Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

ΟΙ « ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ»



Άρθρο του  Κ.Δ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ
Δημοσιεύτηκε στις  «Επιφυλλίδες»
 της εφημερίδας «Δημοκρατική»
 στις 13 Οκτώβρη 1951



            Για ποιο λόγο έχει καθιερώσει το Κράτος τις «εισαγωγικές» ή «εισιτηρίους» εξετάσεις, με τον τρόπο πού γίνονται;
Tι επιδιώκει πραγματικά με το βάρβαρο και αντιπαιδαγωγικό τούτο  σύστημα;Χιλιάδες παιδιά ξεθεώθηκαν το καλοκαίρι με το διάβασμα, τον παπαγαλισμό και τα  γνωστά φροντιστήρια, για να ετοιμαστούν για τις εξετάσεις, πού πρέπει να δώσουν, για να μπούνε στο γυμνάσιο ή στο πανεπιστήμιο και τις άλλες ανώτερες σχολές. Και τώρα πού άνοιξαν τα σχολεία κορυφώνεται η αγωνία τους.
Το Κράτος θέλει, έτσι λέει, όλα τα ελληνόπουλα, αγόρια και κορίτσια, να φοιτήσουν στα δημοτικά σχολεία, και να πάρουν εκεί τη στοιχειακή μόρφωση. Στο γυμνάσιο όμως, ούτε μπορούν ούτε πρέπει, λέει το Κράτος, να πάνε όλα τα παιδιά, και ακόμη περισσότερο δεν μπορούν λέει, μα και ούτε πρέπει να πάνε στο πανεπιστήμιο όλα τα παιδιά, πού τέλειωσαν το γυμνάσιο. Και δεν μπορούν λέει, να φοιτήσουν όλα τα παιδιά στη μέση και ανώτερη παιδεία, γιατί είναι βαριά, πολύ βαριά τα έξοδα – εκπαιδευτικά τέλη, χαρτόσημα, δίδαχτρα, πανάκριβα βιβλία, διατροφή μακριά από το πατρικό σπίτι  κλπ – και λίγοι γονείς μπορούν να τα σηκώσουν . Μα και ούτε πρέπει, γιατί θα μας πνίξει, λέει, ο διανοητικός πληθωρισμός – οι άνεργοι επιστήμονες – και θεσιθηρία, και θα λείψουν χιλιάδες χέρια από την παραγωγική δουλειά.
Τι θα γίνει λοιπόν; Ποιά είναι τα παιδιά εκείνα – τα προνομιούχα – πού πρέπει να φοιτήσουν στη μέση και ανώτερη παιδεία; Τα ικανά βέβαια. Και ποια είναι τα ικανά να σπουδάσουν; - Εκείνα- πού θα πετύχουν, λέει το Κράτος, στις εισαγωγικές εξετάσεις. Ώστε, οι εισαγωγικές εξετάσεις είναι φραγμός πού εμποδίζει τα ανίκανα παιδιά, τα παιδιά, πού δεν είναι «καλοί  μαθηταί», να φοιτήσουν στο γυμνάσιο και στο πανεπιστήμιο. Γι’ αυτό το λόγο τις  έχει καθιερώσει το Κράτος, και γι’ αυτό χρόνο με το χρόνο τις κάνει και αυστηρότερες.


*
Με τις εισαγωγικές όμως  εξετάσεις, έτσι όπως γίνονται πετυχαίνει το Κράτος να μπούνε στο γυμνάσιο και στο πανεπιστήμιο  όλα  τα ικανά και  μόνον τα ικανά παιδιά; H απάντηση δεν μπορεί, παρά να είναι αρνητική, για δυό προπάντων λόγους:
Και πρώτα, από τα παιδιά, που φοιτούν στο δημοτικό σχολείο, μόνο το 10-15% παίρνουν μέρος στις εξετάσεις, για να μπούνε στο γυμνάσιο. Τα άλλα, τα 85%, ή δεν τελειώνουν το δημοτικό σχολείο, ή όσα το τελειώνουν, δεν επιχειρούν κάν να πάνε στη μέση παιδεία. Και από τα παιδιά πού πέτυχαν και μπήκανε στο γυμνάσιο, τα 3/4 δεν φτάνουν στην τελευταία τάξη. Από τις 24.629 παιδιά που γράφτηκαν μιά σχολική χρονιά στην πρώτη τάξη  στα δημόσια γυμνάσια, μόνο τα 6.139 έφτασαν στην έχτη, την τελευταία τάξη. Τα άλλα ξέκοψαν στο μεταξύ. Μα και από τα παιδιά, πού τέλειωσαν το γυμνάσιο, πάλι ένα αρκετό ποσοστό δεν παίρνει μέρος στις εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο και τις ανώτερες σχολές.

Μπορούμε λοιπόν να ειπούμε, πως από το ένα εκατομμύριο παιδιά, που φοιτούν στο δημοτικό σχολείο, τα 850.000 δεν προχωρούν πέρα από την κατώτερη παιδεία. Πώς τώρα έρχεται το Κράτος και μας λέει πως με τις εισαγωγικές εξετάσεις διαλέγει τα ικανά παιδιά, αφού τα 9/10 περίπου από τα παιδιά δεν παίρνουν μέρος σε αυτές; ‘Η μήπως τα 850.000 το κατάλαβαν μόνα τους πώς είναι ανίκανα, και γι’ αυτό δεν τολμούν να πάνε παραπάνω;  Ώστε με τις εισαγωγικές εξετάσεις, και αν ακόμα δεχτούμε πως είναι άρτιες και γίνονται με τον ποιο επιστημονικό τρόπο, δεν διαλέγονται όλα τα ικανά παιδιά. Το πολύ πού θα μπορούσαμε να ειπούμε, πώς διαλέγει το Κράτος τα ικανά μόνο ανάμεσα στο 1/10 των παιδιών. Για τα άλλα 9/10 δεν νοιάζεται διόλου, τα αφήνει στην τύχη τους, και φουντώνει έτσι το κύμα της αγραμματοσύνης. Γιατί αν πραγματικά νοιαζόταν το Κράτος για όλα τα παιδιά, εύκολα θα εύρισκε τον τρόπο να διαλέγει ανάμεσα  σ’ όλα τα ελληνόπουλα, φτωχά και πλούσια, τα ικανά να πάνε στη  μέση και ανώτερη παιδεία.

Γιατί δεν το κάνει; Μα μας το είπε παραπάνω. Δεν μπορούν, μας είπε, να πάνε όλα τα παιδιά στη μέση και ανώτερη παιδεία. Και γιατί δεν μπορούν; Κι’ αυτό μας το είπε. Γιατί λίγοι είναι  οι γονείς που μπορούν να σηκώσουν τα βαριά, πολύ βαριά έξοδα, που χρειάζονται για να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Ώστε στη μέση και ανώτερη  παιδεία μπορούν με άνεση να φοιτήσουν μόνο τα παιδιά των νοικοκυραίων και των πλουσίων. Αν το Κράτος ήθελε να σπουδάζουν όλα τα ικανά παιδιά –και αυτό απαιτεί το συμφέρον του λαού, γιατί αλλιώς μένουν ανεκμετάλλευτες και πάνε χαμένες τεράστιες ψυχικές δυνάμεις – θα έπρεπε να οργανώσει έτσι την κατώτερη παιδεία, ώστε όλα τα παιδιά να τελειώνουν το δημοτικό σχολείο. Θα έπρεπε δεύτερο να διαλέγει τα ικανά παιδιά ανάμεσα σ’ όλα τα ελληνόπουλα, φτωχά και πλούσια, και θα έπρεπε ακόμα με παιδικά συσσίτια, με κρατικά οικοτροφεία, με κρατικές και κοινοτικές υποτροφίες να εξασφαλίζει στα ικανά παιδιά του λαού την άνετη φοίτηση τους στη μέση και ανώτερη παιδεία. Το Κράτος όμως όχι μόνο δεν παίρνει κανένα από τα μέτρα αυτά παρά, αντίθετα, κάνει ό,τι μπορεί για να εμποδίσει να σπουδάσουν τα παιδιά του δουλευτή λαού. Βαριά εκπαιδευτικά τέλη και λογής – λογής χαρτόσημα, εισφορές, βαριά δίδαχτρα, ειδικές φορολογίες, πανάκριβα βιβλία και τόσοι  άλλοι οικονομικοί φραγμοί.
Το Ελληνικό  Κράτος δεν αναγνωρίζει στα παιδιά του λαού το ιερό δικαίωμα τους να μορφωθούν. Η παιδεία  έχει γίνει προνόμιο των λίγων. Οι πόρτες της είναι τυπικά ανοιχτές, στην πραγματικότητα όμως είναι κλειστές  για τα παιδιά του λαού. Δεν είναι λοιπόν αλήθεια - και τούτο είναι το πρώτο συμπέρασμα  μας – πως το Κράτος  έχει θεσπίσει τις εισαγωγικές εξετάσεις, για να φοιτούν στη μέση και ανώτερη παιδεία όλα τα ικανά παιδιά.

*
Μα με τις εισαγωγικές εξετάσεις, με τον τρόπο πού εξακολουθούν να γίνονται είναι αδύνατο να διαλεχτούν  πραγματικά  μόνο τα ικανά παιδιά. Και να γιατί;
Πρώτα οι εισαγωγικές εξετάσεις έχουν κι αυτές όλα τα ελαττώματα, πού έχουν όλες γενικά οι εξετάσεις στα σχολεία και στα  πανεπιστήμια μας. Ας δούμε τα σπουδαιότερα.
Όλοι μας έχουμε δοκιμάσει τον ρόλο πού παίζει η τύχη : Ξέρεις ένα σωρό θέματα και σου τυχαίνει ένα πού δεν το καλοθυμάσαι και αποτυχαίνεις. Όλοι μας επίσης ξέρουμε, πόσο μπορεί να επηρεάσει το παιδί, που δίνει εξετάσεις, η σωματική και προπάντων η ψυχική του κατάσταση, πού τόσο είναι ευαίσθητη  και επηρεάζεται από χίλιους δύο παράγοντες. Ξέρουμε, πώς πολλά παιδιά τα έχασαν και απέτυχαν. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης και ο εξεταστής  με την επιείκεια  ή την αυστηρότητα του, με τις ιδιοτροπίες του, με την πίεση που του γίνεται. Το κριτήριο του δεν είναι επιστημονικό, είναι καθαρά υποκειμενικό. Ο ένας καθηγητής  κρίνει καλό ένα γραφτό, και ο άλλος το ίδιο γραφτό το απορρίπτει.  Όλα αυτά τα έχουν ζήσει όλοι όσοι έχουν σπουδάσει.
Μα κι’ αν ακόμα βγάλουμε από τη μέση όλα  αυτά τα ελαττώματα –και μη νομίσετε πως είναι πολύ δύσκολο, άλλο ζήτημα τώρα, γιατί το ελληνικό Κράτος μένει προσκολλημένο στο παμπάλαιο και αντιεπιστημονικό τούτο σύστημα – κι’ αν λοιπόν διορθωθούν τα ελαττώματα αυτά, πάλι είναι αδύνατο με τις εισαγωγικές εξετάσεις τις σημερινές, να ελέγξούμε και να κρίνουμε τις ψυχικές δυνατότητες των παιδιών.
Γιατί με τις σημερινές εξετάσεις, εκείνο πού ελέγχουμε, ακόμη και στο πανεπιστήμιο, δεν είναι οι ψυχικές ικανότητες, είναι οι γνώσεις, που έχουν παπαγαλίσει, οι γνώσεις πού έχουν φορτώσει τα παιδιά στη μνήμη τους. Δεν ελέγχουμε την κρίση, την προσοχή και τις άλλες νοητικές λειτουργίες του παιδιού, δε λογαριάζουμε, αν ο ψυχικός οργανισμός του σπουδαστή είναι ικανός να σηκώσει το βάρος της ανώτερης σπουδής. Και το χειρότερο δε λογαριάζουμε ούτε αν τις γνώσεις πού έχει μπουκώσει στο κεφάλι του, αν τις έχει πραγματικά αφομοιώσει, αν τις έχει κάνει αίμα και σάρκα της νόησης του, αν μπορεί να τις χρησιμοποιήσει, αν του γίνονται κίνητρα για δράση. Εκείνο που ενδιαφέρει το Κράτος, είναι οι γνώσεις αυτές καθαυτές, η ποσότητα τους, σαν να έχουν οι γνώσεις καμιά αυτόνομη αξία  έξω από τη ζωή, έξω από την κοινωφέλιμη χρησιμοποίηση τους. Εκείνο λοιπόν που ενδιαφέρει το Κράτος, είναι η ποσοτική μάθηση και όχι η ποιοτική μόρφωση, όχι ο ψυχικός δυναμισμός των παιδιών.
Γιατί γίνεται το λάθος αυτό, το τόσο τραγικό για τα παιδιά και για την προκοπή του λαού, δεν είναι τώρα η στιγμή να το εξετάσουμε. Θα αναφέρω ένα μόνο ειδικό λόγο. Ακόμη και σήμερα το κριτήριο για την αξία ενός ανθρώπου είναι η εξωτερική του εμφάνιση. Και το κριτήριο για την αξία του μορφωμένου είναι η γνωσομάθεια.  Αξία στη σημερινή κοινωνία  έχει όχι όποιος δουλεύει πραγματικά, παρά όποιος θησαυρίζει. Τα ρούχα κάνουν τον άνθρωπο. Το ίδιο τα πνευματικά ρούχα, οι φανταχτερές γνώσεις κάνουν τον μορφωμένο.  Η πλουτοκρατική ολιγαρχία δεν έχει ανάγκη να εξοπλίζει τα παιδιά της για την παραγωγική εργασία. Σ’ αυτά ταιριάζει η ποσοτική, η διακοσμητική μάθηση, το θησαύρισμα γνώσεων.
Θα πετύχουν λοιπόν στις εισαγωγικές εξετάσεις, φτάνει να βοηθήσει και η τύχη και να μην είναι μουτρωμένος ο εξεταστής, οι μαθητές πού έχουν καλοφορτωμένη  τη μνήμη τους με όσο μπορούν περισσότερες γνώσεις. Γι’ αυτό πρέπει να ξέρουν απ’ έξω και ανακατωτά την «ύλη». Να την έχουν  καλά παπαγαλίσει. Γι’ αυτό χρειάζεται διάβασμα, μα απαραίτητα είναι και τα ιδιαίτερα μαθήματα με δασκάλους στο σπίτι, και τα τόσα φροντιστήρια, που όλα τους κάνουν χρυσές δουλειές. Ποια όμως παιδιά μπορούν να έχουν όλη αυτή τη βοήθεια, ώστε με την μεγαλύτερη πιθανότητα να πετύχουν; Φυσικά τα νοικοκυρόπουλα και τα πλουσιόπαιδα.  Έτσι  με τις εισαγωγικές εξετάσεις δε διαλέγονται τα ικανά παιδιά. Διαλέγονται τις περισσότερες φορές όσα κατέχουν τις περισσότερες γνώσεις, και μαζί μ αυτά  όσα διαθέτουν τα περισσότερα μέσα.
Ώστε οι εισαγωγικές εξετάσεις όπως γίνονται σήμερα ευκολύνουν τα παιδιά των πλουσίων. Τα παχιά λόγια του Κράτους, και τα συνθήματα του για ίσα δικαιώματα στη μόρφωση όλων των παιδιών και για επιλογή των ικανών είναι παραπλανητικά. Η παιδεία στη χώρα μας είναι προνόμιο των λίγων και με τις σημερινές εισαγωγικές εξετάσεις, εκείνο που επιδιώκει το Κράτος είναι να στεριώσει το προνόμιο αυτό.
Πρέπει όμως να σπουδάζουν όλα τα ικανά παιδιά. Δε θα έχουμε πληθωρισμό σε επιστήμονες; Με το ζήτημα αυτό θα ασχοληθώ σε ένα άλλο σημείωμα μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: