Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ Ο,ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΑΣ



Άρθρο του Κ.Δ. Σωτηρίου
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Αυγή» στις 27 Φεβρουαρίου 1958
«Τι πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς»

Η βασική πλάνη, πως το παιδί διαφέρει μόνο ποσοτικά, και όχι ποιοτικά, από τον ενήλικο – για την πλάνη αυτή μίλησα στο προηγούμενο σημείωμά μου – είναι στενά δεμένη, μέσα στο μυαλό πολλών, με μια άλλη το ίδιο λαθεμένη και το ίδιο βλαβερή αντίληψη. Σύμφωνα μα την δεύτερη τούτη αντίληψη, το παιδί είναι ένα ετεροκίνητο, παθητικό, πλάσμα, χωρίς δική του βούληση, χωρίς δικά του ενδιαφέροντα και κίνητρα. Ώστε μπορούμε, μας λένε, να κάνουμε το παιδί ό,τι θέλουμε και να το πλάσουμε όπως θέλουμε. Το παιδί πρέπει αδιαμαρτύρητα να συμμορφώνεται με τις εντολές μας. Άλλωστε του λείπει του παιδιού η πείρα και δεν ξέρει τι το ωφελεί και τι το βλάφτει. Ολοφάνερο, λοιπόν, μας λένε, πως το παιδί πρέπει να μας υπακούει τυφλά.
Πρίν να προχωρήσουμε, κοιτάξτε, αλήθεια, σε ποια αντίφαση πέφτουν όσοι δέχονται τις δύο αυτές λαθεμένες αντιλήψεις. Τη στιγμή που υποστηρίζουνε πως το παιδί είναι ένας μικρός ενήλικος, και αυτό θα ειπεί πως το παιδί έχει όλα τα σωματικά όργανα και όλες τις ψυχικές λειτουργίες, που έχει ο ενήλικος –η διαφορά, πιστεύουνε, είναι μόνο ποσοτική- την ίδια στιγμή δε δέχονται πως το παιδί έχει και αυτό βούληση και ενδιαφέροντα, όπως έχει και ο ενήλικος. Αντίθετα, δέχονται  πως το παιδί είναι ετεροκίνητο, δεν έχει δηλαδή δική του βούληση και δικά του κίνητρα, και φτάνουνε στο σημείο να αρνιούνται στο παιδί την ενεργητική ζωντάνια, μ’ άλλα λόγια την ενεργητικότητα από εσωτερικά κίνητρα, μια δηλαδή από τις βασικές λειτουργίες, που έχει κάθε ζωντανό πλάσμα, ακόμη και το σκουλήκι. Βλέπουνε, λοιπόν, το παιδί ετεροκίνητο και δεν καταλαβαίνουνε πως δεν μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουνε το παιδί, γιατί το παιδί είναι ζωντανός οργανισμός και θ υπακούσει στα δικά του ενδιαφέροντα, στα δικά του εσωτερικά κίνητρα. Και ούτε τους περνάει από το μυαλό τους πως με τις λαθεμένες αυτές αντιλήψεις κιντυνεύει η κανονική ανάπτυξη του παιδιού και με την απαίτησή τους να υπακούει τυφλά το παιδί διατρέχει τον κίντυνο να γίνει πνευματικά και ηθικά ανάπηρο.

Ας ανοίξουμε καλά τα’ αυτιά μας και ας ακούσουμε τι μας λέει η παιδαγωγική. Η νεότερη παιδαγωγική, βασισμένη στην πλούσια επιστημονική  έρευνα, μας διδάσκει, πως το παιδί είναι εξαιρετικά ζωντανό και αυτοδυναμικό πλάσμα, ενεργεί δηλαδή από δικά του ενδιαφέροντα, από δικά του εσωτερικά κίνητρα, και όχι επειδή το σπρώχνουν άλλοι να ενεργεί. Δεν είναι, λοιπόν, ετεροκίνητο το παιδί. Αντίθετα, τονίζει η νεότερη παιδαγωγική, το βασικό χαρακτηριστικό  γνώρισμα είναι η αυτοδυναμική ζωντάνια του, η έντονη δηλαδή ενεργητικότητά του, για να ικανοποιήσει τις δικές του ανάγκες, τα δικά του ενδιαφέροντα. Παιδιά, που κάθονται αποτραβηγμένα και συμμαζεμένα και ούτε παίζουν, ούτε κάνουνε καμμιά άλλη ενέργεια, πρέπει να μας βάζουνε σε ανησυχία, γιατί τα παιδιά αυτά πολύ συχνά, ή είναι άρρωστα, ή επωάζεται κάποια αρρώστεια μέσα τους, ή είναι ψυχικά τραυματισμένα και το τραύμα τους παραλύει την ενεργετικότητά τους.
Από τη λαθεμένη αντίληψη πως το παιδί είναι ετεροκίνητο, παθητικό, πλάσμα και πρέπει να συμμορφώνεται με τις εντολές μας, πηγάζουνε καθημερινά αμέτρητες φανερές ή και κρυφές συγκρούσεις του παιδιού με τους γονείς και με το σχολείο και γίνονται πολλά λάθη στην ανατροφή και τη μόρφωση του παιδιού. Και οι συγκρούσεις αυτές και τα λάθη αυτά γεννούνε και τροφοδοτούνε πολλά παιδικά ελαττώματα. Τροφοδοτούνε, για να φέρω μερικά παραδείγματα, τη δυστροπία, την απροθυμία, το πείσμα, την αυθάδεια, την ανυπακοή, το ψέμα, την υποκρισία, και όχι σπάνια πληγώνουν την πρωτοβουλία και τη χαρά του παιδιού και διαστρεβλώνουνε την κανονική ανάπτυξή  του.
Γιατί όμως εξακολουθεί να μένει βαθειά ριζωμένη και στους γονείς και στους πιο πολλούς δασκάλους κα μέσα στο υπουργείο της Παιδείας η τόσο βλαβερή για το παιδί λαθεμένη αυτή αντίληψη;
Α’) Σημαντική αιτία είναι η άγνοια. Και υπάρχει η ακόλουθη ευλογόφανη δικαιολογία, που κρατάει πολλούς γονείς και δασκάλους αγκυροβολημένους στην άγνοιά τους.
Το παιδί, όταν έρχεται  στον κόσμο, είναι ανίκανο, περισσότερο από τα νεογνά όλων των ζώων, να ζήσει μόνο του. Ούτε στα πόδια του δεν μπορεί να σταθεί. Του είναι, λοιπόν, απαραίτητη του παιδιού η προστασία και η φροντίδα του ενήλικου. Αυτή τη προστασία και τη φροντίδα για το παιδί εξυπηρετεί η μητρική αγάπη και απ’ αυτή την ανάγκη του παιδιού πηγάζει η ευθύνη των γονιών.
Ως εδώ πάει καλά. Οι γονείς όμως, αδιαφώτιστοι, όπως είναι, προχωρούνε στο συμπέρασμα πως επειδή το παιδί ούτε μπορεί, ούτε ξέρει να ζήσει μόνο του πρέπει να δέχεται αδιαμαρτύρητα να κάνει ό,τι του λένε. Από το σημείο τούτο εύκολο είναι οι γονείς να προχωρήσουν ένα βήμα ακόμη. Μορφώνουνε μέσα τους την αντίληψη πως το παιδί δεν πρέπει για το καλό του να βάζει σε λειτουργία τη δική του βούληση. Ακολουθεί τώρα το τρίτο βήμα. Από το δεν πρέπει να έχει δική του βούληση προχωρούνε στην αντίληψη πως το παιδί δεν έχει δική του βούληση, ούτε δικά του ενδιαφέροντα, άρα είναι ετεροκίνητο, παθητικό, πλάσμα.
Β’) Η λαθεμένη αντίληψη πως το παιδί είναι ετεροκίνητο και όχι αυτοδυναμικό πλάσμα, εξακολουθεί να μένει ακόμη βαθειά ριζωμένη και για ένα δεύτερο λόγο: Ικανοποιεί  τον εγωϊσμό και την αυθεντία των γονιών και ενισχύει την πατρική εξουσία. Μπροστά στην πατρική βούληση, κατοχυρωμένη με την πατρική εξουσία ήτανε και εξακολουθεί να είναι μεγάλο παράπτωμα να υψώνεται η βούληση του παιδιού. Το παιδί ήταν χτήμα των γονιών και απόλυτη η κυριαρχία του πατέρα. Απομεινάρια από την πατρική εξουσία, τον παμπάλαιο αυτό θεσμό, εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Καθημερινά ακούμε τις φράσεις : «Παιδί μου είναι και το κάνω ό,τι θέλω. Δικαίωμά μου να το σπάσω στο ξύλο».
Γ’) Ο εγωισμός, η αυθεντία των γονιών, η πατρική εξουσία καθώς και η τυφλή υπακοή του παιδιού, ενισχύονται και από τις γνωστές φιλοσοφικές , κοινωνιολογικές και πρό πάντων, θεολογικές θεωρίες για την τυφλή υπακοή του ανθρώπου στο «αγαθόν»  στην απολυταρχική κρατική εξουσία και προπάντων στη Θεία Βούληση και τις επουράνιες δυνάμεις. Και σκληρή είναι η τιμωρία που πέφτει στον άνθρωπο ή και σ’ ολόκληρο το λαό, όταν δεν υπακούουν στις ανώτερες αυτές εντολές.
Δ’) Μα όλες αυτές οι θεωρίες, λίγο – πολύ ξεπερασμένες σήμερα, εξακολουθούν να επενεργούνε, γιατί υποστηρίζονται από την τέταρτη, την πιο σημαντική αιτία. Τόνισα και στα δύο προηγούμενα σημειώματά μου, πως μια μικρή μερίδα της κοινωνίας, η πλουτοκρατική ολιγαρχία, υποτάσσει στους δικούς της σκοπούς τη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Η μικρή αυτή μερίδα της κοινωνίας θέλει τα παιδιά του λαού χωρίς δική τους βούληση. Τα θέλει ετεροκίνητα, για να τα έχει τυφλά όργανά της και γι’ αυτό καλλιεργεί με όλα τα μέσα τις θεωρίες αυτές και υψώνει ύψιστη αρετή την τυφλή υπακοή.

Μα  πρέπει κάπως αναλυτικότερα να ιδούμε μερικές από τις βλαβερές συνέπειες, που μόλις έθιξα παραπάνω. Για το πραχτικό αυτό ζήτημα θα μιλήσω μαζί σας στο ερχόμενο σημείωμά μου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: