Η οργανική ύλη είναι ένα αργοπορημένο φαινόμενο, γέννημα  πολύ μακρόχρονης εξέλιξης»[10]
Αφού λοιπόν οι επιστήμες μας παρέχουν την απόδειξη πως η ύλη υπάρχει μέσα στο χρόνο και μέσα στο χώρο, μας διδάσκει ταυτόχρονα, πως η ύλη βρίσκεται σε κίνηση. Το τελευταίο  τούτο πόρισμα, που μας παρέχουν οι σύγχρονες επιστήμες, είναι πολύ σημαντικό. Γκρεμίζει την παλιά θεωρία, που δίδασκε, πως η ύλη είναι ανίκανη για κίνηση[11], και βρίσκεται σε αδράνεια.
«Η κίνηση, λέει ο Ένγκελς, είναι ο τρόπος που υπάρχει η ύλη, η μορφή της ύπαρξης της… Η ύλη χωρίς κίνηση είναι τόσο ακατανόητο, όσο και η κίνηση χωρίς ύλη»[12]
Ξέρουμε, πως ο κόσμος στη σημερινή του κατάσταση είναι το αποτέλεσμα από μια μακρόχρονη εξέλιξη, το αποτέλεσμα λοιπόν από μια βραδύπορη, μια αδιάκοπη κίνηση. Το διατυπώνουμε λοιπόν με μεγαλύτερη ακριβολογία, αφού αποδείξαμε πως υπάρχει η ύλη και λέμε πως:
«Ολόκληρος ο κόσμος είναι ύλη που βρίσκεται σε κίνηση, και τούτη η κινούμενη ύλη, μόνο μέσα στο χώρο και στο χρόνο μπορεί να κινιέται»[13]

5. Συμπέρασμα
Από τις διαπιστώσεις τούτες βγαίνει το συμπέρασμα, πως η ιδέα «Θεός» «καθαρό πνεύμα» και δημιουργός του κόσμου δεν έχει κανένα νόημα. Γιατί ο Θεός έξω από το χώρο και το χρόνο, είναι κάτι που δεν μπορεί να υπάρχει.
Πρέπει να συμμερίζεται κανείς τον ιδεαλιστικό μυστικισμό, άρα να μην παραδέχεται κανένα επιστημονικό έλεγχο, για να πιστεύει σ’ ένα Θεό που υπάρχει έξω από το χρόνο, δηλαδή που δεν υπάρχει σε καμιά στιγμή, και που υπάρχει έξω από το χώρο, δηλαδή που δεν υπάρχει πουθενά.
Οι υλιστές αντίθετα, με τα πορίσματα της επιστήμης στο χέρι, βεβαιώνουν, πως η ύλη υπάρχει μέσα στο χώρο και σε μια ορισμένη στιγμή (μέσα στο χρόνο). Συμπέρασμα: Αδύνατο να δημιουργήθηκε ο κόσμος, γιατί, για να μπορούσε ο Θεός να δημιουργήσει τον κόσμο θα χρειαζόταν κάποια στιγμή, που δεν έχει ποτέ υπάρξει – αφού – ο χρόνος δεν υπάρχει για το Θεό – και θα χρειαζόταν ακόμη να ξεφύτρωνε ο κόσμος από το τίποτε.
Για να παραδεχτεί λοιπόν κανείς τη δημιουργία του κόσμου, πρέπει πρώτα να παραδεχτεί, πως υπάρχει κάποια στιγμή, που ο κόσμος δεν υπήρχε, και δεύτερο, πως από το τίποτε ξεφύτρωσε κάτι. Μα και τα δυό αυτά η επιστήμη δεν μπορεί να τα παραδεχτεί.
Βλέπουμε, πως τα ιδεαλιστικά επιχειρήματα, άμα τα αντιμετωπίσουμε με την επιστήμη, αδύνατο να κρατηθούν στα πόδια τους. Αντίθετα τα επιχειρήματα, που προβάλλουν οι υλιστές φιλόσοφοι βρίσκονται σε αρμονία με την ίδια την επιστήμη, και αδύνατο να τα αντιδιαστείλουμε. Καταλήγουμε λοιπόν να τονίσουμε ακόμη μια φορά το βαθύτατο σύνδεσμο του υλισμού με την επιστήμη.


Για Διάβασμα
ΦΡ. ΕΝΓΚΕΛΣ : «Αντί-Ντύρινγ» κ.τ.λ. τόμος Ι, σελ. 74 και 75
ΛΕΝΙΝ: «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός» κεφαλ. ΙΙΙ, σελ. 116-119

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII.

ΤΙ ΘΑ ΕΙΠΕΙ, ΕΙΜΑΙ ΥΛΙΣΤΗΣ;

1. Ένωση θεωρίας με την πράξη.
2. Τι θα ειπεί, είμαι οπαδός του υλισμού στον τομέα της σκέψης;
3. Πότε είναι κανείς υλιστής στην πράξη;
    α! Πρώτη άποψη
    β! Δεύτερη άποψη
4. Συμπέρασμα

1. Ένωση της θεωρίας με την πράξη.
Ο σκοπός που επιδιώκουμε με τα μαθήματα τούτα της Φιλοσοφίας, είναι να γνωρίσουμε το μαρξισμό, να ιδούμε πως ο φιλοσοφικός υλισμός, άμα υψωθεί και γίνει διαλεχτικός ταυτίζεται με το μαρξισμό. Μάθαμε κιόλας, πως ένα από τα θεμέλια της φιλοσοφίας τούτης είναι το δέσιμο της θεωρίας με την πράξη.
Γι αυτό αφού είδαμε τι είναι η ύλη για τους υλιστές, και αφού κατόπιν γνωρίσαμε πως είναι η ύλη, είναι απαραίτητο, έπειτα από τα δυό αυτά θεωρητικά ζητήματα, να μιλήσουμε και για την πραχτική πλευρά του προβλήματός μας τούτου, να ιδούμε, τι θα ειπεί, είμαι υλιστής, μ’ άλλα λόγια να ιδούμε με ποιόν τρόπο ενεργεί ο υλιστής.
Βάση του υλισμού είναι η κεντρική αντίληψη, πως το «είναι» δημιουργεί τη νόηση. Είναι όμως αρκετό να παραδεχτούμε τη βασική τούτη αρχή, και να τη λέμε και να την ξαναλέμε αδιάκοπα; Για να είμαστε λοιπόν αληθινοί οπαδοί του υλισμού,  πρέπει να είμαστε υλιστές με συνέπεια α! στον τομέα της σκέψης β! στον τομέα της πράξης.
2. Τι θα ειπεί, είμαι οπαδός του υλισμού στον τομέα της σκέψης;
Είμαι οπαδός του υλισμού στον τομέα της σκέψης θα ειπεί: Τη βασική αρχή του υλισμού το «είναι» παράγει τη νόηση, τη βασική τούτη αρχή που την καλογνωρίζω και την παραδέχομαι, ξέρω ποιος είναι ο σωστός τρόπος, που μπορώ να την εφαρμόζω.
Άμα λέμε: το «είναι» παράγει τη νόηση, έχουμε μπροστά μας μια αφηρημένη διατύπωση, γιατί και οι λέξεις «είναι» και «νόηση» είναι και οι δυό αφηρημένες λέξεις. Με τη λέξη το «είναι» στη διατύπωσή μας εννοούμε το «είναι» γενικά. Το ίδιο και με τη «νόηση» εννοούμε τη νόηση γενικά. Το «είναι» γενικά καθώς και η «νόηση» γενικά[14] είναι και τα δυό υποκειμενικές πραγματικότητες (εξήγησα στο κεφάλ IV. τι είναι η υποκειμενική και τι είναι η αντικειμενική πραγματικότητα) άρα δεν υπάρχουν αντικειμενικά, είναι λοιπόν το καθένα τους μια αφαίρεση. Αυτόν τον όρο χρησιμοποιούμε. Ώστε η φράση «το είναι παράγει τη νόηση» είναι μια αφηρημένη  διατύπωση αφού απαρτίζεται από αφαιρέσεις.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Όλοι μας καλοξέρουμε το άλογο, άμα όμως μιλάμε για το άλογο, εννοούμε το άλογο γενικά. Έ λοιπόν το άλογο γενικά, είναι μια αφαίρεση. Και όταν αντί για το άλογο, μιλάμε για τον άνθρωπο γενικά, ή για το «είναι» γενικά, πάλι έχουμε μπροστά μας αφαιρέσεις.
Μα αν το άλογο γενικά δεν υπάρχει αντικειμενικά, τι υπάρχει τότε; Υπάρχουν τα άλογα ξεχωριστά το καθένα. Ο χτηνίατρος  που θα μας έλεγε «Γιατρεύω το γενικό άλογο όχι όμως τούτο ή εκείνο το ξεχωριστό άλογο» θα μας έκανε να γελάσουμε σε βάρος του. Το ίδιο θα γελάγαμε και με το γιατρό που θα μας έλεγε πως γιατρεύει τον άνθρωπο γενικά, και όχι τούτον ή εκείνον τον ξεχωριστό άρρωστο.
Το γενικό λοιπόν «είναι» δεν υπάρχει αντικειμενικά. Εκείνο που υπάρχει πραγματικά είναι τα ξεχωριστά «είναι» με τις ιδιαίτερες το καθένα ιδιότητές του. Το ίδιο και με τη νόηση. Λέμε λοιπόν: Το γενικό «είναι» είναι κάτι το αφηρημένο, ενώ το κάθε ξεχωριστό «είναι» είναι κάτι το συγκεκριμένο. Το ίδιο και η νόηση γενικά είναι κάτι το αφηρημένο, και η κάθε ξεχωριστή νόηση κάτι το συγκεκριμένο.
Αληθινός υλιστής είναι εκείνος, που ξέρει να αναγνωρίζει μέσα σε κάθε περίσταση, που είναι το «είναι» και που είναι η νόηση, που ξέρει να συγκεκριμενοποιεί το «είναι» και τη νόηση.
Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα: ο εγκέφαλος και οι ιδέες μας
Ο γνήσιος υλιστής πρέπει να ξέρει να εφαρμόζει την αφηρημένη γενική διατύπωση – το «είναι» παράγει τη νόηση – και να την κάνει συγκεκριμένη διατύπωση. Θα ταυτίσει λοιπόν στο παράδειγμά μας τον εγκέφαλο με το «είναι» και τις ιδέες μας με τη νόηση, και θα κάνει τούτο το συλλογισμό: άρα ο εγκέφαλος (το «είναι») είναι εκείνος που παράγει τις ιδέες μας (τη νόηση).
Ας πάρουμε τώρα ένα πιο πολύπλοκο παράδειγμα, την ανθρώπινη κοινωνία, και ας ιδούμε, πως θα σκεφτεί ο αληθινός υλιστής.
Η ζωή της κοινωνίας απαρτίζεται χοντρικά από την οικονομική και από την πολιτική ζωή. Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στην οικονομική και την πολιτική ζωή; Ποιόν από τους δυό τούτους παράγοντες – οικονομική και πολιτική ζωή – θα βάλουμε πρώτο για να εφαρμόσουμε την αφηρημένη γενική διατύπωσή μας  και να την κάνουμε συγκεκριμένη;
Για τον υλιστή πρώτος  παράγοντας, δηλαδή το «είναι» εκείνος που δίνει τη ζωή στην κοινωνία, είναι η οικονομική ζωή. Δεύτερος παράγοντας, δηλαδή η νόηση, που παράγεται από τον πρώτο – από το «είναι» - και δεν μπορεί να ζήσει παρά μόνο χάρη στο πρώτο, είναι η πολιτική ζωή. Ο υλιστής λοιπόν θα ειπεί πως η οικονομική ζωή εξηγεί την πολιτική ζωή, γιατί η δεύτερη, η πολιτική ζωή, παράγεται από την πρώτη, από την οικονομική ζωή.
Η διαπίστωση τούτη, που τη διατυπώσαμε μόλις με δυό λόγια, είναι η ρίζα του ιστορικού όπως ονομάζεται, υλισμού και έγινε για πρώτη φορά από τον Μαρξ και τον Ένγκελς.
 Να και ένα τρίτο παράδειγμα, ακόμη πιο λεπτό και πολύπλοκο: ο ποιητής. Βέβαια για να «εξηγήσουμε» τον ποιητή, θα πρέπει να λογαριάσουμε πάρα πολλούς παράγοντες, που παίρνουν μέρος στη γέννηση και διαμόρφωση του ποιητικού του έργου. Για τώρα όμως θα περιοριστούμε να παρουσιάσουμε μόνο μια άποψη.
Γενικά λένε πως ο ποιητής γράφει, επειδή τον σπρώχνει η έμπνευση. Είναι όμως η έμπνευση αρκετή για να εξηγήσουμε, γιατί ο ποιητής προτίμησε να γράψει τούτο το θέμα και όχι εκείνο; Όχι. Ο ποιητής έχει βέβαια ιδέες μέσα στο κεφάλι του, μα είναι επίσης και ένα πλάσμα, που ζει μέσα στην κοινωνία. Λοιπόν, όπως θα ιδούμε αργότερα, πρώτος παράγοντας, εκείνος δηλαδή που δίνει στον ποιητή τη δική του ιδιαίτερη ζωή, είναι η κοινωνία, και δεύτερος παράγοντας είναι οι ιδέες, που έχει ο ποιητής μέσα στο κεφάλι του. Ώστε, ένα από τα στοιχεία, το βασικό, που «εξηγεί» τον ποιητή, είναι η κοινωνία, ο κοινωνικός περίγυρος, όπου μέσα ζει ο ποιητής. (Θα ξαναπάρουμε το παράδειγμα τούτο το «ποιητή» όταν θα μελετήσουμε τη διαλεχτική, γιατί τότε θα έχουμε μπροστά μας όλα τα στοιχεία, για να μελετήσουμε όπως πρέπει το πρόβλημα τούτο).
Από τα παραδείγματα, που αναλύσαμε , βλέπουμε, πως είμαι υλιστής θα ειπεί, πως ξέρω, να εφαρμόζω παντού και πάντοτε, σε κάθε στιγμή και σε κάθε περίσταση, τη βασική αρχή του υλισμού. Αυτός είναι ο τρόπος για να είμαι αληθινός και με συνέπεια υλιστής.

3. Πότε είναι κανείς υλιστής στην πράξη;
α! Πρώτη άποψη:
Είδαμε, πως δεν υπάρχει τρίτη φιλοσοφία. Είδαμε ακόμη, πως, άμα δεν εφαρμόζει κανείς με συνέπεια τον υλισμό, ή είναι ιδεαλιστής, ή καταλήγει σ’ ένα μείγμα από ιδεαλισμό και υλισμό.
Ο αστός επιστήμονας, στις έρευνές του και στα πειράματά του, είναι πάντοτε υλιστής. Κι αυτό είναι το κανονικό. Γιατί, για να προοδέψουμε στην επιστήμη, πρέπει να δουλεύουμε επάνω στην ύλη και την ύλη να ερευνούμε, και αν ο επιστήμονας πίστευε αληθινά, πως η ύλη υπάρχει μόνο μέσα στη νόησή του, θα θεωρούσε φυσικά, περιττό να πειραματίζεται.
Υπάρχουν λοιπόν πολλών λογιών επιστήμονες:
1. Υπάρχουν πρώτα οι συνειδητοί και με συνέπεια υλιστές επιστήμονες, όπως στη Σοβιετική Ένωση και στη Γαλλία – π.χ. όσοι συνεργάστηκαν στα δυό βιβλία με τον τίτλο «Στο φως του μαρξισμού»[15]
2. Υπάρχουν έπειτα οι επιστήμονες, που είναι υλιστές χωρίς να το ξέρουν. Τέτοιοι είναι σχεδόν όλοι οι άλλοι, γιατί είναι αδύνατο να καταγίνεται κανείς με την επιστημονική έρευνα, χωρίς να έχει παραδεχτεί την ύπαρξη της ύλης. Τους επιστήμονες όμως τούτους  της δεύτερης κατηγορίας πρέπει να τους ξεχωρίσουμε:
 α! Σ’ εκείνους που στην αρχή ακολουθούν τον υλισμό, μα σταματούν στη μέση του δρόμου, γιατί δεν τολμούν να ομολογήσουν, πως είναι υλιστές. Αυτοί είναι οι αγνωστικιστές, εκείνοι που ο Ένγκελς ονομάζει «υλιστές που ντρέπονται για τον υλισμό τους». Και
β! Σ’ εκείνους που είναι υλιστές χωρίς να το ξέρουν και χωρίς συνέπεια με τον εαυτό τους .Όλοι αυτοί είναι υλιστές μέσα στο επιστημονικό τους εργαστήριο, μόλις όμως τελειώσουν τη δουλειά τους και βγούνε έξω, γίνονται ιδεαλιστές, θρήσκοι και πιστεύουν στο Θεό.
Πραγματικά οι τελευταίοι τούτοι δεν τα κατάφεραν ή δε θέλησαν να βάλουν σε τάξη τις ιδέες τους. Βρίσκονται  αδιάκοπα σε αντίφαση με τον εαυτό τους. Χωρίζουν την επιστημονική τους εργασία, που είναι αναγκαστικά υλιστική, από τις φιλοσοφικές τους αντιλήψεις. Είναι «επιστήμονες» και όμως, δεν αρνιούνται κατηγορηματικά την ύπαρξη της ύλης, φρονούν – και τούτο είναι πολύ λίγο επιστημονικό- πως είναι περιττό να γνωρίσουμε τα πράματα, να γνωρίσουμε την πραγματική τους φύση. Είναι «επιστήμονες» και όμως πιστεύουν , χωρίς να έχουν καμιά απόδειξη, σε πράματα αδύνατα. (Τέτοια είναι η περίπτωση του Παστέρ, του φυσικού και χημικού Μπρανλύ (Brauly) και πολλών άλλων, που πίστευαν στο Θεό, ενώ ο επιστήμονας άμα θέλει να έχει συνέπεια, με τον εαυτό του, έχει την υποχρέωση να παρατήσει τη θρησκευτική του πίστη). Επιστήμη και πίστη είναι δυό πράματα απόλυτα αντίθετα.
β! Δεύτερη άποψη: Ο υλισμός και η δράση:
Γνήσιος υλιστής, είπαμε, είναι εκείνος που εφαρμόζει τη βασική αρχή της φιλοσοφίας τούτης παντού και σε κάθε περίσταση. Αν έτσι είναι, τότε έχει την υποχρέωση να προσέχει να την εφαρμόζει σωστά.
Ο γνήσιος υλιστής, όπως είδαμε, πρέπει να έχει συνέπεια με τον εαυτό του, και για να είναι υλιστής με συνέπεια, πρέπει να μεταφέρει τον υλισμό στη δράση του.
Είμαι λοιπόν υλιστής, στην πράξη, θα ειπεί ενεργώ σύμφωνα με τη φιλοσοφία του υλισμού, κι αυτό θα ειπεί, θεωρώ στην πραχτική δράση μου πρώτο και σημαντικότατο παράγοντα την πραγματικότητα και δεύτερο παράγοντα τη νόηση.
Θα ιδούμε τώρα (ποια στάση παίρνουν) εκείνοι οι υλιστές, που, χωρίς να το υποπτεύονται θεωρούν πρώτο παράγοντα τη νόηση, και έτσι είναι τη στιγμή εκείνη, που κάνουν αυτό το λάθος, χωρίς να το ξέρουν ιδεαλιστές.
1. Πως λέμε εκείνον που ζει σα να ήταν μόνος του στον κόσμο; Τον λέμε ατομικιστή. Ο ατομικιστής ζει αναδιπλωμένος στον εαυτό του. Ο εξωτερικός κόσμος υπάρχει μόνο γι αυτόν. Γι αυτόν, το σημαντικό είναι ο εαυτός του, η νόησή του. Είναι λοιπόν γνήσιος ιδεαλιστής ή σολιπιστής (εξήγησα τι θα ειπεί «σολιπισμός» στο κεφ. ΙΙ παρ. 4 )
Ο ατομικιστής είναι εγωιστής, και ο εγωισμός κάθε άλλο είναι παρά συμπεριφορά που συμβιβάζεται με τον υλισμό. Ο εγωιστής θέλει τον κόσμο για τον εαυτό του και περιορίζει τον κόσμο στο εαυτό του.
2. Συναντούμε εκείνους, που μαθαίνουν για να ικανοποιούν τη δική τους χαρά να μαθαίνουν, τους ερασιτέχνες λοιπόν εκείνους, που μαθαίνουν για τον εαυτό τους, χωρίς δυσκολίες, αφομοιώνουν καλά όσα μαθαίνουν, τα κρατούν όμως μόνο για τον εαυτό τους. Όλοι αυτοί αποδίδουν πρωταρχική σημασία στον εαυτό τους, στη νόησή τους.
Ο ιδεαλιστής έχει κλείσει την πόρτα του στον εξωτερικό κόσμο, στην πραγματικότητα. Αντίθετα ο υλιστής την έχει πάντα ανοιχτή στην πραγματικότητα. Για αυτό όσοι ακολουθούν μαθήματα μαρξιστικής φιλοσοφίας, και μαθαίνουν εύκολα, έχουν την υποχρέωση να προσπαθούν να μεταδώσουν και στους άλλους όσα έμαθαν
3. Όποιος πάλι κρίνει όλα τα πράματα σε σχέση με τον εαυτό του, και αυτός παθαίνει ιδεαλιστική παραμόρφωση. Ένας τέτοιος, π.χ. θα ειπεί για μια  συγκέντρωση, όπου ειπώθηκαν δυσάρεστα πράματα για τον εαυτό του: «Να μια κακή συγκέντρωση». Όμως δεν πρέπει έτσι να αναλύουμε τα πράματα. Πρέπει να κρίνουμε τη συγκέντρωση σε σχέση με την οργάνωσή της, με το σκοπό της, και όχι σχέση με τον εαυτό μας.
4. Και η στάση που παίρνει ο σεχταριστής[16] δε συμβιβάζεται με τον υλισμό. Επειδή  αυτός κατάλαβε τα προβλήματα και είναι σύμφωνος με τον εαυτό  του έχει την αξίωση να είναι και οι άλλοι σαν κι αυτόν. Μα αυτό θα ειπεί πως δίνει πρωταρχική σημασία στον εαυτό του ή στην ξεχωριστή ομάδα, όπου ανήκει.
5. Μα και ο σχολαστικός θεωρητικός, που μελέτησε τα κείμενα και ξέρει  ένα σωρό ορισμούς, είναι κι αυτός ιδεαλιστής, όταν ικανοποιείται με τα αποσπάσματα , που αναφέρει από τα συγγράμματα των υλιστών φιλοσόφων, όταν ζει μόνο μ’ αυτά τα κείμενα, γιατί ο πραγματικός κόσμος του ξεφεύγει από τα χέρια του. Επαναλαμβάνει τα αποσπάσματα αυτά, χωρίς να τα εφαρμόζει μέσα στην πραγματικότητα. Δίνει λοιπόν κι αυτός πρωταρχική σημασία στα κείμενα, στις ιδέες. Η ζωή ντύνεται με κείμενα, και μ’ αυτή, τη μορφή κυλάει μέσα στη συνείδησή του. Γενικά έχει διαπιστευτεί πως και ο σχολαστικός θεωρητικός είναι κι αυτός σεχταριστής.
Να πιστεύουμε, πως η επανάσταση εξαρτιέται από την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση , να λέμε, πως, άμα εξηγήσουμε «μια και καλή» στους εργάτες την αναγκαιότητα της επανάστασης, αυτοί πρέπει να καταλάβουν το χρέος τους τούτο, και, αν δε θέλουν να το καταλάβουν, πως δεν αξίζει τον κόπο να προσπαθούμε να κάνουμε την επανάσταση, όλα αυτά είναι σεχταρισμός και όχι υλιστική συμπεριφορά. Γιατί το σωστό είναι να αναλύουμε συγκεκριμένα σε κάθε περίσταση τι φταίει, που εμποδίζουν τους ανθρώπους να καταλαβαίνουν, να ερευνήσουμε γιατί είναι έτσι, να διαπιστώνουμε τα κατασταλτικά μέτρα, την προπαγάντα που γίνεται με τις εφημερίδες, με το ραδιόφωνο, με τον κινηματογράφο κ.τ.λ. και να ψάξουμε να βρούμε όλα τα κατάλληλα μέσα για να κάνουμε τους ανθρώπους να καταλάβουν αυτό θέλουμε, να χρησιμοποιήσουμε τα συνθήματα, τα μικρά έντυπα, τα φυλλάδια, τον τύπο, τα ειδικά σχολεία κ.τ.λ.
Άμα μας λείπει  η αίστηση της πραγματικότητας, άμα ζούμε επάνω στα σύννεφα, και στην  πραχτική μας δράση, κάνουμε σχέδια χωρίς να λογαριάζουμε κάθε φορά τη γύρω μας κατάσταση, την πραγματικότητα, η συμπεριφορά μας  τούτη είναι ιδεαλιστική, γιατί δίνουμε πρωταρχική σημασία στα ωραία σχέδια, χωρίς να εξετάζουμε αν είναι ή όχι πραγματοποιήσιμα. Οι υλιστές εκείνοι,  που κριτικάρουν αδιάκοπα, μα που ποτέ δεν κάνουν τίποτε για να πάνε καλύτερα τα πράματα, και δεν προτείνουν κανένα φάρμακο, εκείνοι που τους λείπει η αυτοκριτική, όλοι αυτοί είναι υλιστές, που δεν έχουν συνέπεια με τον εαυτό τους.

4. Συμπέρασμα
Από τα παραδείγματα,  που αναλύσαμε, βλέπουμε, πως τα ελαττώματα,  που λίγο πολύ μπορούμε να τα διαπιστώσουμε στον καθένα μας, είναι όλα ελαττώματα ιδεαλιστικά. Τα  αποχτήσαμε, γιατί χωρίζουμε την πράξη από τη θεωρία, και επειδή η αστική τάξη, που μας έχει επηρεάσει, προτιμάει  να μη δίνουμε σημασία στην γύρω μας πραγματικότητα. Για την αστική τάξη, που υποστηρίζει τον ιδεαλισμό, η θεωρία και η πράξη, είναι δυό πράγματα ολότελα διαφορετικά και άσχετα συναμεταξύ τους. Τα ελαττώματα αυτά είναι βλαβερά και πρέπει να τα πολεμήσουμε, γιατί ωφελούν, στο κάτω της γραφής, την αστική τάξη. Με δυό λόγια, διαπιστώνουμε, πως τα ελαττώματα αυτά μάς τα γέννησε μέσα μας η κοινωνία όπου ζούμε, καλλιεργήθηκαν από τη φιλοσοφική θεωρία, όπου στηριζόταν η εκπαίδευση, η μόρφωση που πήραμε, και ριζώθηκε μέσα μας κατά την παιδική μας ηλικία. Είναι λοιπόν έργο της αστικής τάξης και έχουμε υποχρέωση να τα ξεφορτωθούμε από πάνω μας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΥΛΙΣΜΟΥ

1. Ανάγκη να μελετήσουμε την ιστορία του υλισμού.
2. Ο προμαρξιστικός υλισμός.
    α! Ο υλισμός στην αρχαία Ελλάδα
   β! Ο Αγγλικός υλισμός
   γ! Ο υλισμός στη Γαλλία
   δ! Ο υλισμός στο 18ο αιώνα
3. Από πού πηγάζει ο ιδεαλισμός;
4. Από πού πηγάζει η θρησκεία;
5. Τα καλά του προμαρξιστικού υλισμού.
6. Τα ελαττώματα του προμαρξιστικού υλισμού.

Μάθαμε ως εδώ τι είναι στις γενικές γραμμές ο υλισμός και ποιες είναι οι ιδέες οι κοινές σε όλους τους υλιστές. Θα ιδούμε τώρα πως εξελίχτηκε ο υλισμός από την αρχαία εποχή, για να καταλήξει να πάρει τη σύγχρονη μορφή του. Μ’ άλλα λόγια θα παρακολουθήσουμε την ιστορία του υλισμού.
Δεν πέρασε από το μυαλό μας να αναλύσουμε και να εξηγήσουμε στις τόσο λίγες σελίδες που αφιερώνουμε, τη δυοχιλιόχρονη, ιστορία του υλισμού. Ο σκοπός μας είναι πολύ απλός. Θέλουμε να δώσουμε ορισμένα γενικά ενδειχτικά σημεία, που θα μας καθοδηγήσουν στο διάβασμά μας.
Για να μελετήσουμε καλά, έστω και συνοπτικά την ιστορία του υλισμού, είναι απαραίτητο να ιδούμε σε κάθε στιγμή για ποιο λόγο ξετυλίχτηκαν έτσι τα πράματα. Θα ήταν προτιμότερο να μην αναφέρουμε ορισμένα ιστορικά ονόματα, παρά να μην εφαρμόσουμε τη μέθοδο τούτη. Όμως μολονότι δε θέλουμε να παραμορφώσουμε το μυαλό των αναγνωστών μας, είναι αναγκαίο φρονούμε, να αναφέρουμε στην ιστορική σειρά τους κυριότερους υλιστές φιλοσόφους, που  λίγο πολύ τους ξέρουν οι αναγνώστες μας.
Γι αυτό, για να απλοποιήσουμε τη μελέτη μας, χωρίσουμε το κεφάλαιο τούτο σε δυό μέρη: Το πρώτο μέρος τα αφιερώνουμε στην καθαρά ιστορική πλευρά. Στο δεύτερο μέρος θα ιδούμε για ποιο λόγο η εξέλιξη του υλισμού δεν μπορούσε παρά να πάρει τις μορφές, που πήρε η ανάπτυξή του.

1. Ανάγκη να μελετήσουμε την ιστορία του υλισμού
Η αστική τάξη δεν έβλεπε με καλό μάτι την ιστορία του υλισμού. Γι αυτό το λόγο η ιστορία του υλισμού, όπως την παρουσιάζουν οι αστοί συγγραφείς στα βιβλία τους, είναι πάντοτε γεμάτη ελλείψεις και νοθείες. Πολλά και διάφορα είναι τα μέσα, που χρησιμοποιούν για τη νοθεία της.
α! Φυσικά δεν μπορούν να αγνοούν τους μεγάλους υλιστές φιλόσοφους. Τους αναφέρουν λοιπόν, μα λησμονούν να μας ειπούν πως είναι υλιστές. Αναφέρουν όλα τα έργα που έγραψαν, μα ούτε λέξη για τις υλιστικές μελέτες τους. Πολλές είναι οι περιπτώσεις της τέτοιας λησμονιάς στην ιστορία της φιλοσοφίας, έτσι όπως τη διδάσκουν στα γυμνάσια και στα πανεπιστήμια. Χαραχτηριστικό παράδειγμα ο Ντιντερό, ο μεγαλύτερος υλιστής φιλόσοφος  πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς.
β! Στην πορεία της ιστορίας συναντούμε παραπολλούς φιλοσόφους, που ήσαν υλιστές χωρίς να το ξέρουν, ή δεν ήσαν υλιστές με συνέπεια. Μ’ άλλα λόγια, που σε μερικά από τα  έργα τους ήσαν υλιστές, σε άλλα όμως ιδεαλιστές. Παράδειγμα ο Ντεκάρ, Έ λοιπόν η ιστορία της φιλοσοφίας η γραμμένη από τους αστούς  συγγραφείς, όταν μας μιλάει για τους φιλόσοφους τούτους, αφήνει στη σκιά κάθε ιδέα τους, που επηρέασε τον υλισμό, και, το χειρότερο, και κάθε ιδέα τους, που γέννησε ολόκληρο καινούργιο ρέμα μέσα  στην υλιστική φιλοσοφία.
γ! Κι αν με τους δυό αυτούς τρόπους δε τα καταφέρνουν να μεταμφιέσουν ορισμένους φιλόσοφους, δε διστάζουν να τους εξαφανίσουν, ταχυδαχτυλουργικά . Έτσι στην ιστορία της φιλοσοφίας στο 18ο αιώνα όπως τη διδάσκουν,  «αγνοούν» τον Χολμπαχ (dHolbach) και τον Ελβέτιο (Helvetius) δυό μεγάλους φιλόσοφους της εποχής εκείνης.
Και γιατί όλα αυτά; Γιατί η ιστορία του υλισμού είναι εξαιρετικά διδαχτική για να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τα προβλήματα του κόσμου, και ακόμη επειδή η ανάπτυξη του υλισμού είναι παραπολύ βλαβερή στις ιδεολογίες, που είναι τα στηρίγματα στα προνόμια της κυρίαρχης τάξης.
Γι αυτούς ίσα-ίσα τους λόγους η αστική τάξη παρουσιάζει τον υλισμό σα μια θεωρία αμετάβλητη, απολιθωμένη, είκοσι ολόκληρους αιώνες, ενώ αντίθετα η αλήθεια είναι, πως ο υλισμός είναι κάτι ζωντανό και πάντοτε σε κίνηση.
«Όπως ο ιδεαλισμός- λέει ο Ένγκελς- πέρασε από ένα σωρό φάσεις στην ανάπτυξή του, το ίδιο και ο υλισμός. Με κάθε κοσμοϊστορική ανακάλυψη στον τομέα των φυσικών επιστημών, του επιβάλλεται να αλλάξει τη μορφή του»[17]
Καταλαβαίνουμε τώρα καλύτερα, γιατί είναι ανάγκη να μελετήσουμε, έστω και συνοπτικά, την ιστορία του υλισμού. Για να ευκολυθούμε στη δουλειά μας, καλό είναι να τη ξεχωρίσουμε σε δυό περίοδες: α! Από την πρώτη εμφάνιση του υλισμού – αρχαία Ελλάδα- ως τον Μαρξ και Ένγκελς. β! Από τον Μαρξ και Ένγκελς ως σήμερα. (τη δεύτερη περίοδο θα τη μελετήσουμε αργότερα μαζί με το διαλεχτικό υλισμό). Την πρώτη περίοδο την ονομάζουμε «ο προμαρξιστικός υλισμός» και τη δεύτερη «ο μαρξιστικός ή διαλεχτικός υλισμός»

2. Ο προμαρξιστικός υλισμός

α! Ο υλισμός στην αρχαία Ελλάδα
Ας ξαναθυμηθούμε πως ο υλισμός είναι πάντοτε δεμένος με τις επιστήμες, και πως εξελίχτηκε και προόδεψε πάντοτε μαζί με τις επιστήμες. ‘Όταν λοιπόν, στην αρχαία Ελλάδα, τον  6ο και 5ο αιώνα π.Χ. οι επιστήμες άρχισαν να  κάνουν την εμφάνισή τους με τους «φυσικούς» δημιουργήθηκε μαζί και ένα υλιστικό ρέμα, που τράβηξε μαζί του τους καλύτερους στοχαστές και φιλόσοφους της εποχής εκείνης (Θαλής, Αναξιμένης, Ηράκλειτος). Οι πρώτοι τούτοι φιλόσοφοι θα είναι, όπως λέει ο Ένγκελς, «φυσικά διαλεχτικοί». Τους έκανε μεγάλη εντύπωση, να βλέπουν παντού μπροστά τους την αλλαγή, και όλα τα πράματα να είναι εσωτερικά σφιχτοδεμένα συναμεταξύ τους, και όχι απομονωμένα το ένα από το άλλο.
Ο Ηράκλειτος, ο «πατέρας της διαλεχτικής» έτσι τον ονομάζουν δίδασκε:
«Τίποτε δε μένει αμετάβλητο. Όλα ρέουν. Δεν μπορείς ποτέ να μπεις δυό φορές στον ίδιο ποταμό, γιατί ποτέ δεν είναι ο ίδιος σε δυό διαδοχικές στιγμές. Από τη μια στιγμή στην άλλη, άλλαξε, έγινε άλλος» [18]
Ο Ηράκλειτος πρώτος ζήτησε να εξηγήσει την κίνηση, την αλλαγή, και έψαξε να ιδεί  μέσα στην αντίφαση τις αιτίες που κάνουν τα πράματα να εξελίσσονται.
Οι αντιλήψεις των πρώτων αυτών φιλοσόφων ήσαν σωστές, και όμως τις παράτησαν. Δυό είναι οι λόγοι. Πρώτα είχαν το ελάττωμα να είναι «απριορικές»[19] . Μ’ άλλα λόγια η κατάσταση, όπου βρισκόντουσαν την εποχή εκείνη οι επιστήμες, ήταν τέτοια, που δεν επέτρεπε στους πρώτους αυτούς φιλοσόφους να αποδείξουν όσα δίδασκαν.  Από το άλλο μέρος οι κοινωνικές συνθήκες, οι απαραίτητες για το άνθισμα της διαλεχτικής (θα ιδούμε αργότερα ποιες είναι) δεν είχαν ακόμη πραγματοποιηθεί. Θα αργήσουν πολύ, μόλις το 19ο αιώνα, να πραγματοποιηθούν οι – κοινωνικές και πνευματικές- συνθήκες, που θα ανοίξουν το δρόμο στις επιστήμες να αποδείξουν, πόσο δίκιο έχει η διαλεχτική.
Και άλλοι Έλληνες φιλόσοφοι είχαν υλιστικές αντιλήψεις. Ο Λεύκιππος (έζησε τον 5ο αιώνα π.Χ.) ο δάσκαλος του Δημόκριτου,  είχε κιόλας πρωτομιλήσει για τα άτομα, τη θεωρία όμως για τα άτομα, όπως είδαμε, την ολοκλήρωσε ο μαθητής του Δημόκριτος[20]. Όμως ο μαθητής του Δημόκριτου ο Επίκουρος (341-270 π.Χ.) έγινε αγνώριστος από την αστική ιστορία. Μας τον παρουσιάζουν τον Επίκουρο χυδαίο, σωστό «φιλοσοφικό γουρούνι». Για την επίσημη ιστορία, είμαι επικούριος θα ειπεί, είμαι καλοφαγάς, γλεντζές, ενώ η αλήθεια είναι,  πως ο Επίκουρος, στη ζωή του, ήταν ασκητής. Τη δυσφήμησή του τη χρωστάει μόνο και μόνο στο ότι ήταν υλιστής.
Ο λατίνος Λουκρήτιος (έζησε τον 1ο αιώνα π.Χ.) μαθητής του Επίκουρου, έγραψε ένα μεγάλο ποίημα με τον τίτλο «Η φύση»[21]. Στο ποίημα τούτο τονίζει πως η ανθρωπότητα είναι δυστυχισμένη, επειδή η Θρησκεία διδάσκει στους ανθρώπους, πως η ψυχή ζει έπειτα από το θάνατο, και μπορεί να βασανίζεται αιώνια. Τούτος λοιπόν ο φόβος εμποδίζει τους ανθρώπους να είναι ευτυχισμένοι επάνω στη γη. Χρειάζεται  να τους απαλλάξουμε από την τρομοκρατία αυτή, και η μόνη ικανή φιλοσοφία να τους λυτρώσει είναι η υλιστική φιλοσοφία του Επίκουρου.
Όλοι τούτοι οι φιλόσοφοι είχαν βαθειά κατανοήσει, πόσο στενά ήταν δεμένος ο φιλοσοφικός υλισμός με την τύχη της ανθρωπότητας. Διαπιστώνουμε κιόλας πως ήρθαν σε αντίθεση με την επίσημη θεωρία: Είναι η αντίθεση ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό.
Ο  φιλόσοφος όμως, που κυριαρχεί στην αρχαία Ελλάδα, είναι ο Αριστοτέλης, ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους στην αρχαία εποχή. Ο Αριστοτέλης είναι πιο πολύ ιδεαλιστής. Η επίδρασή του τεράστια. Χρέος μας να του αφιερώσουμε ιδιαίτερα δυό λόγια. Ο Αριστοτέλης έκανε την απογραφή για όλες τις ανθρώπινες γνώσεις της εποχής εκείνης. και συμπλήρωσε με τη θεωρία του τα μικρά ή μεγάλα χάσματα που είχαν ανοίξει οι καινούργιες τότε επιστήμες. Το πνεύμα του πλατειά καθολικό. Έγραψε πολυάριθμα βιβλία για όλα τα θέματα. Από την πλατειά όμως εγκυκλοπαιδική σοφία του, κράτησαν μόνο τις ιδεαλιστικές του ροπές και παραμέλησαν (παραμέρισαν) τις φιλοσοφικές και επιστημονικές του απόψεις[22]. Τεράστια ήταν η επίδρασή του στη  φιλοσοφική σκέψη είκοσι ολόκληρους αιώνες, ως το τέλος του μεσαίωνα.
Σ’ όλη λοιπόν τη μακρόχρονη τούτη περίοδο ακολουθούσαν, την αρχαία παράδοση, και δεν αντίκριζαν  τα φιλοσοφικά και επιστημονικά προβλήματα, παρά με τα μάτια του Αριστοτέλη. Βάρβαρα ήσαν τα κατασταλτικά μέτρα και άγριες οι τιμωρίες για όσους σκεπτόντουσαν διαφορετικά. Παρ’ όλα αυτά όμως, στο τέλος του μεσαίωνα, ξέσπασε η διαμάχη. Από το ένα μέρος οι ιδεαλιστές,  που αρνιόντουσαν την ύλη, και από το άλλο εκείνοι, που έβλεπαν με το μυαλό τους, πως υπάρχει υλική πραγματικότητα.
Στο 11ο και 12ο αιώνα η διαμάχη συνεχίζεται ταυτόχρονα στη Γαλλία και προπάντων στην Αγγλία. Ιδιαίτερα η Αγγλία είναι ο τόπος, όπου άρχισε να αναπτύσσεται ο υλισμός. Ο Μαρξ είπε:
«Ο υλισμός είναι το γνήσιο παιδί της Μεγάλης Βρετανίας»[23]
Λίγο αργότερα όμως η Γαλλία είναι, όπου θα ανθίσει ο υλισμός. Ωστόσο βλέπουμε να εμφανίζονται στον 15ο και 16ο αιώνα, δυό υλιστικά ρέματα: το ένα είναι ο γαλλικός υλισμός και το άλλο ο αγγλικός  υλισμός. Από την ένωση των δυό θα φουντώσει και θα δώσει θαυμάσιους καρπούς ο υλισμός στο 18ο αιώνα.
β! Ο αγγλικός υλισμός
«Ο γνήσιος πρόγονος του αγγλικού υλισμού και κάθε σύγχρονης πειραματικής επιστήμης, είναι ο Βάκων. Για τον Βάκωνα την αληθινή επιστήμη την απαρτίζουν οι φυσικές και φυσιοδιφικές επιστήμες και στα μάτια του το σπουδαιότερο μέρος της αληθινής επιστήμης είναι συγκεκριμένη (,) φυσική»[24]
Ο Βάκων έγινε διάσημος, γιατί τον θεωρούν θεμελιωτή της πειραματικής μεθόδου στην επιστημονική έρευνα. Το σπουδαίο γι αυτόν είναι να μελετάμε την επιστήμη μέσα «στο μεγάλο βιβλίο της φύσης». Το κήρυγμα του τούτο έχει εξαιρετική σημασία, γιατί την εποχή εκείνη μελετούσαν την επιστήμη μέσα στα βιβλία που είχε αφήσει κληρονομιά πριν από κάμποσους αιώνες, ο Αριστοτέλης.
Για να μελετήσουν π.χ. τη φυσική, να πως δούλευαν: Μάζευαν για το θέμα που ήθελαν να μελετήσουν, τα σχετικά χωρία από τα βιβλία του Αριστοτέλη. Έπειτα έπαιρναν τα βιβλία του φιλοσόφου και μεγάλου θεολόγου Θωμά Ακινάτη, και διάβαζαν τι είχε γράψει τούτος ερμηνεύοντας τα χωρία του Αριστοτέλη. Ο καθηγητής δεν έκανε κανένα σχόλιο, ούτε φυσικά, τολμούσε να ειπεί την προσωπική του γνώμη.  Το μόνο που έκανε ήταν να αναφερθεί σε ένα τρίτο βιβλίο, μα που κι αυτό επαναλάβαινε όσα είχαν γράψει ο Αριστοτέλης και ο Άγιος Θωμάς Ακινάτης. Αυτή ήταν η επιστήμη στο μεσαίωνα, η σχολαστική, όπως τη λένε[25]. Ήταν λοιπόν μια επιστήμη καθαρά βιβλιακή αφού τη μελετούσαν μόνο μέσα στα βιβλία.
Τούτη την απολιθωμένη διδασκαλία, τη σχολαστική, ζήτησε να χτυπήσει ο Βάκων, με το κήρυγμά του να μελετούν οι άνθρωποι το «μεγάλο βιβλίο της φύσης».
Μα την εποχή εκείνη γινόταν μεγάλη συζήτηση για το ζήτημα: Από πού μας έρχονται οι ιδέες; Από πού πηγάζουν οι γνώσεις μας; Καθένας μας έχει ιδέες, παραστάσεις, π.χ. την ιδέα «σπίτι». Η ιδέα τούτη γεννιέται μέσα μας, επειδή υπάρχουν σπίτια, λένε οι υλιστές. Όχι απαντούν οι ιδεαλιστές. Ο Θεός είναι εκείνος, που μας δίνει την ιδέα «σπίτι». Ο Βάκων υποστήριζε κι αυτός, πως οι ιδέες, οι παραστάσεις υπάρχουν μέσα μας, μόνο και μόνο επειδή βλέπουμε και πιάνουμε τα πράματα, δεν ήταν όμως σε θέση να το αποδείξει.
Ο φιλόσοφος Λοκ (Locke 1632-1704) είναι εκείνος, που καταπιάστηκε να δείξει πως γεννιούνται  από την εμπειρία οι ιδέες, οι παραστάσεις. Και απόδειξε, πως όλες οι ιδέες μας έρχονται από την εμπειρία, και πως μόνο η εμπειρία μάς  δίνει ιδέες, παραστάσεις. Η ιδέα π.χ. για το πρώτο τραπέζι γεννήθηκε στον άνθρωπο, πριν να υπάρξει πραγματικά το πρώτο τραπέζι, επειδή είχε κιόλας χρησιμοποιήσει στην καθημερινή του ζωή για τραπέζι κάποιο κορμό δέντρου ή κάποια πέτρα.
Στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα πέρασε στη Γαλλία ο αγγλικός υλισμός μαζί με τις θεωρίες του Λοκ. Το έδαφος ήταν γόνιμο. Γιατί την εποχή που ο υλισμός αναπτυσσόταν και φούντωνε στην Αγγλία, είχε παράλληλα δημιουργηθεί υλιστικό ρέμα και στη Γαλλία.

γ! Ο υλισμός στη Γαλλία
Μπορούμε να πούμε, πως από την εμφάνιση του Ντεκάρ (1596-1650) γεννήθηκε στη Γαλλία ένα καθαρά υλιστικό ρέμα. Ο Ντεκάρ είχε μεγάλη επίδραση στη φιλοσοφία τούτη, μα η επίσημη ιστορία γενικά τον αγνοεί, ούτε λέξη δε λέει.
Την εποχή εκείνη η φεουδαρχική ιδεολογία ήταν σε μεγάλη ακμή, άπλωνε την κυριαρχία της και στις επιστήμες, που τις μελετούσαν με το σχολαστικό τρόπο, που είδαμε. Ο Ντεκάρ ορθώνει το ανάστημά του και χτυπάει την κατάσταση αυτή.
Τη φεουδαρχική ιδεολογία την εκφράζει όσο γίνεται απλά τούτος ο συλλογισμός: Υπάρχουν, έλεγαν, δυό ειδών άνθρωποι. Οι αριστοκράτες, και όσοι δεν είναι γαλαζοαίματοι. Οι πρώτοι οι αριστοκράτες έχουν όλα τα δικαιώματα, οι άλλοι κανένα. Το συλλογισμό τούτο τον εφάρμοζαν και στις επιστήμες, και έλεγαν: Άρα,  όσοι έχουν, από την αριστοκρατική καταγωγή τους, προνομιούχα θέση, μόνον αυτοί έχουν το δικαίωμα να καταγίνονται με τις επιστήμες. Γιατί μόνον αυτοί ήσαν ικανοί να καταλαβαίνουν τα προβλήματα.
Ο Ντεκάρ λοιπόν πολέμησε το συλλογισμό τούτο. Έλεγε: «Το καλύτερα μοιρασμένο πράμα στον κόσμο είναι η ορθή κρίση». Άρα όλοι οι άνθρωποι έχουν μπροστά στην επιστήμη τα ίδια δικαιώματα. Και αν, π.χ. κρίνει όπως της αξίζει την ιατρική της εποχής του – «Ο φανταστικά άρωστος» του Μολιέρου είναι αντίχτυπος από την κριτική του Ντεκάρ- το κάνει, για να καταδικάσει την επιστήμη που δίδασκαν ως τότε, όπου ο Αριστοτέλης και ο Θωμάς Ακινάτης ήσαν οι μοναδικές «αυθεντίες», επειδή ήθελε να θεμελιώσει μια επιστήμη που να είναι αληθινή, βασισμένη στη μελέτη της φύσης.
Ο Ντεκάρ ζούσε στα πρώτα χρόνια του 17ου αιώνα. Τον ερχόμενο αιώνα θα ξεσπάσει η Γαλλική Επανάσταση. Μπορούμε λοιπόν να ειπούμε, πως ο Ντεκάρ βγαίνει από έναν κόσμο που βαδίζει στο χαμό του, για να μπει στον καινούργιο κόσμο, που πάει να γεννηθεί. Η χρονολογική του αυτή τοποθέτηση μας εξηγεί γιατί γίνεται συμφιλιωτής. Θέλει να δημιουργήσει υλιστική επιστήμη, και ταυτόχρονα είναι ιδεαλιστής, αφού πασχίζει να σώσει τη θρησκεία.
Όταν την εποχή του ρωτούσαν: Πως γίνεται και υπάρχουν ζώα, που ζούνε; Απαντούσαν σύμφωνα με τις έτοιμες απαντήσεις, που έδινε η θεολογία: Ζούνε, επειδή υπάρχει μια βασική δύναμη που τα κάνει να ζούνε. Αντίθετα ο Ντεκάρ υποστήριζε, πως τα ζώα ζούνε, επειδή είναι από ύλη. Πίστευε άλλωστε και δίδασκε, πως τα ζώα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μηχανές από κρέας και μυώνες, όπως και οι άλλες, οι κοινές μηχανές έτσι και τα ζώα- μηχανές δεν είχαν αιστήματα. Ξέρουμε άλλωστε πως οι οπαδοί της φιλοσοφίας του, στις συγκεντρώσεις τους στο μοναστήρι Royal (ρουαγιάλ) όταν βασάνιζαν τα σκυλιά έλεγαν: «Τι θαυμάσια που είναι καμωμένη η φύση, θα έλεγε κανείς πως υποφέρουν…!»
Ο υλιστής λοιπόν Ντεκάρ θεωρούσε τα ζώα μηχανές. Ο ιδεαλιστής όμως Ντεκάρ έλεγε πως ο άνθρωπος είναι κάτι άλλο, επειδή έχει ψυχή.
Από τις φιλοσοφικές ιδέες που ανάπτυξε και υποστήριξε ο Ντεκάρ γρήγορα θα γεννηθούν δυό φιλοσοφικά ρέματα, το ένα καθαρά υλιστικό και το άλλο ιδεαλιστικό. Ανάμεσα σε εκείνους, που συνέχισαν τον υλιστικό κλάδο της καρτεσιανής [26] φιλοσοφίας, θα κρατήσουμε στη μνήμη μας το φιλόσοφο Λαμετρί (La Mettrie 1700-1751). Ο Λαμετρί ξαναπαίρνει την αντίληψη του Ντεκάρ για τα ζώα-μηχανές και την απλώνει και στον άνθρωπο. Γιατί δε θα ήταν και ο άνθρωπος μια μηχανή;…. Και την ανθρώπινη ψυχή την βλέπει κι αυτή σαν ένα μηχανισμό, όπου οι ιδέες θα ήσαν μηχανικές κινήσεις[27]
Αυτή λοιπόν την εποχή εισδύει στη Γαλλία ο αγγλικός υλισμός, μαζί με τις φιλοσοφικές ιδέες του Λοκ. Από την ένωση του γαλλικού και αγγλικού υλισμού γεννιέται ο ανώτερος και καλύτερα αναπτυγμένος υλισμός του 18ου αιώνα.

δ! Ο υλισμός στο 18ο αιώνα
Οι φιλόσοφοι, που καλλιέργησαν και υποστήριζαν τον υλισμό τούτον ήσαν και αγωνιστές αξιοθαύμαστοι και σπουδαίοι συγγραφείς. Καυτηρίαζαν τους κοινωνικούς θεσμούς και τη θρησκεία – η κριτική τους ήταν αδιάκοπη- εφάρμοζαν τη θεωρία στην πράξη, και πάντοτε πάλευαν με την εξουσία. Γι αυτό και όχι σπάνια καταδιώχτηκαν και φυλακίστηκαν στη Βαστίλλη.
Όλοι αυτοί συγκέντρωσαν τις εργασίες τους στη μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια[28]. Στο έργο τούτο προσδιόρισαν καθαρά τον καινούργιο προσανατολισμό του υλισμού. Μεγάλη άλλωστε ήταν η επίδρασή τους. Η φιλοσοφία τους είχε γίνει, λέει ο Ένγκελς, «πεποίθηση σ’ όλη τη μορφωμένη νεολαία». Είναι μάλιστα στην ιστορία της φιλοσοφίας στη Γαλλία, η μόνη εποχή, που μια φιλοσοφία με γαλλικό χαραχτήρα, έγινε πραγματικά λαϊκή.
Στην κίνηση τούτη κυριαρχεί ο Ντιντερό (Diderot –γεννήθηκε στο Λανγκρ (Langres) στα 1719 και πέθανε στο Παρίσι στα 1784). Εκείνο που πριν απ’ όλα πρέπει να τονίσουμε, και που η επίσημη η αστική ιστορία αποφεύγει να ειπεί, είναι, πως ο Ντιντερό είναι ο μεγαλύτερος υλιστής  φιλόσοφος πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς. Ο Ντιντερό, είπε ο Λένιν, έφτασε σχεδόν ως τα συμπεράσματα του σύγχρονου – το διαλεχτικού  υλισμού.
Ήταν αληθινός αγωνιστής ο Ντιντερό. Πολεμούσε ασταμάτητα την Εκκλησία, χτυπούσε αδιάκοπα την κοινωνική κατάσταση,  γνώρισε τα μπουντρούμια της φυλακής. Οι σύγχρονοί του αστοί συγγραφείς στις ιστορίες τους τον έχουν κάνει σε πολλά σημεία αγνώριστο. Μα πρέπει να διαβάσει κανείς τα έργα του «Συνομιλίες του Ντιντερό με τον Νταλαμπέρ»  «Ο ανιψιός του Ραμώ»  «Ζακ ο μοιρολάτρης» για να καταλάβει την τεράστια επίδραση του Ντιντερό στον υλισμό[29]
Στις πρώτες πέντε δεκαετίες του 19ου αιώνα, διαπιστώνουμε κάποια πισωδρομή του υλισμού. Αιτία η κοινωνική και πολιτική κατάσταση, που διαμορφώθηκε. Η αστική τάξη υποστηρίζει θερμά και προπαγαντίζει τον ιδεαλισμό και τη θρησκεία. Δε θέλει πια να διαδίδονται οι προοδευτικές – οι υλιστικές – ιδέες. Της χρειάζεται τώρα να αποκοιμίζει τους στοχαστές και τις λαϊκές μάζες, για να κρατηθεί στην εξουσία.
Τότε λοιπόν, μέσα σε όλους τους ιδεαλιστές φιλόσοφους, βλέπουμε το Φόυερμπαχ (Feuerbach) να κυρήχνει τις υλιστικές του πεποιθήσεις, και
«να ξαναστήνει αποφασιστικά τον υλισμό στο θρόνο»[30]
Ο Φόυερμπαχ δεν προσκόμισε κάτι το καινούργιο στον υλισμό. Ξαναπήρε τις λησμονημένες βασικές αρχές του υλισμού και τις παρουσίασε με σωστό και συγχρονισμένο τρόπο. Μόνο γι αυτό επηρέασε τους φιλοσόφους της εποχής του.
Φτάσαμε έτσι στην περίοδο εκείνη του 19ου αιώνα, που διαπιστώνουμε τεράστια πρόοδο στις επιστήμες. Τρείς ήσαν ιδιαίτερα οι μεγάλες καταχτήσεις της επιστήμης, που έφεραν την τεράστια πρόοδό της:  Το ζωντανό κύτταρο[31]  η μετατροπή (ο μετασχηματισμός) της ενέργειας  και η θεωρία για την εξέλιξη του Ντάρβιν. Οι τρείς αυτές μεγάλες ανακαλύψεις ανοίγουν το δρόμο στους επηρεασμένους από το Φόυερμπαχ, Μαρξ και Ένγκελς, να αναπτύξουν παρά πέρα τον υλισμό και να μας δώσουν το σύγχρονο διαλεχτικό υλισμό.
Είδαμε, όσο γινόταν συνοπτικά, την ιστορία του υλισμού πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς. Ξέρουμε πως οι δυό τους ήσαν βέβαια σύμφωνοι με όλους τους προηγούμενους υλιστές σε παραπολλά κοινά σημεία, είδαν  όμως με το κριτικό βλέμμα τους, πως το έργο των προκάτοχών τους παρουσίαζε παράλληλα και παραπολλά ελαττώματα και παραπολλά χάσματα.
Για να καταλάβουμε λοιπόν τις ριζικές αλλαγές και τη νέα μορφή που έδωσαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς στον προμαρξιστικό υλισμό, είναι απόλυτα απαραίτητο να αναζητήσουμε τα ελαττώματα και τα χάσματα αυτά, και να ερευνήσουμε για ποιο λόγο πήρε αυτή την πορεία και έγινε διαλεχτικός.

***
Μ’ άλλα λόγια η μελέτη της ιστορίας του υλισμού θα ήταν άτελη αν αφού απαριθμήσαμε τους διάφορους φιλοσόφους που συντέλεσαν να προοδέψει ο υλισμός, αν δε ζητούσαμε να μάθουμε πως και σε ποια κατεύθυνση πραγματοποιήθηκε η πρόοδός του αυτή, και για ποιο λόγο πέρασε από τούτη ή εκείνη τη μορφή στην εξέλιξή του.
Θα συγκεντρώσουμε ιδιαίτερα το ενδιαφέρο μας στον υλισμό στο 18ου αιώνα, γιατί εκεί ξεχύθηκαν τα διάφορα ρέματα της υλιστικής φιλοσοφίας. Στη μελέτη μας λοιπόν πρέπει να ιδούμε ποια ήσαν τα λάθη τούτου του υλισμού και ποια τα χάσματά του. Μα επειδή ποτέ δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε μονόπλευρα τα πράματα, αντίθετα το σωστό είναι πάντα να τα βλέπουμε στο σύνολό τους, θα υπογραμμίσουμε και τα καλά του, τις υπηρεσίες που πρόσφερε.
Ο υλισμός, διαλεχτικός στα πρώτα του βήματα, δεν μπόρεσε να εξακολουθήσει να αναπτύσσεται επάνω σ’ αυτή τη βάση. Το διαλεχτικό αντίκρισμα δεν μπορούσε παρά να παραμεριστεί, όσο οι ανθρώπινες γνώσεις εξακολουθούσαν να παρουσιάζουν μεγάλη ανεπάρκεια. Έπρεπε πρώτα να δημιουργηθούν και να αναπτυχτούν οι επιστήμες.
« Έπρεπε πρώτα να ξέρουμε τι ήταν τούτο ή εκείνο το πράμα, πριν δε θα μπορούσαμε να μελετήσουμε την πορεία της ανάπτυξής του»[32]
Ο στενός λοιπόν εσωτερικός σύνδεσμος του υλισμού με την επιστήμη είναι εκείνος που θ’ ανοίξει το δρόμο στον υλισμό να ανανεωθεί και, βασισμένος επάνω σε στερεά και επιστημονικά θεμέλια, να ξαναπάρει τη διαλεχτική του μορφή και να γίνει ο υλισμός του Μαρξ και Ένγκελς.
Θα ξαναβρούμε λοιπόν τη ληξιαρχική πράξη για τη γέννηση του υλισμού δίπλα από τη ληξιαρχική πράξη για τη γέννηση της επιστήμης. Μα, αν σε κάθε μας βήμα ξαναβρίσκουμε από πού πηγάζει ο υλισμός, χρέος μας είναι να ξεκαθαρίσουμε και το ζήτημα : από πού έρχεται ο ιδεαλισμός.

3. Από πού πηγάζει ο ιδεαλισμός;
Αν στην πορεία της ιστορίας, ο ιδεαλισμός μπόρεσε να ζήσει στο πλευρό της θρησκείας, αν η θρησκεία τον ανέχεται και τον επιδοκιμάζει, η πραγματική αιτία είναι, πως ο ιδεαλισμός γεννήθηκε και πηγάζει από τη θρησκεία.
Ο Λένιν έγραψε για το ζήτημα τούτο τη ακόλουθη φράση που πρέπει να την προσέξουμε και να την καλοσκεφτούμε. Λέει «Ο ιδεαλισμός είναι μια λεπτότερη, εξευγενισμένη, και επιδέξια μορφή της θρησκείας. Τίποτε άλλο». Αυτό θα ειπεί: Ο ιδεαλισμός ξέρει να παρουσιάζει τις αντιλήψεις του με μεγαλύτερη ευστροφία από τη θρησκεία. Όταν ισχυρίζονται, πως τον κόσμο τον δημιούργησε κάποιο πνεύμα, που πλανιόταν πάνω από το σκοτάδι, όταν μας λένε, πως ο Θεός είναι άυλος, και απότομα, όπως κάνει η θρησκεία, μας δηλώνουν, πως ο Θεός μιλάει (με το Λόγο) και πως έχει και ένα μοναχογιό (τον Ιησού), όλες αυτές οι ιδέες και τόσες άλλες είναι πολύ χοντροκομμένες. Ενώ ο ιδεαλισμός, όταν βεβαιώνει πως ο κόσμος υπάρχει μόνο μέσα στη νόησή μας, μέσα στο πνεύμα μας, δε μας ξαφνιάζει τόσο, παρουσιάζεται ντυμένος με λεπτότερο τρόπο. Στο βάθος, το ξέρουμε[33] καταλήγει κι αυτός εκεί που και η θρησκεία, μα η εμφάνισή του δεν είναι τόσο χωριάτικη, είναι πιο λεπτή και πιο κομψή. Σωστό λοιπόν είναι, πως ο ιδεαλισμός είναι μια λεπτότερη και εξευγενισμένη μορφή της θρησκείας.
Μα είναι επίσης και επιδέξιος, πονηρός, γιατί οι ιδεαλιστές φιλόσοφοι έχουν την ευστροφία στις συζητήσεις, να προβλέπουν ερωτήσεις, και να στήνουν παγίδες, όπως κάνει στους διαλόγους του Μπέρκλεϋ ο Φιλόνοος στον καϋμένο τον Ύλα.
Όμως, άμα λέμε, ως ο ιδεαλισμός πηγάζει από τη θρησκεία, δε θα ειπεί πως λύσαμε το πρόβλημα, απλούστατα αναβάλουμε τη λύση του. Χρέος μας λοιπόν να απαντήσουμε αμέσως στο ερώτημα:

4. Από πού πηγάζει η θρησκεία;
Ο Ένγκελς μας έδωσε πολύ καθαρή απάντηση: «Η θρησκεία, μας λέει, γεννιέται από τις κοντόθωρες περιορισμένες αντιλήψεις του ανθρώπου».
Για τους πρωτόγονους ανθρώπους διπλή είναι η άγνοια τούτη: άγνοια για τη φύση, άγνοια για τον ίδιο τον εαυτό τους. Πάντα πρέπει να έχουμε μπροστά στα μάτια μας τη διπλή τούτη άγνοια, άμα μελετάμε την ιστορία των πρωτόγονων ανθρώπων.
Στην αρχαία Ελλάδα, που ωστόσο όλοι μας αναγνωρίζουμε, πως ο πολιτισμός της ήταν κιόλας αρκετά προχωρημένος, η άγνοια τούτη μας φαίνεται παιδιακίσια, όταν π.χ. ακούμε τον Αριστοτέλη να διδάσκει , πως η γη είναι ακίνητη, πως είναι το κέντρο του κόσμου και ολόγυρά της γυρίζουν όλοι οι πλανήτες. (Οι πλανήτες, λέει, είναι 46, και είναι καρφωμένοι στον ουράνιο θόλο, σαν καρφιά στο ταβάνι, και ολόκληρο το στερέωμα γυρίζει γύρω από τη γη…).
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι δίδασκαν επίσης, πως τέσσερα είναι τα βασικά στοιχεία του κόσμου, το νερό, το χώμα, ο αέρας, και η φωτιά, και πως τα στοιχεία αυτά είναι αδύνατο να τα αναλύσουμε. Ξέρουμε, όμως, πως όλα αυτά δεν είναι σωστά. Μπορούμε σήμερα να αναλύσουμε και το νερό, και το χώμα, και τον αέρα, και ξέρουμε, πως η φωτιά δεν είναι σώμα της ίδιας κατηγορίας.
Η άγνοια, που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες και για τον ίδιο τον άνθρωπο, ήταν επίσης πολύ μεγάλη. Δε γνώριζαν τη λειτουργία των οργάνων μας. Θεωρούσαν την καρδιά έδρα της ανδρείας.
Μα, αν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί, που φρονούμε πως ήσαν κιόλας πολύ προχωρημένοι είχαν τόση μεγάλη άγνοια, ποια πρέπει τότε να είναι η άγνοια των ανθρώπων που ζούσαν χιλιάδες χρόνια πριν απ’ αυτούς; Οι αντιλήψεις που είχαν μορφώσει οι πρωτόγονοι άνθρωποι και για τη φύση και για τον εαυτό τους, ήσαν πολύ περιορισμένες από την άγνοια. Όμως οι άνθρωποι αυτοί ζητούσαν, παρ’ όλα αυτά, να εξηγήσουν τον κόσμο. Όλα τα ντοκουμέντα που κατέχουμε για τους πρωτόγονους ανθρώπους μας πείθουν, πως τους απασχολούσαν πάρα πολύ τα όνειρα. Είδαμε στο πρώτο κεφάλαιο[34], ποια λύση είχαν δώσει οι πρωτόγονοι άνθρωποι στο πρόβλημα τούτο. Είδαμε, πως, ξεκινώντας από τα όνειρα, έφτασαν να πιστέψουν, πως υπάρχει μέσα στον άνθρωπο ένας «δεύτερος εαυτός τους». (Κοίταξε Α,Ι, σελ. βιβλ. στο «double»). Στην αρχή τη δεύτερη τούτη προσωπικότητα τη φαντάστηκαν να έχει ένα είδος διάφανο και ελαφρύ σώμα, συγκροτημένο κι αυτό από ύλη. Θα  περάσει πολύς καιρός, ωσότου γεννηθεί μέσα στο μυαλό τους η αντίληψη, πως υπάρχει μέσα στον άνθρωπο κάτι άυλο, η ψυχή, που εξακολουθεί και ζει και έπειτα από το θάνατο, κάτι πνευματικό (από τη λέξη πνεύμα, που σημαίνει φύσημα (πνέω), το φύσημα, που βγαίνει από τον άνθρωπο με την τελευταία του πνοή, τη στιγμή που ξεψυχάει και αρχίζει να υπάρχει μόνο ο «δεύτερος εαυτός του»). Τότε έφτασαν οι άνθρωποι να παραδεχτούν, πως η νόηση, το όνειρο, είναι δημιούργημα της ψυχής.
Στο μεσαίωνα είχαν, αλήθεια, παράξενες αντιλήψεις για την ψυχή. Πίστευαν, πως στα παχύσαρκα σώματα κατοικούσαν ισχνές ψυχές, και στα ισχνά και αδύνατα σώματα, μεγάλες καλοκαμωμένες ψυχές. Γι αυτό το λόγο την εποχή εκείνη οι ασκητές ριχνόντουσαν με τα μούτρα σε μακρόχρονες νηστείες, για να αποχτήσουν μεγάλη ψυχή. Έπρεπε να αδυνατίσει  το σώμα τους, για να έχει ευρύχωρη κατοικία η ψυχή.
Αφού παραδέχτηκαν, πως ο άνθρωπος εξακολουθεί να ζει και έπειτα από το θάνατο, είτε με τη μορφή της διάφανης δεύτερης προσωπικότητας, είτε αργότερα με τη μορφή της πνευματικής ψυχής, προχώρησαν πιο πέρα οι πρωτόγονοι άνθρωποι και έπλασαν τους Θεούς.
Στην αρχή πίστευαν, πως οι Θεοί ήσαν όντα ανώτερα, ισχυρότερα από τους ανθρώπους, με μορφή κι αυτοί υλική. Προχώρησαν όμως και σιγά-σιγά έφτασαν χωρίς να το καταλάβουν στην αντίληψη, πως οι Θεοί ήσαν ψυχές ανώτερες όμως από την ανθρώπινη ψυχή. Και αφού έτσι έπλασαν πλήθος Θεούς, που ο καθένας τους όπως π.χ. στην αρχαία Ελλάδα, είχε τη δική του ορισμένη δικαιοδοσία, προχώρησαν ένα βήμα και έφτασαν στην αντίληψη, πως ένας μόνος υπάρχει Θεός. Τότε πλάστηκε και η σημερινή μονοθεϊστική θρησκεία. Βλέπουμε λοιπόν καλά, πως πρώτη πηγή της θρησκείας, ακόμη και στη σημερινή μορφή της,  είναι η άγνοια.
Ο ιδεαλισμός λοιπόν γεννιέται από τις κοντόθωρες αντιλήψεις του ανθρώπου, από την άγνοιά του, ενώ αντίθετα ο υλισμός γεννιέται, άμα γκρεμίζονται το ορόσημο της άγνοιας, και απλώνει ο ορίζοντας.
Αδιάκοπη είναι η πάλη του ιδεαλισμού  με τον υλισμό. Την παρακολουθούμε όπως ξετυλίγεται μπροστά μας η ιστορία της φιλοσοφίας. Ο υλισμός αγωνίζεται να μεταθέτει το ορόσημο της άγνοιας, και να στενεύει το έδαφός της. Και η δράση του τούτη θα είναι μια από τις δόξες του, μια από τις μεγάλες του υπηρεσίες. Αντίθετα ο ιδεαλισμός και η θρησκεία που τον τροφοδοτεί, κάνουν ό,τι μπορούν για να διατηρούν την άγνοια. Θέλουν να εκμεταλλευτούν την άγνοια, για να κάνουν τις λαϊκές μάζες να δέχονται, με σκυμμένο  το κεφάλι, την καταπίεση, την οικονομική και κοινωνική εκμετάλλευση.

5. Τα καλά του προμαρξιστικού υλισμού
Είδαμε να γεννιέται στην αρχαία Ελλάδα ο υλισμός, μόλις είδε το φως της ημέρας το έμβρυο της επιστήμης. Σύμφωνα με την αρχή: Άμα αναπτύσσεται η επιστήμη, αναπτύσσεται μαζί της και ο υλισμός, διαπιστώνουμε στην πορεία της ιστορίας:
1. Στο μεσαίωνα ασήμαντη η ανάπτυξη των επιστημών, παράλληλο σταμάτημα του υλισμού.
2. Στο 17ο και 18ο αιώνα πολύ μεγάλη η ανάπτυξη των επιστημών, αντίστοιχα σημαντική και η ανάπτυξη του υλισμού. Ο γαλλικός υλισμός στον 18ο αιώνα είναι η άμεση συνέπεια από την ανάπτυξη της επιστήμης.
3. Στο 19ο αιώνα πολυάριθμες και σημαντικές οι καταχτήσεις της επιστήμης. Παράλληλα αναμορφώνεται και ο υλισμός από τον Μαρξ και Ένγκελς.
4. Στην εποχή μας σήμερα προοδεύουν καταπληχτικά οι επιστήμες, ταυτόχρονα και ο υλισμός. Οι καλύτεροι επιστήμονες εφαρμόζουν στις επιστημονικές εργασίες τους το διαλεχτικό υλισμό.
Ο ιδεαλισμός λοιπόν και ο υλισμός έχουν ολότελα αντίθετη καταγωγή. Και διαπιστώνουμε, στο κύλημα των αιώνων, ασίγαστη πάλη ανάμεσα στις δυό αυτές φιλοσοφίες, πάλη, που εξακολουθεί ακόμη και στις μέρες μας, και που δεν ήταν μόνο ακαδημαϊκή. Η πάλη αυτή, που διασχίζει από τη μια ως την άλλη άκρη την ιστορία της ανθρωπότητας, είναι η μάχη της επιστήμης εναντίον στην άγνοια, είναι η πάλη ανάμεσα στα δυο ρέματα. Το ένα τραβάει την ανθρωπότητα προς την άγνοια και την κρατάει μέσα στην άγνοια, το άλλο πασχίζει να λυτρώσει τους ανθρώπους, γκρεμίζοντας την άγνοια και βάζοντας στη θέση της την επιστήμη.
Η πάλη τούτη πήρε μερικές φορές άγρια μορφή, όπως της Ιερής Εξέτασης. Ας πάρουμε για παράδειγμα, ανάμεσα στα τόσα άλλα, το Γαλιλαίο. Ο Γαλιλαίος βεβαιώνει, πως η γη γυρίζει γύρω της και γύρω από τον ήλιο. Η καινούργια  όμως τούτη κατάχτηση της επιστήμης βρίσκεται σε αντίφαση με τη Βίβλο καθώς και με τον Αριστοτέλη. Αν η γη γυρίζει γύρω από τον ήλιο, αυτό θα ειπεί, πως η γη δεν είναι το κέντρο του κόσμου, είναι λοιπόν κι αυτή ένα σημείο μέσα στον κόσμο, άρα πρέπει να μεταθέσουμε πολύ πιο πέρα το ορόσημο, για να πετάξει η σκέψη μας σε πλατύτερο ορίζοντα. Τι κάνουν όμως τότε μπροστά στην ανακάλυψη αυτή του Γαλιλαίου; Για να κρατήσουν την ανθρωπότητα βυθισμένη μέσα στην άγνοια, παραπέμπουν τον Γαλιλαίο στο ιεροεξεταστικό δικαστήριο, που συγκρότησαν τον καταδικάζουν σε βασανιστήρια, και τον υποχρεώνουν να ομολογήσει δημόσια το σφάλμα του και να αποκηρύξει τη θεωρία του. Τέτοια άγρια μορφή παίρνει η πάλη ανάμεσα στην άγνοια και την επιστήμη.
Έχουμε λοιπόν την υποχρέωση να κρίνουμε τους φιλόσοφους και του; επιστήμονες της εποχής εκείνης, αντικρύζοντάς τους μέσα στη μάχη της άγνοιας προς την επιστήμη. Θα διαπιστώσουμε, πως όταν ξεσπαθώνουν για την επιστήμη, υποστηρίζουν ταυτόχρονα χωρίς να το ξέρουν, και τον υλισμό. Έτσι ο Ντεκάρ, με τους στοχασμούς και τα συμπεράσματά του, διατύπωσε και ιδέες, που μπόρεσαν να κάνουν τον υλισμό να προοδέψει.
Πρέπει ακόμη να ιδούμε, πως η πάλη τούτη μέσα στην πορεία της ιστορίας δεν είναι μόνο θεωρητική, είναι ταυτόχρονα και κοινωνική και πολιτική. Οι κυρίαρχες τάξεις στη μάχη τούτη είναι πάντα με το μέρος της άγνοιας. Γιατί η επιστήμη είναι επαναστατική και συντελεί στο λυτρωμό της ανθρωπότητας. Τυπικό παράδειγμα η αστική τάξη. Στο 18ο αιώνα η αστική τάξη βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία του φεουδαρχισμού. Τότε ξεσπαθώνει για την επιστήμη, παίρνει στα χέρια της την πάλη εναντίον στην άγνοια,  αγωνίζεται στην πρώτη γραμμή, και μας δίνει την «Εγκυκλοπαίδεια». Στον 20ο όμως αιώνα κυρίαρχη τάξη είναι η αστική τάξη, και μέσα στη μάχη της επιστήμης εναντίον στην άγνοια, η αστική τάξη παίρνει το μέρος της άγνοιας. Τα βάρβαρα μέτρα της είναι πολύ χειρότερα από άλλοτε (ας θυμηθούμε το χιτλερισμό[35]).
Βλέπουμε λοιπόν, τι σπουδαίο ρόλο έπαιξε ο προμαρξιστικός υλισμός και πόσο μεγάλη είναι η ιστορική του σημασία. Μέσα στην πάλη της άγνοιας και της επιστήμης, μπόρεσε να αναπτύξει μια γενική κοσμοθεωρία, που στάθηκε αντιμέτωπη στη θρησκεία, άρα στην άγνοια. Και ακόμη χάρη στην εξέλιξη που πήρε ο προμαρξιστικός υλισμός, χάρη στις διαδοχικές εργασίες του, πραγματοποιήθηκαν οι απαραίτητες συνθήκες, για ν’ ανθίσει ο διαλεχτικός υλισμός.

6. Τα ελαττώματα του προμαρξιστικού υλισμού.
Για να κατανοήσουμε την εξέλιξη του υλισμού, για να αντικρίσουμε όπως πρέπει, τα ελαττώματα και τις ελλείψεις του, δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε, πως η επιστήμη και ο υλισμός είναι αλληλένδετα.
Στο πρώτο ξεκίνημα ο υλισμός βαδίζει μπροστά από την επιστήμη. Αυτός είναι ο λόγος, που δεν μπόρεσε να αναγνωριστεί μονομιάς η αλήθεια του. Έπρεπε πρώτα να δημιουργηθούν και να αναπτυχτούν οι επιστήμες, για να αποδειχτεί, πως ο διαλεχτικός υλισμός είχε δίκιο, μα χρειάστηκαν γι αυτό είκοσι αιώνες. Στο μακρόχρονο τούτο διάστημα επηρέασαν τον υλισμό οι επιστήμες και ιδιαίτερα το επιστημονικό πνεύμα, καθώς και οι πιο αναπτυγμένες ειδικές επιστήμες. Έτσι
«ο υλισμός στον περασμένο (τον 18ο) αιώνα, ήταν, πριν απ’ όλα,  μηχανιστικός, επειδή, την εποχή εκείνη, απ’ όλες τις φυσικές και φυσιογνωστικές επιστήμες, μόνον η μηχανική, και ιδιαίτερα μόνο η μηχανική για τα στερεά ουράνια και επίγεια σώματα, με δυό λόγια μόνο η μηχανική που καταγίνεται με τη βαρύτητα, είχε φτάσει σε κάποια αρτιότητα. Η χημεία βρισκόταν ακόμη στην παιδική της ηλικία, στη φλογιστική[36] της περίοδο. Η βιολογία ήταν ακόμη στα σπάργανα. Το φυτικό και ζωικό οργανισμό δεν τον είχαν ακόμη ερευνήσει, παρά μόνο χοντρικά και τον εξηγούσαν μα καθαρά μηχανικές αιτίες. Γι τους υλιστές στο 18ο αιώνα ο άνθρωπος ήταν μηχανή, απαράλλαχτα όπως για τον Ντεκάρ και τα ζώα ήσαν μηχανές»[37]
Τέτοιος λοιπόν ήταν ο υλισμός, που βγήκε από τη βραδύπορη και μακρόχρονη εξέλιξη  των επιστημών, έπειτα από την περίοδο της χειμερινής νάρκης, όπου είχε βυθιστεί ο χριστιανικός μεσαίωνας.
Το μεγάλο λάθος στην περίοδο τούτη ήταν, πως θεωρούσαν τον κόσμο σαν ένα πελώριο μηχανισμό, και έκριναν και εξηγούσαν «όλα τα πράματα»[38] σύμφωνα με τους νόμους της μηχανικής, όπως την ονομάζουν, επιστήμης, Αφού λοιπόν θεωρούσαν την εξέλιξη απλή μηχανική κίνηση, πίστευαν, πως τα γεγονότα έπρεπε να αναπαράγονται αδιάκοπα. Έβλεπαν στα πράματα την πλευρά-μηχανή, μα δεν κοίταζαν διόλου τη ζωντανή του πλευρά. Γι αυτό το λόγο ονομάστηκε ο υλισμός αυτός μηχανικός (ή μηχανιστικός).
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Πως εξηγούσαν οι υλιστές αυτοί τη νόηση; Να πως «Το μυαλό, έλεγαν, εκκρίνει τη νόηση, όπως το συκώτι τη χολή!».Αλήθεια, σαν παραπολύ απλοϊκή η εξήγησή τους! Αντίθετα ο υλισμός του Μαρξ έριξε με πλήθος παρατηρήσεις  πλούσιο φως.  Οι σκέψεις μας δεν πηγάζουν μόνο από το μυαλό μας. Πρέπει να ιδούμε για ποιο λόγο έχουμε ορισμένες σκέψεις, ορισμένες ιδέες και όχι άλλες, και τότε θα εξακριβώσουμε, πως η κοινωνία, ο περίγυρος, όπου μέσα ζούμε, κ.τ.λ. καθορίζουν τις ιδέες μας και κάνουν την επιλογή. Ο μηχανικός υλισμός θεωρεί τη νόηση σαν ένα απλό μηχανικό φαινόμενο. Λάθος. Η νόηση είναι κάτι πολύ περισσότερο.
«Η αποκλειστική εφαρμογή της μηχανικής στα χημικά και οργανικά φαινόμενα – οι μηχανικοί νόμοι επενεργούν βέβαια κι αυτοί, μα σε μικρότερο  βαθμό γιατί επισκιάζονται από τους άλλους νόμους ανώτερης κατηγορίας – είναι μια κοντόθωρη στενή αντίληψη χαραχτηριστική μα και αναπόφευχτη για τον κλασικό υλισμό την εποχή εκείνη»[39]
Αυτό είναι το πρώτο μεγάλο ελάττωμα του υλισμού στο 18ο αιώνα.
Η συνέπεια από το λάθος τούτο ήταν, πως ο υλισμός στο 18ο αιώνα αγνοούσε γενικά την ιστορία, δεν αντίκρυζε δηλαδή τη φύση, τον κόσμο, τα πράματα στην ιστορική τους ανάπτυξη, αγνοούσε την εσωπορεία τους (processus)[40]. Οι υλιστές την εποχή εκείνη φρονούσαν πως ο κόσμος δεν αλλάζει, δεν ανελίσσεται, και πως ξαναγυρίζει σε κανονικά διαστήματα σε όμοιες καταστάσεις. Δεν μπορούσαν να συλλάβουν με το μυαλό τους ακόμη ούτε την εξέλιξη του ανθρώπου και των ζώων.
«Ο υλισμός τούτος ….. ανίκανος, όπως ήταν, να αντικρίσει τον κόσμο στην εσωπορεία της αλλαγής του, να τον αντικρίσει σαν ύλη που βρίσκεται σε ιστορική ανάπτυξη…. ανταποκρινόταν στο επίπεδο που είχαν φτάσει την εποχή εκείνη οι φυσιογνωστικές επιστήμες και στο μεταφυσικό[41], δηλαδή αντιδιαλεχτικό τρόπο στη φιλοσοφική σκέψη, που κι αυτός πηγάζει από το χαμηλό επίπεδο των επιστημών. Ήξεραν πως η φύση βρισκόταν σε αέναη κίνηση. Μα η κίνηση αυτή, σύμφωνα με την τότε αντίληψη, διέγραφε έναν αέναο επίσης κύκλο, άρα έμενε πάντα στην ίδια θέση. Γεννούσε πάντα τα ίδια αποτελέσματα»[42].
Αυτό είναι το δεύτερο ελάττωμα του υλισμού στο 18ο αιώνα.
Το τρίτο του λάθος είναι, πως ο υλισμός αυτός ήταν παραπολύ θεωρητικός[43]. Δεν έβλεπε όσο έπρεπε, το ρόλο που παίζει  η ανθρώπινη δράση μέσα στον κόσμο και μέσα στην κοινωνία. Ο υλισμός του Μαρξ μας διδάσκει, πως δεν αρκεί να εξηγήσουμε τον κόσμο. Έχουμε ακόμη την υποχρέωση να τον αλλάξουμε, να τον μεταμορφώσουμε. Ο άνθρωπος είναι μέσα στην ιστορία ενεργητικός παράγοντας, και μπορεί να κάνει αλλαγές στον κόσμο.
Οι ρώσοι κομμουνιστές είναι ζωντανό παράδειγμα για τις αλλαγές που φέρνει η ανθρώπινη δράση. Με τη δράση τους στάθηκαν ικανοί όχι μόνο να προετοιμάσουν και να κάνουν να πετύχει η επανάσταση, παρά και να χτίζουν, από το 1918 το σοσιαλισμό μέσα σε αφάνταστα μεγάλες δυσκολίες.
Στην αντίληψη τούτη για την ανθρώπινη δράση δεν είχε φτάσει ο προμαρξιστικός υλισμός. Δεν την είχε συνειδητοποιήσει. Την εποχή εκείνη φρονούσαν, πως ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του περίγυρού του, ενώ ο Μαρξ μας διδάσκει, πως ο περίγυρος είναι δημιούργημα του ανθρώπου και άρα πως ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του ίδιου του εαυτού  του. Ο άνθρωπος δέχεται, βέβαια, την επίδραση του περίγυρου, μα αφού μπορεί με τη δράση του ν’ αλλάξει, να μεταμορφώσει τον περίγυρο, μπορεί λοιπόν να μεταμορφώσει κι τον ίδιο τον εαυτό του.[44]
Ήταν λοιπόν παραπολύ θεωρητικός ο υλισμός στο 18ο αιώνα, αφού αγνοούσε πως όλα τα πράματα έχουν την ιστορική τους ανάπτυξη. Και ήταν τούτο αναπόφευχτο τότε. Γιατί οι επιστημονικές γνώσεις δεν ήσαν αρκετά προχωρημένες, και δεν  μπορούσαν ν’ αντικρίσουν τον κόσμο και τα πράματα, με άλλο τρόπο, παρά μόνο με την παλιά μέθοδο της σκέψης : με τη «μεταφυσική».


Για Διάβασμα
ΜΑΡΞ και ΕΝΓΚΕΛΣ : «Η αγία οικογένεια» σελ.229-232 (Φιλοσοφικά Έργα του Μαρξ τόμος ΙΙ Έκδοση Costes)
ΜΑΡΞ : «Θέσεις για το Φόυερμπαχ» (Φιλοσοφικές Μελέτες σελ. 57 και πέρα, editions sociales 1947)
«Ιστορία της φιλοσοφίας» δημοσιευμένη από το Ινστιτούτο της Φιλοσοφίας της Ακαδημίας των Επιστημών στη Σοβιετική Ένωση, γαλλική μετάφραση στις  editions socials. Διαβάστε τα κεφάλαια τα σχετικά με τους φιλοσόφους, που αναφέραμε.

ΓΙΑ ΈΛΕΓΧΟ – ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Κεφάλαιο VI : Πως μπορούσε ο Παστέρ να είναι σοφός επιστήμονας και ταυτόχρονα να πιστεύει στο Θεό;
Κεφάλαιο VII: Δείξτε γιατί η μελέτη από τα βιβλία είναι απαραίτητη και ταυτόχρονα όχι αρκετή.
Κεφάλαιο VIII:
1.  Γιατί ο διαλεχτικός υλισμός δε γεννήθηκε κιόλας στην αρχαία εποχή.
2.  Δώστε τα σπουδαιότερα υλιστικά ρέματα από την  αρχαία Ελλάδα ως τα 18ο αιώνα.
3.  Ποιά είναι τα ελαττώματα και ποια τα καλά του υλισμού στο18ο αιώνα.

Θέμα για γραφτή εργασία
Φανταστείτε ένα διάλογο με θέμα το Θεό μεταξύ ενός ιδεαλιστή και ενός υλιστή.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η «ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ»
1. Τα χαραχτηριστικά της γνωρίσματα
    α!  Πρώτο γνώρισμα: Η μεταφυσική μέθοδος δουλεύει με την αρχή της ταυτότητας
    β!  Δεύτερο γνώρισμα: Απομονώνει τα πράματα, το ένα από το άλλο.
    γ!  Τρίτο γνώρισμα: Δημιουργεί αγεφύρωτες αιώνιες αντιθέσεις
2. Ας τοποθετήσουμε καλύτερα το ζήτημα
3. Η μεταφυσική αντίληψη για τη φύση
4. Η μεταφυσική αντίληψη για την κοινωνία
5. Η μεταφυσική αντίληψη για τη νόηση
6. Τι  είναι λογική;
7. Ερμηνεία της λέξης «μεταφυσική»

Ξέρουμε, πως τα λάθη που έκαναν οι υλιστές στο 18ο αιώνα, πηγάζουν από τον δικό τους τρόπο που σκεπτόντουσαν, από την ιδιαίτερή τους μέθοδο, που χρησιμοποιούσαν, στην έρευνα, από τη «μεταφυσική», όπως την ονομάσαμε, μέθοδο. Η μεταφυσική λοιπόν μέθοδος εκφράζει μια ιδιαίτερη κοσμοθεωρία και πρέπει να παρατηρήσουμε, πως, όπως στον προμαρξιστικό υλισμό αντιθέτουμε το μαρξιστικό υλισμό, το ίδιο σωστό είναι  και στο μεταφυσικό υλισμό να αντιθέτουμε το διαλεχτικό υλισμό.
Χρειάζεται λοιπόν τώρα να μάθουμε ποια είναι αυτή η μεταφυσική μέθοδος, για να εξετάσουμε έπειτα, τι είναι η αντίθεσή της, η διαλεχτική μέθοδος.

1. Τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της μεταφυσικής μεθόδου
Εκείνο που θα μελετήσουμε τώρα είναι αυτή «η παλιά μέθοδος σκέψης και έρευνας, που ο Χέγκελ (Hegel) ονομάζει η «μεταφυσική μέθοδος»[45]
Θ’ αρχίσουμε από μια απλή παρατήρηση: Τι φαίνεται πιο φυσικό στους περισσότερους ανθρώπους: η κίνηση ή η ακινησία; Ποια είναι γι αυτούς, η κανονική κατάσταση για τα πράματα: η ηρεμία ή η κινητικότητα;
Γενικά φρονώ πως η ηρεμία, η ακινησία υπάρχει πριν από την κίνηση, μ’ άλλα λόγια, πως για να μπορέσει ένα πράμα να μπει σε κίνηση, πρέπει να ήταν πρώτα στην κατάσταση της ηρεμίας, της ακινησίας.
Η Βίβλος μας λέει κι αυτή, πως, πριν ο Θεός δημιουργήσει τον κόσμο, ύπαρχε η ακίνητη αιωνιότητα, δηλαδή η ακινησία.
Να λοιπόν μερικές λέξεις, που θα μεταχειριστούμε συχνά: ηρεμία, ακινησία, και από το άλλο μέρος, κίνηση και αλλαγή. Προσοχή όμως, οι δυό τελευταίες λέξεις, δεν είναι συνώνυμες.
Κίνηση, στην αυστηρή σημασία της λέξης, θα ειπεί : μετατόπιση. Παράδειγμα: Η πέτρα που πέφτει, ο σιδηρόδρομος που τρέχει, βρίσκονται σε κίνηση.
Αλλαγή,  στην κυριολεχτική σημασία θα ειπεί: πέρασμα από μια μορφή σε άλλη. Παράδειγμα: Το δέντρο που έπεσαν τα φύλλα του, άλλαξε μορφή! Αλλαγή όμως είναι ακόμη και το πέρασμα από μια κατάσταση σε άλλη. Παράδειγμα: Ο αέρας, που έγινε ακατάλληλος να τον αναπνεύσουμε, έπαθε αλλαγή.
Ώστε, κίνηση θα ειπεί: αλλαγή θέσης, ενώ αλλαγή σημαίνει αλλαγή μορφής ή κατάστασης. Τη διάκριση τούτη θα φροντίσουμε να την τηρούμε, για να αποφύγουμε τη σύγχιση. Άλλωστε όταν θα καταπιαστούμε με τη μελέτη της διαλεχτικής, θα βρεθούμε την ανάγκη να ξαναϊδούμε τη σημασία των δυό τούτων λέξεων[46]
Είδαμε τώρα δα, πως γενικά οι άνθρωποι φρονούν, πως η κίνηση και η αλλαγή δεν είναι τόσο κανονικές  καταστάσεις, όσο είναι, η ηρεμία, η ακινησία. Και είναι βέβαιο, πως όλοι μας έχουμε κάποια προτίμηση  να νομίζουμε πως τα πράματα μένουν σε ακινησία και  δεν προσέχουμε την αλλαγή που έπαθαν.
Παράδειγμα: Αγοράσαμε ένα ζευγάρι κίτρινα παπούτσια. Τα φορέσαμε κάμποσο καιρό, τα στείλαμε κάμποσες φορές στο τσαγγάρη, αλλάξαμε πάτους και τακούνια, βάλαμε μάλιστα ένα σωρό μπαλώματα, και όμως εξακολουθούμε να λέμε «θα φορέσω σήμερα τα κίτρινα παπούτσια» χωρίς καν να λογαριάσουμε, πως δεν είναι πια τα ίδια. Εξακολουθούμε να νομίζουμε πως είναι πάντα τα κίτρινα παπούτσια, που αγοράσαμε τότε, και τα πληρώσαμε σ’ αυτή την τιμή. Δεν λογαριάζουμε διόλου την αλλαγή που έπαθαν τα παπούτσια μας. Γι εμάς έμειναν αμετάβλητα, είναι τα ίδια. Δεν προσέχουμε λοιπόν την αλλαγή, και δε βλέπουμε, παρά μόνο την ταυτότητα, σα να μην είχε συμβεί τίποτε το αξιόλογο. Σκεπτόμαστε μα βάση την αρχή της ταυτότητας.
α! Πρώτο γνώρισμα: Η μεταφυσική μέθοδος δουλεύει με την αρχή της ταυτότητας
Η μεταφυσική μέθοδος προτιμάει την ακινησία, την ταυτότητα και δεν προσέχει διόλου την κίνηση και την αλλαγή, και μ’ αυτή την προτίμηση αντικρίζει τον κόσμο και όσα γίνονται μέσα του. Από την προτίμηση τούτη, που αποτελεί το πρώτο χαραχτηριστικό της γνώρισμα, πηγάζει ολόκληρη κοσμοθεωρία. Θεωρούν τον κόσμο ακίνητο, απολιθωμένο μας λέει ο Ένγκελς. Το ίδιο πιστεύουν για τη φύση, την κοινωνία και τον άνθρωπο. Τους ακούμε να λένε: «Δεν υπάρχει τίποτε καινούργιο κάτω από τον ήλιο», και μ’ αυτό εννοούν, πως από ανέκαθεν δεν έγινε καμιά αλλαγή, ο κόσμος έμεινε ακίνητος, αυτοΐδιος. Συχνά επίσης εννοούν το περιοδικό ξαναγύρισμα στα ίδια αποτελέσματα[47] . Ο Θεός έπλασε τον κόσμο και μαζί και τα ψάρια, τα πουλιά, τα θηλαστικά, κ.τ.λ. και από τότε τίποτε δεν άλλαξε, ο κόσμος δεν έκανε ούτε ένα βήμα. Τους ακούμε ακόμη να λένε: « Οι άνθρωποι είναι πάντα οι ίδιοι» σα να μην άλλαξαν ποτέ οι άνθρωποι αφότου εμφανίστηκαν στη γη.
Όλες αυτές οι φράσεις, που τις ακούμε καθημερινά, είναι η αντανάκλαση από την μεταφυσική αυτή αντίληψη, βαθειά ριζωμένη μέσα μας, μέσα στο πνεύμα μας. Η αστική τάξη ξέρει να εκμεταλλεύεται, ως το βάθος, το λάθος τούτο.
Όταν π.χ. κρίνουν το σοσιαλισμό, ένα από τα επιχειρήματα που προβάλουν και  τρίβουν τα χέρια τους από χαρά είναι τούτο: Ο άνθρωπος είναι , λένε, εγωιστής, και χρειάζεται απαραίτητα να επέμβει κάποια δύναμη να τον πειθαναγκάζει, αλλιώς ακαταστασία, χάος. Το επιχείρημα τούτο είναι συνέπεια από τη μεταφυσική αυτή αντίληψη, που της αρέσει να βλέπει τον άνθρωπο μια για πάντα αμετάβλητο, έτσι που να μην μπορεί ν’ αλλάξει η φύση του.
Είναι βέβαιο, πως, αν είχαμε ξαφνικά τη δυνατότητα να ζήσουμε μέσα σε κομμουνιστικό σύστημα, μ’ άλλα λόγια αν είχαμε τη δυνατότητα να μοιράσουμε αμέσως τα αγαθά στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του και όχι σύμφωνα με την εργασία, που προσφέρει, γενική θα ήταν η έφοδος, ποιος να πρωτοϊκανοποιήσει τις ιδιοτροπίες του, και μια τέτοια κοινωνία θα ήταν αδύνατο να σταθεί. Και όμως, η κοινωνία αυτή είναι η κομμουνιστική κοινωνία, και αυτή είναι η σωστή. Όσοι όμως το πιστεύουν πως η μελλοντική κομμουνιστική κοινωνία δε θα σταθεί επειδή είναι μέσα τους βαθειά ριζωμένη η μεταφυσική αντίληψη  φαντάζονται πως ο μελλοντικός άνθρωπος, ο άνθρωπος που θα ζήσει σχετικά αρκετά αργότερα, θα είναι όμοιος με το σημερινό άνθρωπο.  
Ώστε, άμα βεβαιώνουν, πως η σοσιαλιστική ή η κομμουνιστική κοινωνία δεν είναι βιώσιμη, επειδή ο άνθρωπος είναι εγωιστής, λησμονούν, πως, αν αλλάξει η κοινωνία, θ’ αλλάξει επίσης και ο άνθρωπος.
Ακούμε, κάθε μέρα σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης, κριτικές, που μας αποδείχνουν πόσο δυσκολεύονται όσοι τις διατυπώνουν, να καταλάβουν την πραγματική κατάσταση. Και γιατί αυτό; Γιατί ξεκινούν από τη μεταφυσική αντίληψή τους για τον κόσμο και τα πράματα.
Ανάμεσα στο τόσο και τόσα παραδείγματα, που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, ας πάρουμε ένα μόνο, τούτο: Μας λένε: «Ο εργάτης στη Σοβιετική Ένωση, παίρνει μεροκάματο, που δεν ισοφαρίζει με την υλική αξία όσων παράγει με τη δουλειά του. Υπάρχει λοιπόν και κει υπεραξία, κάνουν δηλαδή και εκεί κάποια κράτηση επάνω στο μεροκάματο. Άρα, λένε, τον κλέβουν και εκεί τον εργάτη. Το ίδιο γίνεται καις τη Γαλλία, και εδώ εκμεταλλεύονται τους εργάτες. Ώστε, δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα στο σοβιετικό και το γάλλο εργάτη».
Που είναι, στο παράδειγμα τούτο η μεταφυσική αντίληψη; Στο ό,τι δεν προσέχουν, όσοι λένε αυτά, πως έχουμε να κάνουμε με δυό τύπους κοινωνίας, δε λογαριάζουν διόλου τις διαφορές που ξεχωρίζουν τη μια κοινωνία από την άλλη. Στο ό,τι δηλαδή πιστεύουν, πως από τη στιγμή που υπάρχει υπεραξία και εκεί και εδώ, είναι και οι δυό κοινωνίες το ίδιο πράμα. Ούτε προσέχουν διόλου τις αλλαγές που έγιναν στη Σοβιετική Ένωση. Δε βλέπουν, πως εκεί ο άνθρωπος και η μηχανή δεν έχουν το ίδιο οικονομικό και κοινωνικό νόημα, όπως, σε μας, στη Γαλλία. Στη χώρα μας, η μηχανή υπάρχει για να παράγει, εξυπηρετεί όμως τον εργοστασιάρχη, και ο άνθρωπος υπάρχει για να τον εκμεταλλεύονται, ενώ στη Σοβιετική Ένωση η μηχανή υπάρχει γα να παράγει, εξυπηρετεί όμως τον άνθρωπο, και ο άνθρωπος υπάρχει, για να απολαύει τους καρπούς της δουλειάς του. Στη Γαλλία η υπεραξία πάει στην τσέπη του εργοδότη, αντίθετα  στη Σοβιετική Ένωση πάει στο σοσιαλιστικό Κράτος, δηλαδή σ’ ολόκληρη την χωρίς τάξεις κοινότητα. Τα πράματα λοιπόν άλλαξαν.
Βλέπουμε, πως, σύμφωνα με το παράδειγμά μας τούτο, τα λάθη που κάνουν στην κρίση τους όσοι, φυσικά είναι καλόπιστοι, πηγάζουν από τη μεταφυσική μέθοδο, που χρησιμοποιούν, και ιδιαίτερα επειδή εφαρμόζουν το πρώτο χαραχτηριστικό γνώρισμα, που είναι και το βασικό της γνώρισμα, επειδή δηλαδή υποτιμούν την αλλαγή και δείχνουν όλη την προτίμησή τους στην ακινησία, ή αλλιώς, επειδή θέλουν να διαιωνίσουν, κάτω από την αλλαγή, την ταυτότητα.
Μα τι είναι αυτή η ταυτότητα; Είδαμε π.χ. να χτίζεται ένα σπίτι. Την 1 του Γενάρη του 1935 ήταν τελειωμένο . Την 1 του Γενάρη του 1936 και κάθε πρωτοχρονιά, θα λέμε, όταν το αντικρίζουμε, πως είναι αυτοίδιο, επειδή  εξακολουθεί να έχει τα δυό του πατώματα, τα είκοσί του παράθυρα, τις δυό του πόρτες στην πρόσοψη κ.τ.λ., επειδή λοιπόν εξακολουθεί να μένει όπως ήταν, επειδή δεν άλλαξε και δεν  είναι διαφορετικό. Ώστε ταυτότητα θα ειπεί, να μείνει ένα πράγμα το ίδιο όπως ήταν, να μη γίνει διαφορετικό, κάτι άλλο. Και όμως το σπίτι αυτό έχει αλλάξει. Μόνο με την πρώτη ματιά, έτσι επιπόλαια όπως το αντικρίζουμε, μας φαίνεται  πως έμεινε το ίδιο. Ο αρχιτέκτονας, ή οι χτίστες, που το μάτι τους ξέρει και βλέπει, ξέρουν πολύ καλά, πως το σπίτι, μόλις μια εβδομάδα έπειτα από το χτίσιμό του, δεν είναι πια το ίδιο, κάποιο σκάσιμο εδώ, κάποια πέτρα εκεί που τρεμοπαίζει, κάποιο χρώμα παραπέρα ξεθώριασε, και τόσα άλλα. Μόνο λοιπόν άμα αντικρίσουμε χοντρικά τα πράματα μας φαίνονται αυτοΐδια. Άμα όμως προσέξουμε ένα-ένα τα μέρη τους,  θα ιδούμε, πως στις λεπτομέρειες αλλάζουν αδιάκοπα.
Και ποιες είναι όμως οι πραχτικές συνέπειες από το πρώτο γνώρισμα της μεταφυσικής μεθόδου; Επειδή προτιμάμε να βλέπουμε στα πράματα την ταυτότητα, επειδή δηλαδή τα βλέπουμε να μένουν τα ίδια, διατυπώνουμε π.χ. την κρίση: «Η ζωή είναι η ζωή, και ο θάνατος είναι ο θάνατος». Μ’ άλλα λόγια, βεβαιώνουμε, πως η ζωή μένει πάντα η ίδια, και ο θάνατος μένει κι αυτός ο ίδιος, πάντα είναι θάνατος και τίποτε άλλο.
Έτσι όμως με τη συνήθειά μας αυτή να αντικρίζουμε στα πράματα την ταυτότητά τους, καταλήγουμε να τα χωρίζουμε, να ταξινομούμε το ένα χώρια από το άλλο. Άμα λέμε «η καρέκλα είναι η καρέκλα» λέμε, βέβαια, κάτι φυσικό, όμως τονίζουμε την ταυτότητα, και με την παραπάνω φράση μας εννοούμε ταυτόχρονα: κάθε τι που δεν είναι καρέκλα, είναι κάτι άλλο, ξεχωριστό. Είναι τόσο φυσικό να εννοούμε τούτο που μας φαίνεται παιδακίσιο που το υπογραμμίζουμε. Με τον ίδιο τρόπο λέμε: «Το άλογο είναι το άλογο, και κάτι που δεν είναι άλογο, είναι κάποιο άλλο πράμα». Μα τι κάνουμε έτσι; Χωρίζουμε τα πράματα, βάζουμε εδώ μια καρέκλα, χώρια εκεί το άλογο, και σε ξεχωριστή θέση το κάθε πράμα. Αποχωρίζουμε λοιπόν αυστηρά τα πράματα το ένα από το άλλο, τα ταξινομούμε ξεχωριστά, και έτσι καταντούμε να παραμορφώσουμε τον κόσμο, να τον παρουσιάζουμε σα μια συλλογή από πράγματα χωρισμένα το ένα από το άλλο. Κι αυτό είναι το

β! Δεύτερο γνώρισμα: Η μεταφυσική μέθοδος απομονώνει τα πράματα το ένα από το άλλο
Όσα είπαμε, τώρα δα, μας φαίνονται τόσο φυσικά, που θα μπορούσε κανείς να μας ρωτήσει: Για ποιο τάχα λόγο τα λέω; Θα ιδούμε αμέσως, πόσο, μόλα ταύτα, ήταν απαραίτητο. Θα ιδούμε, πως ο τρόπος αυτός του συλλογισμού, μας παρασέρνει να βλέπουμε τα πράματα από μια μόνο ορισμένη γωνία. Και οι πραχτικές συνέπειες είναι μεγάλες. Και ίσα-ίσα εκεί, μέσα στις πραχτικές συνέπειες θα κρίνουμε το δεύτερο γνώρισμα της μεταφυσικής μεθόδου.
Στην καθημερινή μας ζωή, άμα αντικρίζουμε τα ζώα, και αν εφαρμόσουμε επάνω τους τον παραπάνω συλλογισμό, που μας κάνει να αποχωρίζουμε τα ζωντανά πλάσματα το ένα από το άλλο, σίγουρα δε θα ιδούμε τα κοινά σημεία, που υπάρχουν στα ζώα, που ανήκουν σε διαφορετικό γένος και είδος. Το άλογο είναι το άλογο και η αγελάδα είναι η αγελάδα. Αναμεταξύ τους καμιά σχέση.
Με τούτη την άποψη τα αντίκριζε η παλιά ζωολογία. Τα αποχώριζε τούτα από εκείνα, τα ταξινομούσε χωριστά, και δεν έβλεπε καμιά σχέση αναμεταξύ τους. Να ένα από τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της μεταφυσικής μεθόδου.
Δεύτερο παράδειγμα θα πάρουμε τον ισχυρισμό που προβάλλει η αστική τάξη, όταν μας λέει: Η επιστήμη να είναι η επιστήμη, και η φιλοσοφία να μείνει η φιλοσοφία, το ίδιο και η πολιτική, γιατί, φυσικά, δεν υπάρχει τίποτε κοινό, καμιά απόλυτα σχέση ανάμεσα στις τρεις τους. Η πραχτική συνέπεια από έναν τέτοιο συλλογισμό είναι πως ο επιστήμονας έχει την υποχρέωση να μείνει καθαρός επιστήμονας, και να μην ανακατεύει την επιστήμη του ούτε με τη φιλοσοφία ούτε με την πολιτική. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο φιλόσοφός και ο πολιτικός.
Όταν ένας άνθρωπος συλλογίζεται καλόπιστα με αυτό τον τρόπο, μπορούμε να ειπούμε πως ο τρόπος αυτός, που συλλογίζεται είναι μεταφυσικός. Πριν μερικά χρόνια όταν πήγε ο άγγλος συγγραφέας Ουέλς (Wells) στη Σοβιετική Ένωση και επισκέφτηκε το μεγάλο λογοτέχνη, μακαρίτη σήμερα, Μάξιμο Γκόρκι, του πρότεινε να ιδρύσουν μια λογοτεχνική λέσχη, μακριά όμως από την πολιτική. Στο μυαλό του η λογοτεχνία είναι η λογοτεχνία, και η πολιτική είναι η πολιτική. Ο Γκόρκι και οι φίλοι του, άμα άκουσαν την πρόταση, γέλασαν, φαίνεται και ο Ουέλς στεναχωρήθηκε γι αυτό, του κακοφάνηκε. Ο Ουέλς λοιπόν έβλεπε και φανταζόταν τη λογοτεχνία να ζει έξω από την κοινωνία, ενώ ο Γκόρκι και οι φίλοι του ήξεραν πολύ καλά, πως δεν είναι σωστό αυτό, γιατί πραγματικά, μέσα στη ζωή είτε το θέλουμε είτε όχι, όλα τα πράματα είναι δεμένα το ένα με το άλλο.
Στην καθημερινή μας ζωή, πασχίζουμε να ταξινομήσουμε τα πράματα, να τα απομονώσουμε, να ιδούμε και να μελετήσουμε το κάθε πράμα χωριστά, μόνο του. Όσοι δεν είναι μαρξιστές απομονώνουν π.χ. το Κράτος από την κοινωνία, και έτσι το βλέπουν ανεξάρτητο από τη μορφή που έχει κάθε φορά η κοινωνία. Μα όποιος κάνει τέτοιους συλλογισμούς, όποιος απομονώνει το Κράτος από την κοινωνία, το αποσπάει από την πραγματικότητα, το απομονώνει από τη σχέση του με την πραγματικότητα.
Το ίδιο λάθος κάνουν, όσοι μιλούν για τον άνθρωπο, απομονώνοντάς τον από τους άλλους ανθρώπους, από τον περίγυρο, όπου μέσα ζει, από την κοινωνία. Όσοι αντικρίζουν με τον ίδιο τρόπο τη μηχανή, όσοι την απομονώνουν από την κοινωνία, όπου παράγει, εύκολα κάνουν τούτο το λαθεμένο συλλογισμό: «Μηχανή στο Παρίσι, μηχανή στη Μόσχα. Υπεραξία και εδώ και εκεί, άρα καμιά διαφορά, είναι απαράλλαχτα το ίδιο πράμα».
Και όμως τέτοιους λαθεμένους συλλογισμούς μπορεί να τους διαβάζουν κάθε μέρα, και όσοι τους διαβάζουν  να τους παραδέχονται, επειδή η γενική και συνειθισμένη άποψη ν’ αντικρίζουν τα πράματα, είναι να τα αποχωρίζουν το ένα από το άλλο, να τα απομονώνουν. Είναι μια χαραχτηριστική συνήθεια φυτεμένη μέσα μας  από τη μεταφυσική μέθοδο.

γ! Τρίτο γνώρισμα: Η μεταφυσική μέθοδος δημιουργεί τις αιώνιες αγεφύρωτες διαιρέσεις
Προτιμάμε λοιπόν να αντικρίζουμε τα πράματα σα να είναι ακίνητα και αμετάβλητα (πρώτο γνώρισμα) έπειτα τα κατατάσσουμε, τα ταξινομούμε χωριστά, φτιάνουμε αναμεταξύ τους διαιρέσεις, και έτσι  τα κλείνουμε σε ξεχωριστά διαμερίσματα (δεύτερο γνώρισμα) που μας κάνουν να λησμονάμε τις σχέσεις, που μπορούν να έχουν το ένα με το άλλο.
Ο τρόπος τούτος να βλέπουμε και να κρίνουμε μας παρασύρει να πιστέψουμε, πως οι διαιρέσεις που κάναμε, υπάρχουν μια για πάντα – τα άλογα είναι τα άλογα- πως είναι απόλυτες αιώνιες και αγεφύρωτες. Τούτο είναι το τρίτο χαραχτηριστικό γνώρισμα της μεταφυσικής μεθόδου.
Χρειάζεται όμως προσοχή, άμα μιλάμε για τη μέθοδο τούτη. Γιατί και εμείς, οι μαρξιστές, όταν λέμε, πως στην κεφαλαιοκρατική κοινωνία, υπάρχουν δυό τάξεις, η αστική τάξη και το προλεταριάτο, κάνουμε κι εμείς έναν χωρισμό, που μπορεί να φανεί, πως συγγενεύει με τους χωρισμούς που κάνει η μεταφυσική μέθοδος. Προσοχή όμως! Δεν είναι κανείς μεταφυσικός, μόνο και μόνο επειδή χρησιμοποιεί το χωρισμό. Μεταφυσικός γίνεται από τον τρόπο, που καταστρώνει τις διαφορές και τις σχέσεις ανάμεσα στις διαιρέσεις που έκανε.
Η αστική τάξη, π.χ., όταν λέμε, πως υπάρχουν σήμερα δυό τάξεις μέσα στην κοινωνία, σκέπτεται αμέσως, πως υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, και, δίχως αμφιβολία, θα σπεύσει να μας ειπεί: «Πάντοτε ύπαρχαν πλούσιοι και φτωχοί» 
«Πάντοτε ύπαρχαν» και «πάντοτε θα υπάρξουν» να καθαρά μπροστά μας ο μεταφυσικός τρόπος στη σκέψη. Ταξινομούν λοιπόν μια για πάντα τα πράματα ανεξάρτητα το ένα από το άλλο και χτίζουν ανάμεσά τους φραγμούς, αδιαπέραστους μεσότοιχους. Χωρίζουν την κοινωνία σε πλούσιους και φτωχούς, αντί να διαπιστώσουν, πως υπάρχουν δυό τάξεις, η αστική τάξη και το προλεταριάτο, και στην περίπτωση ακόμη που παραδέχονται το χωρισμό σε δυό τάξεις, τις αντικρίζουν έξω από την αμοιβαία τους σχέση, έξω δηλαδή από την πάλη των τάξεων.
Ποιες είναι οι πραχτικές συνέπειες από το τρίτο τούτο γνώρισμα, που χτίζει ανάμεσα στα πράματα οριστικούς φραγμούς; Είναι πως ανάμεσα στο άλογο και την αγελάδα δεν μπορεί να υπάρχει κανένας συγγενικός σύνδεσμος. Το ίδιο και για όλες τις επιστήμες, το ίδιο και για όλα τα πράματα που μας περιτριγυρίζουν. Θα ιδούμε σε λίγο[48]  αν είναι σωστό τούτο. Για τώρα έχουμε να εξετάσουμε ποιες είναι οι συνέπειες από τα τρία πρώτα γνωρίσματα που μόλις αναλύσαμε.

δ! Τέταρτο γνώρισμα: Η μεταφυσική μέθοδος αντιθέτει τα αντίθετα
Απ’ όλα, όσα τώρα δα είδαμε, βγαίνει το πόρισμα, πως, άμα λέμε «η ζωή είναι  η ζωή, και ο θάνατος είναι ο θάνατος» βεβαιώνουμε ταυτόχρονα κατηγορηματικά, πως  η ζωή δεν έχει τίποτε το κοινό με το θάνατο και ο θάνατος με τη ζωή. Βλέπουμε χωριστά τη ζωή και χωριστά το θάνατο, ταξινομούμε χώρια το ένα από το άλλο, χωρίς να βλέπουμε τη σχέση που μπορεί να έχει το ένα με το άλλο. Μέσα σ’ ένα τέτοιο αντίκρισμα, τον άνθρωπο που μόλις πέθανε, αναγκαστικά τον θεωρούμε  κάτι νεκρό, γιατί  είναι αδύνατο να είναι ταυτόχρονα ζωντανός και πεθαμένος, επειδή η ζωή αποκλείει το θάνατο, και ο θάνατος τη ζωή.
Άμα λοιπόν αντικρίζουμε τα πράματα απομονωμένα και τα  θεωρούμε οριστικά διαφορετικά το ένα από το άλλο, φτάνουμε να αντιθέτουμε το ένα στο άλλο. Να μπροστά μας και το τέταρτο χαραχτηριστικό γνώρισμα. Η μεταφυσική μέθοδος αντιθέτει τα αντίθετα και βεβαιώνει, πως δυό αντίθετα πράματα αδύνατο να συνυπάρχουν ταυτόχρονα.
Πραγματικά, στο παράδειγμά μας «η ζωή και ο θάνατος» αδύνατο, να υπάρξει τρίτη δυνατότητα. Είμαστε απόλυτα αναγκασμένοι να διαλέξουμε τη μία ή την άλλη δυνατότητα, από τις δυό που ξεχωρίσαμε. Σκεπτόμαστε, πως μια τρίτη δυνατότητα θα ήταν καθαρή αντίφαση, και η αντίφαση αυτή είναι παραλογισμός, άρα κάτι αδύνατο. Το τέταρτο λοιπόν γνώρισμα, που χαραχτηρίζει τη μεταφυσική μέθοδο είναι η φρίκη μπροστά στην αντίφαση.
Σπουδαίες είναι οι πραχτικές συνέπειες. Έτσι π.χ. άμα μιλάμε για δημοκρατία και διχτατορία, η μεταφυσική άποψη ζητάει επιταχτικά να διαλέξουμε ένα από τα δυό. Γιατί η δημοκρατία είναι η δημοκρατία και η διχτατορία είναι η διχτατορία, και ούτε η δημοκρατία είναι διχτατορία, ούτε η διχτατορία είναι δημοκρατία. Αναγκαστικά πρέπει να διαλέξουμε ένα από τα δυό συστήματα, αλλιώς βρισκόμαστε μπροστά σε μιάν αντίφαση, σ’ έναν παραλογισμό, άρα μπροστά σε κάτι αδύνατο.
Η στάση των μαρξιστών είναι ολότελα διαφορετική
Αντίθετα σκεπτόμαστε εμείς οι μαρξιστές. Για μας η διχτατορία του προλεταριάτου είναι ταυτόχρονα η διχτατορία του λαού και μαζί και η δημοκρατία για το αμέτρητο πλήθος όλων εκείνων που τους εκμεταλλευόντουσαν χρόνια τώρα.
Σκεπτόμαστε ακόμη, πως η ζωή, η ζωή στα ζωντανά πλάσματα, είναι μπορετή, μόνο επειδή παλεύουν αδιάκοπα αναμεταξύ τους μέσα στον οργανισμό τα κύτταρα, με αποτέλεσμα να πεθαίνουν αδιάκοπα πολλά, και να αντικατασταίνονται από άλλα. Έτσι η ζωή κλείνει μέσα της και το θάνατο. Από το άλλο μέρος, για μας και ο θάνατος δεν είναι ούτε αυτός ολοκληρωτικός, και χωρισμένος με αδιαπέραστο φραγμό από τη ζωή, όπως τον θέλει η μεταφυσική μέθοδος, γιατί μέσα σ’ ένα πτώμα δεν έχει ολοκληρωτικά εξαφανιστεί κάθε είδος ζωής, αφού ορισμένα κύτταρα εξακολουθούν να ζούνε για κάποιο χρονικό διάστημα έπειτα από το θάνατο, και αφού από το ίδιο αυτό το πτώμα θα γεννηθούν άλλες ζωές.

2. Ας τοποθετήσουμε καλύτερα το ζήτημα
Βλέπουμε λοιπόν, πως η μεταφυσική μέθοδος με τα τέσσερα χαραχτηριστικά της γνωρίσματα, μας υποχρεώνει να εξετάζουμε τα πράματα από ορισμένη γωνία, και μας παρασέρνει να σκεπτόμαστε με ένα ορισμένο τρόπο. Διαπιστώνουμε, πως ο τρόπος αυτός της σκέψης έχει μια ορισμένη «λογική» - θα τη μελετήσουμε σε λίγο – και ακόμη, πως ανταποκρίνεται όχι λίγο στον τρόπο, που γενικά βλέπουν, που σκέπτονται που μελετούν και αναλύουν οι άνθρωποι στη μεγάλη τους πλειοψηφία.
Με την απαρίθμηση που κάνουμε, ανακεφαλαιώνουμε όσα είπαμε
α! Βλέπουν λοιπόν και τα πράματα στην ακινησία τους, στην ταυτότητά τους.
β! Χωρίζουν τα πράματα τούτα από εκείνα, και τα ξεριζώνουν από τις αμοιβαίες τους σχέσεις.
γ! Χτίζουν μια για πάντα ανάμεσα στα πράματα που χώρισαν αδιαπέραστους μεσότοιχους. Και
δ! Αντιθέτουν τα αντίθετα, βεβαιώνουν δηλαδή, πως δυό αντίθετα πράματα αδύνατο να συνυπάρχουν ταυτόχρονα.
Είδαμε ακόμη, όταν εξετάσαμε τις πραχτικές συνέπειες από κάθε γνώρισμα, πως τίποτε απ όλα αυτά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ανταποκρίνεται τάχα ο κόσμος η φύση σ αυτή την αντίληψη. Είναι τάχα μέσα στη φύση τα πράματα ακίνητα και δεν αλλάζουν; Όχι. Γιατί διαπιστώνουμε, πως όλα τα πράματα αλλάζουν , και γιατί βλέπουμε την κίνηση. Ώστε η αντίληψη αυτή δεν είναι σύμφωνη με τα ίδια τα πράματα. Ολοφάνερο λοιπόν το δίκιο είναι με το μέρος της φύσης, και λαθεμένη είναι η αντίληψη αυτή.
Δώσαμε κιόλας, στο πρώτο μάθημα, τον ορισμό της φιλοσοφίας. Είπαμε πως η φιλοσοφία θέλει να εξηγήσει τον κόσμο, τη φύση, τον άνθρωπο. Είπαμε, πως οι επιστήμες μελετούν τα ειδικά, τα λιγότερο γενικά προβλήματα, ενώ η φιλοσοφία καταγίνεται με τα πιο γενικά προβλήματα, ξαναενώνει τις χωριστές επιστήμες και τις προεκτείνει[49].
Τότε, και η παλιά μέθοδος της σκέψης «η μεταφυσική» αφού εφαρμόζεται σε όλα τα προβλήματα, είναι κι αυτή μια φιλοσοφική αντίληψη, που εξετάζει τον κόσμο, τη φύση, τον άνθρωπο, μ έναν ολότελα ιδιαίτερο, δικό της, τρόπο.
«Για το μεταφυσικό, τα πράματα και τα αντίγραφά τους μέσα στη νόηση, οι έννοιες δηλαδή, πρέπει να μελετιούνται απομονωμένα, πρέπει να τα εξετάζουμε το ένα έπειτα από το άλλο και το ένα χωρίς το άλλο, πρέπει να τα θεωρούμε ακίνητα, και αμετάβλητα, απολιθωμένα, μια για πάντα δοσμένα. Ο μεταφυσικός σκέπτεται ολοένα με αντιθέσεις χωρίς διάμεσα αναμεταξύ τους. Λέει: ναι, ναι, όχι, όχι, και κάθε τι, που είναι κάτι παραπάνω, είναι κακό, δε στέκει. Γι αυτόν ένα από τα δυό: ένα αντικείμενο ή υπάρχει ή δεν υπάρχει.  επίσης ένα πράμα δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα αυτοΐδιο και κάτι άλλο. θετικό και αρνητικό αποκλείει απόλυτα το ένα το άλλο. αιτία και αποτέλεσμα βρίσκονται επίσης σε ανένδοτη αντίθεση»[50]
Η μεταφυσική λοιπόν αντίληψη θεωρεί « τον κόσμο σαν ένα σύνολο από απολιθωμένα πράματα». Για να συλλάβουμε καλά με το μυαλό μας τον τρόπο τούτο τη σκέψης, χρειάζεται να μελετήσουμε, πως εννοεί η μεταφυσική αντίληψη τη φύση, την κοινωνία και τη νόηση.

3. Η μεταφυσική αντίληψη για τη φύση
Η μεταφυσική θεωρεί τη φύση, σαν ένα σύνολο από πράματα οριστικά πάγια και αμετάβλητα. Υπάρχουν όμως δυό τρόποι να αντικρίσουμε έτσι τα πράματα.
Σύμφωνα με τον πρώτο τρόπο θεωρούμε τον κόσμο απόλυτα ακίνητο, η κίνηση, που βλέπουμε είναι αυταπάτη, τίποτε άλλο. Αν βγάλουμε από τη μέση  τη φαινομενική αυτή κίνηση, η φύση δεν κουνάει από τη θέση της. Τη θεωρία τούτη την υποστήριζε στην αρχαία Ελλάδα η φιλοσοφική σχολή των Ελατών[51]. Είναι όμως τόσο απλοϊκή η αντίληψη τούτη και βρίσκεται σε τέτοια χτυπητή αντίφαση με την πραγματικότητα, που κανένας πια σήμερα δεν την υποστηρίζει.
Ο δεύτερος τρόπος να θεωρούμε τη φύση σαν ένα σύνολο από πάγια και αμετάβλητα πράματα, είναι πολύ λεπτότερος. Δε λένε, πως η φύση είναι ακίνητη. Δέχονται λοιπόν πως κινιέται, βεβαιώνουν όμως πως η κίνησή της είναι μηχανική κίνηση. Βλέπουμε πως ο πρώτος τρόπος εξαφανίζεται, δεν υπάρχει. Δεν αρνιούνται πια την κίνηση. Αυτό μας ξεγελάει και μας φαίνεται πως ο δεύτερος τρόπος δεν είναι μεταφυσικός. Αυτή είναι η «μηχανιστική» όπως την ονομάζουν αντίληψη ή «ο μηχανισμός»
Η  μηχανιστική αντίληψη είναι κι αυτή στην ουσία της λαθεμένη. Τη συναντούμε πολύ συχνά και επικρατεί  στους υλιστές στο 17ο και 18ο αιώνα. Είδαμε, πως δε θωρούν τη φύση ακίνητη. Παραδέχονται, πως βρίσκεται σε κίνηση, μόνο που γι αυτούς, η κίνησή της είναι απλή μηχανική αλλαγή, απλή μετατόπιση. Παραδέχονται στο σύνολό του το ηλιακό σύστημα (η γη γυρίζει γύρω από τον ήλιο) φρονούν όμως, πως η κίνηση αυτή είναι καθαρά μηχανική, καθαρή δηλαδή αλλαγή θέσης, και αντικρίζουν την κίνηση αυτή μόνο απ αυτή την άποψη.
Τα πράματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Βέβαια η γη γυρίζει, και βέβαια η κίνησή της αυτή είναι μηχανική, όμως μπορεί, ενώ γυρίζει γύρω από τον ήλιο, να δεχτεί τη μια ή την άλλη επίδραση, παθαίνει π.χ. ψύξη. Ώστε δε γίνεται μονάχα μετατόπιση, γίνονται επίσης και άλλες αλλαγές.
Εκείνο λοιπόν που χαραχτηρίζει τη «μηχανιστική», όπως τη λέμε, αντίληψη, είναι πως αντικρίζει  μονάχα τη μηχανική κίνηση. Και εδώ είναι το λάθος της.
Αν η γη γυρίζει ακατάπαυστα και δεν της συμβαίνει τίποτε άλλο, αλλάζει, βέβαια, θέση, μα η ίδια η γη δεν αλλάζει. Μένει αυτοΐδια, όπως είναι. Δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά να εξακολουθεί, και πριν εμείς να γεννηθούμε και αφού πεθάνουμε, να γυρίζει πάντα και πάντα. Έτσι όμως είναι, σα να μην έχει γίνει τίποτε. Ώστε, όπως βλέπομε, άμα παραδεχόμαστε την κίνηση, μα τη θέλουμε την κίνηση αυτή καθαρά μηχανική, η αντίληψή μας αυτή είναι μεταφυσική, γιατί η κίνηση, όπως την παραδεχόμαστε, είναι κίνηση χωρίς ιστορία.
Ένα ρολόι, π.χ. με τέλειο μηχανισμό, φτιαγμένο από μέταλλο που δε φθείρεται, θα δούλευε αιώνια, χωρίς να αλλάζει σε τίποτε. Το ρολόι αυτό δε θα είχε ιστορία. Μια τέτοια αντίληψη για τον κόσμο, βρίσκουμε σταθερά στον Ντεκάρτ. Ο Ντεκάρτ ανάγει με επιμονή όλους τους νόμους της φυσικής και της φυσιολογίας στη μηχανική.  Δεν έχει ιδέα για τη χημεία (κοίταξε την εξήγησή του για την κυκλοφορία του αίματος). Τη μεταφυσική αντίληψη θα εξακολουθούν να την έχουν οι υλιστές στο 18ο αιώνα. Εξαίρεση σωστό είναι να κάνουμε για το Ντιντερό. Ο Ντιντερό δεν είναι τόσο καθαρά μηχανιστής, και σε ορισμένα μάλιστα γραφτά του μισοβλέπει τη διαλεχτική αντίληψη.
Εκείνο λοιπόν που χαραχτηρίζει τους υλιστές στο 18ο αιώνα, είναι, πως παρουσιάζουν τη φύση σαν ένα μηχανισμό ρολογιού. Μα αν, πραγματικά, ήταν έτσι, τα πράματα θα ξαναγύριζαν αδιάκοπα στο ίδιο σημείο, χωρίς να αφήσουν κανένα ίχνος, και η φύση θα έμενε αυτοΐδια, όπως είναι. Μα αυτό ίσα-ίσα είναι το πρώτο χαραχτηριστικό γνώρισμα της μεταφυσικής μεθόδου.

4. Η μεταφυσική αντίληψη για την κοινωνία
Η μεταφυσική αντίληψη ισχυρίζεται πως τίποτε δεν αλλάζει στην κοινωνία. Γενικά όμως οι οπαδοί της δε μας το λένε έτσι ωμά. Αναγνωρίζουν πως γίνονται αλλαγές. Π.χ. στην παραγωγή, από τις πρώτες ύλες φτιάνουμε έτοιμα αντικείμενα, ή στην πολιτική, η μια κυβέρνηση διαδέχεται την άλλη. Αναγνωρίζουν λοιπόν όλα αυτά, από το άλλο όμως μέρος  θεωρούν το κεφαλαιοκρατικό σύστημα οριστικό, πάγιο, αιώνιο. Κάποτε μάλιστα το παραβάλλουν με μηχανή.
Έτσι μας μιλάνε για την οικονομική μηχανή, που χαλάει κάπου-κάπου, μα την επισκευάζουν για να τη συντηρούν και να εξακολουθεί να δουλεύει. Γιατί θέλουν η οικονομική αυτή μηχανή να εξακολουθεί να μοιράζει, όπως τα αυτόματα μηχανήματα, σε μερικούς μερίσματα, και στους άλλους την εξαθλίωση.
Μας μιλούν επίσης για την πολιτική μηχανή, για το αστικό δηλαδή κοινοβουλευτικό σύστημα. Ένα μόνο πράμα ζητούν: Να εξακολουθεί, πότε προς τ’ αριστερά, πότε προς τα δεξιά, να λειτουργεί για να διατηρεί στον κεφαλαιοκρατισμό τα προνόμιά του.
Άμα λοιπόν αντικρίζουν μ’ αυτό τον τρόπο την κοινωνία, έχουμε μπροστά μας μια μηχανιστική μεταφυσική αντίληψη. Γιατί, αν θα ήταν μπορετό η κοινωνία αυτή, όπου γυρίζουν όλες αυτές οι ρόδες, να εξακολουθούσε να βαδίζει έτσι, όπως μας λένε, αδιάκοπα, δε θα άφηνε κανένα ίχνος πίσω της, άρα καμιά συνέχεια στην ιστορία.
Υπάρχει επίσης και μια άλλη μηχανιστική  αντίληψη πολύ αξιοπρόσεχτη. Ισχύει για ολόκληρο τον κόσμο, προπάντων όμως ισχύει για την κοινωνία. Είναι η αντίληψη, που τόσο προσπαθούν να διαδώσουν, πως η πορεία της κοινωνίας είναι ομαλή και κανονική, και πως στην Ιστορία έχουμε περιοδικό ξαναγύρισμα στα ίδια. Τη διατυπώνουν με τη φράση «Η Ιστορία είναι αδιάκοπη επανάληψη».
Πρέπει να ομολογήσουμε πως οι μηχανιστικές αυτές αντιλήψεις είναι πολύ διαδεδομένες. Οι οπαδοί τους πραγματικά δεν αρνούνται την κίνηση και την αλλαγή που υπάρχουν στην κοινωνία. Τις διατυπώνουν και οι ίδιοι. Τις νοθεύουν όμως και παρουσιάζουν την κίνηση παραμορφωμένη σε απλή μηχανιστική  κίνηση.

5. Η μεταφυσική αντίληψη για τη νόηση
Ποια αντίληψη βλέπουμε να επικρατεί ολόγυρά μας για τη νόηση; Πιστεύουμε, πως η ανθρώπινη νόηση ήταν και είναι αιώνια. Πιστεύουμε, πως, αν τα πράματα άλλαξαν,  ο τρόπος όμως που σκεπτόμαστε και συλλογιζόμαστε είναι ο ίδιος με τον τρόπο που σκεπτόντουσαν οι άνθρωποι πριν εκατό χρόνια. Τα συναιστήματά μας τα θεωρούμε κι αυτά ίδια και απαράλλαχτα όπως στους αρχαίους Έλληνες. Πιστεύουμε, πως η καλοσύνη και η αγάπη υπάρχουν από ανέκαθεν. Συχνά ακούμε να μιλάνε για την «αιώνια αγάπη». Και είναι παραπολύ συνειθισμένο να πιστεύουν, πως τα ανθρώπινα συναιστήματα ποτέ δεν άλλαξαν.
Αυτή είναι η αιτία, που λένε πολλοί και γράφουν, για να φέρω ένα παράδειγμα, πως είναι αδύνατο να υπάρξει κοινωνία, που να μη βασίζεται, παρά μόνο στον ατομικό και εγωιστικό πλουτισμό. Και καταλαβαίνουμε ακόμη, γιατί ακούμε συχνά να λένε πως «οι ανθρώπινες επιθυμίες είναι πάντοτε οι ίδιες».
Σκεπτόμαστε συχνά έτσι. Πολύ, παραπολύ συχνά, όταν αντικρίζουμε την κίνηση της νόησης, καθώς και την κίνηση της φύσης, της κοινωνίας και κάθε κίνησης αφήνουμε να εισχωρήσει μέσα μας η μεταφυσική αντίληψη[52]. Και ο λόγος είναι, γιατί η ανατροφή και η διαπαιδαγώγησή μας βασίζεται επάνω σ αυτή τη μέθοδο, επάνω στο
«τρόπο αυτό της σκέψης, που (με την πρώτη ματιά) μας φαίνεται εξαιρετικά εύλογος, επειδή είναι ο τρόπος, που σκέπτεται ο κοινός, όπως τον ονομάζουν, νους»[53]
Ώστε –αυτό το συμπέρασμα βγαίνει – ο τρόπος αυτός να αντικρίζουμε τα πράματα, ο τρόπος αυτός που σκεπτόμαστε, ο μεταφυσικός αυτός τρόπος δεν είναι μόνο μια αντίληψη για τον κόσμο, είναι ακόμη και ένας ειδικός τρόπος που βαδίζει η σκέψη μας. Λοιπόν αν είναι σχετικά εύκολο να απορρίψουμε τα πορίσματα και τους συλλογισμούς των μεταφυσικών, αντίθετα είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούμε από τη μεταφυσική μέθοδο της σκέψης. Στο σημείο τούτο πρέπει να κάνω ένα ξεκαθάρισμα: Ονομάζουμε αντίληψη[54] τον τρόπο που αντικρίζουμε τον κόσμο, και ονομάζουμε μέθοδο τον τρόπο που ψάχνουμε να βρούμε την ερμηνεία για τούτη ή εκείνη την αντίληψη!
Παράδειγμα: α! Οι αλλαγές που βλέπουμε στην κοινωνία είναι μόνο φαινομενικές. Κάτω από τις αλλαγές αυτές επαναλαμβάνεται εκείνο, που έχει υπάρξει. Έχουμε μπροστά μας μια αντίληψη. β! Ψάχνουμε να βρούμε μέσα στην ιστορία της κοινωνίας πράματα που έγιναν, να τα έχουμε για στοιχεία για να βγάλουμε το συμπέρασμα «δεν υπάρχει τίποτε καινούργιο κάτω από τον ήλιο». Να τι είναι η μέθοδος.
Και έτσι, διαπιστώνουμε, πως η αντίληψη εμπνέει και καθορίζει τη μέθοδο. Μα από το άλλο μέρος είναι καταφάνερο, πως και η μέθοδος, αφού εμπνεύστηκε από την αντίληψη, επενεργεί και αυτή με τη σειρά της επάνω στην αντίληψη, την κατευθύνει και την καθοδηγεί.
Είδαμε ποια είναι η μεταφυσική αντίληψη. Θα, ιδούμε τώρα ποια είναι η δική της η μέθοδος που χρησιμοποιεί στην έρευνα. Είναι η [τυπική] λογική, έτσι την ονομάζουν.

6. Τι είναι η λογική[55]
Λένε για τη «λογική» πως είναι η τέχνη να σκεπτόμαστε σωστά. Και σκέπτομαι σωστά θα ειπεί σκέπτομαι σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής. Ποιοι είναι οι κανόνες τούτοι; Τρεις είναι οι βασικοί σπουδαιότεροι κανόνες της, οι ακόλουθοι:
α! Η αρχή της ταυτότητας: Όπως είδαμε παραπάνω, ο κανόνας τούτος μας λέει: Κάθε πράμα είναι αυτοΐδιο (ίδιο με τον εαυτό του), δεν αλλάζει – το άλογο είναι το άλογο.
β! Η αρχή της μη- αντίφασης: Ένα πράμα δεν μπορεί να είναι ίδιο με τον εαυτό του και ταυτόχρονα το αντίθετο –Η ζωή δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα η ζωή και ο θάνατος- θα είναι ένα από τα δυό.
γ! Τρίτη αρχή: Αποκλείεται το τρίτο, αποκλείεται η τρίτη περίπτωση. Αυτό θα ειπεί: Ανάμεσα σε δυό αντιφατικές δυνατότητες – η ζωή και ο θάνατος –δεν υπάρχει θέση για τρίτη  δυνατότητα. Πρέπει να διαλέξουμε ένα από τα δυό – ή η ζωή ή ο θάνατος- τρίτη δυνατότητα δεν υπάρχει.
Ώστε είμαι λογικός θα ειπεί πως σκέπτομαι σωστά. Και σκέπτομαι σωστά θα ειπεί : δε λησμονάω να εφαρμόζω όπως πρέπει τους τρεις τούτους κανόνες.
Το βλέπουμε λοιπόν καθαρά! Έχουμε μπροστά μας  κανόνες- τους μελετήσαμε κιόλας λίγο παραπάνω , όταν εξετάζαμε τα γνωρίσματα της μεταφυσικής μεθόδου – που πηγάζουν από τη μεταφυσική αντίληψη.
Ώστε λογική και μεταφυσική είναι πολύ στενά δεμένες η μια με την άλλη. Η λογική είναι όργανό της, είναι μια μέθοδος σκέψης, που δουλεύει και ταξινομεί  κάθε πράμα με αυστηρά καθορισμένο τρόπο. Έτσι μας αναγκάζει να βλέπουμε τα πράματα πάντοτε αυτοΐδια, σα να μένουν αμετάβλητα, και έπειτα μας υποχρεώνει να διαλέξουμε, να λέμε ναι ή όχι, και καταλήγει να αποκλείει ανάμεσα σε δυο αντιφατικές περιπτώσεις , π.χ. η ζωή και ο θάνατος, κάθε τρίτη δυνατότητα.
Ας προχωρήσουμε:
Άμα λέμε: «Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί. Τούτος ο φίλος μας είναι άνθρωπος. Άρα ο φίλος μου τούτος είναι θνητός» έχουμε μπροστά μας έναν συλλογισμό. (ο συλλογισμός είναι η τυπική μορφή της λογικής σκέψης). Με το συλλογισμό που κάναμε, καθορίσαμε τη θέση του φίλου μου, κάναμε δηλαδή μια ταξινόμηση.
Όταν αντικρίζουμε έναν άνθρωπο, ένα πράμα το μυαλό μας μάς σπρώχνει να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: Που λοιπόν πρέπει να τον κατατάξουμε; Το μυαλό μας, μόνον τούτο το πρόβλημα θέτει. Βλέπουμε τα πράματα σα να είναι κύκλοι, κουτιά με διαφορετικές διαστάσεις, και η έννοια μας είναι να βάλουμε τους κύκλους αυτούς, τα κουτιά αυτά, τούτα μέσα στα άλλα και με ορισμένη τάξη.
Στο παράδειγμά μας, καθορίζουμε πρώτα ένα μεγάλο κύκλο, που περιέχει ΌΛΟΥΣ του θνητούς, έπειτα ένα δεύτερο λίγο μικρότερο κύκλο, που περιέχει  ΌΛΟΥΣ τους ανθρώπους, και έπειτα ένα τρίτο κύκλο μόνο για ΤΟΥΤΟ το φίλο μου. Τώρα αν θέλουμε να τους ταξινομήσουμε, θα βάλουμε, σύμφωνα με μια ορισμένη λογική, τους κύκλους τον έναν μέσα στον άλλο.
Η μεταφυσική λοιπόν αντίληψη χτίζεται με την [τυπική] λογική και τον αντίστοιχό της συλλογισμό. Ο συλλογισμός είναι μια ομάδα από τρεις φράσεις. Οι δυό πρώτες ονομάζονται προτάσεις, επειδή προτάσσονται, μπαίνουν μπροστά, η τρίτη φράση είναι το συμπέρασμα.
Ας πάρουμε και ένα δεύτερο παράδειγμα: «Στη Σοβιετική Ένωση, πριν από το τελευταίο Σύνταγμα, ήταν η διχτατορία του προλεταριάτου. Η διχτατορία είναι η διχτατορία. Στη Σοβιετική Ένωση είναι η διχτατορία. Άρα δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και τις δυό χώρες της διχτατορίας, την Ιταλία και τη Γερμανία. Δεν προσέχουν όμως στο παράδειγμά μας για ποιόν και σε βάρος ποιανού υπάρχει η διχτατορία, καθώς και όταν καμαρώνουν την αστική δημοκρατία, δε μας λένε, ποιόν εξυπηρετεί η δημοκρατία αυτή.
Αυτό το δρόμο λοιπόν ακολουθούν για να θέσουν τα προβλήματα. Αντικρίζουν δηλαδή τα πράματα και την κοινωνία σα μέρη ξεχωριστών κύκλων, και καταλήγουν να βάζουν τους κύκλους τον ένα μέσα στον άλλο.
 Βέβαια όλα αυτά είναι θεωρητικά ζητήματα. Εμπνέουν όμως και καθορίζουν έναν ορισμένο τρόπο στην πραχτική μας δράση. Μπορούμε να αναφέρουμε για παράδειγμα την κακοτυχία της Γερμανίας στο 1919. Η σοσιαλδημοκρατία τότε, για να συγκρατήσει  τη δημοκρατία, σκότωσε τη διχτατορία του προλεταριάτου, χωρίς να βλέπει, πως με την ενέργειά της αυτή, άφηνε τον κεφαλαιοκρατισμό να ζήσει, και έδινε στήριγμα να αναπτυχτεί ο χιτλερισμός.
Να βλέπουμε και να μελετούμε τα πράματα χωριστά το ένα από το άλλο, αυτό ίσα-ίσα έκανε η ζωολογία και η βιολογία, ως τη στιγμή που είδαν και κατάλαβαν, πως υπάρχει εξέλιξη στα ζώα και στα φυτά. Ως τότε μόνο ταξινομούσαν επειδή φρονούσαν, πως, από ανέκαθεν τα ζώα και τα φυτά εξακολουθούσαν να είναι, έτσι όπως ήσαν.
«Και πραγματικά…… ως το τέλος του περασμένου αιώνα (του 18ου) η μεταφυσική επιστήμη ήταν προπάντων συλλεχτική επιστήμη, μια επιστήμη για πράματα καμωμένα μια για πάντα»[56]
Μα για να τελειώσουμε, χρειάζεται ακόμη να δώσουμε με την

Η ερμηνεία της λέξης : «μεταφυσική»
Ονομάζουν «μεταφυσική» ένα σπουδαίο τμήμα, έναν σπουδαίο κλάδο της φιλοσοφίας. Όμως η μεταφυσική είναι ένας σπουδαίος κλάδος μόνο της αστικής φιλοσοφίας, γιατί καταγίνεται με το Θεό και την ψυχή. Όλα εκεί μέσα είναι αιώνια. Ο Θεός είναι αιώνιος, αμετάβλητος, πάντοτε αυτοΐδιος. Το ίδιο και η ψυχή. Το ίδιο και το αγαθό και το κακό κ.τ.λ. Όλα αυτά είναι αυστηρά καθορισμένα, οριστικά και αιώνια. Στο τμήμα λοιπόν τούτο της φιλοσοφίας, που ονομάζουν «μεταφυσική» βλέπουν όλα τα πράματα σαν ένα σύνολο πάγιο, απολιθωμένο, και ο δρόμος που βαδίζει η σκέψη τους είναι χαραγμένος με βάση την αντίθεση. Αντιθέτουν το πνεύμα στην ύλη, το αγαθό στο κακό κ.τ.λ. μ’ άλλα λόγια σκέπτονται και συλλογίζονται αντιθέτοντας τα αναμεταξύ τους αντίθετα.
Και ονομάζουν τον ειδικό τούτο τρόπο της σκέψης, του συλλογισμού, την αντίληψη τούτη «μεταφυσική» γιατί καταγίνεται με πράματα και ιδέες που βρίσκονται έξω από τη φυσική, όπως ο Θεός, η ψυχή, η καλοσύνη, το κακό κ.τ.λ. Η λέξη «Μεταφυσική» μας έρχεται από την ελληνική γλώσσα. Είναι σύνθετη από τις λέξεις «μετά» και «φυσική». «Μετά» θα ειπεί έπειτα, πιο πέρα, και φυσική είναι η επιστήμη για τα φαινόμενα του κόσμου. Μεταφυσική λοιπόν είναι ο κλάδος της φιλοσοφίας που καταγίνεται με πράματα που βρίσκονται πέρα από τον κόσμο.
Μα και ένα ιστορικό περιστατικό έγινε αφορμή να δώσουν στη φιλοσοφική τούτη αντίληψη το όνομα «μεταφυσική». Ο Αριστοτέλης – είναι ο πρώτος που έγραψε σύγγραμμα για τη λογική, το χρησιμοποιούν ακόμη και σήμερα – έγραψε και πολλά άλλα έργα. Έπειτα από το θάνατό του, οι μαθητές του ταξινόμησαν τα έργα του. Έκαναν το σχετικό κατάλογο και μετά από ένα έργο του με τον τίτλο «Φυσική» βρήκαν ένα άλλο που δεν είχε τίτλο, όπου ο Αριστοτέλης πραγματευόταν για ζητήματα του πνεύματος. Το ταξινόμησαν λοιπόν και του έδωσαν τον τίτλο «Έπειτα από τη Φυσική» και ελληνικά «Μεταφυσική».
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα, και επιμένουμε στο συμπέρασμα τούτο, πως ανάμεσα στους όρους: μεταφυσική, μηχανισμός, λογική, υπάρχει στενός σύνδεσμος. Οι τρείς τους παρουσιάζονται πάντοτε μαζί και ο ένας φέρνει μπροστά μας τον άλλο. Αποτελούν ένα σύστημα και δεν μπορούν να γίνουν κατανοητοί παρά ο ένας με τη βοήθεια του άλλου.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ- ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Δείξτε με παραδείγματα, πως είμαστε συνειθισμένοι να αντικρίζουμε τα πράματα μέσα στην ακινησία τους.
2. Φέρε: παραδείγματα για τη μεταφυσική αντίληψη του κόσμου.
3. Τι είναι ο μηχανικισμός και γιατί είναι μεταφυσικός;
4. Τι είναι λογική;
5. Ποια είναι τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της μεταφυσικής αντίληψης και της μεταφυσικής μεθόδου.

ΘΕΜΑ ΓΙΑ ΓΡΑΦΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Μπορεί να είναι κανείς μεταφυσικός και επαναστάτης;








[1] Για τη θεωρία των αρχαίων Ελλήνων για τα άτομα κοίταξε στο τέλος τον Πίνακα για τα ονόματα τις λέξεις «Δημόκριτος και Επίκουρος» Κοίταξε ακόμη τα ίδια ονόματα στο «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.45-46 και 68.
[2] Ιδιαίτερα η ανάπτυξη της φυσικής και της χημείας το 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα.
[3] Ώστε το άτομο είναι διαιρετό, έχει πολύπλοκη διάρθρωση και απαρτίζεται από τον πυρήνα και τους πλανήτες του τα ηλεχτρόνια. Μα και ο πυρήνας δεν είναι αδιαίρετος. Έχει κι αυτός πολύπλοκη υφή και είναι διαιρετός, διασπαστός, (ατομική ενέργεια)
[4] Πρέπει να ξεχωρίσουμε τη φιλοσοφική έννοια της ύλης (τι είναι η ύλη) από την επιστημονική ερμηνεία της ποια είναι η συγκρότηση και οι ιδιότητες της ύλης) . «Κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ. 199 τη λέξη «ύλη»
[5] «που αντιγράφει,-συνεχίζει ο Λένιν- φωτογραφίζεται, αντανακλάται από τις αιστήσεις μας, αφού υπάρχει ανεξάρτητα απ’ αυτές»
[6] ΛΕΝΙΝ: «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός» σελ. 225
[7] Ο Καντ μας λέει πως «αυτά και καθαυτά τα πράματα» επενεργούν στα αιστητήριά μας όργανα και δημιουργούν μέσα μας χάος από αιστήματα και παραστάσεις. Το χάος αυτό ταχτοποιείται μέσα μας με δυό ιδέες που είναι μέσα στη νόησή μας, με το χώρο και το χρόνο. Ώστε ο χώρος και ο χρόνος δεν είναι ιδιότητες της ίδιας της φύσης,  της ύλης, αντίθετα είναι ιδιότητες της νόησής μας.  Κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ. 101
[8] «Ο μαρξιστικός φιλοσοφικός υλισμός διδάσκει, πως στον κόσμο δεν υπάρχει τίποτε άλλο από την κινούμενη ύλη, που μπορεί να κινείται μόνο στο χώρο και στο χρόνο. Συνεπώς, ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν αντικειμενικές μορφές της ύπαρξης της ύλης. Ο χώρος και ο χρόνος δίχως την ύλη στερούνται από κάθε περιεχόμενο….. Οι αντιλήψεις και έννοιες των φυσικών επιστημών για το χώρο και για το χρόνο  αλλάζουν και εξελίσσονται. Δεν αλλάζει όμως το γεγονός, πως η φύση υπάρχει μόνο μέσα στο χρόνο και στο χώρο. «Οι εξελισσόμενες έννοιες για το χρόνο και χώρο, λέει ο Λένιν, αντανακλούν αντικειμενικά- πραγματικά το χρόνο και το χώρο» «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό’ σελ 219-220
[9] Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντί- Ντύρινγ» (Anti-During) τόμος Ι ΣΕΛ. 61 Edition Costes 1931
[10] ΛΕΝΙΝ: «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός» σελ. 52
[11] Κοίταξε παρακάτω: Μέρος Γ κεφ. IX και «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ. 32 «Αυτοκίνηση» και σελ. 108 «Κίνηση και ακινησία»
[12] Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντί- Ντύρινγ» (Anti-During) τόμος Ι ΣΕΛ. 74-75 Edition Costes 1931
[13] ΛΕΝΙΝ: «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός» Κεφαλ. III σελ. 116-119
[14] Δηλαδή η γενική έννοια «είναι» η γενική έννοια «νόηση» η γενική έννοια «άλογο» η γενική έννοια «άνθρωπος». Όλα αυτά είναι «αφαιρέσεις» . Κοίταξε στο «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» τις λέξεις «έννοια» και «αφαιρέσεις» σε. 63 και 70.
[15] Στην Αγγλία, π.χ.  ο Χολνταίην (Holdane) κοίταξε το έργο του «Η μαρξιστική φιλοσοφία και οι επιστήμες». Μεταφράστηκε γαλλικά και εκδόθηκε στις Editions Sociales 1946
[16] «σεχταρισμός» «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.123
[17] Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ : «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 18
[18] «Μηδέποτε κατά τ’ αυτό μένειν» (ποτέ τίποτε δε μένει αμετάβλητο) «Τα πάντα ρει» «Ποταμώ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ». Για τον Ηράκλειτο όλα υπάρχουν και ταυτόχρονα δεν υπάρχουν, γιατί όλα αλλάζουν, και από τη μια κατάσταση πέφτουν στην άλλη, παρουσιάζονται και εξαφανίζονται.  Η αντίφαση, η πάλη των αντιθέσεων «η εναντιοδρομία ή εναντιοτροπία» είναι εκείνη που προκαλεί την εξέλιξη. Κοίταξε :Ν. Κιτσίκη : «Η φιλοσοφία της νεώτερης φυσικής» Αθήνα 1947 σελ.26-27
[19] «απριορικός» από το λατινικό «a priori»= από πριν, «εκ των προτέρων». Εδώ = πριν από τα πορίσματα της επιστήμης, άρα δεν ήσαν «θεμελιωμένες» οι αντιλήψεις του επάνω στη θετική επιστημονική έρευνα.
[20] Κοίταξε παραπάνω ΜΕΡΟΣ Β! κεφαλ. VI
[21] Ο τίτλος είναι «De rerum natura» Κοίταξε περιοδικό «Ανταίος» ττεύχος 4 1948 σελ. 207-210. Εκεί γίνεται σύντομη ανάλυση του έργου, και δημοσιεύονται μερικά χαραχτηριστικά αποσπάσματα μεταφρασμένα στη δημοτική.
[22] Ο Αριστοτέλης ταλαντεύεται ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό. Ο Λένιν λέει: « Η παπαδοσύνη σκότωσε στον Αριστοτέλη το ζωντανό στοιχείο (το επιστημονικό, το υλιστικό) και διαιώνισε το νεκρό (το ιδεαλιστικό)».Κοίταξε «Μικρό φιλοσοφικό  Λεξικό» σελ. 27
[23] ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ: «Η Αγία Οικογένεια» (Φιλοσοφικά έργα, τομ ΙΙ σελ. 229) Edit. Costes,1927
[24] ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ: «Η Αγία Οικογένεια» (Φιλοσοφικά έργα, τομ ΙΙ σελ. 229) Edit. Costes,1927
[25] Κοίταξε στο τέλος τον «πίνακα για τα ονόματα και τους όρους»
[26] Δηλαδή της φιλοσοφίας του Ντεκάρ. Ο Ντεκάρ σύμφωνα με τη συνήθεια του καιρού του είχε εκλατινίσει το όνομά του σε Καρτέσιος (Cartesius)
[27] Ο Λαμετρί εξηγούσε τα συναιστήματα, τις παραστάσεις, τις κρίσεις μόνο με τη μηχανική λειτουργία του νευρικού συστήματος. Κοίταξε τον πίνακα για το όνομά του στο τέλος
[28] Κοίταξε τον πίνακα στο τέλος
[29] Κοίταξε το έργο του Jean Luc «Ο Ντιντερό»(E.S.I.). Κοίταξε επίσης το έργο του Ντιντερό «Ζακ ο μοιρολάτρης» έκδοση της Biblioteque Francaise 1947. Ανάμεσα στους υλιστές της εποχής τούτης πρέπει να αναφέρουμε το Ντ’ Αλαμπέρ (dAlembert) τον Χόλμπαχ (Holbach) και τον Ελβέτιο (Helvetius). Θα  μπορούσαμε να συγκαταλέξουμε και το Μοντεσκιέ (Montesquieu) το Βολταίρο (Voltaire) και το Ρουσώ (Rousseau). Κοίταξε στο τέλος «Πίνακα για τα ονόματα»
[30] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ.12
[31] Το ζωντανό κύτταρο. Η κυτταρολογική θεωρία διαμορφώθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 19ου  αιώνα. Είχαν γίνει και στο 17ο και στο 18ο αιώνα κάποιες παρατηρήσεις, και είχαν αρχίσει τότε να περιγράφουν τα κύτταρα στα φυτά, μα οι παρατηρήσεις αυτές είχαν μείνει ασυστηματοποίητες και δεν είχαν καταλήξει σε τίποτε θετικό. Στα 1826, ο Turpin και στα 1830 ο Robert Bow εξακριβώνει για πρώτη φορά, πως ο πυρήνας είναι φυσιολογικό μέρος του κύτταρου. Ο Th. Schwan και ο Schleiden έδειξαν πως και ο ζωικός ιστός έχει ανάλογη συγκρότηση, αποτελείται δηλαδή και αυτός, όπως και στα φυτά, από κύτταρα. Ωστόσο εξακολουθούν πολλοί να αμφιβάλλουν. Και χρειάστηκαν λίγα χρόνια ακόμη να γίνουν οι πλούσιες παρατηρήσεις με την ολοένα πιο τελειοποιημένη τεχνική, για να επιβληθεί οριστικά η θεωρία για τα κύτταρα και να παραδεχτούν οι επιστήμονες, πως η ζωντανή ύλη, όλα δηλαδή τα ζώα και τα φυτά αποτελούνται από κύτταρα.
    Το κύτταρο λοιπόν είναι η μονάδα. Από τη μονάδα αυτή ξεκινούν όλοι οι ζωντανό οργανισμοί, όλα τα ζώα και τα φυτά. Το αρχικό αυτό κύτταρο αυτοπολλαπλασιάζεται και με τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση σχηματίζονται τα διάφορα μέρη και τα διάφορα όργανα του κάθε οργανισμού, αναπτύσσεται δηλαδή ολόκληρος ο οργανισμός του φυτού και του ζώου. Κάθε λοιπόν ζωντανό πλάσμα είναι μια οργάνωση από κύτταρα. Δυό πράματα πρέπει να προσέξουμε : α! Η ανάπτυξη σε όλους τους οργανισμούς, σε όλα τα ζώα και τα φυτά γίνεται σύμφωνα με τον ίδιο γενικό νόμο (πολλαπλασιασμός και διαφοροποίηση. Γκρεμίζεται λοιπόν κάθε μεσότοιχος ανάμεσα στα ζώα και τα φυτά. β! Η ικανότητα που έχει το κύτταρο να διαφοροποιείται μας δείχνει καθαρά το δρόμο που βαδίζουν οι οργανισμοί για να τροποποιήσουν το είδος και να εξελιχτούν.
   Η μετατροπή της ενέργειας. Και η επιστημονική τούτη ανακάλυψη έγινε την τέταρτη δεκαετία του 19ου αιώνα (Robert Mayer στα 1842). Διαπιστώθηκε λοιπόν πως υπάρχει ενότητα ανάμεσα σ’ όλες τις δυνάμεις που ενεργούν στη φύση, και πως μένει σταθερή η ποσότητα της ενέργειας. Μ’ άλλα λόγια: όλες οι δυνάμεις, που ενεργούν στη φύση, η μηχανική ενέργεια, η θερμότητα, η αχτινοβολία (φως), ο ηλεχτρισμός, ο μαγνητισμός είναι διαφορετικές μορφές της παγκόσμιας κίνησης, βρίσκονται σε ενότητα σε σύνδεση αναμεταξύ τους, έτσι που όταν χάνεται μια ποσότητα από μια δύναμη, ξαναπαρουσιάζεται η ποσότητα σε άλλη δύναμη. Έτσι μένει σταθερή η ποσότητα της ενέργειας και μέσα σε ορισμένες συνθήκες και αδιάκοπα η μια δύναμη μετατρέπεται σε άλλη. Υπάρχει λοιπόν αλληλουχία.
   Ο δαρβινισμός ή η θεωρία του Ντάρβιν για την εξέλιξη, για την καταγωγή των φυτών και των ζώων μαζί και του ανθρώπου. Ο Ντάρβιν απόδειξε πως όλα τα φυτά και τα ζώα μαζί και ο άνθρωπος είναι το αποτέλεσμα από μια μακρόχρονη εξέλιξη, είναι το τέρμα όπου καταλήγουν στην ανάπτυξή τους μικρά μονοκύτταρα στην αρχή σπέρματα. Όλα λοιπόν κατάγονται από το κύτταρο. Υπήρχαν και πριν από το Ντάρβιν οπαδοί των εξελιχτικών θεωριών… όπως λ.χ. ο Λαμαρκ, αλλά μόνο ό Ντάρβιν έδωσε για πρώτη φορά επιστημονικές βάσεις στη θεωρία της εξέλιξης….και πως η εξέλιξη του οργανικού κόσμου προχώρησε από τις λιγότερο σύνθετες στις πιο σύνθετες μορφές… Ο Ντάρβιν εξήγησε την καταγωγή των ειδών με τον αγώνα για την ύπαρξη και τη φυσική επιλογή. Στα φυτά και στα ζώα παρουσιάζονται συχνά παραλλαγές, παρεκκλίσεις. Όσες παραλλαγές αποδείχτηκαν ωφέλιμες για το ζώο ή το φυτό στον αγώνα του για την ύπαρξή του, μονιμοποιούνται κι αυτές συσσωρευόμενες και μεταβιβαζόμενες κληρονομικά, καθορίζουν την εμφάνιση νέων ζωικών και φυτικών οργανισμών. Αυτή είναι η γενική επιλογή, γιατί επιζούν και πολλαπλασιάζονται οι πιο καλά προσαρμοσμένοι οργανισμοί…. Η μεταβλητότητα, η κληρονομικότητα και η φυσική επιλογή δίνουν την υλιστική εξήγηση της σκοπιμότητας στην κατασκευή των οργανισμών… Ο Ντάρβιν έδωσε αναμφισβήτητες αποδείξεις για την καταγωγή του ανθρώπου από τους ανθρωπόμορφους πιθήκους. Αλλά μένοντας σ’ έδαφος καθαρά βιολογικό, δε μπορούσε να λύσει ολοκληρωτικά το πρόβλημα της καταγωγής του ανθρώπου. Ο Ένγκελς  στο άρθρο του «Ο ρόλος της εργασίας στην πορεία της ανθρωποποίησης του πιθήκου» έδειξε πως στον ξεχωρισμό του ανθρώπου από τον κόσμο των ζώων αποφασιστικό ρόλο έπαιξε η χρησιμοποίηση των εργαλείων. Αυτή οδήγησε στην αλλαγή της φυσικής κατασκευής του ανθρώπου, στην ανάπτυξη των χεριών και του μυαλού του, πράμα που δημιούργησε χτυπητή διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο και σε άλλα ζώα. Το γεγονός αυτό έκανε ώστε καθοριστική αρχή στην εξέλιξη του ανθρώπου σαν κοινωνικού όντος, να είναι η υλική παραγωγή και όχι το γεωγραφικό περιβάλλον και οι εξωτερικές συνθήκες της ύπαρξης» . «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ. 43-45. Κοίταξε και «σοσιαλ- Δαρβινισμός» σελ.175-176.
[32] ΕΝΓΚΕΛΣ – Φόυερμπαχ σελ. 35
[33] Κοίταξε Μέρος Α! κεφαλ. ΙΙ παρ. 5  και κεφ. IV Παρ. 2
[34] Μέρος Α! κεφαλ. Ι παρ. 6
[35] Και το σημερινό «τρουμανισμό» Σημείωση του Γάλλου εκδότη
[36] Κοίταξε τη λέξη στον «Πίνακα ονομάτων» στο τέλος του βιβλίου
[37] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ.19
[38] «όλα τα πράματα» δηλαδή και τα φυσικά φαινόμενα, και τις λειτουργίες της ζωής, και τα ψυχικά φαινόμενα, «Ο μηχανικός υλισμός προσπαθεί να εξηγήσει όλα τα φαινόμενα της φύσης με τη βοήθεια των νόμων της μηχανικής, και να  αναγάγει όλα τα ποιοτικά ποικιλόμορφα…. φαινόμενα (χημικά,  βιολογικά, ψυχικά κ.τ.λ.) σε μηχανικά. Βλέπει την κίνηση όχι σαν αλλαγή γενικά, αλλά σα μηχανική μετατόπιση…. και αρνιέται…. την εξέλιξη από το κατώτερο σε ανώτερο» «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σε. 141. Κοίταξε και Νίκου Κιτσίκη: «Η φιλοσοφία της νεότερης φυσικής» σελ.6,9,και 23.
[39] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ.19
[40] Η «κίνηση είναι μια από τις βασικές μορφές της ύπαρξης της ύλης». Ο μηχανικός υλισμός δεχόταν πως ο κόσμος βρίσκεται σε ακατάπαυστη κίνηση, μα η κίνηση ήταν, έτσι πίστευε, μηχανική, γινόταν πάντα στην ίδια τροχιά και από εξωτερική ώθηση. Αγνοούσε λοιπόν  ο υλισμός στο 18ο αιώνα, πως ο κόσμος, η φύση, όλα τα πράματα βρίσκονται σε αδιάκοπη αλλαγή, σε εξέλιξη από τα κατώτερο στο ανώτερο, και πως η πορεία της αλλαγής, γίνεται από αιτίες, που υπάρχουν μέσα στα ίδια τα πράματα (εσωπορεία)» Κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.32,64,108
[41] «Μεταφυσική»  Στο Γ! Μέρος θα αρχίσουμε τη μελέτη της
[42] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ.19
[43] «θεωρητικός» από το θεωρώ  σε αντίθεση με το «πράττω»
[44] Κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» τη λέξη «μοιρολατρεία» σε. 148
[45] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 35
[46] Μέρος Δ! Κεφαλ. XI παρ. 1 
[47]Δηλαδή απλή επανάληψη των περασμένων. Το ζήτημα τούτο το ξαναπιάνει ο Πολιτσέρ στο τέταρτο Μέρος, όπου αναλύει τη διαλεχτική μέθοδο, και δείχνει, πως η κίνηση είναι προχωρητική, ανοδική από το κατώτερο σκαλοπάτι στο ανώτερο, και όχι κυκλική, απλό ξαναγύρισμα στα ίδια.
[48] Στο Δ! Μέρος, κεφαλ. ΧΙΙ, ΧΙΙΙ
[49] Κοίταξε «Εισαγωγή» παρ.  3
[50] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντί – Ντύρινγκ» Τόμος Ι σελ. 9
[51] Ιδρυτής της σχολής είναι ο φιλόσοφος Ξενοφάνης. Γεννήθηκε στην Κολοφώνα στο τέλος του 6ου π.Χ. Ονομαστοί ήσαν ο διάδοχός του Παρμενίδης από την πόλη Ελέα της κάτω Ιταλίας όπου εγκατέστησε τη σχολή του- και γι αυτό ονομάστηκε «ελεατική» - και ο μαθητής του Παρμενίδη ο Ζήνων ο ελάτης, περίφημος για τα δυό του σοφίσματα- το βέλος που πετάει, και ο Αχιλλέας και η χελώνη – Μ’ αυτά απόδειχνε πως η κίνηση είναι φαινομενική, αυταπάτη.
[52] ότι δηλαδή η λειτουργία της νόησης είναι διαποτισμένη από τη μεταφυσική. Η μεταφυσική αντίληψη και η αντίστοιχή της μέθοδος έχουν πει μέσα στο αίμα μας, γιατί επάνω εκεί βασίζεται ολόκληρη η διαπαιδαγώγηση και η εκπαίδευσή μας.
[53] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντί – Ντύρινγκ» Τόμος Ι σελ. 7
[54] Αντίληψη λοιπόν είναι η ιδέα που σχηματίζουμε μέσα μας για τον κόσμο, π.χ. για τη φύση, για την κοινωνία κ.τ.λ. Μέθοδος είναι ο τρόπος που ψάχνουμε να βρούμε τα στοιχεία για να στηρίξουμε και να εξηγήσουμε την τέτοια ή τέτοια αντίληψή μας.
[55] Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τον όρο «λογική» σε αντιδιαστολή με τη «διαλεχτική». Υπονοεί λοιπόν πάντοτε την τυπική λογική.
[56] ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 35

Δεν υπάρχουν σχόλια: