Περιεχόμενα |
Το δακτυλογραφημένο κείμενο μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ σε pdf:ΤΕΤΑΡΤΟ
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
Η ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ
ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ
1. Προεισαγωγικές παρατηρήσεις
2. Από πού γεννήθηκε η διαλεχτική μέθοδος;
3.Γιατί τη διαλεχτική προσπέρασε και κυριάρχησε για πολύν
καιρό η μεταφυσική αντίληψη;
4. Γιατί ο υλισμός στο 18ο αιώνα ήταν
μεταφυσικός
Πως γεννήθηκε ο διαλεχτικός υλισμός; Ο Χέγκελ και ο Μαρξ.
|
1. Προεισαγωγικές
παρατηρήσεις
Ακούμε να μιλάνε για διαλεχτική και όχι σπάνια να την
περιβάλλουν με μυστήριο, την παρουσιάζουν σαν κάτι περίπλοκο. Άλλοτε, επειδή
δεν ξέρουν τι είναι η διαλεχτική, λένε ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι. Λυπηρό,
αλήθεια. Πολλά λάθη γίνονται, και πρέπει να τα αποφύγουμε.
Στην ετυμολογική της σημασία η διαλεχτική είναι απλούστατα
η τέχνη να συνδιαλεγόμαστε, να συζητάμε, και συχνά ακούμε να λένε για έναν
άνθρωπο που ξέρει να κρατάει γερά τη συζήτηση, πως είναι διαλεχτικός.
Διαλεχτική λέγεται η επιστήμη, με προέκταση της σημασίας, και εκείνον που ξέρει
να μιλάει καλά.
Στη μελέτη μας για τη διαλεχτική, δε θα ασχοληθούμε με την
ετυμολογική σημασία της. Εμείς θα ενδιαφερθούμε μόνο για την ειδική, σημασία, που πήρε, από φιλοσοφική
άποψη.
Η διαλεχτική, στη φιλοσοφική της σημασία, είναι, αντίθετα
απ’ ότι νομίζουν, προσιτή σε όλους, γιατί είναι κάτι παραπολύ καθαρό και χωρίς
κανένα μυστήριο. Μα αν όλος ο κόσμος μπορεί να καταλάβει τη διαλεχτική,
μολαταύτα η διαλεχτική έχει τις δυσκολίες της. Και να πως πρέπει να τις
εξηγήσουμε τις δυσκολίες αυτές.
Από τις εργασίες που κάνουμε με το χέρι, μερικές είναι
απλές, άλλες όμως πιο περίπλοκες. Εύκολο και απλό είναι π.χ. να φτειάνουμε
κασόνια. Αντίθετα, να συναρμολογήσουμε ένα ραδιόφωνο, είναι μια εργασία, που
χρειάζεται και μεγάλη επιδεξιότητα και μεγάλη ακρίβεια και μεγάλη ευκινησία στα
δάχτυλά μας.
Το χέρι και τα δάχτυλά μας είναι, για μας, όργανα δουλειάς.
Μα και η νόηση είναι κι αυτή ένα τέτοιο όργανο. Και όπως τα δάχτυλά μας δεν
είναι πάντοτε σε θέση να κάνουν μια εργασία που ζητάει ακρίβεια, έτσι και το
μυαλό μας.
Στην ιστορία της ανθρώπινης εργασίας, ο άνθρωπος, στην αρχή
μονάχα χοντροκομμένες δουλειές ήξερε να κάνει. Η πρόοδος των επιστημών του
άνοιγε το δρόμο να κάνει εργασίες πιο λεπτές,
πιο ακριβολογημένες.
Απαράλλαχτα το ίδιο έγινε και στην ιστορία της νόησης. Η
μεταφυσική είναι η μέθοδος της σκέψης, που, είναι ικανή να κάνει μονάχα
χοντροκομμένη δουλειά, που δε ζητάει μεγάλη ευκινησία – όπως γίνεται και με τα
δάχτυλά μας όταν καρφώνουμε κασόνια.
Η διαλεχτική μέθοδος διαφέρει από τη μεταφυσική σε τούτο
ίσα-ίσα: Επιτρέπει στη νόησή μας να δουλεύει με πιο μεγάλη ακρίβεια. Δεν είναι
λοιπόν η διαλεχτική τίποτε άλλο, παρά μια μέθοδος σκέψης με μεγάλη ακρίβεια.
Η εξέλιξη που βάδισε η νόηση είναι ίδια με την εξέλιξη που
πήρε η εργασία του χεριού. Είναι η ίδια ιστορία, και δεν υπάρχει κανένα
μυστήριο. Όλα είναι καθαρά στην εξέλιξη τούτη.
Οι δυσκολίες που συναντούμε, πηγάζουν από το ό,τι ως τα
είκοσι πέντε χρόνια μας καρφώνουμε κασόνια, και ξαφνικά μας βάζουν να
συναρμολογήσουμε ραδιόφωνα. Βέβαια και θα δυσκολευτούμε παραπολύ, τα χέρια μας
θα είναι δυσκίνητα, και αδέξια τα δάχτυλά μας. Και μόνο σιγά-σιγά θα
κατορθώσουμε να τα κάνουμε πιο ευκίνητα και επιδέξια, και θα καταφέρουμε να
βγάλουμε πέρα τη δουλειά αυτή. Ό,τι στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο, θα μας φανεί
έπειτα πιο απλό, πιο εύκολο.
Το ίδιο και με τη διαλεχτική. Βρισκόμαστε σε δύσκολη θέση.
Βαρύ και δυσκίνητο έχει γίνει το μυαλό μας με την παλιά, τη μεταφυσική μέθοδο,
που κουβαλούμε μαζί μας, και πρέπει να αποχτήσουμε σιγά-σιγά την ευκινησία, την
ακρίβεια που χρειάζεται η διαλεχτική μέθοδος. Μα, όπως βλέπουμε, ούτε εδώ δεν
υπάρχει κανένα μυστήριο, ούτε τίποτε παραπολύ περίπλοκο.
2. Από πού
γεννήθηκε η διαλεχτική μέθοδος;
Ξέρουμε, πως η μεταφυσική θεωρεί τον κόσμο σαν ένα σύνολο
από πάγια και απολιθωμένα πράματα. Αντίθετα εμείς διαπιστώνουμε, άμα
αντικρίσουμε τη φύση, πως όλα βρίσκονται σε κίνηση, και όλα αλλάζουν. Το ίδιο
διαπιστώνουμε και για τη νόηση. Από τη διαπίστωσή μας τούτη είναι ολοφάνερη η
ασυμφωνία της μεταφυσικής με την πραγματικότητα. Αν θέλουμε λοιπόν να δώσουμε
έναν απλό μα ουσιαστικό ορισμό, μπορούμε να ειπούμε: Όποιος λέει «μεταφυσική»
λέει «ακινησία», και όποιος λέει «διαλεχτική» λέει «κίνηση».
Η κίνηση και η αλλαγή, που υπάρχουν σε όλα, όσα μας
περιτριγυρίζουν, αποτελούν τη βάση της διαλεχτικής.
«Όταν καλοκοιτάζουμε
με τη νόησή μας τη φύση, ή την ιστορία της ανθρωπότητας, ή την ίδια τη νοητική
μας ενέργεια, η πρώτη εικόνα που θα χτυπήσει στα μάτια μας, είναι ένα απέραντο
πλέγμα από πολύπλοκες σχέσεις, από δράσεις και αντιδράσεις, και εκεί μέσα
βλέπουμε πως τίποτε δεν είναι εκείνο που ήταν, ούτε όπου ήταν, ούτε όπως ήταν.
Το κάθε τι κινιέται, μεταμορφώνεται, αποτελειώνεται και περνάει»[1]
Όπως τόσο καθαρά μας το λέει ο Ένγκελς, βλέπουμε, κι αυτή
είναι η διαλεχτική άποψη, πως όλα αλλάζουν, τίποτε δεν μένει εκεί που ήταν,
ούτε εκείνο που ήταν. Η άποψη λοιπόν τούτη
είναι απόλυτα σύμφωνη με την πραγματικότητα. Κανένα πράμα δε στέκεται,
στη θέση, που είχε, γιατί ακόμη και εκείνο που μας φαίνεται ακίνητο, ακόμη κι
αυτό κινιέται. Κινιέται μαζί με την κίνηση,
που κάνει η γη γύρω από τον ήλιο και κινιέται ακόμη μέσα στην κίνηση που
κάνει η γη γύρω από τον άξονά της. Η μεταφυσική με την βασική της αρχή της
ταυτότητας τα θέλει όλα τα πράματα να μένουν ίδια με τον εαυτό τους. Αντίθετα, εμείς
βλέπουμε, πως, στην πραγματικότητα, κανένα πράμα δε μένει ό,τι είναι.
Έχουμε την εντύπωση, πως μένουμε πάντα οι ίδιοι, και όμως,
όπως μας λέει ο Ένγκελς, «τα αυτοΐδια είναι και διαφορετικά». Φρονούμε, πως
είμαστε αυτοΐδιοι, και όμως έχουμε κιόλας αλλάξει. Από παιδιά που είμαστε, γινήκαμε άντρες. Μα και ο
άντρας ποτέ δε μένει ο ίδιος, γερνάει κάθε μέρα.
Ώστε δεν είναι φαινομενική και ψεύτικη η κίνηση, όπως
υποστήριζαν οι Ελάτες. Φαινομενική είναι η ακινησία, γιατί πραγματικά, όλα
βρίσκονται σε κίνηση και όλα αλλάζουν.
Και η ιστορία επίσης μας δείχνει καθαρά, πως τα πράματα δε
μένουν ό,τι είναι. Σε καμιά στιγμή δεν είναι ακίνητη η κοινωνία. Στην αρχαία
εποχή είναι η δουλοχτητική κοινωνία, τη διαδέχεται η φεουδαρχική, και τούτη τη
διαδέχεται η κεφαλαιοκρατική. Η μελέτη επάνω στις κοινωνίες τούτες, μας
δείχνει, πως, αδιάκοπα, και σιγά-σιγά τα στοιχεία εκείνα που άνοιξαν το δρόμο κάθε φορά στη νέα
κοινωνία, κείνα αναπτύχτηκαν κάθε φορά
μέσα στην καινούργια κοινωνία. Με τον ίδιο τρόπο αλλάζει και η κεφαλαιοκρατική
κοινωνία κάθε μέρα, μεταμορφώθηκε κιόλας στη Σοβιετική Ένωση. Και επειδή καμιά
κοινωνία δε μένει ακίνητη, και η σοσιαλιστική κοινωνία, που χτίστηκε στη
Σοβιετική Ένωση, είναι κι αυτή προορισμένη να εξαφανιστεί. Μεταμορφώνεται
κιόλας μπροστά στα μάτια μας με γοργό ρυθμό, και αυτός είναι ο λόγος, που οι
μεταφυσικοί δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται εκεί επάνω. Εξακολουθούν να κρίνουν
μια ολοκληρωτικά μεταμορφωμένη κοινωνία με τα δικά τους συναιστήματα, με τα
συναιστήματα δηλαδή που νοιώθουν οι άνθρωποι, που εξακολουθούν να
βρίσκονται κάτω από τον κεφαλαιοκρατικό
καταναγκασμό.
Μα και τα συναιστήματά μας μεταμορφώνονται, αδιάφορο αν δεν
το καταλαβαίνουμε. Η απλή συμπάθεια που νιώθαμε στην αρχή άλλαξε και έγινε
έρωτας, και μερικές φορές βλέπουμε να κατρακυλάει έπειτα και να γίνεται μίσος.
Στους αρχαίους Έλληνες έκανε μεγάλη εντύπωση, που
συναντούσαν παντού μπροστά τους την αλλαγή και την κίνηση. Είδαμε πως πρώτος ο
Ηράκλειτος, «ο πατέρας της διαλεχτικής» όπως τον λένε, μας έδωσε μια διαλεχτική
αντίληψη για τον κόσμο, πρώτος αυτός δηλαδή μας παρουσίασε τον κόσμο
μέσα στην κίνησή του και όχι πάγιο, απολιθωμένο. Ο τρόπος που αντίκρισε ο
Ηράκλειτος τον κόσμο μπορούσε από τότε να γίνει μέθοδος.
Όμως πέρασε πολύς, παραπολύς καιρός για να
αναγνωριστεί η αλήθεια της και να
επιβληθεί η διαλεχτική αυτή μέθοδος. Επιβάλλεται λοιπόν να ιδούμε.
3. Γιατί τη
διαλεχτική την προσπέρασε και κυριάρχισε για πολύν καιρό η μεταφυσική αντίληψη;
Η διαλετική αντίληψη είπαμε, γεννήθηκε πολύ νωρίς, όμως,
όπως είδαμε[2]
οι φτωχές και λειψές γνώσεις των ανθρώπων, έδωσαν τη δυνατότητα στη μεταφυσική
αντίληψη να προσπεράσει τη διαλεχτική και να κυριαρχήσει.
Μπορούμε λοιπόν τώρα να παραλληλίσουμε τον ιδεαλισμό, που
γεννήθηκε από τη βαθιά άγνοια και αμάθεια, όπου ήσαν βυθισμένοι οι άνθρωποι, με
τη μεταφυσική μέθοδο που γεννήθηκε από τις λειψές και φτωχές γνώσεις της
διαλεχτικής.
Για ποιο λόγο και πως μπόρεσε να γίνει τούτο;
Οι άνθρωποι άρχισαν να μελετούν τη φύση, βυθισμένοι σε
ολοκληρωτική άγνοια. Για να μελετήσουν τα φαινόμενα που παρατηρούν, αρχίζουν
πρώτα-πρώτα να τα ταξινομούν. Μα από τον τρόπο που τα ταξινομούσαν γεννιέται
στο μυαλό τους μια ορισμένη συνήθεια. Άμα η δουλειά μας είναι να κατατάσσουμε
τα πράματα σε κατηγορίες, και τις κατηγορίες τούτες τις χωρίζουμε τη μια από
την άλλη, φυσικό είναι τα μυαλό μας να συνειθίσει να κάνει τέτοιους
ξεχωρισμούς. Έτσι έχουμε μπροστά μας τα
πρώτα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της μεταφυσικής μεθόδου. Ώστε από την
ανεπάρκεια στην ανάπτυξη των επιστημών ξεφύτρωσε η μεταφυσική.
Ακόμη πριν 150 χρόνια, χώριζαν αυστηρά τις επιστήμες τη μια
από την άλλη. Μελετούσαν π.χ. χώρια τη χημεία, χώρια τη βιολογία, και δεν έβλεπαν
καμιά σχέση αναμεταξύ τους. Την ίδια τούτη απομονωτική μέθοδο εξακολουθούσαν να
εφαρμόζουν και μέσα σε κάθε επιστήμη. Στη φυσική π.χ. ερευνούσαν χωριστά τον
ήχο, τη θερμότητα, το μαγνητισμό, τον ηλεχτρισμό, και είχαν τη γνώμη, πως τα
διάφορα τούτα φαινόμενα δεν είχαν καμιά σχέση αναμεταξύ τους. Καθαρά λοιπόν
έχουμε μπροστά μας το δεύτερο γνώρισμα της μεταφυσικής, που θέλει να μην
αναγνωρίζουμε τις σχέσεις ανάμεσα στα πράματα, και που του αρέσει να μην
υπάρχει τίποτε κοινό αναμεταξύ τους.
Έπειτα είναι πιο εύκολο να αντιληφτούμε τα πράματα
αντικρίζοντάς τα στην ηρεμία τους, παρά μέσα στην κίνησή τους. Ας πάρουμε ένα
παράδειγμα: Βλέπουμε, πως πρώτα φωτογράφησαν οι άνθρωποι τα πράματα, πρώτα
δηλαδή προσπάθησαν να τα αποτυπώσουν στην ακινησία τους, και έπειτα με τον
καιρό έφτασαν να τα πάρουν με την κινηματογραφική μηχανή στην κίνησή τους
επάνω. Έ λοιπόν, η φωτογραφία και ο κινηματογράφος μας δίνουν την εικόνα της
πορείας, που βάδιζαν στην ανάπτυξή τους οι επιστήμες και το ανθρώπινο μυαλό. Οι
άνθρωποι μελέτησαν τα πράματα στην ηρεμία τους, πριν να τα μελετήσουν
μέσα στην κίνησή τους.
Και για ποιο λόγο; Γιατί ζούσαν μέσα στην αμάθεια.
Και για να μάθουν τι είναι τα πράματα, πήρανε τον πιο εύκολο δρόμο. Και χωρίς
αμφιβολία είναι πιο ευκολοσύλληπτα και πιο ευκολομελέτητα τα ακίνητα πράματα.
Βέβαια και για τη διαλεχτική σκέψη είναι απαραίτητο να σταθεί μια στιγμή και να
εξετάσει τα πράματα στην ηρεμία τους, μα μόνο μια στιγμή , και τη λειψή,
τμηματική αυτή εικόνα πρέπει να την ολοκληρώσει μελετώντας τα πράματα στην
πορεία της αλλαγής και της εξέλιξής τους.
Τη νοοτροπία αυτή τη βλέπουμε καθαρά, στη βιολογία π.χ. στη
μελέτη που έκανε η ζωολογία και η βοτανική, στα ζώα και στα φυτά. Επειδή δεν τα
γνώριζαν καλά, πρώτα τα ταξινόμησαν τα ζώα σε ομοταξίες, σε γένη και είδη, και
είχαν τη γνώμη, πως οι διάφορες αυτές κατηγορίες δεν είχαν τίποτε κοινό
αναμεταξύ τους και πως η κατάσταση αυτή έτσι ήταν ανέκαθεν (τρίτο
χαραχτηριστικό γνώρισμα της μεταφυσικής). Από την τέτοια αντίληψη γεννήθηκε η
θεωρία, η γνωστή με το όνομα (fixisme)
αμεταβλητότητα. Η θεωρία τούτη βεβαιώνει αντίθετα με τον «εξελιχτισμό»
(τη θεωρία της εξέλιξης) πως τα είδη των ζώων έμειναν αμετάβλητα, είναι από
ανέκαθεν ό,τι είναι και δεν πέρασαν από καμιά εξέλιξη. Είναι λοιπόν
μεταφυσική θεωρία που πηγάζει από την άγνοια και από την αμάθεια των ανθρώπων.
4. Γιατί ο
υλισμός στο 18ο αιώνα ήταν μεταφυσικός;
Γνωρίζουμε[3] πως η
μηχανική έπαιξε μεγάλο ρόλο στον υλισμό στο 18ο αιώνα, και πως τον
υλισμό τούτο συχνά τον λέμε «μηχανικό (ή μηχανιστικό) υλισμό». Γιατί όμως έγινε
τούτο; Γιατί η υλιστική αντίληψη είναι στενά δεμένη με την ανάπτυξη όλων των
επιστημών, και γιατί απ’ όλες τις επιστήμες πρώτη αναπτύχτηκε η μηχανική. Στην καθημερινή
ομιλία, η μηχανική είναι η μελέτη για τις μηχανές. Στην επιστημονική όμως
γλώσσα η μηχανική είναι η επιστήμη που μελετάει τη μηχανική κίνηση, δηλαδή τη
μετατόπιση[4]. Και αν
πρώτη αναπτύχτηκε η μηχανική, αυτό έγινε, επειδή η μηχανική κίνηση είναι η πιο
απλή κίνηση. Να μελετήσει κανείς την κίνηση του μήλου, που το κουνάει ο αέρας
από εδώ και από κει επάνω στη μηλιά, είναι πολύ πιο εύκολο από το να μελετήσει
την αλλαγή που γίνεται μέσα στο μήλο, όταν ωριμάζει. Μπορούμε να μελετήσουμε
πιο εύκολα το αποτέλεσμα που προκαλεί η ενέργεια του αέρα επάνω στο μήλο, και
είναι πιο δύσκολο να μελετήσουμε την ωρίμανση του μήλου. Μα η μελέτη αυτή της
μηχανικής κίνησης είναι «μερική» και ανοίγει την πόρτα στη μεταφυσική.
Οι αρχαίοι Έλληνες παρατήρησαν σωστά πως όλα
βρίσκονται σε κίνηση, δεν μπόρεσαν
όμως να εκμεταλλευτούν τη σωστή τούτη παρατήρηση, γιατί οι γνώσεις τους ήσαν
λειψές. Αρχίζουν τότε να παρατηρούν τα πράματα και τα φαινόμενα, χωριστά, και
τα ταξινομούν, αρκούνται να μελετούν τη μετατόπιση, και έτσι ξεφυτρώνει η
μηχανική. Και οι λειψές και φτωχές επιστημονικές γνώσεις γεννούν τη μεταφυσική.
Ξέρουμε, πως ο υλισμός βασίζεται πάντοτε στις επιστήμες,
ξέρουμε ακόμη πως στο 18ο αιώνα τις κυριαρχούσε τις επιστήμες το
μεταφυσικό πνεύμα, και πως η πιο αναπτυγμένη απ’ όλες τις επιστήμες ήταν την
εποχή εκείνη η μηχανική.
«Γι αυτό το λόγο ήταν
αναπόφευχτο, μας λέει ο Ένγκελς, να είναι ο υλισμός στο 18ο αιώνα
μεταφυσικός και μηχανιστικός υλισμός, γιατί τέτοιες ήσαν και οι επιστήμες»
Μπορούμε λοιπόν να ειπούμε, πως ο μεταφυσικός και
μηχανιστικός τούτος υλισμός ήταν υλισμός, επειδή στο βασικό πρόβλημα της
φιλοσοφίας έδινε την απάντηση, πως πρωταρχικός παράγοντας είναι η ύλη, και ήταν
μεταφυσικός, επειδή θεωρούσε τον κόσμο σαν ένα σύνολο από πάγια απολιθωμένα και
μηχανικά πράματα, και επειδή αντίκριζε και μελετούσε κάθε φαινόμενο με τη
βοήθεια της μηχανικής.
Και όταν η επιστημονική έρευνα είχε πια προχωρήσει, έφτασε
η ημέρα, που οι άνθρωποι διαπιστώνουν από τα πλούσια αποτελέσματα της έρευνας,
πως οι επιστήμες δεν είναι ακίνητες, παρατηρούν τις μεταμορφώσεις που έπαθαν κι
αυτές. Είχαν χωρίσει τη χημεία από τη βιολογία και τη φυσική, και τώρα βλέπουν
καθαρά, πως είναι αδύνατο να καταγίνουν με τη μια απ’ αυτές χωρίς να καταφύγουν
στις άλλες δυό. Βλέπουν καθαρά, πως καταντάει αδύνατο να μελετήσουν π.χ. την
πέψη, που ανήκει στον τομέα της βιολογίας χωρίς τη χημεία.
Γύρω στο 19ο αιώνα, παρατηρούν λοιπόν, πως οι
επιστήμες είναι δεμένες η μια με την άλλη, και η συνέπεια είναι να αποδιώξουν
από τις επιστήμες το μεταφυσικό πνεύμα, επειδή στο μεταξύ έχει προχωρήσει πιο
βαθιά η γνώση τους για τη φύση. Ως τότε είχαν μελετήσει στη φυσική τα φαινόμενα
χωριστά το ένα από το άλλο, τώρα όμως είναι υποχρεωμένοι να διαπιστώσουν, πως
όλα αυτά τα φαινόμενα είναι όμοια στην ουσία τους. Έτσι ο ηλεχτρισμός και ο
μαγνητισμός, που τα μελετούσαν χωριστά, είναι σήμερα ενωμένοι σε ένα μόνο
επιστημονικό κλάδο τον ηλεχτρομαγνητισμό.
Από τη μελέτη τους και την έρευνα για τον ήχο και τη
θερμότητα, παρατήρησαν επίσης πως τα δυό τούτα φαινόμενα πηγάζουν από ένα άλλο
φαινόμενο ίδιο στην ουσία. Άμα χτυπήσουμε με ένα σφυρί, ακούμε έναν ήχο και
ταυτόχρονα παράγεται και θερμότητα. Η κίνηση είναι εκείνη που παράγει τη
θερμότητα. Μα, όπως ξέρουμε, και ο ήχος είναι παλμοί του αέρα. Οι παλμοί είναι
κι αυτοί κίνηση. Άρα ο ήχος και η θερμότητα είναι δυό φαινόμενα ίδια στην ουσία
τους.
Στη βιολογία πάλι, με την ολοένα και πιο λεπτομερειακή
ταξινόμηση, που έκαναν, έφτασαν να βρούνε και είδη, που δεν μπορούσαν να τα
κατατάξουν ούτε στα ζώα, ούτε στα φυτά. Έβγαλαν λοιπόν το συμπέρασμα, πως δεν
υπάρχει απότομος διαχωρισμός ανάμεσα στα ζώα και τα φυτά. Και όπως προχωρούσαν
ολοένα στην έρευνά τους, έφτασαν στο συμπέρασμα, πως τα ζώα δεν ήσαν από
ανέκαθεν εκείνο που είναι. Τα πορίσματα λοιπόν της έρευνας καταδίκασαν την (fixisme) αμεταβλητότητα και
το μεταφυσικό πνεύμα.
Μέσα στην πορεία του 19ου αιώνα πραγματοποιήθηκε
η μεταμόρφωση αυτή στις επιστήμες, που τώρα δα αναφέραμε, και αυτή άνοιξε το
δρόμο στον υλισμό από μεταφυσικός που ήταν, να γίνει διαλεχτικός. Η διαλεχτική
είναι το επιστημονικό πνεύμα, που γεννήθηκε, όταν οι επιστήμες, στην ανάπτυξή
τους επάνω, απόδιωξαν τη μεταφυσική αντίληψη. Ο υλισμός μπόρεσε να
μεταμορφωθεί, επειδή οι επιστήμες προόδεψαν και άλλαξαν. Στις μεταφυσικές
επιστήμες ανταποκρίνεται ο μεταφυσικός υλισμός και στις καινούργιες επιστήμες
ανταποκρίνεται ο καινούργιος υλισμός, Κι αυτός είναι ο διαλεχτικός υλισμός.
5. Πως γεννήθηκε
ο διαλεχτικός υλισμός: Ο Χέγκελ και ο Μαρξ
Αν ρωτήσουμε με ποιο τρόπο ο υλισμός, από μεταφυσικός που
ήταν, μεταμορφώθηκε και έγινε διαλεχτικός, γενικά ακούμε τούτη την απάντηση:
α! Ύπαρχε ο μεταφυσικός υλισμός, ο υλισμός δηλαδή
του 18ου αιώνα.
β! Οι επιστήμες άλλαξαν.
γ! Εμφανίστηκαν τότε ο Μαρξ και ο Ένγκελς. Αυτοί
έκοψαν το μεταφυσικό υλισμό σε δυό κομμάτια. Πέταξαν το ένα, τη μεταφυσική,
κράτησαν το άλλο, τον υλισμό, κόλλησαν τη διαλεχτική, και να μπροστά μας ο
δοαλεχτικός υλισμός.
Η τάση, που έχουμε να παρουσιάζουμε με τέτοιο τρόπο τα
πράματα, πηγάζει κι αυτός από τη μεταφυσική μέθοδο. Ξέρουμε πόσο της αρέσει να
απλοποιούμε τα πράματα και να τα σχηματοποιούμε. Εμείς όμως, αντίθετα, έχουμε
χρέος να συγκρατούμε αδιάκοπα μέσα στο μυαλό μας τούτη την αλήθεια: Ποτέ δεν
πρέπει να σχηματοποιούμε την πραγματικότητα. Γιατί τα πράματα είναι πιο
πολύπλοκα απ’ ό,τι φαίνονται και απ’ ό,τι φρονούμε. Και η μεταμόρφωση του
μεταφυσικού υλισμού σε διαλεχτικό υλισμό δεν είναι ούτε αυτή τόσο απλή, όπως
μας λένε.
Στην πραγματικότητα, τη διαλεχτική την ανάπτυξε ο
ιδεαλιστής γερμανός φιλόσοφος Χέγκελ (Hegel 1770-1831). Ο Χέγκελ είδε και κατάλαβε την αλλαγή που δημιουργήθηκε στις επιστήμες. Ξαναπήρε
την παλιά θεωρία του Ηράκλειτου, διαπίστωσε και ο ίδιος, στηριγμένος στην
πρόοδο των επιστημών, πως όλα μέσα στον κόσμο είναι σε κίνηση και αλλαγή, πως
κανένα πράμα, κανένα φαινόμενο δεν είναι απομονωμένο, πως κάθε τι εξαρτιέται
από όλα τα άλλα, και έτσι έπλασε τη διαλεχτική. Στον Χέγκελ χρωστάμε, που
μιλάμε σήμερα για τη διαλεχτική κίνηση του κόσμου. Εκείνο όμως, που
πρωτοαντιλήφτηκε ο Χέγκελ, είναι η κίνηση της νόησης, του πνεύματος, και την
κίνηση αυτή την ονόμασε, φυσικά διαλεχτική, γιατί έβλεπε μπροστά του να
προοδεύει το πνεύμα από τη σύγκρουση των ιδεών, από τη συζήτηση.
Μα ο Χέγκελ είναι ιδεαλιστής, κι αυτό θα ειπεί, όπως
ξέρουμε, πως θεωρεί πρωταρχικό παράγοντα το πνεύμα, και έτσι πλάθει μια ιδιόρρυθμη
αντίληψη για την κίνηση και την αλλαγή. Φρονεί, πως οι αλλαγές του πνεύματος
είναι εκείνες που προκαλούν τις αλλαγές μέσα στην ύλη. Για τον Χέγκελ ο κόσμος
είναι η υλοποιημένη ιδέα, και πριν από τον κόσμο προϋπάρχει το πνεύμα
και το πνεύμα αποκαλύπτει τον κόσμο. Με
δυό λόγια ο Χέγκελ διαπιστώνει, πως το πνεύμα και ο κόσμος βρίσκονται σε αέναη
κίνηση και αλλαγή, μα καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι αλλαγές του πνεύματος
καθορίζουν τις αλλαγές μέσα στην ύλη. Παράδειγμα: Ο εφευρέτης έχει μια ιδέα στο
κεφάλι του. Πραγματοποιεί την ιδέα του, και η υλοποιημένη τούτη ιδέα του
δημιουργεί αντίστοιχες αλλαγές μέσα στην ύλη. Ο Χέγκελ είναι λοιπόν
διαλεχτικός, υποτάσσει όμως τη διαλεχτική στον ιδεαλισμό[5].
Ο Μαρξ (1818-1883) και ο Ένγκελς (1820-1895) μαθητές και οι
δυό του Χέγκελ, υλιστές όμως και οι δυό, που θα ειπεί, πως θεωρούσαν πρωταρχικό
παράγοντα την ύλη, αναγνωρίζουν πως η διαλεχτική του Χέγκελ μας προσφέρει πολλά
σωστά πράματα, πολλές αλήθειες, μα από την ανάποδη. Ο Ένγκελς μας
λέει σχετικά: Με τον Χέγκελ η διαλεχτική
περπατούσε με το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω και έπρεπε αν τη
αναποδογυρίσουμε και να την ξαναστήσουμε στα πόδια της. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς
μετάθεσαν από το πνεύμα στην υλική πραγματικότητα την αρχική αιτία για την
κίνηση αυτή της νόησης που είχε καθορίσει ο Χέγκελ, δανείστηκαν την ονομασία
που της είχε δώσει και την ονόμασαν κι αυτοί διαλεχτική.
Αναγνωρίζουν, πως ο Χέγκελ έχει δίκιο, άμα μας λέει, πως η
νόηση και ο κόσμος βρίσκονται σε αέναη αλλαγή, γελιέται όμως, άμα βεβαιώνει,
πως οι αλλαγές, που παθαίνουν οι ιδέες, είναι εκείνες που καθορίζουν τις
αλλαγές στα πράματα. Αντίθετα, τονίζουν, τα πράματα μας δίνουν τις
ιδέες, και επειδή μεταβάλλονται τα πράματα, γι αυτό μεταβάλλονται και οι ιδέες.
Άλλοτε ταξιδεύαμε με αμάξια. Σήμερα ταξιδεύουμε με το
σιδηρόδρομο. Η αλλαγή τούτη στα πράματα, ο σιδηρόδρομος που υπάρχει, δεν έγινε,
βέβαια, επειδή εμείς έχουμε την ιδέα να ταξιδέψουμε με το μεταφορικό τούτο
μέσο. Το αντίθετο είναι σωστό. Επειδή άλλαξαν τα πράματα, γι αυτό άλλαξαν και
οι ιδέες μας.
Πρέπει λοιπόν να αποφεύγουμε να λέμε: «Ο Μαρξ και ο Ένγκελς
είχαν μπροστά τους από τη μια μεριά τον υλισμό – η καταγωγή του κρατάει από το
γαλλικό υλισμό στο 18ο αιώνα- και από την άλλη μεριά τη διαλεχτική
του Χέγκελ. Το μόνο που τους έμεινε να κάνουν ήταν να ενώσουν τα δυό». Η
αντίληψη αυτή η τόσο απλοποιημένη και σχηματική, που λησμονάει πως τα φαινόμενα
είναι πιο πολύπλοκα, είναι καθαρά μεταφυσική αντίληψη.
Ο Μαρξ και ο Ένγκελς παίρνουν, βέβαια, τη διαλεχτική από
τον Χέγκελ, μα την επεξεργάζονται και τη μεταμορφώνουν. Το ίδιο κάνουν και με
τον υλισμό της εποχής τους. Τον
επεξεργάζονται κι αυτόν και τον μεταμορφώνουν, και έτσι μας δίνουν το
διαλεχτικό υλισμό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙ.
ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ
ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ
ΠΡΩΤΟΣ ΝΟΜΟΣ
Η ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΗ
1. Τι εννοούμε άμα λέμε διαλεχτική κίνηση
2. «Για τη διαλεχτική, δεν υπάρχει τίποτε οριστικό,
απόλυτο, ιερό….(Ένγκελς)
3. Η εσωπορεία (processus)
|
1.Τι εννοούμε άμα
λέμε διαλεχτική κίνηση
Ο πρώτος νόμος της διαλεχτικής αρχίζει από τη διατύπωση,
πως «τίποτε δε μένει ούτε όπου είναι, ούτε ό,τι είναι». Όποιος λέει διαλεχτική, είπαμε, λέει κίνηση αλλαγή. Ώστε,
άμα λέμε αντικρίζω και εξετάζω κάτι από την άποψη της διαλεχτικής, εννοούμε, το
εξετάζω από την άποψη της κίνησής του, της αλλαγής του. Θέλουμε λοιπόν να
μελετήσουμε τα πράματα σύμφωνα με τη διαλεχτική; Θα τα μελετήσουμε τότε μέσα
στην κίνησή τους, μέσα στην αλλαγή τους.
Να ένα μήλο. Με δυό τρόπους μπορούμε να το μελετήσουμε το
μήλο τούτο: ο πρώτος είναι η μεταφυσική μέθοδος, και ο άλλος είναι η δαλεχτική
μέθοδος.
Στην πρώτη περίπτωση, θα περιγράψουμε το μήλο, θα
καθορίσουμε τη μορφή του, το χρώμα του. Θα απαριθμήσουμε τις ιδιότητές του, θα
μιλήσουμε για τη γεύση του κ.τ.λ. Και τότε θα μπορέσουμε να το συγκρίνουμε το
μήλο με τα άλλα φρούτα, με το αχλάδι , θα ξεχωρίσουμε τις ομοιότητές τους, τις
διαφορές τους, και στο τέλος θα καταλήξουμε: Το μήλο είναι μήλο, και το αχλάδι
είναι αχλάδι. Μ’ αυτόν τον τρόπο μελετούσαν άλλοτε τα πράματα. Το βλέπουμε
καθαρά σε τόσα και τόσα βιβλία.
Ας το μελετήσουμε τώρα το μήλο μας από τη διαλεχτική άποψη.
Η πρώτη μας δουλειά να το αντικρίσουμε και να το εξετάσουμε μέσα στην κίνησή
του. Προσοχή όμως, στην κίνηση της αλλαγής του, στην πορεία της εξέλιξής του,
και όχι στη μετατόπισή του, όχι στην κίνηση, που κάνει το μήλο, όταν κυλάει και
μετατοπίζεται. Θα διαπιστώσουμε τότε, πως το ώριμο μήλο μας δεν ήταν πάντοτε
ό,τι είναι τώρα. Πριν να ωριμάσει, ήταν ένα άωρο πράσινο μήλο, και πριν φτάσει
εκεί ήταν λουλούδι, και πιο πριν ακόμη ήταν μπουμπούκι, και έτσι, πηγαίνοντας
όλο προς τα πίσω θα φτάσουμε στη μηλιά, όπως ήταν την άνοιξη. Το μήλο λοιπόν
δεν ήταν πάντα μήλο, έχει, όπως βλέπουμε, την ιστορία του. Και ούτε θα μείνει
ό,τι είναι τώρα. Άμα πέσει κάτω, θα σαπίσει, θα πάθει αποσύνθεση, θα ξεφύγουν
τα κουκούτσια του, και από τα κουκούτσια, αν όλα πάνε καλά, κανονικά θα
ξεφυτρώσει ένα βλαστάρι, κι αυτό θα μεγαλώσει και θα γίνει δέντρο. Ώστε το μήλο
μας ούτε ήταν πάντοτε, ούτε θα μείνει πάντοτε ό,τι είναι τώρα.
Αυτό θα ειπεί λοιπόν μελετώ τα πράματα από τη διαλεχτική
άποψη μέσα στην κίνησή τους. Τα μελετώ δηλαδή και στα περασμένα τους, τι ήσαν
πριν, και τι θα γίνουν στη μελλοντική τους εξέλιξη. Μελετώντας έτσι τα πράματα,
βλέπω στο τωρινό μήλο μας μονάχα τη μετάβαση από εκείνο που ήταν πριν,
σε εκείνο που θα γίνει μελλοντικά.
Μα για να ξεκαθαρίσουμε καλά τον τρόπο τούτο ν αντικρίζουμε
τα πράματα, θα πάρουμε δυό ακόμη παραδείγματα: τη γη και την κοινωνία.
Άμα μελετούμε τη γη με τη μεταφυσική μέθοδο, θα
περιγράψουμε σ’ όλες τις λεπτομέρειες τη μορφή της, θα διαπιστώσουμε πως επάνω
στην επιφάνειά της, υπάρχουν οι θάλασσες, η ξηρά, τα βουνά κ.τ.λ., θα
εξετάσουμε τη φύση του εδάφους, και τότε θα μπορέσουμε να συγκρίνουμε τη γη με
το φεγγάρι ή με τους άλλους πλανήτες, και στο τέλος θα ειπούμε: η γη είναι η
γη.
Ενώ, άμα μελετάμε την ιστορία της γης από διαλεχτική άποψη,
θα ιδούμε, πως η γη δεν ήταν ανέκαθεν ό,τι είναι τώρα, πως πέρασε από πολλές
μεταμορφώσεις, και πως, επόμενο είναι, και μελλοντικά να περάσει και από άλλες
καινούργιες αλλαγές. Έχουμε λοιπόν την
υποχρέωση να θεωρήσουμε εμείς σήμερα την τωρινή κατάσταση της γης μετάβαση από
τις περασμένες αλλαγές στις καινούργιες μεταμορφώσεις της, που θα έρθουν.
Μετάβαση, όπου οι αλλαγές, που ολοένα γίνονται, είναι αδιόρατες μολονότι
γίνονται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, από τις αλλαγές που πραγματοποιούνται στην
πορεία της ωρίμανσης του μήλου.
Ας έρθουμε τώρα στο άλλο μας παράδειγμα, στην κοινωνία, που
ενδιαφέρει ιδιαίτερα τους μαρξιστές.
Ας εφαρμόσουμε και εδώ τις δυό μας μέθοδες: Όσοι μελετούν
την κοινωνία με τη μεταφυσική μέθοδο, θα μας ειπούν, πως ποτέ δεν έλειψαν μέσα στην κοινωνία οι πλούσιοι και οι φτωχοί.
Θα διαπιστώσουν τις μεγάλες τράπεζες και τα πελώρια εργοστάσια. Θα μας περιγράψουν
λεπτομερειακά την κεφαλαιοκρατική κοινωνία, θα τη συγκρίνουν με τις περασμένες
κοινωνίες – τη φεουδαρχική, τη δουλοχτιτική – θα ψάξουν να βρούνε τις
ομοιότητες και τις διαφορές και στο τέλος θα μας ειπούν: η κεφαλαιοκρατική
κοινωνία είναι αυτό που είναι.
Αν όμως τη μελετήσουμε την κοινωνία με τη διαλεχτική
μέθοδο, θα ιδούμε καθαρά, πως η κεφαλαιοκρατική κοινωνία δεν ήταν πάντοτε ό,τι
είναι τώρα. Από τη διαπίστωση, που θα κάνουμε, πως στα περασμένα χρόνια έζησαν
και άλλες κοινωνίες ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, θα βγάλουμε το συμπέρασμα,
πως, όπως όλες οι κοινωνίες, το ίδιο και η κεφαλαιοκρατική κοινωνία δεν είναι
πάγια, οριστική, δε βασίζεται επάνω σε θεμέλια ανέγγιχτα και άφθαρτα. Για μας
λοιπόν, αντίθετα, η κεφαλαιοκρατική κοινωνία δεν είναι παρά μια προσωρινή
πραγματικότητα, μεταβατική μορφή από τα περασμένα στη μελλοντική μορφή της
κοινωνίας.
Από τα παραδείγματα τούτα βλέπουμε, πως αντικρίζω τα
πράματα από τη διαλεχτική άποψη θα ειπεί: θεωρώ κάθε πράμα προσωρινό, το βλέπω
πως έχει την ιστορία του ως τώρα, και πως πρέπει να έχει και τη μελλοντική του
ιστορία από δω και πέρα, το βλέπω πως έχει αρχή και πως πρέπει να έχει και το
τέλος του……
2. «Για τη
διαλεχτική, δεν υπάρχει τίποτε οριστικό, απόλυτο, ιερό….»
«Για τη διαλεχτική δεν υπάρχει τίποτε οριστικό, απόλυτο ιερό: Η
διιαλεχτική μας δείχνει πως όλα τα πράματα κλείνουν μέσα τους την παρακμή, όλα
γερνούν και πέφτουν και το μόνο που υπάρχει για τη διαλεχτική είναι η αδιάκοπη
εσωπορεία (processus) του «γίνομαι» και «μεταβαίνω»
του «ανεβαίνω» αδιάκοπα από το κατώτερο στο ανώτερο» (Ένγκελς)[6]
Να ένας ορισμός, που τονίζει όσα τώρα μόλις είπαμε. Ας τον
αναλύσουμε:
«Για τη διαλεχτική δεν υπάρχει τίποτε οριστικό» θα ειπεί:
Για τη διαλεχτική κάθε πράμα έχει την περασμένη ιστορία του και θα έχει και τη
μελλοντική. Ώστε δεν ήταν ούτε θα είναι μια για πάντα όπως είναι, η σημερινή
μορφή δεν είναι οριστική. (ας θυμηθούμε τα παραδείγματά μας, το μήλο, τη γη,
την κοινωνία).
Γι τη διαλεχτική, δεν υπάρχει καμιά δύναμη ούτε μέσα στον κόσμο ούτε πέρα και έξω από τον κόσμο,
που να μπορεί να καθηλώσει τα πράματα σε μια οριστική κατάσταση, άρα δεν υπάρχει «τίποτε απόλυτο» (Απόλυτο
θα ειπεί, κάτι που δεν υπόκειται σε καμιά εξάρτηση, άρα αιώνιο, παγκόσμιο,
τέλειο).
«Τίποτε ιερό» δε θα ειπεί, βέβαια, πως η διαλεχτική τα
περιφρονεί όλα. Κάθε άλλο. Ιερό είναι το πράμα εκείνο, που το θεωρούμε
αναλλοίωτο, που δεν επιτρέπεται να το αγγίζουμε, ούτε να το κρίνουμε και να το
συζητήσουμε, που μόνο να σεβόμαστε πρέπει. Π.χ. η κεφαλαιοκρατική κοινωνία είναι «ιερή» λένε. Έ λοιπόν η διαλεχτική μας
δείχνει, πως κανένα πράμα δε γλυτώνει από την κίνηση, από την αλλαγή,
από τις μεταμορφώσεις στην πορεία της Ιστορίας.
«Όλα τα πράματα κλείνουν μέσα τους την παρακμή» θα ειπεί
όλα είναι ετοιμόρροπα, όλα γερνούν και πέφτουν και δεν μπορεί παρά να
εξαφανίζονται. Η διαλεχτική μας δείχνει, πως ό,τι γερνάει και παρακμάζει, δεν έχει, λόγο να εξακολουθεί
να υπάρχει άρα είναι προορισμένο να χαθεί. Ό,τι είναι σήμερα νεαρό, γίνεται
γέρικο. Ό,τι υπάρχει σήμερα στη ζωή, αύριο πεθαίνει, και το μόνο που υπάρχει, για
τη διαλεχτική, είναι η αδιάκοπη εσωπορεία του «γίνομαι» και του «μεταβαίνω».
Ώστε αντικρίζω από διαλεχτική άποψη θα ειπεί, τίποτε δε
θεωρώ αιώνιο, εκτός από την αλλαγή. Θα ειπεί, πως κανένα πράμα, όπως κιάν
είναι, δε το θεωρώ αιώνιο, εκτός από το «γίνομαι».
Μα τι είναι αυτό το «γίνομαι» που μας λέει ο Ένγκελς στον
ορισμό που μας έδωσε;
Είδαμε πως το μήλο έχει την ιστορία του. Ας πάρουμε τώρα
ένα άλλο παράδειγμα, το μολύβι. Κι αυτό έχει την ιστορία του. Το μεταχειρισμένο
και φθαρμένο τούτο μολύβι, ήταν κάποτε καινούργιο. Το ξύλο του βγήκε από κάποιο
σανίδι και το σανίδι αυτό βγήκε από κάποιο δέντρο. Ώστε και το μήλο και το
σανίδι έχουν το καθένα τη δική του ιστορία, πιστεύουμε, πως και το ένα και το
άλλο δεν ήσαν πάντοτε ό,τι είναι τώρα. Υπάρχει τάχα στις δυό αυτές ιστορίες,
καμιά διαφορά αναμεταξύ τους; Και βέβαια υπάρχει.
Το άγουρο μήλο έγινε ώριμο. Μπορούσε, αν τίποτε δεν
αντίκοβε την πορεία του, από άωρο που ήταν, να μη γίνει ώριμο; Όχι, έπρεπε
να ωριμάσει, όπως και όταν πέσει κάτω στο χώμα, πρέπει να σαπίσει,
πρέπει να πάθει αποσύνθεση, πρέπει τα κουκούτσια του να ξεφύγουν. Ενώ το
δέντρο, απ όπου βγήκε το μολύβι, μπορούσε να μη γίνει σανίδι, και το
σανίδι μπορούσε να μη γίνει μολύβι, και το μολύβι μας μπορεί να
μείνει ολόκληρο, μπορεί να μην το ξύσουμε.
Διαπιστώνουμε λοιπόν μια διαφορά. Στην ιστορία του μήλου
βλέπουμε πως το άγουρο μήλο, αν δεν παρουσιαστεί κανένα εμπόδιο, γίνεται
μόνο του ώριμο, και το λουλούδι της μηλιάς αυτό είναι που έγινε μήλο. Τη μια
λοιπόν φάση τη διαδέχεται αναγκαστικά αναπόφευχτα η άλλη. Αντίθετα στην
ιστορία του μολυβιού, το δέντρο μπορεί να μη γίνει σανίδι, και το σανίδι μπορεί
να μη γίνει μολύβι, και το μολύβι μπορεί να μη το ξύουμε. Τη μια λοιπόν φάση μπορεί
να μην την ακολουθήσει η άλλη. Η ιστορία του μολυβιού περνάει απ’ όλες
αυτές τις φάσεις, χάρη στην ξένη επέμβαση, χάρη στην επέμβαση του ανθρώπου.
Στην ιστορία του μήλου η μια φάση διαδέχεται την
άλλη, γιατί από την πρώτη φάση βγαίνει η δεύτερη, από τη δεύτερη η τρίτη κ.τ.λ. Εδώ έχουμε το «γίνομαι» που μας λέει ο
Ένγκελς. Στην ιστορία όμως του μολυβιού η μια φάση μπαίνει δίπλα στην άλλη,
χωρίς να βγαίνει η μια από την άλλη. Το μήλο λοιπόν ακολουθεί τη φυσική
εσωπορεία του[7].
3. Η εσωπορεία
[το προτσές]
(Η εσωπορεία, το προτσές. Η λέξη «προτσές» - από το λατινικό ρήμα «procedure» προχωρώ, - κυριολεχτικά θα
ειπεί: προχώρημα, πορεία προς τα εμπρός, ανάπτυξη).
Ποιος είναι ο λόγος που το άωρο μήλο γίνεται ώριμο; Η αιτία
είναι αυτά που έχει μέσα του. Η αιτία είναι οι εσωτερικές αλληλουχίες. Αυτές το
σπρώχνουν να ωριμάσει. Επειδή λοιπόν το μήλο ήταν μήλο πριν ακόμη ωριμάσει,
γι αυτό δεν μπορούσε να μην ωριμάσει.
Όταν εξετάζουμε το λουλούδι της μηλιάς, που θα γίνει μήλο,
και έπειτα το άωρο μήλο, που θα γίνει ώριμο, διαπιστώνουμε πως τις εσωτερικές
αυτές αλληλουχίες του, που σπρώχνουν το μήλο στην εξέλιξή του, τις βάζουν σε
ενέργεια κάποιες εσωτερικές δυνάμεις, ο αυτοδυναμισμός, όπως τον
ονομάζουν, του μήλου. Αυτοδυναμισμός θα ειπεί δύναμη που βρίσκεται μέσα στο
ίδιο το πράμα.
Όταν το μολύβι ήταν ακόμη σανίδι, χρειάστηκε να επέμβει ο
άνθρωπος και να το κάνει το σανίδι να γίνει μολύβι. Το σανίδι ποτέ δε θα
μπορούσε να μεταμορφωθεί μόνο του σε μολύβι. Δεν υπάρχει μέσα στο σανίδι
εσωτερική δύναμη, δεν υπάρχει αυτοδυναμισμός, δεν υπάρχει εσωπορεία. Όποιος
λοιπόν λέει διαλεχτική, δε λέει μόνο κίνηση, λέει αυτοδυναμισμό, αυτοκινησία.
Βλέπουμε λοιπόν, πως η διαλεχτική κίνηση κλείνει μέσα της
την εσωπορεία, τον αυτοδυναμισμό, κι αυτό είναι το ουσιαστικό της γνώρισμα.
Γιατί, κάθε κίνηση και αλλαγή δεν είναι διαλεχτική. Ας πάρουμε ένα ψύλο να τον
μελετήσουμε με τη διαλεχτική άποψη. Θα διαπιστώσουμε, πως ούτε ήταν πάντοτε
ούτε θα είναι πάντοτε, ό,τι είναι τώρα. Αν όμως τον τσακίσουμε εμείς, θα πάθει,
βέβαια, ο ψύλος μας μια αλλαγή, μα η αλλαγή τούτη είναι διαλεχτική; Όχι, γιατί
αν δεν είχαμε επέμβει εμείς, ο ψύλος δε θα τσακιζόταν μόνος του. Η αλλαγή λοιπόν τούτη είναι
μηχανική, και όχι διαλεχτική.
Πρέπει λοιπόν να προσέχουμε πολύ, άμα μιλάμε για τη
διαλεχτική αλλαγή. Σκεπτόμαστε, πως αν η γη εξακολουθήσει να υπάρχει, την
κεφαλαιοκρατική κοινωνία θα τη διαδεχτεί η σοσιαλιστική, και έπειτα η
κομμουνιστική κοινωνία. Η αλλαγή τούτη είναι διαλεχτικές Αν όμως η γη
ανατιναχτεί στον αέρα, και πάλι θα εξαφανιστεί η κεφαλαιοκρατική κοινωνία. Μα η
δεύτερη αλλαγή δεν είναι αυτοδυναμική, είναι μηχανική αλλαγή.
Ας πάμε τώρα αλλού. Διαπιστώνουμε, πως υπάρχει μηχανική
πειθαρχία και αυτοδυναμική πειθαρχία. Αυτοδυναμική είναι η πειθαρχία, άμα τη
δεχόμαστε με την ελεύτερη συγκατάνευσή μας, άμα πηγάζει δηλαδή από το φυσικό
της περίγυρο. Ενώ η μηχανική πειθαρχία δεν είναι φυσική, μας επιβάλλεται απ’
έξω. Είναι η πειθαρχία, που μας επιβάλλουν προϊστάμενοι, που διαφέρουν από μας,
που μας διατάσσουν. (Καταλαβαίνουμε τώρα πόσο η όχι μηχανική, η αυτοδυναμική
πειθαρχία δεν είναι προσιτή ούτε πραγματοποιήσιμη σε όλες τις οργανώσεις).
Πρέπει λοιπόν να
αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε μηχανικά τη διαλεχτική μέθοδο. Η τάση αυτή μας
έρχεται από τη συνήθειά μας να σκεπτόμαστε μηχανικά. Δεν πρέπει να λέμε και να
ξαναλέμε σαν παπαγάλοι, πως τα πράματα αλλάζουν, πως δεν ήσαν πάντοτε ό,τι
είναι τώρα. Αν λέμε τη φράση αυτή και αν θέλουμε να είμαστε αληθινά
διαλεχτικοί, χρέος έχουμε να ερευνήσουμε και να βρούμε τι ήσαν τα πράματα πριν.
Γιατί η φράσεις μας αυτές δεν είναι το τέρμα ενός συλλογισμού, είναι η αρχή για
τη μελέτη μας, είναι η αφετηρία για να ψάξουμε και να εξακριβώσουμε σε όλες τις
λεπτομέρειες τι ήσαν τα πράματα πριν.
Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν, έκαναν μακρόχρονες και
ακριβολογημένες μελέτες, για να ιδούν, τι ήταν πριν απ’ αυτούς η
κεφαλαιοκρατική κοινωνία. Παρατήρησαν προσεχτικά και τις πιο ελάχιστες
λεπτομέρειες για να σημειώσουν τις διαλεχτικές αλλαγές της. Ο Λένιν, για να
περιγράψει και να κρίνει τις αλλαγές της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, για να
αναλύσει το ιμπεριαλιστικό της στάδιο, έκανε τις πιο ακριβολογημένες έρευνες,
και συμβουλεύτηκε παραπολλές στατιστικές.
Άμα μιλάμε για αυτοδυναμισμό, ποτέ δεν πρέπει να πετάμε στα
ελαφρά τη λέξη τούτη, ποτέ δεν πρέπει να κάνουμε φιλολογία. Το χρέος μας είναι
να χρησιμοποιούμε τη λέξη τούτη, μα βαθιά συναίστηση και για όσους
καταλαβαίνουν πέρα για πέρα τη σημασία της.
Τέλος, αφού ιδούμε, μελετώντας ένα πράμα, ποιες είναι οι
αυτοδυναμικές του αλλαγές, και αφού σημειώσουμε ποια αλλαγή διαπιστώσαμε, δεν
τελειώσαμε. Πρέπει να ερευνήσουμε ακόμη, και να βρούμε, από πού πηγάζει ο
αυτοδυναμισμός της. Βλέπουμε λοιπόν καθαρά πόσο στενά είναι δεμένες η μια με
την άλλη, η διαλεχτική, η έρευνα και οι επιστήμες.
Η διαλεχτική δεν είναι ένα μέσο να εξηγήσουμε και να
γνωρίσουμε τα πράματα, χωρίς να τα έχουμε πρώτα μελετήσει. Η διαλεχτική είναι η μέθοδος να μελετάμε καλά
τα πράματα, και να κάνουμε σωστές και καλές παρατηρήσεις με τη συστηματική
έρευνα που πρέπει να κάνουμε για να βρούμε την αρχή και το τέλος τους, από πού δηλαδή έρχονται και που πηγαίνουν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙ
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΝΟΜΟΣ:
Η ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ
1. Η αλληλουχία στις εσωπορείες
2. Οι τρεις μεγάλες ανακαλύψεις στο 19ο αιώνα.
α! Πρώτη
ανακάλυψη : Το ζωντανό κύτταρο και η ανάπτυξή του
β!
Δεύτερη ανακάλυψη: Η μετατροπή της ενέργειας
γ! Τρίτη
ανακάλυψη : Η εξέλιξη στον άνθρωπο και στα ζώα.
3. Η ιστορική εξέλιξη, η προοδευτική, η ελικοτή
(σπειροϊκή)
4. Συμπέρασμα
|
1. Η αλληλουχία
στις εσωπορείες
Είδαμε, εξετάζοντας την ιστορία του μήλου, τι είναι η
εσωπορεία. Ας ξαναγυρίσουμε στο παράδειγμά μας τούτο. Ζητήσαμε να βρούμε, από
πού έρχεται το μήλο, και υποχρεωθήκαμε στην έρευνά μας να ανατρέξουμε ως τη
μηλιά. Μα μόλις φτάσαμε, παρουσιάζεται μπροστά μας το ίδιο πρόβλημα και για τη
μηλιά. Η έρευνα για το μήλο μας οδήγησε στην έρευνα για την καταγωγή κι τη
μοίρα της μηλιάς. Από πού λοιπόν έρχεται η μηλιά; Από το μήλο. Από ένα μήλο, που
έπεσε κάτω στο χώμα και σάπισε, και που από τα κουκούτσια του ξεφύτρωσε ένα
βλαστάρι. Η έρευνα τούτη μας οδηγεί να εξετάσουμε μέσα σε ποιες συνθήκες από τα
κουκούτσια να ξεφυτρώσει το βλαστάρι, μας υποχρεώνει δηλαδή να μελετήσουμε το
έδαφος, την επίδραση του ήλιου, τον αέρα κ.τ.λ. Έτσι ξεκινήσαμε από το μήλο και
φτάσαμε στο έδαφος. Στην έρευνά μας περάσαμε από την εσωπορεία του μήλου, στην
εσωπορεία της μηλιάς, κι αυτή με τη σειρά της μας έφερε στον άλλο κρίκο της
αλυσίδας, στην εσωπορεία του εδάφους. Έχουμε λοιπόν μπροστά μας μια αλυσίδα μια
«αλληλουχία στις εσωπορείες» όπως την ονομάζουν. Ώστε μπορούμε, τώρα να
διατυπώσουμε και να αναλύσουμε το δεύτερο νόμο της διαλεχτικής, το νόμο της
αλληλεπίδρασης. Μα, ας πάρουμε, έπειτα από το μήλο και ένα δεύτερο παράδειγμα
για την αλληλουχία στις εσωπορείες: το Εργατικό Πανεπιστήμιο στο Παρίσι[8]
Αν μελετήσουμε το εκπαιδευτικό τούτο ίδρυμα από διαλεχτική
άποψη, θα ερευνήσουμε πρώτα από πού γεννήθηκε, και θα έχουμε την απάντηση: Το
φθινόπωρο του 1932 ορισμένοι σύντροφοι σε σύσκεψή τους αποφάσισαν να ιδρύσουν
στο Παρίσι ένα Εργατικό Πανεπιστήμιο, με σκοπό τη διδασκαλία του μαρξισμού
στους εργάτες. Μα πως τους κατέβηκε η ιδέα να διδάξουν το μαρξισμό; Ολοφάνερο,
επειδή ο μαρξισμός υπάρχει. Μα τότε λοιπόν, από πού γεννήθηκε ο μαρξισμός;
Βλέπουμε, πως η αλληλουχία στις εσωπορείες μας σπρώχνει να
κάνουμε εξονυχιστική και ολοκληρωτική έρευνα. Μα προχωρούμε και πιο πέρα. Στην
έρευνά μας για την καταγωγή του μαρξισμού, θα φτάσουμε να διαπιστώσουμε, πως η
θεωρία τούτη έχει γίνει η συνείδηση του προλεταριάτου. Βλέπουμε λοιπόν –είτε
είμαστε υπέρ, είτε εναντίον στο μαρξισμό-πως υπάρχει το προλεταριάτο. Και να
μπροστά μας το πρόβλημα: από πού
γεννήθηκε το προλεταριάτο;
Ξέρουμε, πως το προλεταριάτο γεννήθηκε από ένα ορισμένο
οικονομικό σύστημα, από τον κεφαλαιοκρατισμό. Ξέρουμε ακόμη πως η κοινωνία
χωρίστηκε σε τάξεις, και πως η πάλη των τάξεων δε γεννήθηκε από το μαρξισμό,
όπως ισχυρίζονται οι αντίπαλοί μας. Αντίθετα ο μαρξισμός είναι εκείνος που διαπιστώνει την πάλη των τάξεων, και αντλεί τη δύναμή του
μέσα από το προλεταριάτο, που ύπαρχε κιόλας.
Ώστε από εσωπορεία σε εσωπορεία, φτάνουμε να εξετάσουμε
μέσα σε ποιες συνθήκες υπάρχει ο κεφαλαιοκρατισμός. Έχουμε λοιπόν μπροστά μας
μια αλυσίδα από εσωπορείες, που μας αποδείχνει πως όλα επενεργούν το ένα στο
άλλο. Αυτός είναι ο νόμος της αλληλεπίδρασης[9].
Για συμπέρασμα από τα δυό μας παραδείγματα – το μήλο και το
Εργατικό Πανεπιστήμιο στο Παρίσι- ας ιδούμε πως θα τα είχε ερευνήσει ο οπαδός
της μεταφυσικής μεθόδου.
Στο πρώτο παράδειγμα, στο μήλο, δε θα μπορούσε παρά να
θέσει και ο μεταφυσικός το πρόβλημα : «από πού έρχεται το μήλο»; Και θα ήταν
ικανοποιημένος με την απάντηση : «Το μήλο έρχεται από τη μηλιά». Και δε θα
προχωρούσε παραπέρα. Στο δεύτερο παράδειγμα, το Εργατικό Πανεπιστήμιο, θα ήταν
ικανοποιημένος να ειπεί, πως ιδρύθηκε από μια ομάδα ανθρώπους, που θέλουν να
«διαφθείρουν το γαλλικό λαό» ή άλλες παρόμοιες μωρολογίες.
Ο οπαδός όμως της διαλεχτικής, αυτός, αντίθετα, βλέπει όλη
την αλληλουχία στις εσωπορείες, που καταλήγουν η μια στο μήλο, και η άλλη στο Εργατικό Πανεπιστήμιο. Ο διαλεχτικός
ξανασυνδέει κάθε ιδιαίτερο περιστατικό, κάθε λεπτομέρεια με το σύνολο.
Ξανασυνδέει το μήλο με τη μηλιά, και προχωρώντας την
αλυσίδα, φτάνει ως τη φύση στο σύνολό της. Το μήλο είναι καρπός όχι μόνο της
μηλιάς, είναι επίσης ο καρπός ολόκληρης της φύσης. Και το Εργατικό Πανεπιστήμιο
είναι, βέβαια, γέννημα του προλεταριάτου, μα είναι επίσης ο «καρπός» της
κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας.
Βλέπουμε λοιπόν, πως, ενώ ο μεταφυσικός θεωρεί τον κόσμο
σαν ένα σύνολο από αμετάβλητα, πάγια πράματα, αντίθετα ο διαλεχτικός τον
αντικρίζει σαν ένα σύνολο από εσωπορείες. Και αν η διαλεχτική άποψη είναι σωστή
για τη φύση και για τις επιστήμες, είναι επίσης σωστή και για την έρευνα της
κοινωνίας.
«Η παλιά μέθοδος της
σκέψης και της έρευνας, που ο Χέγκελ ονομάζει «η μεταφυσική μέθοδος», και που η
προτίμησή της ήταν να θεωρεί τα πράματα σαν αντικείμενα πάγια, μια για πάντα
δοσμένα και που απ’ αυτή την άποψη καταγινόταν να τα μελετάει – είχε, στην
εποχή της, τη σπουδαία ιστορική της δικαιολόγιση»[10]
Αντίκριζαν λοιπόν την εποχή εκείνη όλα τα πράματα – κι απ’
αυτή την άποψη τα μελετούσαν – καθώς και την κοινωνία σαν ένα σύνολο από «μια
για πάντα δοσμένα και πάγια αντικείμενα» που ούτε αλλάζουν, ούτε, ιδιαίτερα
μάλιστα η κοινωνία, είναι προορισμένα να εξαφανιστούν.
Ο Ένγκελς τονίζει τη βασική ουσιαστική σημασία της
διαλεχτικής. Μας λέει:
«Σύμφωνα με τη
σπουδαία τούτη θεμελιακή αντίληψη δεν πρέπει να θεωρούμε τον κόσμο σαν ένα
σύμπλεγμα από τελειωμένα έτοιμα πράματα. Για τη διαλεχτική ο κόσμος
είναι ένα σύμπλεγμα από εσωπορείες, όπου και τα πράματα, φαινομενικά
πάγια, και οι νοητικές τους εικόνες μέσα στο μυαλό μας, οι ιδέες δηλαδή,
αδιάκοπα αλλάζουν, αδιάκοπα βαδίζουν από τη γέννηση στο μαρασμό και τη φθορά,
και όπου τελικά, παρ’ όλα τα τυχαία λοξοδρομήματα[11],παρ’
όλες τις συμπτωματικότητες και παρ’ όλα τα στιγμιαία πισωγυρίσματα, κατορθώνει
ν’ ανοίξει το δρόμο της η προοδευτική εξέλιξη»[12]
Ούτε λοιπόν την κεφαλαιοκρατική κοινωνία δεν πρέπει να τη
θεωρήσουμε σαν ένα «σύμπλεγμα από τελειωμένα έτοιμα πράματα». Αντίθετα και αυτή
πρέπει να τη αντικρίσουμε, - κι απ’ αυτή την άποψη να τη μελετήσουμε- σαν ένα
σύμπλεγμα από εσωπορείες.
Οι μεταφυσικοί το βλέπουν, βέβαια, πως η κεφαλαιοκρατική
κοινωνία δεν ήταν πάντοτε και δέχονται ακόμη, πως έχει την ιστορία της, φρονούν
όμως, πως με την εμφάνισή της σταμάτησε οριστικά η κοινωνία να εξελίσσεται και θα μείνει από κει και πέρα «πάγια και
αμετάβλητη». Θεωρούν όλα τα πράματα τελειωμένα πια, και όχι αφετηρία για μια
καινούργια εσωπορεία, για μια καινούργια αυτοδυναμική αλλαγή. Η δημιουργία του
κόσμου από το Θεό, όπως μας τη διηγείται η Παλαιά Διαθήκη, είναι μια ερμηνεία
του κόσμου, και μας τον παρουσιάζει σαν ένα σύνολο από τελειωμένα και πάγια
πράματα. Ο Θεός έκανε κάθε μέρα μια τελειωμένη δουλειά. Έπλασε τα φυτά,
τα ζώα, τον άνθρωπο μια για πάντα. Από δω βγήκε η θεωρία του ακινητισμού (fixisme)(της
αμεταβλητότητας).
Η διαλεχτική όμως βλέπει και κρίνει με αντίθετο τρόπο. Δε
θεωρεί τα πράματα «πάγια και αμετάβλητα αντικείμενα». Αντίθετα τα βλέπει να
βρίσκονται σε «κίνηση». Για τη διαλεχτική κανένα πράμα δεν είναι τελειωμένο.
Αντίθετα είναι το τέρμα μιας εσωπορείας και η αρχή μιας άλλης εσωπορείας,
πάντοτε βαδίζει το δρόμο της αλλαγής και της εξέλιξης. Γι αυτό το λόγο είμαστε
τόσο βέβαιοι, πως και η κεφαλαιοκρατική κοινωνία θα αλλάξει και θα γίνει
σοσιαλιστική. Αφού τίποτε δεν είναι οριστικά αποτελειωμένο, και η
κεφαλαιοκρατική κοινωνία είναι το τέρμα μιας εσωπορείας, και θα τη διαδεχτεί η
σοσιαλιστική, και τούτη έπειτα η κομμουνιστική, και έτσι συνέχεια. Υπάρχει
λοιπόν και θα υπάρχει ασταμάτητη εξέλιξη.
Προσοχή όμως να μη θεωρήσουμε μοιρολατρική τη διαλεχτική,
ώστε να έχει κανείς το δικαίωμα να προβάλει σαν συμπέρασμα το επιχείρημα «αφού
λοιπόν είστε τόσο βέβαιοι, πως θα γίνει η αλλαγή που επιθυμείτε, γιατί τότε
αγωνίζεστε;» Γιατί, όπως λέει ο Μαρξ, «Για να ξαναγεννηθεί η σοσιαλιστική
κοινωνία, χρειάζεται και κάποιος μάμμος». Να γιατί είναι αναγκαία η επανάσταση,
η δράση.
Δεν είναι τόσο απλά τα πράματα. Δεν πρέπει να λησμονούμε τα
ρόλο του ανθρώπου. Οι άνθρωποι με τη δράση τους μπορούν να επιταχύνουν ή να
επιβραδύνουν τη μεταμόρφωση αυτή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. (θα
ξαναπιάσουμε το ζήτημα τούτο στο XIV κεφάλαιο, όταν θα μιλήσουμε για τον «ιστορικό υλισμό»).
Εκείνο λοιπόν που διαπιστώνουμε τώρα, είναι, πως μέσα σε
όλα τα πράματα υπάρχει αλληλουχία σε εσωπορείες, και πως αυτές μπαίνουν σε
κίνηση από την εσωτερική μέσα στα πράματα δύναμη, από τον αυτοδυναμισμό. Για τη
διαλεχτική, και επιμένουμε στο σημείο τούτο, τίποτε δεν είναι τελειωμένο.
Η εξέλιξη, που βαδίζουν τα πράματα,- έτσι πρέπει να την αντικρίσουμε- δεν έχει
ποτέ τελική σκηνή. Μέσα στο θέατρο του κόσμου, στο τέλος κάθε έργου αρχίζει η
πρώτη πράξη ενός άλλου. Ή για να το ειπούμε καλύτερα, η πρώτη πράξη του νέου
έργου, είχε κιόλας αρχίσει στην τελευταία πράξη του προηγούμενου.
2. Οι τρεις
μεγάλες ανακαλύψεις στο 19ο αιώνα
Οι επιστημονικές ανακαλύψεις στο 19ο αιώνα, όπως
είπαμε[13], έδωσαν
το μεγάλο χτύπημα στη μεταφυσική αντίληψη για τον κόσμο, και υποχρέωσαν τους
επιστήμονες, έπειτα το Μαρξ και τον Ένγκελς να την παρατήσουν και να
αντικρίζουν τα πράματα μέσα στη διαλεχτική τους κίνηση. Τρείς προπάντων μεγάλες
ανακαλύψεις της εποχής εκείνης, τις τονίζει ο Ένγκελς στο έργο του «Λουδοβίκος
Φόυερμπαχ» είναι εκείνες που έκαναν να προοδέψει η διαλεχτική[14].
α! Πρώτη ανακάλυψη: Το ζωντανό κύτταρο και η ανάπτυξή
του[15]:
Πριν από την ανακάλυψη τούτη, οι επιστήμονες ξεκινούσαν από
τον (fixisme) ακινητισμό, και επάνω σ’ αυτή τη θεωρία
βάσιζαν την έρευνά τους. Θεωρούσαν τα είδη ξένα το ένα από το άλλο. Και κάτι
ακόμη: Ξεχώριζαν απότομα και οριστικά το βασίλειο των ζώων από το βασίλειο των
φυτών.
Ανακαλύπτεται όμως το ζωντανό κύτταρο. Η ανακάλυψη αυτή
επιτρέπει πια να καθοριστεί με περισσότερη ακριβολογία η ιδέα της «εξέλιξης»
που την είχαν κιόλας συλλάβει και εξαγγείλει οι φιλόσοφοι και επιστήμονες στο
18ο αιώνα. Μας άνοιξε το δρόμο να καταλάβουμε, πως η ζωή είναι μια
αλυσίδα από διαδοχικούς θανάτους και γεννήσεις και μας έδειξε πως κάθε ζωντανό
πλάσμα είναι μια οργάνωση από κύτταρα. Η διαπίστωση τούτη γκρεμίζει λοιπόν κάθε
μεσότοιχο, που είχαν στήσει ανάμεσα στα ζώα και στα φυτά, και αποδιώχνει έτσι
μακριά τη μεταφυσική αντίληψη.
β! Δεύτερη ανακάλυψη: η μετατροπή της ενέργειας:
Άλλοτε η επιστήμη πίστευε, πως ο ήχος, η θερμότητα, το φως
ήσαν ολότελα ξένα, το ένα από το άλλο. Ανακάλυψαν όμως, πως όλα αυτά τα διάφορα
φαινόμενα μπορούν να μεταμορφωθούν το ένα στο άλλο. Έγινε φανερό λοιπόν πως
υπάρχουν αλληλουχίες από εσωπορείες (από αυτοδυναμικές αλλαγές) όπως στη
ζωντανή ύλη, έτσι και στην ανόργανη ύλη. Η ανακάλυψη τούτη έδωσε ένα
ακόμη χτύπημα στο μεταφυσικό αντίκρισμα.
γ! Τρίτη ανακάλυψη: Η εξέλιξη στον άνθρωπο και στα ζώα:
Ο Ντάρβιν (Darwin)
μας λέει ο Ένγκελς, απόδειξε, πως όλα τα ζωντανά πλάσματα είναι το τέρμα, όπου
καταλήγουν έπειτα από μακρόχρονη εσωπορεία στην ανάπτυξή τους μικρά,
μονοκύτταρα στην αρχή, σπέρματα (germs). Όλα λοιπόν κατάγονται από το κύτταρο και αναπτύσσονται
έπειτα από μακρόχρονη εσωπορεία[16].
Και ο Ένγκελς καταλήγει στο συμπέρασμα, πως, χάρη στις
τρεις αυτές μεγάλες ανακαλύψεις, μπορούμε να παρακολουθήσουμε την αλληλουχία σε
όλα τα φυσικά φαινόμενα και μέσα στο εσωτερικό του κάθε τομέα, μα ακόμη και ανάμεσα
στους διάφορους τομείς.
Ώστε –αυτό είναι το συμπέρασμά μας – οι επιστήμες είναι
εκείνες, που μας έδωσαν το δικαίωμα να διατυπώσουμε το δεύτερο νόμο της
διαλεχτικής, το νόμο της αλληλεπίδρασης.
Ανάμεσα στο βασίλειο των ζώων, το βασίλειο των φυτών και τα
ορυχτά δεν υπάρχει απότομος χωρισμός, υπάρχουν μόνο εσωπορείες. Όλα δένονται το
ένα με το άλλο. Και η αλήθεια τούτη ισχύει και για την κοινωνία. Οι διάφορες
κοινωνίες που εμφανίστηκαν μέσα στην πορεία της ιστορίας της ανθρωπότητας,
αποτελούν μια αλυσίδα, και η καθεμιά με εσωτερική αλληλουχία βγαίνει με
αναγκαιότητα από την προηγούμενή της.
Πρέπει, λοιπόν να κρατήσουμε καλά στο μυαλό μας, πως, την
επιστήμη, τη φύση, την κοινωνία πρέπει να τις βλέπουμε σα μια αλυσίδα από
εσωπορείες, και ο κινητήρας που βάζει σε κίνηση την αλληλουχία αυτή, είναι ο
αυτοδυναμισμός.
3. Η ιστορική
εξέλιξη, ή η προοδευτική σπειροϊκή (;) ελικοτή (;) εξέλιξη
Ας ξανακοιτάξουμε από πιο κοντά την εσωπορεία που τώρα δα
αρχίσαμε να γνωρίζουμε. Ξαναπαίρνουμε το μήλο. Βλέπουμε, πως το μήλο είναι το
αποτέλεσμα μιας αλληλουχίας από εσωπορείες. Βλέπουμε πως το μήλο παράγεται από
τη μηλιά, και η μηλιά από το μήλο. Θα μπορούσαμε λοιπόν να σκεφτούμε, πως
έχουμε μπροστά μας ένα φαύλο κύκλο, πως ερχόμαστε και ξαναγυρίζουμε στο ίδιο
σημείο, απ’ όπου ξεκινήσαμε. Μηλιά- μήλο. Μήλο- μηλιά. Το ίδιο, αν πάρουμε για
παράδειγμα το αυγό κα την κότα. Και εδώ βλέπουμε αυγό-κότα, κότα-αυγό.
Αν μείνουμε με τούτη την εντύπωση, δε θα είχαμε τότε
μπροστά μας μια εσωπορεία, θα είχαμε μόνον ένα κύκλο, θα ξαναγυρίζαμε στο ίδιο
σημείο, στην αφετηρία μας. Η φαινομενική τούτη εντύπωση γέννησε άλλωστε την
ιδέα για το «αιώνιο ξαναγύρισμα»
Μα ας ιδούμε το πρόβλημά μας πιο προσεχτικά: Βλέπουμε
1. Το μήλο
2. Το μήλο πέφτει στο χώμα, παθαίνει αποσύνθεση, και
γεννάει μια μηλιά, ή περισσότερες μηλιές.
3. Κάθε μηλιά
δεν παράγει ένα μήλο, παράγει πολλά μήλα.
Δεν ξαναγυρίζουμε λοιπόν στο ίδιο σημείο, απ’ όπου
ξεκινήσαμε. Ξαναγυρίζουμε βέβαια στο μήλο, μα ο κύκλος που διαγράψαμε ανέβηκε
σε ένα άλλο ανώτερο επίπεδο.
Ας ξεκινήσουμε τώρα από τη μηλιά:
1. Η μηλιά
παράγει
2. Μήλα, και
τα μήλα τούτα θα μας δώσουν
3. Πολλές
μηλιές.
Και εδώ ξαναγυρίζουμε στη μηλιά, μα ο ορίζοντας πλάτυνε,
ο κύκλος μας ανέβηκε σε ανώτερο επίπεδο. Δεν έχουμε λοιπόν να κάνουμε με φαύλο
κύκλο, όπως η φαινομενική εντύπωσή μας μάς σπρώχνει να πιστέψουμε. Έχουμε
μπροστά μας εσωπορειακή εξέλιξη, έχουμε την ιστορική, όπως την
ονομάζουμε εξέλιξη. Η ιστορία δείχνει, πως ο χρόνος δεν περνάει χωρίς ν’
αφήσει ίχνη. Ο χρόνος περνάει, μα δεν έχουμε τα ίδια ξαναγυρίσματα. Στον κόσμο,
στη φύση, στην κοινωνία η εξέλιξη είναι ιστορική, διαγράφει κύκλους, που ο ένας βρίσκεται σε
ανώτερο επίπεδο από τον άλλο, όπως τα επίπεδα της σπείρας. Γι αυτό στη
φιλοσοφική γλώσσα της δίνουμε και το όνομα ελικοτή εξέλιξη (σπειραϊκή – en spiral)
Χρησιμοποιούμε την εικόνα αυτή τη σπείρα, για να
αντιληφτούμε καλύτερα την εσωπορεία της εξέλιξης. Είναι μια παραβολή, που
εικονίζει το τι γίνεται στην πραγματικότητα, μας δείχνει καθαρά, πως τα πράματα
εξελίσσονται και η εσωπορεία της εξέλιξής τους είναι κυκλική, δεν ξαναγυρίζουν
όμως στο σημείο, απ’ όπου ξεκίνησαν, ξαναγυρίζουν, μα λίγο παραπάνω, σε ένα
άλλο ανώτερο επίπεδο. Οι κύκλοι που διαγράφουν ολοένα ανεβαίνουν, είναι
ελικοτοί ,σπειραϊκοί όπως και στη σπείρα.
Ώστε ο κόσμος, η φύση, η κοινωνία έχουν ιστορική σπειραϊκή
ή ελικοτή εξέλιξη, και εκείνο που βάζει σε κίνηση την εξέλιξή τους, να μην το
λησμονάμε, είναι ο αυτοδυναμισμός τους.
4.Συμπέρασμα
Εξετάσαμε στα δυό προηγούμενα κεφάλαια, τους δυό πρώτους
νόμους της διαλεχτικής, το νόμο για την κίνηση και αλλαγή, και το νόμο της
αλληλεπίδρασης. Και ήταν τούτο απαραίτητο. Δε θα μπορούσαμε αλλιώς να
καταπιαστούμε με τον τρίτο νόμο της αντίφασης, και η μελέτη του τρίτου νόμου θα
μας βοηθήσει αποτελεσματικά να καταλάβουμε τον αυτοδυναμισμό, να ιδούμε δηλαδή
ποια είναι η δύναμη, που βάζει σε κίνηση «τη διαλεχτική αλλαγή».
Στο πρώτο κεφάλαιο (το Χ) που αφιερώσαμε στη μελέτη της
διαλεχτικής, είδαμε για ποιο λόγο
κυριάρχησε τόσους αιώνες η μεταφυσική αντίληψη. Είδαμε ακόμη και για ποιο λόγο
ο υλισμός στο 18ο αιώνα ήταν μεταφυσικός. Καταλαβαίνουμε καλύτερα
τώρα, έπειτα από τη γοργή ματιά που ρίξαμε στις τρείς μεγάλες ανακαλύψεις στο
19ο αιώνα – αυτές, είπαμε, άνοιξαν το δρόμο να εξελιχτεί ο υλισμός
και να γίνει διαλεχτικός- για ποιο λόγο η φιλοσοφία τούτη δεν μπορούσε παρά να
περάσει, μέσα στη μακρόχρονη ιστορία της, από τα τρία, γνωστά τώρα, μεγάλα
στάδια: α! στάδιο: Ο υλισμός στην αρχαία εποχή – θεωρία για τα άτομα. β!
στάδιο: Ο υλισμός στο 18ο αιώνα- μηχανικός και μεταφυσικός. Ο
υλισμός τούτος καταλήγει στο γ! στάδιο, στο διαλεχτικό υλισμό.
Βεβαιώσαμε πολλές φορές πως ο υλισμός γεννήθηκε από τις
επιστήμες και είναι στενά δεμένος μαζί τους. Βλέπουμε τώρα, έπειτα από τα τρία τελευταία κεφάλαια, πόσο σωστό
είναι τούτο. Είδαμε στη μελέτη μας για τη διαλεχτική κίνηση και αλλαγή και για
το νόμο της αλληλεπίδρασης, πως όλοι μας οι συλλογισμοί και όλα μας τα
πορίσματα βασίζονται επάνω στις επιστήμες.
Σήμερα που η ειδίκευση στην επιστημονική έρευνα έχει τόσο
πολύ προχωρήσει, και οι επιστήμονες –γενικά αγνοούν το διαλεχτικό υλισμό- δεν
μπορούν μερικές φορές να καταλάβουν τη μεγάλη σημασία, που έχουν οι ιδιαίτερες
ανακαλύψεις τους για τις επιστήμες στο σύνολό τους, σήμερα η αποστολή
της φιλοσοφίας – το έργο της, είπαμε, είναι να εξηγήσει τον κόσμο, να μας δώσει
μια απάντηση στα πιο γενικά προβλήματα – και ιδιαίτερα η αποστολή του
διαλεχτικού υλισμού είναι, να συγκεντρώσει όλες τις ιδιαίτερες ανακαλύψεις
κάθε επιστήμης, και να κάνει τη σύνθεσή
τους, για να μας δώσει έτσι μια θεωρία, που θα μας κάνει ολοένα και περισσότερο,
όπως έλεγε ο Ντεκάρ, «κύριους» και καταχτητές της φύσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙΙ
Ο ΤΡΙΤΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ
ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ
Η ΑΝΤΙΦΑΣΗ
1. Η ζωή και ο θάνατος
2. Τα πράματα μετατρέπονται στο αντίθετό τους
3. Κατάφαση, άρνηση, και άρνηση της άρνησης .
4. Σύντομος απολογισμός.
5. Η ενότητα των αντίθετων.
6. Σφάλματα, που πρέπει ν’ αποφύγουμε
7. Πραχτικές συνέπειες
|
Όπως είδαμε, η διαλεχτική μας διδάσκει, πως όλα τα πράματα
βρίσκονται σε αδιάκοπη αλλαγή, πως όλα εξελίσσονται αδιάκοπα, ή αλλιώς, πως όλα
βρίσκονται σε διαλεχτική κίνηση (πρώτος νόμος της)
Η διαλεχτική κίνηση είναι μπορετή, γιατί κάθε πράμα, τη
στιγμή που το αντικρίζουμε και το μελετάμε, είναι το αποτέλεσμα μιας
αλληλουχίας από εσωπορείες, μιας αλληλουχίας δηλαδή από διαδοχικές φάσεις, που
η μια βγαίνει από την άλλη. Προχωρήσαμε όμως στη μελέτη μας και πιο πέρα και
είδαμε, πως η αλληλουχία αυτή από εσωπορείες ξετυλίγεται αναγκαστικά, μέσα στο
χρόνο και γίνεται αναπόφευχτα κίνηση προοδευτική, «παρ’ όλα τα στιγμιαία
πισωγυρίσματα». Την προοδευτική τούτη εξέλιξη την ονομάσαμε «ιστορική» ή «ελικοτή
ή σπειροϊκή εξέλιξη» και ξέρουμε, πως γεννιέται μόνη της, με τον αυτοδυναμισμό
της.
Μα ποιοι είναι οι νόμοι του αυτοδυναμισμού; Ποιοι είναι οι
νόμοι που κανονίζουν να βγαίνει η μια φάση από την προηγούμενή της; Μ’ άλλα
λόγια ποιοι είναι «οι νόμοι της διαλεχτικής κίνησης» όπως τους ονομάζουν;
Η διαλεχτική μας διδάσκει , πως τα πράματα δεν είναι
αιώνια. Όλα, μας λέει, έχουν αρχή και αφού περάσουν στην ώριμη ηλικία τους, όλα
γερνούν και βαδίζουν στο θάνατο. Όλα λοιπόν έχουν το τέλος τους. Όλα τα πράματα
περνούν από τις φάσεις: γέννηση, ωριμότητα, γηρατειά, θάνατος. Μα γιατί είναι
έτσι; Γιατί τα πράματα δεν είναι αιώνια;
Να ένα παλιό πρόβλημα, που συγκίνησε πάντα την ανθρωπότητα.
Για ποιο λόγο ο θάνατος; Δεν καταλαβαίνει κανείς γιατί είναι αναπόφευχτος ο θάνατος,
και οι άνθρωποι μέσα στην πορεία της Ιστορίας, ονειρεύτηκαν την αιώνια ζωή και
αναζήτησαν με πάθος να βρουν τα μέσα ν’ αλλάξουν αυτή την κατάσταση, όπως στο
Μεσαίωνα π.χ. με τα διάφορα μαγικά ποτά – τα ελιξήρια της νεότητας ή της ζωής.
Για ποιο λόγο λοιπόν ό,τι γεννιέται είναι υποχρεωμένο να
πεθαίνει; Να ένας μεγάλος νόμος της διαλεχτικής. Μα για να το καταλάβουμε καλά,
πρέπει να τον φέρουμε σε αντιπαράσταση με τη μεταφυσική.
1. Η ζωή και ο
θάνατος
Όσοι εξετάζουν τα πράματα από τη μεταφυσική άποψη, τα
αντικρίζουν απομονωμένα, χωριστά το καθένα για τον εαυτό του, από τη δική του
το καθένα πλευρά. Η μεταφυσική λοιπόν εξετάζει
τα πράματα μονόπλευρα. Γι αυτό το λόγο μπορούμε να ειπούμε, πως όσοι
αντικρίζουν μονόπλευρα τα πράματα, όλοι τους είναι μεταφυσικοί. Έτσι, όταν μεταφυσικός εξετάζει το φαινόμενο, που
ονομάζουμε ζωή, το εξετάζει χωρίς να το συνδέει με κανένα άλλο. Αντικρίζει τη
ζωή με μονόπλευρο τρόπο, χωριστά μόνη της και για τον εαυτό της. Το ίδιο κάνει και όταν εξετάζει το θάνατο. Θα εφαρμόσει το
μονόπλευρο τρόπο του, και θα καταλήξει να μας ειπεί: η ζωή είναι η ζωή, και ο
θάνατος ο θάνατος. Τίποτε κοινό ανάμεσά τους. Δεν μπορεί κάτι ζωντανό να είναι
ταυτόχρονα και πεθαμένο, γιατί τα δυό αυτά, η ζωή και ο θάνατος, είναι πέρα για
πέρα αντίθετα και το ένα αποκλείει το άλλο.
Άμα έτσι βλέπουμε τα πράματα, θα ειπεί, πως τα βλέπουμε
επιπόλαια. Άμα όμως εξετάσουμε τη ζωή και το θάνατο πιο προσεχτικά, το πρώτο
που θα ιδούμε είναι, πως δεν μπορούμε να αντιτάξουμε το ένα στο άλλο, ακόμη
ούτε να τα χωρίσουμε μπορούμε έτσι αυστηρά το ένα από το άλλο. Η εμπειρία, η
πραγματικότητα μας δείχνουν καθαρά, πως ο θάνατος συνεχίζει τη ζωή, πως ο
θάνατος γεννιέται από τη ζωή. Και η ζωή μπορεί τάχα να γεννηθεί από το θάνατο;
Ναι! Γιατί τα στοιχεία του πτώματος θα μεταμορφωθούν και ακόμα θα λιπάνουν π.χ.
το χώμα, το χώμα θα γίνει πιο γόνιμο, και θα γεννηθούν έτσι άλαλες ζωές. Ο
θάνατος, σε πολλές περιπτώσεις, θα βοηθήσει τη ζωή, θ’ ανοίξει το δρόμο στη ζωή να γεννηθεί. Άλλωστε και στα ίδια τα
ζωντανά σώματα η ζωή είναι μπορετή και συνεχίζεται, μόνον επειδή τα κύτταρα που
πεθαίνουν, αδιάκοπα τα ανασταίνουν τα καινούργια κύτταρα, που γεννιούνται[17].
Ώστε η ζωή και ο θάνατος αδιάκοπα μετατρέπονται το ένα στο
άλλο. Μα και σε όλα τα πράματα διαπιστώνουμε να εφαρμόζεται με σταθερότητα ο
νόμος τούτος: Παντού λοιπόν τα πράματα μετατρέπονται στο αντίθετό τους.
2.Τα πράματα
μετατρέπονται στο αντίθετό τους.
Οι μεταφυσικοί αντιθέτουν τα αντίθετα. Η
πραγματικότητα όμως μας αποδείχνει, πως, δυό πράματα αντίθετα μετατρέπονται το
ένα στο άλλο. Τα πράματα δε μένουν όπως είναι, πάντα αλλάζουν και μετατρέπονται
στο αντίθετό τους.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: η αλήθεια και η πλάνη. Λέμε: Η
μια δεν έχει τίποτε κοινό με την άλλη. Η αλήθεια είναι αλήθεια και τίποτε άλλο,
και η πλάνη είναι πλάνη. Η άποψη τούτη είναι μονόπλευρη. Αντιτάσσουμε αυστηρά
τα δυό αυτά αντίθετα, την αλήθεια και την πλάνη, όπως αντιθέσαμε τη ζωή και το
θάνατο.
Και όμως, όταν λέμε: «Κοίτα βρέχει», τυχαίνει κάποτε, πριν
καλά-καλά τελειώσουμε τη φράση μας, να σταμάτησε κιόλας η βροχή. Η φράση μας
λοιπόν, όταν την αρχίσαμε, ήταν σωστή, μετατράπηκε όμως η αλήθεια της και έγινε
πλάνη. (Οι αρχαίοι Έλληνες το είχαν κιόλας διαπιστώσει. Έλεγαν: Θέλεις να μη
γελιέσαι, μη λες τίποτε!)
Ας πάρουμε άλλη μια φορά το παράδειγμά μας, το μήλο.
Βλέπουμε κάτω στο χώμα ένα ώριμο μήλο, και λέμε: «Να ένα ώριμο μήλο». Όμως το
μήλο αυτό βρίσκεται κάμποσο καιρό στο χώμα, και έχει κιόλας αρχίσει να παθαίνει
αποσύνθεση, και έτσι η αλήθεια μας γίνεται πλάνη.
Και οι επιστήμες μας δίνουν πολλά παραδείγματα. Πολλοί
επιστημονικοί νόμοι, που τόσα και τόσα χρόνια τους θεωρούσαν «αλήθειες», ήρθε η
στιγμή, έπειτα από την πρόοδο των επιστημών, που αποδείχτηκε πως δεν ήσαν
σωστοί. Βλέπουμε λοιπόν, πως η αλήθεια μετατρέπεται σε πλάνη.
Και η πλάνη μετατρέπεται κι αυτή σε αλήθεια; Στα πρώτα
βήματα του πολιτισμού, οι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι αιγύπτιοι, για να εξηγήσουν
την ανατολή και τη δύση του ήλιου, φανταζόντουσαν, πως οι θεοί δίνουν μάχη
αναμεταξύ τους, άλλοι τον σπρώχνουν και άλλοι τον συγκρατούν. Η ερμηνεία τους
είναι «πλάνη» όσο ισχυρίζονται, πως οι θεοί είναι εκείνοι, που τον σπρώχνουν
και τον τραβούν τον ήλιο, για να τον κάνουν να κινιέται. Η επιστήμη όμως
αναγνωρίζει και ένα μέρος «αλήθειας» και δίνει ως ένα σημείο δίκιο στο
συλλογισμό τους, τη στιγμή που μας λέει, πως ορισμένες δυνάμεις – όχι βέβαια,
υπερφυσικές – βάζουν, πραγματικά σε κίνηση τον ήλιο. Βλέπουμε λοιπόν, πως η
πλάνη δεν είναι πέρα για πέρα αντίθετη με την αλήθεια.
Μα πως γίνεται και μετατρέπονται τα πράματα στο αντίθετό
τους; Πως μετατρέπεται η ζωή στο θάνατο;
Αν η ζωή ήταν μόνο ζωή, αν ήταν εκατό στα εκατό ζωή, και αν
ο θάνατος ήταν ολοκληρωτικά ίδιος με τον εαυτό του, αν ήταν εκατό στα εκατό
θάνατος, αδύνατο θα ήταν η ζωή να είναι θάνατος και ο θάνατος ζωή, και ποτέ δε
θα μπορούσε το ίδιο να μετατραπεί στο άλλο. Αν το ένα μετατρέπεται στο άλλο
,αυτό γίνεται, επειδή υπάρχει μέσα στη
ζωή και θάνατος, και άρα και η ζωή μέσα στο θάνατο.
Ξέρουμε, πως κάθε ζωντανό πλάσμα είναι συγκροτημένο από
κύτταρα. Η επιστημονική έρευνα μας έδειξε, πως τα κύτταρά του αναπτύσσονται,
πως εξαφανίζονται και πάλι ξαναπαίρνουν τη θέση τους. Ζούνε και πεθαίνουν
αδιάκοπα. Ώστε μέσα σε κάθε ζωντανό πλάσμα υπάρχει ζωή ταυτόχρονα και
θάνατος. Ξέρουμε ακόμη, τα γένια του πεθαμένου εξακολουθούν να
μεγαλώνουν. Το ίδιο και τα νύχια και τα μαλλιά του. Να λοιπόν χαραχτηριστικά
φαινόμενα, που αποδείχνουν, αναμφισβήτητα, πως εξακολουθεί η ζωή μέσα στο
θάνατο. Στη Σοβιετική Ένωση διατηρούν μέσα σε ειδικές συνθήκες αίμα από
πεθαμένους και το χρησιμοποιούν σε μετάγγιση σε αρρώστους. Με το αίμα λοιπόν
ενός πεθαμένου δίνουν ζωή σ’ ένα
ζωντανό. Ώστε μπορούμε να ειπούμε, πως μέσα στα σπλάχνα του θανάτου υπάρχει και
ζωή.
«Η ζωή λοιπόν είναι
επίσης μια αντίφαση που υπάρχει μέσα στα ίδια τα πράματα και τα φαινόμενα, μια
αντίφαση που αδιάκοπα προβάλλεται και αδιάκοπα βρίσκει τη λύση της. Μόλις όμως
πάψει η αντίφαση, την ίδια στιγμή σταματάει και η ζωή, και έρχεται ο θάνατος»[18]
Ώστε όχι μόνο τα πράματα μετατρέπονται το ένα στο άλλο,
παρά και ένα πράμα δεν είναι μόνο ίδιο με τον εαυτό του, είναι ακόμη και κάτι
άλλο, είναι και το αντίθετό του, γιατί κάθε πράμα περιέχει μέσα του και
το αντίθετό του. Κάθε πράμα κλείνει μέσα του ταυτόχρονα τον εαυτό του και το
αντίθετό του.
Ας πάρουμε τώρα μια εικόνα. Ας παραστήσουμε τα πράματα με
έναν κύκλο. Μέσα στον κύκλο υπάρχουν δυό ειδών δυνάμεις. Οι πρώτες σπρώχνουν
τον κύκλο από το κέντρο προς την περιφέρεια, προς τα έξω να απλωθεί, σπρώχνουν
λοιπόν τα πράματα προς τη ζωή – εξωτερίκευση – οι άλλες σπρώχνουν τον κύκλο
προς την αντίθετη διεύθυνση, από την περιφέρεια προς το κέντρο, -συμπίεση –
σπρώχνει λοιπόν τα πράματα προς το θάνατο.
Έτσι μέσα σε κάθε πράμα συνυπάρχουν αντίθετες δυνάμεις, ανταγωνισμοί.
Και τι γίνεται με τις δυνάμεις αυτές; Πάλη, ανταγωνισμός. Ώστε κάθε πράμα δεν
μπαίνει σε κίνηση μόνο από μια δύναμη, που επενεργεί σε μια μονάχα διεύθυνση.
Στην πραγματικότητα κάθε πράμα μπαίνει σε κίνηση από δυό δυνάμεις με αντίθετη η
καθεμιά διεύθυνση. Η μια τα σπρώχνει προς τη ζωή, η άλλη προς το θάνατο, η μια προς
την κατάφασή του, η άλλη προς την άρνησή του. Μα τι θα ειπεί
«κατάφασή του» και «άρνησή του»;
Μέσα στους ζωντανούς οργανισμούς υπάρχουν δυνάμεις, που
διατηρούν τη ζωή, που η ενέργειά τους τείνει στην κατάφαση της ζωής. Και από το
άλλο μέρος συνυπάρχουν επίσης δυνάμεις που η ενέργειά τους τείνει προς την
άρνηση της ζωής. Έτσι και μέσα σ’ όλα τα πράματα άλλες δυνάμεις τείνουν στη
διατήρησή τους, στην κατάφασή τους, και άλλες ανταγωνίζονται και τείνουν στην
άρνησή τους. Μα ανάμεσα στην κατάφαση και την άρνηση υπάρχει αντίφαση.
Η δαιλεχτική, είπαμε, διαπιστώνει την αλλαγή. Γιατί λοιπόν
τα πράματα αλλάζουν ; Γιατί τα πράματα δεν είναι σύμφωνα με τον εαυτό τους,
γιατί μέσα τους παλαίουν αντίθετες δυνάμεις, γιατί υπάρχουν εσωτερικοί
ανταγωνισμοί, γιατί υπάρχει μέσα τους αντίφαση. Έχουμε τώρα μπροστά μας τον τρίτο νόμο της διαλεχτικής: Τα πράματα
αλλάζουν, επειδή κλείνουν μέσα τους την αντίφαση.
[Αναγκαζόμαστε μερικές φορές να χρησιμοποιήσουμε λέξεις
λίγο πολύ περίπλοκες[19],ή
όρους, που φαίνονται αντίθετοι με την καθιερωμένη λογική. και δυσκολονόητοι,
όχι βέβαια επειδή μας αρέσει να παρουσιάζουμε πολύπλοκα τα ζητήματα, όπως
κάνουν οι αστοί συγγραφείς[20] .
Αναγκαζόμαστε, επειδή θέλουμε η μελέτη τούτη, μολονότι στοιχειακή, να είναι όσο
γίνεται πιο άρτια, για να βοηθήσει έτσι τους αναγνώστες να διαβάσουν με
μεγαλύτερη ευκολία τα φιλοσοφικά έργα του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, που
χρησιμοποιούν τους όρους τούτους. Μα κάθε φορά, που είμαστε υποχρεωμένοι να
χρησιμοποιήσουμε τις ασυνείθιστες τούτες λέξεις, φροντίζουμε όσο μπορούμε να
τις κάνουμε ευκολονόητες για όλους, μέσα στα πλαίσια της μελέτης μας τούτης. ]
3. Κατάφαση,
άρνηση, και άρνηση της άρνησης.
Απαραίτητο τώρα κάποιο ξεκαθάρισμα. Πρέπει να ξεχωρίσουμε
τη λεχτική αντίφαση, από την αντίφαση, που τώρα δα είδαμε, από τη διαλεχτική,
όπως την ονομάζουν, αντίφαση. Λεχτική αντίφαση θα ειπεί: όταν μας λένε «ναι»
εμείς να πούμε «όχι». Ενώ η διαλεχτική αντίφαση βρίσκεται μέσα στα ίδια τα
πράματα.
Άμα μιλάμε για την αντίφαση μέσα στα σπλάχνα της
κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, δεν εννοούμε, πως άλλοι λένε «ναι» για ορισμένες
θεωρίες και άλλοι «όχι» και τις απορρίπτουν Εννοούμε πως υπάρχει αντίφαση μέσα
στο ίδιο το πράμα, πως υπάρχουν δηλαδή μέσα στην κεφαλαιοκρατική κοινωνία
πραγματικές δυνάμεις που δίνουν μάχη αναμεταξύ τους. Υπάρχει πρώτα μέσα στη
κεφαλαιοκρατική κοινωνία, μια δύναμη, που η ενέργειά της τείνει προς την
κατάφαση του εαυτού της, κι αυτή είναι η αστική τάξη που τείνει στην
αυτοδιατήρησή της. Υπάρχει ακόμη και μια δεύτερη δύναμη, που τείνει προς την
άρνηση της αστικής τάξης, και αυτή η δεύτερη δύναμη είναι το προλεταριάτο.
Η αντίφαση λοιπόν βρίσκεται μέσα στο «είναι» της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας,
γιατί η αστική τάξη δεν μπορεί να
υπάρχει, χωρίς να δημιουργεί το αντίθετό της, το προλεταριάτο. Ο Μαρξ μας το
είπε:
«Πριν απ’ όλα η αστική τάξη γεννάει τους
νεκροθάφτες της»[21]
Για να το εμποδίσει, θα έπρεπε η αστική τάξη να αρνηθεί να
είναι ότι είναι, μα τούτο είναι καθαρός παραλογισμός. Ώστε όσο καταφάσκει τον
εαυτό της-[όσο τείνει στην αυτοδιατήρησή της] δημιουργεί ταυτόχρονα και την άρνησή της.
Ας πάρουμε παράδειγμα το αυγό, που γέννησε η κότα και
κάθεται και το κλωσσάει. Μέσα στο αυγό ήταν το σπέρμα. Σε μια ορισμένη
θερμοκρασία και μέσα σε ορισμένες συνθήκες, θ’ αρχίσει να αναπτύσσεται, και
σιγά-σιγά θα γίνει πουλάκι. Ώστε το σπέρμα είναι η άρνηση του αυγού. Βλέπουμε
λοιπόν καθαρά, πως μέσα στο αυγό υπάρχουν δυό αντίθετες δυνάμεις. Η μια τείνει
στην κατάφαση, να μείνει δηλαδή το αυγό αυγό, και η άλλη ή αντίθετή της, τείνει
στην άρνηση, να πάψει το αυγό να είναι αυγό και να γίνει πουλάκι. Άρα το αυγό είναι
σε ασυμφωνία με τον εαυτό του. Το ίδιο όλα τα πράματα βρίσκονται σε ασυμφωνία
με τον εαυτό τους.
Σα να μας φαίνεται δυσκολονόητο. Και βέβαια, αφού είμαστε
συνειθισμένοι να χρησιμοποιούμε το μεταφυσικό τρόπο της σκέψης. Γι αυτό πρέπει
να ξεσυνειθίσουμε, και να προσπαθήσουμε να αποχτήσουμε τη συνήθεια να βλέπουμε τα
πράματα μέσα στη δική τους πραγματικότητα.
Κάθε πράμα είναι στην αρχή μια κατάφαση που
βγαίνει από την άρνηση.
Έτσι γίνεται η αρχή, η πρώτη φάση της εσωπορείας. Το μικρό πουλάκι π.χ. είναι μια
κατάφαση που βγήκε από την άρνηση του αυγού. Το πουλάκι θα μεταμορφωθεί κι αυτό
με τη σειρά του και θα γίνει κότα. Μέσα στην καρδιά της μεταμόρφωσης τούτης
υπάρχει μια αντίφαση. Ανταγωνίζονται από το ένα μέρος οι δυνάμεις που παλαίουν
να γίνει το πουλάκι κότα, και από το άλλο μέρος οι δυνάμεις που παλαίουν το
πουλάκι να μείνει πουλάκι. Η κότα λοιπόν θα είναι η άρνηση του μικρού πουλιού,
που κι αυτό βγήκε από την άρνηση του αυγού. Ώστε η κότα είναι η άρνηση της
άρνησης. Αυτή είναι η πορεία που βαδίζουν οι διαλεχτικές φάσεις. Έτσι έχουμε:
1. Κατάφαση, το λένε επίσης Θέση
2. Άρνηση ή αντίθεση
3.Άρνηση της άρνησης, ή Σύνθεση
Οι τρεις αυτές λέξεις μας παρουσιάζουν περιληπτικά τη
διαλεχτική εξέλιξη. Τις χρησιμοποιούμε για να παραστήσουμε την αλληλουχία στις
φάσεις, για να δείξουμε, πως κάθε φάση είναι η καταστροφή της προηγούμενης.
Η καταστροφή είναι μια άρνηση. Το πουλάκι είναι η άρνηση
του αυγού, επειδή με τη γέννηση και ανάπτυξή του καταστρέφει το αυγό. Το ίδιο
και ο στάχης του σταριού. Ας παρακολουθήσουμε την αλληλουχία στην εξέλιξη. Ο
σπόρος του σταριού μέσα στο χώμα θα φυτρώσει. Το φύτρο είναι η άρνηση του
σπόρου του σταριού. Το φύτρο θα αναπτυχτεί και θα γίνει φυτό, και το φυτό θα
ανθίσει και θα βγάλει το στάχη. Ο στάχης λοιπόν είναι η άρνηση του φυτού, είναι
η άρνηση της άρνησης.
Βλέπουμε, πως όταν στη διαλεχτική μιλάμε για την «άρνηση»
εννοούμε με περιληπτικό τρόπο την
καταστροφή, εννοούμε την άρνηση εκείνου που εξαφανίζεται, εκείνου που
καταστρέφεται. π.χ.
1. Η φεουδαρχία είναι η άρνηση της δουλοχτητικής κοινωνίας
2. Η κεφαλαιοκρατία είναι η άρνηση της φεουδαρχίας
3. Ο σοσιαλισμός είναι η άρνηση της κεφαλαιοκρατίας.
Όπως παραπάνω ξεχωρίσαμε την αντίφαση σε λεχτική και
διαλεχτική και ξεκαθαρίσαμε τι είναι η κάθε μια τους, έτσι πρέπει να
ξεχωρίσουμε και τη λεχτική άρνηση από τη διαλεχτική. Πρέπει καλά να
καταλάβουμε, πως η λεχτική «άρνηση» λέει «όχι» ενώ η διαλεχτική άρνηση σημαίνει
«καταστροφή».
Προσοχή όμως! Άμα λέμε, πως η άρνηση στη διαλεχτική
σημαίνει «καταστροφή» δεν εννοούμε οποιαδήποτε καταστροφή. Εννοούμε μόνο τη
διαλεχτική «καταστροφή». Έτσι π.χ. όταν τσακίσουμε ένα ψύλλο, ο ψύλλος δεν
ψόφησε από εσωτερική καταστροφή, η καταστροφή του δεν είναι διαλεχτική άρνηση.
Δεν είναι η συνέπεια από αυτοδυναμικές φάσεις. Η καταστροφή του είναι καθαρά
μηχανική αλλαγή[22].
Η καταστροφή τότε μόνο είναι διαλεχτική άρνηση, όταν γεννιέται από την
κατάφαση, όταν είναι αποτέλεσμά της.
Π.χ. το αυγό, που κλωσάει η κότα, ενώ είναι η κατάφαση του ό,τι είναι το
αυγό, του εαυτού του δηλαδή, γεννάει την άρνησή του. Γίνεται πουλάκι, και το
πουλάκι συμβολίζει την καταστροφή ή την
άρνηση του αυγού, αφού τρυπάει και καταστρέφει το τσόφλι.
Μέσα στο πουλάκι πάλι βλέπουμε δυό αντίθετες δυνάμεις, το
«πουλάκι» και την «κότα». Στην πορεία που βαδίζει η εξέλιξη, η κότα θα
γεννήσει αυγά. Έχουμε λοιπόν άρνηση της
άρνησης. Από τα καινούργια τούτα αυγά θα αρχίσει πάλι η καινούργια αλληλουχία
από εσωπορείες. Το ίδιο και με το στάρι. Και εδώ έχουμε κατάφαση (ο σπόρος)
άρνηση (το φυτό) και άρνηση της
άρνησης (ο στάχυς με τον καινούργιο σπόρο).
Ας πάρουμε και ένα άλλο παράδειγμα την υλιστική φιλοσοφία.
Στην αρχή έχουμε τον πρωτόγονο, αυθόρμητο υλισμό. Μα επειδή είναι βυθισμένος
στην άγνοια, δημιουργεί τον ιδεαλισμό. Μα και ο ιδεαλισμός, που αρνιέται τον
παλιό υλισμό, θα βρει κι αυτός την άρνησή του από το σύγχρονο, το διαλεχτικό
υλισμό, γιατί η φιλοσοφία αναπτύσσεται και προκαλεί μαζί με τις επιστήμες, την
καταστροφή του ιδεαλισμού. Έχουμε λοιπόν κι εδώ κατάφαση (πρωτόγονος υλισμός)
άρνηση (ιδεαλισμός) και άρνηση της άρνησης (διαλεχτικός υλισμός).
Τον ίδιο κύκλο διαπιστώνουμε και στην εξέλιξη της
κοινωνίας. Στα πρώτα βήματα της ιστορίας, βλέπουμε να υπάρχει ο πρωτόγονος
κομμουνισμός, μια κοινωνία δηλαδή χωρίς τάξεις, βασισμένη στην κοινοχτημοσύνη
της γης. Η μορφή όμως τούτη της ιδιοχτησίας γίνεται τροχοπέδη και εμποδίζει να
αναπτυχτεί η παραγωγή, και γι αυτό δημιουργεί την άρνησή της, την ταξική δηλαδή
κοινωνία, που βασίζεται στην ατομική ιδιοκτησία και στην εκμετάλλευση ανθρώπου
από άνθρωπο. Μα και η ταξική κοινωνία κλείνει μέσα της την άρνησή της, γιατί τα
μέσα παραγωγής, που αναπτύχτηκαν σε ανώτερο βαθμό γεννούν την ανάγκη να
αρνηθούμε την ταξική κοινωνία, να αρνηθούμε την ατομική ιδιοχτησία, και έτσι
ξαναγυρίζουμε στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε, στην κομμουνιστική κοινωνία. Ο
κύκλος όμως που διαγράφηκε ανέβηκε σε ανώτερο επίπεδο: Στον πρωτόγονο
κομμουνισμό η ικανότητα για παραγωγή ήταν πολύ μικρή και είχαν έλλειψη σε
προϊόντα, ενώ σήμερα η παραγωγική ικανότητα έχει παραπολύ υψωθεί.
Ας προσέξουμε, πως σ’ όλα τα παραδείγματα, που αναλύσαμε, ξαναγυρίζουμε
βέβαια στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε, ανεβήκαμε όμως σε άλλο, ανώτερο
επίπεδο, η εξέλιξη λοιπόν είναι ανοδική ελικοτή[23].
Βλέπουμε λοιπόν, πως ο νόμος της αντίφασης είναι σπουδαίος
νόμος της διαλεχτικής. Βλέπουμε πως η εξέλιξη είναι πάλη ανάμεσα σε
ανταγωνιστικές δυνάμεις. Βλέπουμε, πως τα πράματα μετατρέπονται το ένα στο
άλλο, και όχι μονάχα αυτό, παρά και κάθε πράμα μετατρέπεται στο αντίθετό του.
Βλέπουμε, πως τα πράματα δεν είναι σύμφωνα με τον εαυτό τους, επειδή
αντιπαλαίουν μέσα τους αντίθετες δυνάμεις, επειδή υπάρχει μέσα τους εσωτερική
αντίφαση[24]
Παρατήρηση: Πρέπει να προσέξουμε καλά, πως η
κατάφαση, η άρνηση και η άρνηση της άρνησης είναι μόνον απλοί όροι, που
ανακεφαλαιώνουν ο καθένας τους ορισμένη στιγμή, ορισμένη φάση της διαλεχτικής
εξέλιξης. Ώστε δεν πρέπει να χαλάμε τον κόσμο, για να βρίσκουμε παντού τις
τρεις τούτες φάσεις. Γιατί δε θα τις βρούμε πάντοτε και τις τρεις. Κάποτε μόνο
την πρώτη, ή και τη δεύτερη, επειδή η εξέλιξη δεν έχει φτάσει ακόμη στο τέρμα
της. Δεν πρέπει λοιπόν να βλέπουμε μηχανικά την εξέλιξη, δεν πρέπει να
θέλουμε να βλέπουμε σχηματικά μέσα σε όλα τα πράματα απαράλλαχτες τις αλλαγές
αυτές. Εκείνο που προπάντων χρειάζεται, είναι να κρατήσουμε καλά στο μυαλό μας
πως η αντίφαση είναι ο βασικός νόμος της διαλεχτικής. Αυτό είναι το ουσιαστικό.
4. Σύντομος
απολογισμός
Ξέρουμε τώρα, πως η διαλεχτική είναι μια μέθοδος σκέψης,
μια μέθοδος να αναλύσουμε να κρίνουμε και να καταλήγουμε σε σωστά συμπεράσματα,
γιατί μας ανοίγει το δρόμο να αντικρίζουμε σωστά τα πράματα, να κάνουμε σωστές
παρατηρήσεις, να τα ερευνούμε και να τα μελετούμε καλά, επειδή μας υποχρεώνει
να αναζητήσουμε την πηγή για κάθε πράμα, και να περιγράψουμε την ιστορία του.
Βέβαια η παλιά μέθοδος τη σκέψης, η μεταφυσική,
επικράτησε, όπως είδαμε[25]. Η
αναγκαιότητά της είχε τις ρίζες της μέσα στην εποχή της. Μελετώ όμως με τη
διαλεχτική μέθοδο, θα ειπεί, ας το επαναλάβω, διαπιστώνω, πως όλα τα πράματα,
φαινομενικά ακίνητα, δεν είναι παρά μια αλληλουχία από εσωπορείες, όπου,
βλέπουμε, πως κάθε πράμα έχει την αρχή του και το τέλος του, όπου σε κάθε πράμα
«τελικά, παρ’ όλες τις
συμπτωματικότητες και παρ’ όλα τα στιγμιαία πισωγυρίσματα, η προοδευτική
εξέλιξη κατορθώνει ν’ ανοίξει το δρόμο της»[26]
Μόνον η διαλεχτική μας φέρνει σε θέση να καταλάβουμε την
ανάπτυξη, τις αλλαγές που παθαίνουν τα πράματα, την εξέλιξή τους. Αυτή μόνο μας
κάνει ικανούς να καταλάβουμε γιατί καταστρέφονται τα παλιά και γεννιούνται νέα
πράματα. Μόνο η διαλεχτική μας φέρνει σε θέση
να καταλάβουμε όλες τις εξελίξεις, μέσα στις μεταμορφώσεις τους, μέσα
στις φάσεις τους απ’ όπου περνούν, επειδή μας κάνει να αναγνωρίσουμε πως όλες
τους είναι σύνολα από αντίθετα. Γιατί, για τη διαλεχτική αντίληψη, η φυσική
εξέλιξη, σε όλα τα πράματα είναι ασταμάτητη πάλη ανάμεσα σε αντίθετες
εσωτερικές δυνάμεις.
Αν λοιπόν για τη διαλεχτική ο πρώτος νόμος είναι η κίνηση,
η αλλαγή, «τίποτε» μας λέει ο Ένγκελς «δε μένει ούτε ό,τι είναι, ούτε εκείνο
που είναι» ξέρουμε τώρα την ερμηνεία τούτου του νόμου: Ξέρουμε, πως τα πράματα
αλλάζουν, και επειδή μετατρέπονται το ένα στο άλλο, μα και επειδή μετατρέπονται
στο αντίθετό τους. Η αντίφαση λοιπόν είναι σπουδαίος νόμος της διαλεχτικής.
Είδαμε, με την ανάλυση που κάναμε, τι είναι η αντίφαση από
διαλεχτική άποψη. Είναι απαραίτητο όμως να επιμείνουμε ακόμη, για να
ξεκαθαρίσουμε καλύτερα το ζήτημα και για να επιστήσουμε την προσοχή σε ορισμένα
σφάλματα, που πρέπει ν’ αποφύγουμε.
Και πρώτα-πρώτα πρέπει να εξοικειωθούμε με τη βεβαίωση
τούτη, που μας δίνει η διαλεχτική, και που είναι σύμφωνη με την πραγματικότητα,
πως τα πράματα μετατρέπονται στο αντίθετό τους. Βέβαια και χτυπάει παράξενα,
βέβαια και μας κάνει κατάπληξη, γιατί είμαστε συνειθισμένοι να σκεπτόμαστε με
την παλιά, τη μεταφυσική μέθοδο. Είδαμε όμως γιατί συμβαίνει τούτο. Είδαμε με
τα σχετικά παραδείγματα, που αναλύσαμε,
πως η βεβαίωση αυτή της διαλεχτικής βρίσκεται μέσα στην ίδια την
πραγματικότητα, και είδαμε ακόμη για ποιο λόγο τα πράματα μετατρέπονται
στο αντίθετό τους.
Μπορούμε λοιπόν να ειπούμε και να βεβαιώσουμε, πως, αν τα
πράματα μετατρέπονται , αλλάζουν, εξελίσσονται, αυτό γίνεται, επειδή βρίσκονται
σε αντίφαση με τον ίδιο τον εαυτό τους, επειδή δηλαδή φέρνουν μέσα τους το
αντίθετό τους, μ’ άλλα λόγια επειδή κλείνουν μέσα τους την ενότητα των
αντίθετων.
5. Η ενότητα των
αντίθετων
Αυτό θα ειπεί, πως κάθε πράμα είναι μια ενότητα από τον
εαυτό του και το αντίθετό του. Μια τέτοια βεβαίωση μας φαίνεται την πρώτη
στιγμή καθαρός παραλογισμός. «Ένα πράμα και το αντίθετό του δεν έχουν τίποτε
κοινό αναμεταξύ τους». Έτσι σκέπτονται γενικά οι άνθρωποι. Για τη διαλεχτική
όμως, κάθε πράμα είναι ταυτόχρονα ο εαυτός του και το αντίθετό του. Κάθε πράμα
λοιπόν είναι μια ενότητα από αντίθετα.
Αυτό πρέπει τώρα να εξηγήσουμε.
Η ενότητα των αντίθετων είναι για το μεταφυσικό κάτι
αδύνατο. Για το μεταφυσικό τα πράματα είναι φτιαγμένα από ένα και το ίδιο
κομμάτι, και βρίσκονται έτσι σε συμφωνία με τον εαυτό τους. Και να που
ερχόμαστε εμείς και βεβαιώνουμε αντίθετα, πως τα πράματα είναι φτιαγμένα από
δυό κομμάτια –από τον εαυτό τους και το αντίθετό τους – και πως υπάρχουν μέσα
τους δυό αντίθετες δυνάμεις, που αντιπαλαίουν αναμεταξύ τους, επειδή τα πράματα
δε βρίσκονται σε συμφωνία με τον εαυτό τους, επειδή λοιπόν αντιφάσκουν με τον
εαυτό τους.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα : την άγνοια και τη γνώση, την
επιστήμη. Ξέρουμε, πως, από μεταφυσική άποψη, τα δυό αυτά – η άγνοια και η
γνώση – είναι πέρα για πέρα αντίθετα, το ένα αποκλείει το άλλο. Ο βυθισμένος
στην άγνοια ( l’ ignorant n’ est pas un savant) δεν είναι σοφός, δεν
είναι επιστήμονας, και ο σοφός, ο επιστήμονας δεν είναι βυθισμένος στην άγνοια.
Και όμως στην πραγματικότητα βλέπουμε πως τα δυό αυτά δεν
είναι διαμετρικά αντίθετα, όπως φαίνονται. Ξέρουμε πως αρχικά, στα πρώτα βήματα
της ανθρωπότητας βασίλευε η άγνοια. Έπειτα ήρθε η επιστήμη. Επαληθεύουμε κι
εδώ, πως ένα πράμα μετατράπηκε στο αντίθετό της, η άγνοια μετατρέπεται και
γίνεται επιστήμη.
Δεν υπάρχει όμως άγνοια χωρίς κάποια δόση γνώσης. Δεν
υπάρχει ποτέ εκατό στα εκατό άγνοια. Ένα άνθρωπος, όσο κιάν είναι βυθισμένος
στην άγνοια, κάτι ξέρει. Ξέρει το λιγότερο να αναγνωρίζει τα αντικείμενα , την
τροφή του. Δεν υπάρχει λοιπόν απόλυτη άγνοια. Μέσα στην άγνοια πάντα υπάρχει ένα κομμάτι γνώση. Η γνώση, η
επιστήμη, βρίσκεται κιόλας στο σπέρμα μέσα στην άγνοια. Με το δίκιο μας λοιπόν, βεβαιώνουμε, πως μέσα
σ’ ένα πράμα βρίσκεται και το αντίθετό του.
Ας ιδούμε, τώρα τη γνώση, την επιστήμη. Μπορεί να υπάρξει
εκατό στα εκατό επιστήμη, γνώση; Όχι. Πάντοτε κάτι αγνοούμε. Ο Λένιν λέει : «Το
αντικείμενο της γνώσης είναι ανεξάντλητο». Κι αυτό θα ειπεί, πως όσο κιάν
προχωρεί η γνώση, πάντα έχουμε κάτι να μάθουμε. Δεν υπάρχει λοιπόν ούτε
απόλυτη επιστήμη. Κάθε γνώση, κάθε επιστήμη κλείνουν μέσα τους και ένα
κομμάτι άγνοια[27]
Εκείνο που υπάρχει στην πραγματικότητα είναι η σχετική
άγνοια και η σχετική γνώση, η σχετική επιστήμη , ένα μείγμα λοιπόν από
άγνοια και γνώση.
Ώστε στο παράδειγμά
μας τούτο δε διαπιστώνουμε πως τα πράματα μετατρέπονται στο αντίθετό τους.
Εκείνο που διαπιστώνουμε είναι, πως μέσα στο ίδιο πράμα συνυπάρχουν τα
αντίθετα, διαπιστώνουμε λοιπόν την ενότητα των αντίθετων.
Θα μπορούσαμε να ξαναπάρουμε τα δυό παραδείγματα, που αναλύσαμε παραπάνω, τη ζωή
και το θάνατο, την αλήθεια και την πλάνη. Θα διαπιστώναμε και σ’ αυτά, όπως και
σε όλα τα πράματα, πως υπάρχει μέσα τους ενότητα αντίθετων, μ’ άλλα λόγια, πως
κάθε πράμα κλείνει μέσα του ταυτόχρονα τον εαυτό του και το αντίθετο. Γι αυτό ο
Ένγκελς μας λέει:
« Αν στην έρευνά μας εμπνεόμαστε αδιάκοπα από
τούτη την άποψη, θα πάψουμε μια για πάντα να ζητάμε οριστικές λύσεις και
αιώνιες αλήθειες. Θα ξέρουμε πάντοτε καλά, πως κάθε γνώση, που αποχτήσαμε, έχει
αναγκαστικά περιορισμένο χαραχτήρα, θα έχουμε συνείδηση για τη σχετική της
εξάρτηση, από τις συνθήκες, όπου μέσα την καταχτήσαμε. Και ούτε πια θα αφήσουμε
να μας φοβίζουν οι αντινομίες, οι αξεπέραστες για την παλιά μα πάντοτε σε χρήση
μεταφυσική. Ασυμβίβαστα αναμεταξύ τους είναι για τη μεταφυσική η αλήθεια και η
πλάνη, το καλό και το κακό, το αυτοΐδιο και το διαφορετικό, το μοιραίο και το
τυχαίο. Ξέρουμε πως οι αντινομίες αυτές έχουν σχετική μόνο αξία, ξέρουμε,
πως εκείνο που αναγνωρίζουμε τώρα για
αλήθεια κρύβει μέσα του και τη σφαλερή πλευρά του, που θα εμφανιστεί αργότερα
και εκείνο που θεωρούμε σήμερα πλάνη, έχει μέσα του και δόση της αλήθειας, και
χάρη στην αλήθεια που κρύβει μέσα του, μπόρεσαν άλλοτε οι άνθρωποι να το
θεωρήσουν αλήθεια»[28]
Πόσο ωραία ο Ένγκελς με το απόσπασμα τούτο, μας δείχνει πως
πρέπει να καταλάβουμε τη διαλεχτική και να συλλάβουμε το αληθινό νόημα της
ενότητας των αντίθετων[29]
6. Σφάλματα που
πρέπει ν’ αποφύγουμε
Πρέπει να εξηγήσουμε όσο γίνεται καλύτερα το σπουδαίο τούτο
νόμο της διαλεχτικής, τον νόμο της αντίφασης για να μη γεννηθούν παρεξηγήσεις.
Και πρώτα πρέπει να τον καταλάβουμε καλά, για να μην τον
εφαρμόζουμε μηχανικά. Να μην κάνουμε το λάθος και να νομίζουμε, πως μέσα σε
κάθε γνώση υπάρχει το άθροισμα : αλήθεια συν πλάνη, σωστό συν
λάθος.
Αν εφαρμόσουμε το νόμο τούτο έτσι μηχανικά, θα δίναμε
δίκιο, σ’ όσους ισχυρίζονται, πως μέσα σε κάθε γνώμη υπάρχει ένα κομμάτι αλήθεια
συν ένα κομμάτι πλάνη. «Να βγάλουμε λοιπόν, λένε, το κομμάτι πλάνη, θα
περισσέψει τότε το καλό κομμάτι, το κομμάτι αλήθεια». Αυτά λέγονται μέσα σε
ορισμένους κύκλους δήθεν μαρξιστικούς. Δέχονται, πως ο μαρξισμός έχει δίκιο, που υποστηρίζει, πως τα εργοστάσια,
τα τραστ, οι τράπεζες, που υπάρχουν μέσα στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, κρατούν
στα χέρια τους την οικονομική ζωή, και πως έχει ακόμη δίκιο ο μαρξισμός να
λέει, πως η οικονομική ζωή δεν πάει καλά. Το λάθος όμως του μαρξισμού,
προσθέτουν, είναι η θεωρία για την πάλη των τάξεων. Ας αφήσουμε κατά μέρος τη
θεωρία για την πάλη των τάξεων, και τότε ο μαρξισμός θα είναι ένα σωστό και
καλό σύστημα. Λένε ακόμη, πως ο μαρξισμός άμα τον εφαρμόσουμε στην έρευνα και
μελέτη της κοινωνίας, έχει δίκιο και είναι σωστός «μα γιατί να ανακατεύουμε τη
διαλεχτική; Η διαλεχτική είναι το λάθος του μαρξισμού. Να βγάλουμε λοιπόν τη
διαλεχτική από τη μέση, και να κρατήσουμε από το μαρξισμό το κομμάτι αλήθεια,
που θα περισσέψει!». Όλοι αυτοί ερμηνεύουν και εφαρμόζουν μηχανικά την ενότητα
των αντίθετων.
Να και ένα άλλο ακόμη παράδειγμα: Ο Προυντόν (Proundhon), αφού διάβασε τη
θεωρία για την ενότητα των αντίθετων, μόρφωσε τη γνώμη, πως, μέσα σε κάθε
πράμα, υπάρχει η καλή και η κακή του πλευρά. Και στην κοινωνία φρονούσε,
υπάρχει η καλή πλευρά – η αστική τάξη- και η κακή πλευρά –το προλεταριάτο. Να
βγάλουμε λοιπόν, έλεγε, την κακή πλευρά, το προλεταριάτο. Έτσι έφτιαξε το
σχέδιο για το πιστωτικό σύστημα, με το σκοπό να δημιουργήσει τη
μικροϊδιοχτησία, με σκοπό δηλαδή να δώσει τη δυνατότητα στους προλετάριους να
γίνουν κι αυτοί ιδιοχτήτες. Μ’ αυτό τον τρόπο, πίστευε, όλοι θα ήσαν αστοί, και
έτσι η κοινωνία θα ήταν καλή.
Εμείς όμως ξέρουμε καλά, πως δεν υπάρχει προλεταριάτο χωρίς
την αστική τάξη, και για να υπάρχει η
αστική τάξη είναι απαραίτητο το
προλεταριάτο. Τα δυό αυτά – η αστική τάξη και το προλεταριάτο – είναι αντίθετα,
μα είναι αδιάσπαστα. Η ένωσή τους είναι εσωτερική, πραγματική, είναι μια
αδιάσπαστη ένωση αντίθετων. Και είναι λάθος να νομίζουμε, πως, για να
καταργήσουμε την ένωσή τους, είναι αρκετό να κόψουμε το ένα από το άλλο. Μέσα
σε κάθε κοινωνία, που βασίζεται στην εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο,
υπάρχουν αναγκαστικά δυό ανταγωνιστικές τάξεις: οι ελεύτεροι πολίτες, οι
αφέντες και οι δούλοι στην αρχαία εποχή, οι φεουδάρχες και οι δουλοπάροικοι στο
Μεσαίωνα, οι αστοί και οι προλετάριοι σήμερα.
Για να καταργήσουμε την κεφαλαιοκρατική κοινωνία, για να
χτίσουμε την χωρίς τάξεις κοινωνία,
πρέπει να καταργήσουμε την αστική τάξη και μαζί και το προλεταριάτο.
Μόνον έτσι θα λυτρωθούν οι άνθρωποι και θα είναι σε θέση να χτίσουν μια ανώτερη
κοινωνία με πλουσιότερη υλική και πνευματική ανάπτυξη, για να βαδίσουν στον
κομμουνισμό στην ανώτερη μορφή του, και όχι για να φτιάξουν, όπως ισχυρίζονται
οι αντίπαλοί μας, τον «ισοπεδωτικό στην εξαθλίωση» κομμουνισμό.
Πρέπει λοιπόν να προσέχουμε καλά, κάθε φορά που επιχειρούμε
να εξηγήσουμε ή να εφαρμόσουμε σ’ ένα παράδειγμα ή σε μια μελέτη μας, την
ενότητα των αντίθετων. Έχουμε την υποχρέωση να αποφεύγουμε ν’ αναζητούμε παντού
και πάντοτε και να εφαρμόζουμε μηχανικά π.χ. την άρνηση της άρνησης, ή ν’
αναζητούμε παντού και πάντοτε την ενότητα των αντίθετων, γιατί οι γνώσεις μας
είναι γενικά περιορισμένες και μπορούμε έτσι να καταλήξουμε σε αδιέξοδο.
Το σπουδαίο είναι τούτο: Η διαλεχτική και οι νόμοι της μας
υποχρεώνουν να ερευνούμε και να μελετούμε τα πράματα για να ανακαλύψουμε την
εξέλιξή τους και τις εσωτερικές αντίθετες δυνάμεις, που καθορίζουν του καθενός
την εξέλιξη. Επιβάλλεται λοιπόν να μελετούμε την ενότητα των αντίθετων μέσα στα
πράματα. Το καταστάλαγμα από την ενότητα των αντίθετων είναι τούτο: Καμιά
κατάφαση ποτέ δεν είναι απόλυτη κατάφαση. Πάντα κλείνει μέσα της ένα
κομμάτι άρνηση. Και τούτο είναι το ουσιαστικό, πως, επειδή τα πράματα
κλείνουν μέσα τους την άρνησή τους γι αυτό και αλλάζουν. Η άρνηση είναι το
«διαλυτικό στοιχείο». Αν δεν έκλειναν μέσα τους την άρνηση, δε θ’ άλλαζαν.
Επειδή όμως πραγματικά αλλάζουν τα πράματα, πρέπει χωρίς άλλο να έχουν μέσα
τους ένα διαλυτικό στοιχείο. Μπορούμε λοιπόν προκαταβολικά να είμαστε βέβαιοι
πως υπάρχει, αφού βλέπουμε πως αλλάζουν και εξελίσσονται τα πράματα, δεν μπορούμε όμως να ανακαλύψουμε
το διαλυτικό αυτό στοιχείο, χωρίς να ερευνήσουμε εξονυχιστικά το ίδιο το πράμα,
γιατί το διαλυτικό αυτό στοιχείο δεν έχει την ίδια όψη σε όλα τα πράματα.
7. Πραχτικές
συνέπειες
Στην πράξη λοιπόν, μας υποχρεώνει η διαλεχτική να
αντικρίζουμε και να εξετάζουμε στα πράματα πάντοτε και τις δυό τους πλευρές,
και ποτέ τη μια μόνο. Να μην αντικρίζουμε ποτέ την αλήθεια χωρίς την πλάνη, τη
γνώση χωρίς την άγνοια. Το μεγάλο λάθος της μεταφυσικής είναι ίσα-ίσα τούτο,
πως αντικρίζει στα πράματα τη μια μόνο πλευρά τους, πως τα κρίνει μονόπλευρα.
Όσο όμως βλέπουμε στα πράματα τη μια μόνο πλευρά τους, θα πέφτουμε σε πολλά
λάθη, επειδή οι κρίσεις και οι συλλογισμοί, που κάναμε, είναι μονόπλευροι.
Όταν η ιδεαλιστική φιλοσοφία μας βεβαιώνει, πως ο κόσμος
υπάρχει μόνο μέσα στη νόηση των ανθρώπων, έχει από τη μια πλευρά δίκιο. Πρέπει
να αναγνωρίσουμε πως, πραγματικά, ορισμένα πράματα υπάρχουν μόνο μέσα στη νόησή
μας. Αυτό είναι σωστό. Ο ιδεαλισμός όμως είναι μονόπλευρος, βλέπει αυτή μόνο τη
πλευρά, κι αυτό είναι το λάθος του. Βλέπει δηλαδή μόνο τον άνθρωπο, που
ανακαλύπτει πράματα, που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, και βγάζει το
συμπέρασμα, πως τίποτε δεν υπάρχει έξω από τη νόησή μας. Ο ιδεαλισμός έχει
δίκιο που τονίζει την ικανότητα τούτη
του ανθρώπου, κάνει όμως το λάθος, επειδή δε χρησιμοποιεί για κριτήριο την
πράξη, να μη βλέπει παρά μόνο αυτό.
Και ο μεταφυσικός υλισμός πέφτει κι αυτός έξω, επειδή κι
αυτός είναι μονόπλευρος, βλέπει στα προβλήματα τη μια μόνο πλευρά τους. Βλέπει
τον κόσμο σαν ένα πελώριο μηχανισμό. Υπάρχει ο μηχανισμός; Βέβαια. Παίζει
σπουδαίο ρόλο; Μάλιστα. Έχει δίκιο λοιπόν ο μεταφυσικός υλισμός από την πλευρά
τούτη, το μεγάλο του όμως λάθος είναι, πως βλέπει μόνο τη μηχανική
κίνηση.
Φυσικά, έχουμε την τάση, να βλέπουμε στα πράματα και στους
ανθρώπους μόνο τη μια πλευρά τους .Όταν κρίνουμε ένα σύντροφο, βλέπουμε σχεδόν
πάντοτε ή την καλή ή την κακή του
πλευρά. Το σωστό όμως είναι να βλέπουμε και τη μια και την άλλη
πλευρά του, αλλιώς θα ήταν αδύνατο να έχουμε στελέχη στις οργανώσεις. Στην
πραχτική πολιτική δράση, η μέθοδος να κρίνουμε μονόπλευρα, καταλήγει στο
σεχταρισμό. Συναντούμε έναν αντίπαλό μας, που ανήκει σε μια αντιδραστική
οργάνωση και τον κρίνουμε με τον ίδιο τρόπο, όπως και τους αρχηγούς του. Και
όμως ίσως να είναι μόνο ένας πικραμένος, ένας δυσαρεστημένος υπάλληλος, και δε
θα έπρεπε να τον κρίνουμε με τον ίδιο τρόπο, που κρίνουμε έναν μεγάλο φασίστα
εργοδότη. Μπορούμε μάλιστα να εφαρμόσουμε το συλλογισμό τούτο γενικά και για τ’
αφεντικά. Πρέπει να καταλάβουμε, πως, αν μας φαίνονται κακοί, συχνά η αιτία
είναι, επειδή βρίσκονται κάτω από την κυριαρχία της κοινωνίας με τη σημερινή
της συγκρότηση (structure).
Ίσως, μέσα σε άλλες κοινωνικές συνθήκες, να ήσαν διαφορετικοί.
Άμα έχουμε στο μυαλό μας την ενότητα των αντιθέσεων, θ’
αντικρίζουμε τα πράματα, από όλες τους τις πλευρές. Θα ιδούμε λοιπόν, πως ο
αντιδραστικός τούτος, έχει την αντιδραστική του πλευρά, έχει όμως και μια άλλη
πλευρά, είναι κι αυτός ένας εργάτης, ώστε υπάρχει μέσα του μια αντίφαση. Θα
ψάξουμε τότε να βρούμε ποιοι λόγοι τον έκαναν να προσχωρήσει σ’ αυτή την
αντιδραστική οργάνωση, και ταυτόχρονα θ’ αναζητήσουμε για ποιο λόγο δε θα
έπρεπε να προσχωρήσει. Θα τον κρίνουμε τότε, και θα συζητήσουμε γι αυτόν με
λιγότερο μεροληπτικό τρόπο.
Έχουμε λοιπόν την υποχρέωση, σύμφωνα με τη διαλεχτική, να
αντικρίζουμε και να εξετάζουμε τα πράματα, απ όλες τις γωνίες, που μπορούμε να
ξεχωρίσουμε.
Θα ανακεφαλαιώσουμε τώρα – κι αυτό είναι το θεωρητικό μας
συμπέρασμα – με τούτα τα λόγια: Τα πράματα αλλάζουν, μεταμορφώνονται, επειδή
κλείνουν το καθένα μέσα τους μια εσωτερική αντίφαση, τον εαυτό τους δηλαδή και
το αντίθετό τους. Τα δυό αυτά, αντίθετα το ένα στο άλλο, βρίσκονται σε
σύγκρουση, και οι αλλαγές γεννιούνται από τις συγκρούσεις αυτές. Η αλλαγή
λοιπόν είναι η λύση, που εξαφανίζει τη σύγκρουση.
Η κεφαλαιοκρατική κοινωνία κλείνει κι αυτή την αντίφασή
της, την αστική τάξη και το προλεταριάτο, που αντιπαλαίουν. Η σύγκρουσή
τους εξηγεί την αλλαγή και ο μετασχηματισμός, η μεταμόρφωση της
κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας σε σοσιαλιστική, είναι η λύση, που εξαφανίζει τη
σύγκρουση.
Αλλαγή λοιπόν κίνηση, υπάρχει μόνον, όταν υπάρχει αντίφαση.
Η αντίφαση είναι η άρνηση της κατάφασης, και όταν παρουσιαστεί
ο τρίτος όρος, η άρνηση δηλαδή
της άρνησης, πραγματοποιείται τότε η
λύση, γιατί τη στιγμή εκείνη, η αιτία της αντίφασης ξεπεράστηκε εξαφανίστηκε.
Μπορούμε λοιπόν να ειπούμε, πως, ενώ οι επιστήμες, η
χημεία, η φυσική, η βιολογία κ.τ.λ. ερευνούν τους νόμους της αλλαγής στα ειδικά
για την κάθεμιά τους φαινόμενα, η διαλεχτική καταγίνεται με τους πιο γενικούς
νόμους της αλλαγής. Ο Ένγκελς λέει:
«Η διαλεχτική δεν
είναι, παρά η επιστήμη, που καταγίνεται με τους γενικούς νόμους της κίνησης και
της εξέλιξης, που βαδίζουν η φύση, η ανθρώπινη κοινωνία και η νόηση»[30]
Για Διάβασμα
ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντί- Ντύρινγκ» Τόμος Ι Κεφαλ. ΧΙΙΙ «Δαιαλεχτική. Άρνηση της άρνησης»
σελ.198. Κεφαλ. XIV «Συμπέρασμα» σελ 223
ΛΕΝΙΝ: «Ο Κάρολος Μαρξ και το σύστημά του» «Η
Διαλεχτική» Edition Sociales
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIV
ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ
ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ
ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ
ΠΟΣΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΠΟΙΟΤΗΤΑ
Ή
Η ΠΡΟΟΔΟΣ ΜΕ ΑΛΜΑΤΑ
1. Μεταρρυθμίσεις ή επανάσταση;
α!
Πολιτικά επιχειρήματα
β!
Ιστορικά επιχειρήματα
γ!
Επιστημονικά επιχειρήματα
2. Ο Ιστορικός υλισμός
α! Πως
θα εξηγήσουμε την Ιστορία;
β! Η
ιστορία είναι έργο των ανθρώπων
|
Μας μένει ακόμη ο τελευταίος νόμος της διαλεχτικής. Κι
αυτόν θα εξετάσουμε τώρα, πριν να καταπιαστούμε με ένα άλλο σπουδαίο πρόβλημα:
με την εφαρμογή της διαλεχτικής στην Ιστορία. Στη μελέτη μας τούτη θα
ευκολυνθούμε πολύ έπειτα από την ανάλυση που κάναμε για τους προηγούμενους
νόμους, όπου είδαμε τι είναι η άρνηση της άρνησης και τι εννοούμε άμα λέμε η
ενότητα των αντίθετων. Όπως πάντοτε, το ίδιο και τώρα θα ξεκινήσουμε από
παραδείγματα.
1. Μεταρρύθμιση ή
επανάσταση;
Ακούμε πολλούς, που συζητούν για την κοινωνία, να ρωτούν:
Ποιο δρόμο θ’ ακολουθήσουμε, θα προχωρήσουμε με μεταρρυθμίσεις ή χρειάζεται
επανάσταση; Συζητούν λοιπόν, αν, για να μετατρέψουμε την κοινωνία από
κεφαλαιοκρατική που είναι, σε σοσιαλιστική, θα πετύχουμε το σκοπό τούτο με
διαδοχικές μεταρρυθμίσεις, ή με μια απότομη μετατροπή: την επανάσταση.
Μπροστά στο πρόβλημα τούτο, ας ξαναφέρουμε στη μνήμη μας,
το συμπέρασμα, όπου καταλήξαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Κάθε αλλαγή, είπαμε,
είναι το αποτέλεσμα από την πάλη που κάνουν μέσα στα πράματα αντίθετες
δυνάμεις. Κάθε πράμα, είδαμε, αλλάζει, εξελίσσεται, επειδή κλείνει μέσα του το
αντίθετό του, γιατί κάθε πράμα είναι μια ενότητα αντίθετων. Διαπιστώνουμε
λοιπόν την εσωτερική σύγκρουση, και ακόμη πως από τη σύγκρουση αυτή τα πράματα
μετατρέπονται στο αντίθετό τους. Πως όμως γίνεται η μετατροπή αυτή; Να
το καινούργιο πρόβλημα, που μπαίνει μπροστά μας.
Μπορεί κανείς να σκεφτεί, πως η μετατροπή αυτή
πραγματοποιείται σιγά-σιγά, με διαδοχικές μικρές αλλαγές, πως, π.χ. το άωρο
μήλο μεταμορφώνεται σιγά-σιγά σε ώριμο μήλο με μικρές βαθμιαίες προοδευτικές
αλλαγές.
Και πραγματικά πολλοί άνθρωποι έτσι σκέπτονται και
πιστεύουν, πως η κοινωνία αλλάζει σιγά-σιγά, και πως το αποτέλεσμα, απ’ όλες
αυτές τις βαθμιαίες μικρές αλλαγές θα είναι η μετατροπή της κεφαλαιοκρατικής
κοινωνίας σε σοσιαλιστική. Οι μικρές αυτές αλλαγές είναι οι μεταρρυθμίσεις και
το σύνολό τους, το άθροισμά τους, πιστεύουν, θα μας δώσει τη νέα κοινωνία.
Τη θεωρία τούτη, την ονομάζουν ρεφορμισμό[31].
Και τους οπαδούς της θεωρίας τούτης τους ονομάζουν ρεφορμιστές, όχι γιατί
απαιτούν και επιδιώκουν μεταρρυθμίσεις, παρά επειδή φρονούν, πως δε χρειάζεται
η επανάσταση, πως φτάνουν οι μεταρρυθμίσεις, γιατί, όσο προχωρούν και
συσσωρεύονται, θα πρέπει χωρίς να το καταλάβουμε να μεταμορφώσουν την
κοινωνία.
Ας Ιδούμε, αν η θεωρία αυτή είναι σωστή.
α! Πολιτικά επιχειρήματα:
Ας παρατηρήσουμε τι έγινε
σε όσες χώρες δοκίμασαν να
εφαρμόσουν το σύστημα τούτο, θα ιδούμε, πως πουθενά δεν πέτυχε. Η μετατροπή της
κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας - η κατάργησή
της δηλαδή – μόνο σε μια χώρα πέτυχε ως τώρα, μόνο στη Σοβιετική Ένωση.
Διαπιστώνουμε όμως, πως η μετατροπή έγινε με την επανάσταση, και όχι με
διαδοχικές βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις.
β! Ιστορικά επιχειρήματα.
Μήπως όμως ο γενικός κανόνας είναι, τα πράματα να
μεταμορφώνονται με μικρές βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις;
Την απάντηση μας την
δίνει η ίδια η πραγματικότητα. Αν εξετάσουμε τις αλλαγές, που έγιναν μέσα στην
πορεία της Ιστορίας, θα ιδούμε, πως δεν είναι αδιάκοπες, πως η σειρά τους δεν
εξακολουθεί απεριόριστα. Έρχεται η στιγμή, που σπάει η σειρά τους, και
αντί να έχουμε μικρές αλλαγές, γίνεται ένα πήδημα και εμφανίζεται η
απότομη, η αλματική αλλαγή. Όλα τα αξιόλογα περιστατικά, που διαπιστώνουμε μέσα
στην ιστορία των κοινωνιών, όλα είναι απότομες, αλματικές αλλαγές, όλα είναι
επαναστάσεις.
Ακόμη και όσοι δεν γνωρίζουν τη διαλεχτική, ξέρουν σήμερα,
πως έγιναν βίαιες αλλαγές μέσα στην πορεία της Ιστορίας. Όμως, ως το 17ο
αιώνα, πίστευαν «πως η φύση, δεν κάνει
άλματα». Δεν τους άρεσε να βλέπουν τα άλματα, τις απότομες αλλαγές, που
διακόπτουν τη συνέχεια στις μικρές αλλαγές. Ήρθε όμως η επιστήμη και απόδειξε
με τα πράματα πως γίνονται απότομα, ριζικές αλλαγές. Η Γαλλική Επανάσταση στα
1789 άνοιξε ακόμη καλύτερα τα μάτια τους. Γιατί η ίδια η Επανάσταση ήταν ένα
άλμα, μια ωμή διακοπή με την προηγούμενη κοινωνική κατάσταση. Και έφτασαν έτσι
να αντιληφτούν, πως όλοι οι αποφασιστικοί σταθμοί, μέσα στην πορεία της
Ιστορίας, ήσαν όλοι τους απότομες, ξαφνικές, σημαντικές ανατροπές. Παράδειγμα:
Οι σχέσεις ανάμεσα σε τούτο και εκείνο το Κράτος είναι φιλικές. Αρχίζουν όμως
από φιλικές που ήσαν, και γίνονται λιγότερο φιλικές, και ολοένα πιο ψυχρές,
έπειτα χειροτερεύουν ακόμη, δηλητηριάζονται και παίρνουν εχθρικό χαραχτήρα –
και ξαφνικά ξεσπάει πόλεμος. Να η απότομη διακοπή στη συνέχεια. Άλλο
παράδειγμα: Στη Γερμανία, έπειτα από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο του 1914-1918,
άρχισε να ανεβαίνει βαθμιαία ο φασισμός, έπειτα μια μέρα ο Χίτλερ πήρε την
εξουσία στα χέρια του και η Γερμανία έκανε το άλμα, και πέρασε σε έναν
καινούργιο σταθμό της ιστορίας της.
Σήμερα, πολλοί,, που δεν αρνούνται τις απότομες ριζικές
αλλαγές, ισχυρίζονται πως είναι συμπτώσεις. Σύμπτωση θα ειπεί, κάτι που
γίνεται, και μπορούσε να μη γίνει. Έτσι εξηγούν και τις κοινωνικές επαναστάσεις.
«Είναι, λένε, συμπτώσεις»
Τους ακούμε λοιπόν να λένε σχετικά με την ιστορία της
Γαλλίας, πως η πτώση π.χ. του Λουδοβίκου 16ου και η Γαλλική
Επανάσταση έγιναν, γιατί έτυχε ο Λουδοβίκος 16ος να έχει αδύνατο
χαραχτήρα, να είναι μαλακός άνθρωπος. «Αν ήταν ενεργητικός δε θα είχε γίνει η
Επανάσταση». Διαβάζουμε μάλιστα ιστορικά βιβλία, πως, αν δεν είχε παρατείνει το
γεύμα του στη Βαρέν (Varennes)
δε θα τον είχαν πιάσει, και θα είχε
αλλάξει το ρέμα της ιστορίας. Η γαλλική λοιπόν Επανάσταση είναι, λένε, μια
σύμπτωση.
Αντίθετα η διαλεχτική παραδέχεται, πως οι επαναστάσεις
είναι αναγκαιότητες[32].
Υπάρχουν βέβαια, αδιάκοπες μικρές αλλαγές, μα, όπως προχωρούν και
συσσωρεύονται, καταλήγουν αναγκαστικά να γεννήσουν απότομες ριζικές αλλαγές.
γ! Επιστημονικά επιχειρήματα
Ας πάρουμε για παράδειγμα το νερό. Ξεκινάμε από θερμοκρασία
1 βαθμό και ανεβάζουμε τη θερμοκρασία στους 2,3,4 και προχωρούμε ως τους 98
βαθμούς. Έχουμε μια αδιάκοπη σειρά διαδοχικές αλλαγές. Μπορεί όμως να
εξακολουθήσει η σειρά αυτή απεριόριστα; Μπορούμε να ανεβούμε ως τους 99
βαθμούς, άμα όμως φτάσουμε στους 100 σπάει η σειρά και έχουμε αναγκαστικά μια
απότομη αλλαγή. Το νερό μετατρέπεται σε ατμό. Ας πάμε τώρα ανάποδα. Ας κατεβούμε
από τους 99 στον 1 βαθμό, θα έχουμε πάλι μια αδιάκοπη σειρά από μικρές αλλαγές
μα δεν μπορούμε να εξακολουθούμε να κατεβάζουμε απεριόριστα τη θερμοκρασία,
γιατί άμα φτάσουμε στο μηδενικό, εμφανίζεται ξαφνικά μια καινούργια απότομη
αλλαγή, το νερό μετατρέπεται και
γίνεται πάγος.
Από το βαθμό 1 ως το βαθμό 99 το νερό μένει πάντα νερό.
Αλλάζει μόνο η θερμοκρασία του. Την αλλαγή τούτη την ονομάζουμε ποσοτική
αλλαγή. Μας δίνει την απάντηση στην ερώτηση: «Πόσο;» «πόση, δηλαδή, είναι η
θερμότητα του νερού;». Άμα όμως το νερό μετατρέπεται και γίνεται ατμός ή πάγος,
έχουμε ποιοτική αλλαγή, γιατί άλλαξε η ποιότητα. Το νερό δεν είναι πια
νερό, έγινε πάγος ή έγινε ατμός. Άμα λοιπόν ένα πράμα δε μεταμορφώνεται, άμα
δεν αλλάζει η φύση του, η αλλαγή που παθαίνει είναι ποσοτική –στο παράδειγμά
μας αλλάζει ο βαθμός της θερμότητας του νερού και όχι η φύση του. Άμα όμως
αλλάζει η φύση του, άμα το πράμα μεταμορφώνεται και γίνεται κάτι άλλο –
το νερό γίνεται ατμός – η αλλαγή είναι ποιοτική.
Ώστε, όπως βλέπουμε, η εξέλιξη στα πράγματα δεν μπορεί να
είναι απεριόριστα ποσοτική. Τα πράματα όσο αλλάζουν, φτάνει στο τέλος η στιγμή,
που παθαίνουν ποιοτική αλλαγή. Η ποσότητα λοιπόν, μετατρέπεται σε
ποιότητα, αυτός είναι ο γενικός νόμος. Μα, όπως κάθε φορά έτσι και τώρα το
τονίζω, δεν πρέπει ν’ αρκεστούμε στην αφηρημένη τούτη διαπίστωση. Στο έργο του
Ένγκελς «Αντί- Ντύρινγκ» στο
κεφάλαιο «Η Διαλεχτική, ποσότητα και
ποιότητα» θα βρούμε ένα σωρό
παραδείγματα, που θα μας δώσουν να καταλάβουμε, πως παντού καθώς και στις
φυσικές επιστήμες επαληθεύεται ο γενικός τούτος νόμος:
«Άμα η ποσοτική αλλαγή φτάνει σε ορισμένο βαθμό γεννιέται ξαφνικά μια
ποιοτική αλλαγή»[33]
Να και ένα καινούργιο παράδειγμα. Το παραθέτει ο καθηγητής
Βαλόν (H. Vallon) σε άρθρο του στον 8ο
τόμο της «γαλλικής Εγκυκλοπαίδειας
(και ο Βαλόν μας παραπέμπει στον Ένγκελς). Η νευρική ενέργεια, μας λέει,
άμα συσσωρευτεί σ’ ένα παιδί, προκαλεί το γέλιο. Αν εξακολουθήσει όμως η
συσσώρευση, έρχεται η στιγμή που ξαφνικά το γέλιο μετατρέπεται σε κλάμα. Έτσι
τα παιδιά που τα ερεθίζουμε και τα κάνουμε να γελούν, και όλο να γελούν, στο
τέλος αρχίζουν τα κλάματα.
Θα δώσω ακόμη ένα τελευταίο παράδειγμα αρκετά γνωστό σε
όλους: Βάζει ένας υποψηφιότητα σε μια εκλογή, να βγει, ας πούμε, βουλευτής.
Χρειάζεται, ας υποθέσουμε, 450 ψήφους για να πετύχει. Αν πάρει 449 ψήφους,
μένει, ό,τι ήταν, ένα υποψήφιος. Με έναν ακόμη ψήφο, η ποσοτική αυτή αλλαγή
προκαλεί μια ποιοτική αλλαγή, γιατί από υποψήφιος που ήταν, έγινε βουλευτής.
Ας ξαναγυρίσουμε τώρα στο πρόβλημά μας: μεταρρυθμίσεις ή
επανάσταση; Τι λύση μας τη δίνει ο νόμος, που τώρα δα αναλύσαμε.
Οι ρεφορμιστές (μεταρρυθμιστές)
μας λένε: «Είσαστε ουτοπιστές. Ζητάτε αδύνατα πράματα. Κυνηγάτε πράματα, που
γίνονται μόνο από σύμπτωση». Ο τέταρτος όμως νόμος της διαλεχτικής δείχνει
καθαρά ποιοι πραγματικά ονειρεύονται αδύνατα πράματα. Η έρευνα στα φυσικά και
κοινωνικά φαινόμενα, η εξέλιξη της επιστήμης, μας δείχνουν πως οι μικρές
ποσοτικές αλλαγές δεν εξακολουθούν απεριόριστα, γιατί έρχεται η στιγμή και η ποσοτική αλλαγή
μετατρέπεται και γίνεται ποιοτική. Δεν το λέμε εμείς αυτό αυθαίρετα, το
βεβαιώνουν η φύση, η επιστήμη, η ίδια η πραγματικότητα[34].
Μπορούμε τώρα να ρωτήσουμε: Τι ρόλο παίζουμε εμείς οι
άνθρωποι σ’ αυτές τις απότομες μετατροπές; Θ’ απαντήσουμε στο ερώτημα τούτο,
και θ’ αναλύσουμε το πρόβλημα τούτο με την εφαρμογή της διαλεχτικής στην
Ιστορία. Και έτσι φτάσαμε σε μια πάρα πολύ ξακουστή περιοχή του διαλεχτικού
υλισμού: στον ιστορικό υλισμό.
2. Ο ιστορικός
υλισμός
Τι είναι ο ιστορικός υλισμός; Είναι απλούστατα, η εφαρμογή
της διαλεχτικής στην ιστορία της ανθρώπινης κοινωνίας. Ξέρουμε τώρα, τι είναι η
διαλεχτική. Για να καταλάβουμε καλά τον ορισμό που δώσαμε, χρειάζεται να
ξεκαθαρίσουμε και τι είναι η ιστορία.
Άμα λέμε ιστορία εννοούμε αλλαγή, και ιδιαίτερα αλλαγή μέσα
στην κοινωνία. Η κοινωνία έχει ιστορία. Στην πορεία της ιστορίας της βλέπουμε
ν’ αλλάζει αδιάκοπα η κοινωνία, βλέπουμε να εμφανίζονται μεγάλα σπουδαία
περιστατικά. Μπαίνει λοιπόν μπροστά μας το πρόβλημα: Αφού οι κοινωνίες, μέσα
στην ιστορία, αλλάζουν, τι είναι εκείνο που προκαλεί και εξηγεί τις αλλαγές
αυτές;
α! Πως θα εξηγήσουμε την Ιστορία;
Ακούμε λοιπόν να ρωτάνε: «Για ποιο λόγο όλο και
ξαναγυρίζουν οι πόλεμοι. Οι άνθρωποι έπρεπε να μπορούν να ζούνε ειρηνικά!». Και
στα δυό αυτά ερωτήματα, εμείς θα δώσουμε φυσικά, υλιστική απάντηση.
Ο καρδινάλιος εξηγεί τον πόλεμο, και μας λέει, πως είναι
μια τιμωρία, που στέλνει ο Θεός. Η απάντηση τούτη είναι ιδεαλιστική. Ο Θεός
στέλνει τους πολέμους. Έτσι εξηγεί την ιστορία με το «πνεύμα». Το «πνεύμα»
είναι εκείνο που δημιουργεί την ιστορία και καθορίζει την πορεία της.
Άλλοι μιλάνε για τη θεία Πρόνοια. Και η απάντηση τούτη
είναι ιδεαλιστική. Ο Χίτλερ στο βιβλίο
του Mein Kampf
(o «Αγώνας
μου») μας λέει, πως η ιστορία είναι έργο της θεϊκής Πρόνοιας, και την
ευχαριστεί, ο Χίτλερ, γιατί τοποθέτησε το μέρος, όπου γεννήθηκε, στα αυστριακά
σύνορα.
Υπεύθυνοι λοιπόν για την ιστορία ο Θεός ή η θεϊκή Πρόνοια.
Να μια θεωρία βολική. Οι άνθρωποι ανίσχυροι. Δεν μπορούμε λοιπόν τίποτε να
κάνουμε για να σταματήσουν οι πόλεμοι. Θα μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια.
Επιτρέπεται όμως, από επιστημονική άποψη, να υποστηρίζουμε
μια τέτοια θεωρία; Δικαιολογείται από τα πράματα; Όχι.
Η πρώτη υλιστική απάντηση στη συζήτηση τούτη είναι, πως η
ιστορία δεν είναι έργο του Θεού, αντίθετα είναι το έργο εμάς των
ανθρώπων. Ώστε οι άνθρωποι μπορούν να επενεργήσουν επάνω στην ιστορία και
μπορούν να εμποδίσουν τους πολέμους.
β! Η ιστορία είναι το έργο των ανθρώπων.
« Οι άνθρωποι κάνουν
την ιστορία τους, όποια κιάν είναι η τροπή που παίρνει. Γιατί ο καθένας τους
επιδιώκει να πραγματοποιήσει τους δικούς του σκοπούς, που τους έχει συνειδητά
παραδεχτεί με τη θέλησή του. Τα αποτελέσματα από τις πολυάριθμες αυτές
θελήσεις, που ενεργούν σε διαφορετικές κατευθύνσεις, καθώς και τα αποτελέσματα
από τον ποικιλότροπο αντίχτυπό τους επάνω στον εξωτερικό κόσμο, αυτά ίσα-ίσα τα
αποτελέσματα συγκροτούν την ιστορία. Ώστε πρόκειται για το τι θέλουν τα
πολυάριθμα άτομα, το καθένα χωριστά. Μα η θέληση προσδιορίζεται και
κατευθύνεται από το συναίστημα και τη
λογική. Οι μοχλοί όμως που κινούν άμεσα το συναίστημα και τη λογική είναι
διαφόρων ειδών… Μπορούμε ακόμη να ρωτήσουμε… ποιες είναι οι ιστορικές αιτίες,
πως μεταμορφώνονται μέσα στο μυαλό των ανθρώπων και γίνονται μοχλοί, τα
ελατήρια που κινούν τη δράση τους»[35]
Στο απόσπασμα τούτο, μας λέει ο Ένγκελς, πως οι άνθρωποι,
με τη σύμφωνα με τη θέλησή τους δράση τους, κάνουν την ιστορία. Οι θελήσεις
τους όμως, προσθέτει, δε βαδίζουν πάντοτε στην ίδια κατεύθυνση. Γιατί όμως οι
θελήσεις τους δε βαδίζουν στην ίδια κατεύθυνση; Και ποιο είναι εκείνο που
καθορίζει, που κινεί τη δράση των ανθρώπων;
Ορισμένοι ιδεαλιστές θα συναινέσουν, πως οι πράξεις των
ανθρώπων κάνουν την ιστορία, και πως η δράση αυτή πηγάζει από τη θέλησή τους: Η
θέληση λοιπόν καθορίζει τη δράση, και οι σκέψεις και τα συναιστήματά μας
καθορίζουν τη θέλησή μας. Θα είχαμε τότε την ακόλουθη πορεία: ιδέα-θέληση-δράση.
Για να εξηγήσουμε τη δράση, λένε οι ιδεαλιστές αυτοί, πρέπει να
γυρίσουμε πίσω στον πρώτο κρίκο της αλυσίδας, και να βρούμε την ιδέα! Η ιδέα
είναι η καθοριστική αιτία.
Σπεύδουμε να τονίσουμε, πως δεν αρνιούμαστε τη δράση των
μεγάλων ανθρώπων, μέσα στην ιστορία, ούτε την επίδραση των ιδεολογιών. Είναι
όμως ανάγκη να εξηγηθεί η επίδραση αυτή. Και την εξήγηση δε μας τη δίνει η
αλυσίδα : ιδέα-θέληση-δράση. Έτσι πολλοί ισχυρίζονται, πως στο 18ο
αιώνα ο Ντιντερό και οι εγκυκλοπαιδιστές, με την πλατειά διάδοση, που έκαναν
στην κοινή γνώμη, της θεωρίας τους για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, έθελξαν και
ενθουσίασαν με τις ιδέες τους αυτές τους ανθρώπους και ηλέχτρισαν τη θέλησή
τους. Η συνέπεια ήταν να ξεσπάσει η γαλλική Επανάσταση. Το ίδιο λένε, και στη
Ρωσία είχαν πλατειά διαδοθεί οι ιδέες του Λένιν, και οι άνθρωποι έδρασαν
σύμφωνα με τις ιδέες αυτές. Και βγάζουν το συμπέρασμα, πως οι επαναστατικές
ιδέες, αυτές καθόρισαν την επανάσταση. Χωρίς αυτές δε θα είχε γίνει. Σύμφωνα
λοιπόν με την άποψη τούτη οι ιδέες των μεγάλων αρχηγών, αυτές είναι οι
κινητήριες δυνάμεις της Ιστορίας. Ώστε οι αρχηγοί των λαών, αυτοί κάνουν την
ιστορία. Ξέρουμε το σύνθημα των γάλλων βασιλοφρόνων ( της Action Francaise ): «Σαράντα
βασιλείς έκαναν τη Γαλλία» βασιλείς όμως, θα μπορούσαμε να προστέσουμε, που δεν
είχαν πολλές «ιδέες» στο κεφάλι τους.
Ποια είναι η υλιστική άποψη για το ζήτημα τούτο;
Είδαμε, πως ο υλισμός στο 18ο αιώνα και ο
σύγχρονος ο διαλεχτικός υλισμός έχουν πολλά κοινά σημεία, όμως η θεωρία του
παλιού υλισμού για την ιστορία ήταν ιδεαλιστική.
Λοιπόν είτε ιδεαλιστική είτε σκεπασμένη από έναν υλισμό
χωρίς συνέπεια με τον εαυτό του, η ιδεαλιστική τούτη θεωρία, που τώρα δα
αναλύσαμε, ενώ φαίνεται πως εξηγεί την ιστορία, πραγματικά δεν εξηγεί τίποτε.
Γιατί ποιο είναι εκείνο που προκαλεί τη δράση;
«Ο παλιός υλισμός, λέει ο Ένγκελς, όλα τα σταθμίζει και τα κρίνει
σύμφωνα με τα ελατήρια της δράσης. Χωρίζει τους ανθρώπους που αναπτύσσουν δράση
μέσα στην ιστορία σε ευγενικούς με ανώτερα συναιστήματα και όχι ευγενικούς, και
διαπιστώνει έπειτα συχνά, πως οι ευγενικοί την παθαίνουν, και οι καταφερτζήδες
είναι οι νικητές και καρπώνονται την νίκη. Έτσι βγαίνει το συμπέρασμα για τον
παλιό υλισμό, πως η ιστορία δε μας διδάσκει σπουδαία πράματα, τίποτε το
εποικοδομητικό, και εμείς βγάζουμε το συμπέρασμα, πως ο υλισμός αυτός, στην
περιοχή της ιστορίας, είναι άπιστος στον ίδιο τον εαυτό του, επειδή τις ιδέες,
που επενεργούν μέσα στην ιστορία, αυτές δέχεται για κινητήριες δυνάμεις[36]
της, αυτές θεωρεί αρχικές αιτίες, και δεν
εξετάζει τι κρύβεται πίσω τους»[37]
Η θέληση λοιπόν, οι ιδέες, ισχυρίζονται. Μα γιατί οι
φιλόσοφοι στο 18ο αιώνα είχαν αυτές ίσα-ίσα τις ιδέες; Αν είχαν
δοκιμάσει, ας το υποθέσουμε, να κηρύξουν το μαρξισμό, κανείς δε θα τους άκουε,
γιατί την εποχή εκείνη, οι άνθρωποι δε θα καταλάβαιναν, τι τους έλεγαν. Δεν
έχει σημασία μόνο να διαδίδουμε ιδέες, χρειάζεται ακόμη και να μπορούν να τις
καταλάβουν και να τις παραδεχτούν οι άνθρωποι. Ώστε είναι καθορισμένες οι
εποχές που γεννιούνται ορισμένες
ιδέες, και γίνονται παραδεχτές.
Πάντοτε τονίσαμε, πως οι ιδέες έχουν μεγάλη σημασία. Πρέπει
όμως να ιδούμε, από πού έρχονται. Πρέπει δηλαδή να ερευνήσουμε, ποιες
είναι οι αιτίες, που κάνουν να γεννηθούν τούτες οι ιδέες, ποιες λοιπόν είναι,
σε τελευταία ανάλυση, οι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας.
Για Διάβασμα
ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντί –Ντύρινγκ» τομ.Ι κεφαλ. «Η Διαλεχτική. Ποσότητα και ποιότητα»
σελ.179
ΛΕΝΙΝ: «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός» σελ. 334
ΕΝΓΚΕΛΣ: «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» κεφαλ. IV «Ο διαλεχτικός υλισμός»
σελ. 32 και συνέχεια. Editions Sociales,
1946
Ρ. ΜΩΜΠΛΑΝ : «Η μαρξιστική φιλοσοφία και η φιλοσοφία που
διδάσκεται στα σχολεία μας».Πρώτο Μέρος «les Cahiers du contre-enseignement proletarian»
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ
ΓΙΑ ΤΟ Δ! ΜΕΡΟΣ –ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Κεφάλαιο Χ
1. Πως γεννήθηκε η μεταφυσική μέθοδος;
2. Πως γεννήθηκε η διαλεχτική μέθοδος;
3. Γιατί και πως ο μεταφυσικός υλισμός εξελίχτηκε στο
διαλεχτικό υλισμό;
4. Ποια είναι η φιλοσοφική σχέση του Μαρξ με τον Χέγκελ;
Κεφάλαιο ΧΙ
1. Τι θα ειπεί μηχανική αλλαγή;
2. Ποια είναι η διαλεχτική αντίληψη για την αλλαγή;
Κεφάλαιο ΧΙΙ
1. Ποια είναι η αντίληψη της διαλεχτικής για τη αλλαγή;
(Να συγκρίνετε με την απάντηση που
δώσατε στην προηγούμενη ερώτηση)
2. Τι είναι η ιστορική εξέλιξη;
3. Γιατί και πως μετατρέπονται τα πράματα;
Κεφάλαιο ΧΙΙΙ
1. Πως δεν πρέπει να καταλάβουμε τη διαλεχτική;
Κεφάλαιο XIV
1. Τι είναι η διαλεχτική;
2. Ποιοι είναι οι νόμοι της;
[1]Αντιντυρινγκ-
Τόμος Ι , σελ. 7-8
[4]Μέρος Γ!
κεφαλ. ΙΧ, παρ. 1,
[5]
Για τη διαλεχτική
του Χέγκελ «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.47-48 .Κοίταξε και στο τέλος τον
«Πίνακα για τα ονόματα»
[6] ΕΝΓΚΕΛΣ:
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 7-8
[8]
Κοίταξε τον
«Πρόλογο»
[9]
Κοίταξε και
«Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ. 38
[10]
ΕΝΓΚΕΛΣ :
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 35
[11]
«Μικρό
Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ. 15
[12]
ΕΝΓΚΕΛΣ :
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 34
[14]
ΕΝΓΚΕΛΣ :
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 35-36
[15]
Ο Σβάν και
Σλάιντεν (Schwan,και Schleiden) ανακάλυψαν το ζωικό κύτταρο και τόνισαν
πως από «τη μονάδα τούτη αναπτύσσονται με τον πολλαπλασιασμό και τη
διαφοροποίηση των κυττάρων, ολόκληρος ο οργανισμός του φυτού και του ζώου». Με
την ανακάλυψή τους τούτη, απόδειξαν τη συνέχεια στα δυό μεγάλα βασίλεια
της ζωντανής ύλης.
[17]
«Όσο
αντικρίζουμε τα πράματα σα να είναι ακίνητα και σα να μην έχουν ζωή, όσο τα
εξετάζουμε το καθένα χωριστά, το ένα δίπλα στο άλλο, και το ένα έπειτα από το
άλλο, χωρίς αμφιβολία δε συναντάμε καμιά αντίφαση μέσα τους. Διαπιστώνουμε ορισμένες ιδιότητες, άλλες
κοινές, άλλες διαφορετικές, ή και αντιφατικές ακόμη αναμεταξύ τους, μα τούτες
είναι μοιρασμένες σε διαφορετικά αντικείμενα, ώστε δεν κλείνουν μέσα τους καμιά
αντίφαση. όσο μένουμε περιορισμένοι μέσα στον τομές τούτης της άποψης, τα
βγάζουμε πέρα με το συνειθισμένο, το μεταφυσικό, τρόπο της σκέψης. Από τη
στιγμή όμως που θα αντικρίσουμε τα πράματα μέσα στην κίνησή τους, μέσα στην
αλλαγή τους, μέσα στη ζωή τους, μέσα στην αλληλεπίδρασή τους, αλλάζει ολότελα η
κατάσταση. Θα βρεθούμε αμέσως μέσα στις αντιφάσεις». ΕΝΓΚΕΛΣ: «Αντι-Ντύρινγ»
σελ. 181-182
[18]
ΕΝΓΚΕΛΣ:
«Αντι-Ντύρινγ» σελ. 183
[19]
Μέσα στο
κείμενο αναφέρονται για παράδειγμα μέσα σε παρένθεση οι ελληνικές λέξεις «dialectique, autodynamisme» κ.τ.λ.
[20]
Κοίταξε το
άρθρο του Μωβλαν (R. Maublanc) στην Εργατική Ζωή ( la Vieouvriere) στις
14 του Οχτώβρη 1937.
[22]
Κοίταξε
παραπάνω κεφάλαιο ΧΙ παρ. 3
[23]
Κοίταξε
παραπάνω κεφάλαιο ΧΙΙ παρ. 3
[24]
Κοίταξε
«Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.27 «άρνηση της άρνησης» «Πολύ γενικός και …
σπουδαίος νόμος της εξέλιξης της φύσης, της ιστορίας και της νόησης….. Κάθε
φαινόμενο, όντας εσωτερικά αντιφατικό, περιέχει μέσα του την ίδια την άρνηση.
Μέσα σ’ αυτό παλεύουν εκείνο που γεννιέται και εκείνο που τελειώνει τη ζωή του,
το νέο με το παλιό. Η άρνηση του παλιού δε σημαίνει, ωστόσο, άσκοπη καθαρή
άρνηση, δε σημαίνει την απλή απόριψη του παλιού…. Η διαλεχτική «απαιτεί
υπόδειξη της σύνδεσης του αρνητικού με το θετικό, της ύπαρξης του θετικού μέσα
στο αρνητικό(Λένιν) Ο κομμουνισμός είναι η άρνηση του κεφαλαιοκρατικού
συστήματος, διατηρεί όμως κάθε τι θετικό, που δημιούργησε η ανθρωπότητα κάτω
από το ζυγό της κεφαλαιοκρατίας. Γι αυτό την πορεία της κίνησης πρέπει να την εννοούμε…. σαν προχωρητική ,
ανοδική, σαν μετάβαση από το απλό στο
σύνθετο…. από το κατώτερο στο ανώτερο».(σελ. 27-28)
[26]
ΕΝΓΚΕΛΣ:
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 34
[27]
«Η ιστορία
των επιστημών», είναι η ιστορία, όπου βλέπουμε να αποδιώχνεται προοδευτικά η
πλάνη, όπου δηλαδή βλέπουμε στη θέση της πλάνης, να μπαίνει κάθε φορά μια άλλη
καινούργια πλάνη, λιγότερο όμως παράλογη κάθε φορά» ΕΝΓΚΕΛΣ
[28]
ΕΝΓΚΕΛΣ:
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 34 και 35
[29]
«Η
διαλεχτική ξεκινάει από το ότι τα αντικείμενα και τα φαινόμενα της φύσης
κλείνουν μέσα τους εσωτερικές αντιθέσεις…. Κάθε πράμα αποτελεί ενότητα
αντιθέσεων. Όλα έχουν το παρελθόν τους και το μέλλον, εκείνο που τελειώνει τη
ζωή του και εκείνο που αναπτύσσεται, την αρνητική και τη θετική τους πλευρά. Γι
αυτό και η πορεία της ανάπτυξης από το
κατώτερο στο ανώτερο ξετυλίγεται μέσα στα πράματα με την πάλη των αντίθετων
τάσεων. Οι αντιθέσεις αποκλείουν η μια την άλλη και ταυτόχρονα είναι συνδεμένες
η μια με την άλλη…. Το προλεταριάτο και η αστική τάξη γεννιούνται από το
κεφαλαιοκρατικό σύστημα… συνδέονται αναμεταξύ τους, ταυτόχρονα όμως αποκλείουν
το ένα το άλλο, γιατί το προλεταριάτο διεξάγει ανειρήνευτη πάλη ενάντια στην
αστική τάξη» « Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.63-64
[30] ΈΝΓΚΕΛΣ:
«Αντί-Ντυρινγκ» Τομ. Ι σελ. 220
[31] Ρεφορμισμός
( Reformisme) από τη
γαλλική λέξη reforme που θα ειπεί
: μεταρρύθμιση. Θα μπορούσαμε να φτιάξουμε τον όρο :Ο Μεταρρυθμισμός
επικράτησε όμως ο όρος ρεφορμισμός
[32]
Είναι
δηλαδή αναγκαία αποτελέσματα της κοινωνικής εξέλιξης, είναι το αναγκαίο άλμα
από τη μια κατάσταση της κοινωνίας σε μια άλλη. Κοίταξε Ν. Κιτσίκη: «Η
φιλοσοφία της νεότερης φυσικής»σελ.1
[33]
ΈΝΓΚΕΛΣ:
«Αντί-Ντυρινγκ» Τομ. Ι σελ. 192
[35]
ΕΝΓΚΕΛΣ:
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 38-39
[36]
Οι γάλλοι
υλιστές στο 18ο αιώνα δίδασκαν, πως οι ιδέες καθορίζουν τη ζωή της
κοινωνίας «οι ιδέες κυβερνούν τον κόσμο» Κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό» σελ.
93
[37]
ΕΝΓΚΕΛΣ:
«Λουδοβίκος Φόυερμπαχ» σελ. 39
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου